Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 192/90

ΝΣΚ 192/1990


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 193/1990 (07-03-1990)

 

Σχετικά με το υπ' αριθμόν 1362/482/1990 έγγραφο ερώτημα σας, που αφορά:

 

α) την υποχρέωση γωνιαίων οικοπέδων των μέχρι 2.000 κατοίκων οικισμών για διάθεση σε κοινή χρήση τμημάτων αυτών και

β) την αρτιότητα κατά παρέκκλιση αρτίων οικοπέδων, τεμνόμενων από τα καθορισμένα όρια των οικισμών αυτών,

 

η γνώμη μας είναι η ακόλουθη:

 

Ι. Κατά το άρθρο 4 του από 24-04-1985 προεδρικού διατάγματος Τρόπος καθορισμού ορίων οικισμών της χώρας μέχρι 2.000 κατοίκων, κατηγορίας αυτών και καθορισμός όρων και περιορισμών δόμησής τους (ΦΕΚ 181/Δ/1985) όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του από 14-02-1987 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 133/Δ/1987) και με το άρθρο 1 του από 25-04-1989 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 293/Δ/1989):

 
{1. Κάθε οικόπεδο για να είναι οικοδομήσιμο πρέπει να έχει πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο ή σε χώρο που έχει τεθεί σε κοινή χρήση. Ο παραπάνω χώρος πρέπει να έχει πλάτος τουλάχιστον 4 m και να εφάπτεται καθ' όλο το μήκος της μιας πλευράς των ορίων του οικοπέδου. Όπου το πλάτος αυτό υπολείπεται των 4 m, για να είναι το οικόπεδο οικοδομήσιμο, πρέπει με συμβολαιογραφική πράξη, της οποίας αντίγραφο κοινοποιείται με απόδειξη στον οικείο οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης, να τεθεί σε κοινή χρήση λωρίδα οικοπέδου τόση, ώστε από το πρόσωπο του εναπομένοντος οικοπέδου μέχρι τον άξονα του κοινοχρήστου χώρου να επιτυγχάνεται πλάτος τουλάχιστον 2 m. Της παραπάνω ρύθμισης εξαιρούνται τα τμήματα οικοπέδου που καταλαμβάνονται από οικοδομές.}

 

ΙΙ. Από τη διατύπωση και το σκοπό του άρθρου αυτού φρονούμε, ως προς το σκέλος του ερωτήματος σας, ότι η απαίτηση του νομοθέτη να έχει το οικόπεδο πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο πλάτους τουλάχιστον τεσσάρων μέτρων, αφορά όλα τα πρόσωπα του οικοπέδου. Ειδικότερα, κατά την άποψη μας, το άρθρο αυτό αναφέροντας ότι ο κοινόχρηστος χώρος πρέπει να έχει το πλάτος αυτό καθ' όλο το μήκος της μιας πλευράς του οικοπέδου, εννοεί ολόκληρη την προς το κοινόχρηστο χώρο πλευρά αυτού είτε είναι ευθεία, είτε τεθλασμένη οπότε το οικόπεδο είναι γωνιακό κατά την κοινή του όρου έννοια (δοθέντος ότι ο Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός 1985 δεν αναγνωρίζει όπως έκαμνε ο Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός 1973 στο άρθρο 4 παράγραφος 10 και επόμενα ως διακεκριμένη κατηγορία των οικοπέδων τα γωνιαία οικόπεδα). Για την εξασφάλιση του πλάτους αυτού το ως άνω άρθρο θεσπίζει την υποχρέωση του ιδιοκτήτη του οικοπέδου να θέσει στην κοινή χρήση με συμβολαιογραφική πράξη, κοινοποιούμενη στον οικείο οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης λωρίδα του οικοπέδου τόση ώστε από το πρόσωπο του εναπομένοντος οικοπέδου μέχρι τον άξονα του κοινοχρήστου χώρου να εξασφαλίζεται πλάτος τουλάχιστον 2 m.

 

Αν ο νομοθέτης ήθελε σε περίπτωση που η προς το κοινόχρηστο χώρο πλευρά του οικοπέδου είναι τεθλασμένη, η διάθεση τμήματος του οικοπέδου στη κοινή χρήση να αφορά ένα ευθύγραμμο τμήμα της πλευράς αυτής κατ' επιλογή μάλιστα του ιδιοκτήτη του οικοπέδου, θα το όριζε ρητά. Βασικός δηλαδή σκοπός του νομοθέτη είναι η εξασφάλιση με συνεισφορά λωρίδων των παρόδιων οικοπέδων, ενός στοιχειώδους οδικού δικτύου πλάτους 4 m, πράγμα που δεν επιτυγχάνεται με την αποδοχή της γνώμης, ότι προκειμένου περί γωνιακού οικοπέδου αρκεί και το ένα πρόσωπο αυτού να εφάπτεται με κοινόχρηστο χώρο του ως άνω πλάτους.

 

Ειδικότερα αν γίνει δεκτή η τελευταία αυτή γνώμη, ο κοινόχρηστος χώρος ως προς τα πρόσωπα του γωνιακού οικοπέδου, ως προς τα οποία τούτο δεν θα συνεισέφερε για τη δημιουργία κοινόχρηστου χώρου πλάτους τεσσάρων μέτρων, θα παρουσίαζε στένωση, αφού ο ιδιοκτήτης απέναντι οικοπέδου θα υποχρεούτο να θέσει σε κοινή χρήση μόνο λωρίδα του οικοπέδου του που θα ήταν αναγκαία για την εξασφάλιση απόστασης μεταξύ του απομένοντος οικοπέδου και του άξονα του κοινοχρήστου χώρου δύο τουλάχιστον μέτρων, χωρίς να υποχρεούται να εξασφαλίσει συνολικό πλάτος του κοινόχρηστου χώρου τεσσάρων τουλάχιστον μέτρων. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπομνησθεί ότι με τη θεσπιζόμενη ως άνω διάθεση σε κοινή χρήση τμημάτων του οικοπέδου δεν κινδυνεύει να καταστεί τούτο μη άρτιο, γιατί σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1)γ του ως άνω προεδρικού διατάγματος για την αρτιότητα των γηπέδων προσμετράται και η τυχόν έκταση που παραχωρείται από τον ιδιοκτήτη για τη δημιουργία κοινοχρήστου χώρου.

 

ΙΙΙ. Περαιτέρω ως προς το έτερο σκέλος του ερωτήματος παρατηρούμε τα ακόλουθα. Κατά το άρθρο 5 του από 24-04-1985 προεδρικού διατάγματος, όπως τροποποιήθηκε με τα από 14-02-1987 και από 25-04-1989 προεδρικά διατάγματα, εντός των ορίων των ως άνω οικισμών το εμβαδόν του κατά τον κανόνα αρτίου οικοπέδου καθορίζεται μέσα στα πλαίσια που ορίζει το άρθρο αυτό, με απόφαση του Νομάρχη, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Σ.Χ.Ο.Π. του Νομού. Κατά παρέκκλιση εντός των ορίων των ως άνω οικισμών θεωρούνται άρτια τα γήπεδα με οποιοδήποτε εμβαδόν έχουν κατά την ημέρα δημοσίευσης του παραπάνω προεδρικού διατάγματος εφόσον δεν έχουν το ελάχιστο εμβαδόν της κατά τον κανόνα αρτιότητας.

 

Εξάλλου κατά το άρθρο 7 του ως άνω προεδρικού διατάγματος όπως ισχύει τώρα:

 

{εάν η ιδιοκτησία εμπίπτει εν μέρει εντός του ορίου οικισμού και εν μέρει εκτός αυτού, τότε στην περίπτωση που το εντός του ορίου τμήμα δεν έχει την αρτιότητα που ορίζεται με την απόφαση του Νομάρχη, θεωρείται ότι εντός του ορίου περιλαμβάνεται τμήμα της ιδιοκτησίας μεγέθους που αντιστοιχεί στην αρτιότητα αυτήν.}

 

Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει κατά τη γνώμη μας, σε σχέση με το δεύτερο σκέλος του ερωτήματος, ότι ο κανονισμός νομοθέτης ευνοεί τη δόμηση των μικρών οικοπέδων που βρίσκονται μέσα στους οικισμούς μέχρι 2000 κατοίκων, γι' αυτό καθόρισε ότι τα οικόπεδα των οικισμών τούτων θεωρούνται κατά παρέκκλιση άρτια οποιονδήποτε εμβαδόν και αν έχουν κατά τη δημοσίευση του ως άνω από 24-04-1985 προεδρικού διατάγματος με την προοπτική αυτή πρέπει κατά τη γνώμη μας να γίνει δεκτό ότι η διάταξη της παραγράφου 1 εδάφιο β του άρθρου 5 του ως άνω προεδρικού διατάγματος, που θεσπίζει την κατά παρέκκλιση αρτιότητα των υφισταμένων οικοπέδων, καταλαμβάνει και τα οικόπεδα που τέμνονται από το καθορισμένο όριο του οικισμού, γιατί και αυτά βρίσκονται έστω και μερικώς εντός των ορίων του οικισμού. Με αντίθετη άποψη θα αγόμαστε στο παράδοξο συμπέρασμα ότι μπορούν να δομούνται με τους όρους της σχετικής νομοθεσίας οικόπεδα 100, 200, 300 κ.λ.π. m2, που βρίσκονται ολόκληρα μέσα στα όρια και δεν μπορούν να οικοδομηθούν οικόπεδα τεμνόμενα από το όριο του οικισμού, καίτοι το εντός αυτού τμήμα τους είναι μεγαλύτερο κατά πολύ από το ως άνω εμβαδόν. Τέτοιο όμως αποτέλεσμα δημιουργεί ανισότητες μεταξύ των ιδιοκτητών των οικοπέδων τούτων, που προφανώς δεν ανταποκρίνονται στη βούληση του κανονιστικού νομοθέτη.

 

Εξάλλου η παρατεθείσα διάταξη του άρθρου 7 παράγραφος 1 του από 24-04-1985 προεδρικού διατάγματος δεν υποδηλώνει αντίθετη άποψη του κανονιστικού νομοθέτη, ήτοι ότι τα ως άνω τεμνόμενα οικόπεδα δεν είναι κατά παρέκκλιση άρτια, αλλά αφορά τα κατά κανόνα άρτια οικόπεδα και καθορίζει ότι τα οικόπεδα αυτά οικοδομούνται κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας περί των οικισμών μέχρι 2.000 κατοίκων, μόνο κατά τμήμα τους που αντιστοιχεί στην αρτιότητα αυτή και όχι καθ' όλο το εμβαδόν αυτών, που ενδεχομένως να είναι μεγάλο. Τέτοια πρόβλεψη δεν θα ήταν νοητή για τα κατά παρέκκλιση άρτια οικόπεδα που έχουν εμβαδόν μικρότερο από το εμβαδόν του κατά κανόνα αρτίου οικόπεδου.

 

Πάντως η άποψη αυτή επιδέχεται σοβαρές επιφυλάξεις, καθόσον οι διατάξεις της κατά παρέκκλιση αρτιότητας πρέπει να ερμηνεύονται στενά και συνεπώς στην προκειμένη περίπτωση θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι κατά παρέκκλιση άρτια οικόπεδα πρέπει να βρίσκονται ολόκληρα μέσα στα όρια του οικισμού. Εξάλλου από την ως άνω διάταξη του άρθρου 7 παράγραφος 1 θα μπορούσε να συναχθεί το συμπέρασμα ότι, εφόσον ο κανονιστικός νομοθέτης θεωρεί δομήσιμα κατά τις διατάξεις της ως άνω νομοθεσίες μόνο τα κατά άρτια οικόπεδα, που τέμνονται από τα όρια του οικισμού, όλα είναι μικρότερα του κατά κανόνα αρτίου οικοπέδου που τέμνονται από τα όρια αυτά δεν είναι άρτια ούτε κατά παρέκκλιση, δοθέντος μάλιστα ότι ο νομοθέτης προφανώς θέλει να ευνοήσει μόνο τα ως άνω μεγάλα, ήτοι τα κατά κανόνα άρτια οικόπεδα.

 

IV. Εν τέλει φρονούμε, ότι ενόψει της ασάφειας που παρουσιάζουν οι ερμηνευόμενες ως άνω διατάξεις και ως προς τα δύο σκέλη του ερωτήματος και των σοβαρών πρακτικών συνεπειών που έχει η ερμηνεία αυτών, είναι επιβεβλημένη η άμεση ρύθμιση των προβλημάτων αυτών με νέο προεδρικό διάταγμα.

 

Ο Νομικός Σύμβουλος Διοίκησης

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.