Εγκύκλιος 1090764/96 - Άρθρο 3

Άρθρο 3: Ακαθάριστα έσοδα


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, το προσδιοριζόμενο ελάχιστο συνολικό κόστος κατασκευής και τα ελάχιστα κόστη των επιμέρους εργασιών αποτελούν τη βάση προσδιορισμού των φορολογικών υποχρεώσεων των επιτηδευματιών του άρθρου 36 του νόμου 2238/1994, δηλαδή των εργολάβων, υπεργολάβων και γενικά επιτηδευματιών, που εκτελούν οποιαδήποτε επιμέρους εργασία σε ανεγειρόμενες οικοδομές.

 

Συνεπώς, το ελάχιστο κόστος οικοδομής και τα συνιστώντα αυτό ελάχιστα κόστη των επιμέρους εργασιών, με βάση τα χιλιοστά του Αρχικού Πίνακα ή τα τροποποιημένα, μετά από αιτιολόγηση, στον Τελικό Πίνακα, οφείλουν να καλύπτονται από τα παραστατικά υλικών, μεταφορών και εργασίας (τιμολόγια υλικών, μεταφορικών μέσων, φατούρας, μισθώσεις μηχανημάτων και παροχής υπηρεσιών).

 

2. Εξαιρετικά, προκειμένου για επιμέρους εργασίες που δηλώνεται ότι έγιναν χωρίς την ανάθεσή τους σε εργολάβο ή υπεργολάβο, αλλά με τη χρησιμοποίηση ημερομισθίων τεχνιτών και εργατών, αυτό γίνεται δεκτό για συνολικό ποσό μέχρι το είκοσι τοις εκατό (20%) του ελάχιστου συνολικού κόστους κατασκευής της οικοδομής. Στην περίπτωση αυτή ως παραστατικά δαπάνης θεωρούνται οι μισθολογικές καταστάσεις και οι καταστάσεις του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων που αναφέρονται στις συγκεκριμένες επιμέρους εργασίες. Το παραπάνω ποσοστό δεν ισχύει για επιχειρήσεις που αποδεδειγμένα απασχολούν δικό τους προσωπικό για το σκοπό αυτό.

 

Επίσης, όταν ο ιδιοκτήτης της οικοδομής είναι επιτηδευματίας εργολάβος ή υπεργολάβος οικοδομών, τότε, για τις εργασίες που καλύπτει η επαγγελματική του δραστηριότητα, δεν απαιτούνται τιμολόγια υπεργολάβων, αλλά λαμβάνονται υπόψη τα ποσά που καταβλήθηκαν για ημερομίσθια, όπως ανωτέρω.

 

Το όριο αυτό των εργασιών με αυτεπιστασία αυξάνεται από 20% σε 30%, όταν η συνολική επιφάνεια της οικοδομής δεν υπερβαίνει τα 150 m2 και βρίσκεται σε οικισμό μέχρι 2000 κατοίκους. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις δεν απαιτούνται, κατά το ποσοστό που ορίζεται για καθεμία, τιμολόγια για την παροχή υπηρεσίας υπεργολάβου, για τη συγκεκριμένη επιμέρους εργασία, αλλά αντί αυτών λαμβάνονται υπόψη τα ποσά που καταβλήθηκαν για ημερομίσθια εργατοτεχνικών, όπως αυτά προκύπτουν από τις μισθολογικές καταστάσεις και τις καταστάσεις του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που αφορούν τις συγκεκριμένες εργασίες. Κατ' εξαίρεση δεν απαιτούνται δικαιολογητικά για τις εργασίες που καλύπτει η επαγγελματική δραστηριότητα του εργολάβου.

 

Περαιτέρω, προκειμένου για επιχειρήσεις γενικά, ανεξάρτητα νομικής μορφής, που χρησιμοποιούν για την εκτέλεση του αντικείμενου των εργασιών τους, δικό τους μόνιμο ημερομίσθιο ή μη εργατοτεχνικό προσωπικό που το απασχολούν με σχέση εξαρτημένης εργασίας, ο περιορισμός στο πιο πάνω ποσοστό 20% δεν ισχύει, δηλαδή αυτό το ποσοστό ανέρχεται ουσιαστικά σε 100% του ΚΚΟ., με την προϋπόθεση ότι το προσωπικό αυτό κρίνεται επαρκές και σε ειδικότητα και σε αριθμό για την εκτέλεση της συγκεκριμένης κάθε φορά εργασίας, σε εύλογο χρόνο, πράγμα που ως θέμα πραγματικό ανήκει στην εξελεγκτική εξουσία του προϊσταμένου της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας.

 

3. Σχετικά με τη φορολογία του εισοδήματος και τον προσδιορισμό των καθαρών κερδών διευκρινίζονται τα εξής:

 

α) Επιχειρήσεις κατασκευής και πώλησης οικοδομών.

Ως γνωστόν, τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων κατασκευής πώλησης οικοδομών προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 34 του νόμου 2238/1994.

 

Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές ως ακαθάριστο έσοδο των επιχειρήσεων που ασχολούνται με την πώληση ανεγειρόμενων οικοδομών, λαμβάνεται η αξία των αυτοτελών οικοδομών, διαμερισμάτων πολυκατοικιών, καταστημάτων, γραφείων, αποθηκών και λοιπών χωρών, όπως αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41 του νόμου 1249/1982.

 

Αν όμως το τίμημα που καθορίζεται στα οικεία πωλητήρια συμβόλαια είναι μεγαλύτερο από την πιο πάνω αξία, ως ακαθάριστο έσοδο λαμβάνεται το καθοριζόμενο σε αυτά τα συμβόλαια τίμημα.

 

Ειδικά, για τις περιοχές που δεν ισχύει το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων, ως ακαθάριστα έσοδα λαμβάνονται:

 

Το τίμημα από τις πωλήσεις των πιο πάνω ακινήτων που καθορίζεται στα οικεία πωλητήρια συμβόλαια.

 

Η διαφορά μεταξύ του τιμήματος ή της αξίας, κατά περίπτωση, που φορολογήθηκε και της πραγματικής αξίας του ακινήτου, η οποία εξευρίσκεται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν στη φορολογία μεταβίβασης ακινήτων.

 

Τα έσοδα όμως αυτά δεν μπορεί να είναι κατώτερα από αυτά που προσδιορίζονται με τις διατάξεις του άρθρου 35 του ίδιου νόμου, δηλαδή με βάση το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού του ελάχιστου κόστους κατασκευής οικοδομών.

 

Σε περίπτωση που τα ακαθάριστα έσοδα που προσδιορίζονται με βάση το αντικειμενικό σύστημα, δηλαδή αν το ποσό του ελάχιστου κόστους οικοδομής (ΚΚΟ) είναι μεγαλύτερο από τα προσδιοριζόμενα με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 34 του νόμου 2238/1994 (συμβόλαια ή αντικειμενική αξία κ.λ.π.), η τυχούσα επιπλέον διαφορά αυτών προστίθεται στα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης που έχουν προσδιορισθεί σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 34 του νόμου 2238/1994.

 

Χρόνος απόκτησης του ακαθάριστου εσόδου, ο οποίος λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του ύψους αυτού, θεωρείται η ημέρα σύνταξης του οριστικού συμβολαίου. Στην περίπτωση όμως που έχει συνταχθεί συμβολαιογραφικό προσύμφωνο και το οριστικό κεφάλαιο δεν έχει συνταχθεί μέσα σε διάστημα 2 ετών από την ημέρα σύνταξης του συμβολαιογραφικού προσυμφώνου, ως χρόνος απόκτησης του ακαθάριστου εσόδου θεωρείται η ημέρα κατά την οποία συμπληρώνονται 2 έτη από την ημέρα σύνταξης του συμβολαιογραφικού προσυμφώνου.

 

Παράδειγμα:

Τεχνική επιχείρηση ανέγερσης και πώλησης οικοδομών, κατασκευάζει οικοδομή της οποίας η άδεια εκδόθηκε το 1995 και το ελάχιστο κόστος κατασκευής ανέρχεται σε 15000000 δραχμές. Η αξία των παραστατικών στοιχείων κατασκευής της οικοδομής που υποβλήθηκαν στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία το 1995 με τον τελικό μη ισοσκελισμένο πίνακα, ανέρχεται σε 12000000 δραχμές. Η οικοδομή πουλήθηκε μέσα στο 1997, 14000000 δραχμές (αξία βάσει συμβολαίου).

 

Όσον αφορά τη φορολογία εισοδήματος της παραπάνω τεχνικής επιχείρησης κατά τη διαχειριστική περίοδο 1997, στην οποία κατά τα προαναφερόμενα, θεωρείται ακαθάριστο έσοδο η τυχούσα επιπλέον διαφορά, η συγκεκριμένη διαφορά του 1000000 δραχμές (15000000 - 14000000 = 1000000) σύμφωνα με το παράδειγμα, θα προστεθεί στα ακαθάριστα έσοδα αυτής της χρήσης και τα οποία θα διαμορφωθούν τελικά σε 15000000 δραχμές (14000000 δηλωθέντα + 1000000 προστιθέμενη διαφορά = 15000000 δραχμές) και επί αυτών θα υπολογισθούν τα καθαρά κέρδη της επιχείρησης (15000000 x 15% = 2250000, όπου 15% ο μοναδικός συντελεστής καθαρού κέρδους που προβλέπεται για τη συγκεκριμένη περίπτωση).

 

Όσον αφορά την εφαρμογή των διατάξεων περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας για τις επιχειρήσεις κατασκευής και πώλησης οικοδομών, το ελάχιστο κόστος οικοδομής (ΚΚΟ) πρέπει να καλύπτεται όπως προαναφέρθηκε με το άθροισμα των σχετικών παραστατικών στοιχείων και με τις ειδικότερες ρυθμίσεις που ισχύουν στις περιπτώσεις αυτές. Σε περίπτωση που το άθροισμα των παραστατικών αυτών δεν καλύπτει το ελάχιστο κόστος οικοδομής (ΚΚΟ) δηλαδή ο τελικός πίνακας δεν είναι ισοσκελισμένος, υπολογίζεται διαφορά ΦΠΑ σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 36 του νόμου 2238/1994. Η διαφορά αυτή του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας υπολογίζεται ως εξής:

 

Αθροίζονται τα ποσά των παραστατικών του μη ισοσκελισμένου τελικού πίνακα που υποβλήθηκε, τα οποία αφορούν σε αγορές υλικών και μεταφορές μαζί με το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, τιμολόγια παροχής υπηρεσιών εργολάβων χωρίς το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας και ελεύθερα εργατικά. Το συνολικό αυτό ποσό αφαιρείται από το ελάχιστο κόστος κατασκευής της οικοδομής.

 

Η διαφορά που προκύπτει έπρεπε να καλύπτεται από τιμολόγια εργολάβων των επιμέρους εργασιών, που μπορεί να αφορούν μόνο εργασία ή εργασία με υλικά. Επί αυτής της διαφοράς υπολογίζεται ο οφειλόμενος Φόρος Προστιθέμενης Αξίας. Έτσι στο συγκεκριμένο παράδειγμα, όσον αφορά την επιβολή του ΦΠΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 36 του νόμου 2238/1994, στην περίπτωση αυτή της υποβολής του μη ισοσκελισμένου πίνακα, θα προκύψει προστιθέμενη διαφορά ΦΠΑ. 3000000 x 18% = 540000 δραχμές (15000000 - 12000000 = 3000000).

 

β) Προκειμένου για εργολάβο, ή υπεργολάβο και γενικά επιτηδευματία που εκτελεί εργασίες στις οικοδομές, τα ακαθάριστα έσοδά τους από τη συγκεκριμένη εργασία στην οικοδομή, που λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των καθαρών κερδών τους, δεν μπορεί να είναι μικρότερα από το ελάχιστο κόστος της επιμέρους εργασίας που εμφανίζεται στον τελικό πίνακα. Αν πρόκειται για ανάθεση εργασίας, με υλικά όμως του ιδιοκτήτη (φατούρα), το ελάχιστο επιμέρους κόστος της συγκεκριμένης εργασίας, θα μειωθεί με το ποσό των παραστατικών που απαιτήθηκαν για αγορά υλικών, μεταφορές κ.λ.π. και τα οποία ποσά καταβλήθηκαν από τον ιδιοκτήτη.

 

Εάν το ελάχιστο κόστος κατασκευής της επιμέρους εργασίας όπως αυτό προσδιορίσθηκε, κατά περίπτωση, παραπάνω, δεν καλύπτεται από το άθροισμα των σχετικών με τις εργασίες αυτές παραστατικών, που εκδόθηκαν από τον εργολάβο, το επιπλέον ποσό προστίθεται στα ακαθάριστα έσοδα του εργολάβου, υπεργολάβου κ.λ.π. που εκτέλεσε τη συγκεκριμένη εργασία στην οικοδομή. Πιο συγκεκριμένα η διαφορά αυτή υπολογίζεται ως εξής:

 

Από το ελάχιστο κόστος κατασκευής της επιμέρους εργασίας του τελικού πίνακα αφαιρείται το ποσό των παραστατικών που αναφέρεται σε αγορές υλικών, μεταφορές και λοιπές υπηρεσίες που καταβλήθηκαν από τον ιδιοκτήτη της οικοδομής, εκτός βέβαια από τα τιμολόγια του εργολάβου και το υπόλοιπο που αποτελεί το ακαθάριστο έσοδο του εργολάβου από τη συγκεκριμένη εργασία, με την προϋπόθεση όμως ότι δεν υπάρχει καταφανής έλλειψη παραστατικών σε άλλα συστατικά της εργασίας αυτής, όπως έλλειψη παραστατικών αγοράς υλικών. Από το ακαθάριστο αυτό έσοδο του εργολάβου για την παραπάνω εργασία αφαιρείται το τιμολόγιο που ήδη έχει εκδώσει γι αυτήν ο εργολάβος και η διαφορά θα προστεθεί στα ακαθάριστα έσοδά του, της διαχειριστικής περιόδου του χρόνου υποβολής του τελικού πίνακα.

 

Χρόνος απόκτησης της διαφοράς των ακαθάριστων εσόδων των εργολάβων, υπεργολάβων και γενικά των επιτηδευματιών, που εκτελούν οποιαδήποτε επιμέρους εργασία σε ανεγειρόμενες οικοδομές, θεωρείται ο χρόνος υποβολής του τελικού πίνακα, είτε η οικοδομή αποπερατώνεται εντός της πρώτης τριετίας από την έκδοση της άδειας, είτε δεν αποπερατώνεται εντός της πρώτης τριετίας και έχουν υποβληθεί οι προσωρινοί πίνακες που προβλέπονται από τη διαδικασία που αναφέραμε παραπάνω, είτε δεν αποπερατώνεται εντός της πρώτης τριετίας και δεν έχουν υποβληθεί οι προσωρινοί πίνακες και ανεξάρτητα βέβαια του τρόπου υπολογισμού της διαφοράς των ακαθάριστων εσόδων.

 

Επίσης, θεωρούνται ακαθάριστα έσοδα της χρήσης της υποβολής της συμπληρωματικής δήλωσης - πίνακα, όταν πρόκειται για εργασίες που έγιναν μετά τη ρευματοδότηση μη πλήρως αποπερατωμένης οικοδομής ή αυτοτελούς τμήματος αυτής.

 

Παράδειγμα:

Εργολάβος εκτέλεσε επιμέρους εργασίες σε ανεγειρόμενη οικοδομή (π.χ. κτίσματα) χωρίς δικά του υλικά (φατούρα). Το ελάχιστο κόστος κατασκευής αυτών των εργασιών είναι 10000000 δραχμές. Η αξία των παραστατικών στοιχείων που υποβλήθηκαν στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία το έτος 1999 για την εκτέλεση αυτών των εργασιών, χωρίς το τιμολόγιο του εργολάβου, είναι 6000000 δραχμές (αγορά υλικών, μεταφορικά). Ο εργολάβος έχει εκδώσει μέσα στο έτος 1995 για την εκτέλεση αυτών των εργασιών τιμολόγιο αξίας 2500000 δραχμών.

 

Η διαφορά 10000000 - 6000000 = 4000000 δραχμές είναι η αξία των εργασιών (ακαθάριστα έσοδα) που εκτέλεσε ο εργολάβος και για την οποία όφειλε να εκδώσει τιμολόγιο.

 

Συνεπώς, η διαφορά 4000000 - 2500000 (αξία τιμολογίου που έχει εκδοθεί) = 1500000 δραχμές θα προστεθεί στα ακαθάριστα έσοδα που έχει δηλώσει ο εργολάβος με τη δήλωσή του φορολογίας εισοδήματος της χρήσης 1999 (οικονομικό έτος 2000).

 

Εάν στη συγκεκριμένη επιμέρους εργασία διαπιστωθεί καταφανής έλλειψη παραστατικών σε απαραίτητα συστατικά στοιχεία αυτής π.χ. έλλειψη παραστατικών αγοράς υλικών, τότε για να προσδιορισθούν τα ακαθάριστα έσοδα του εργολάβου, λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό συμμετοχής της εργασίας του εργολάβου που αντιστοιχεί συνήθως στο συνολικό ποσό της επιμέρους εργασίας.

 

Επί των ακαθαρίστων εσόδων του εργολάβου, υπεργολάβου και γενικά κάθε επιτηδευματία που εργάσθηκε στην οικοδομή, όπως προσδιορίσθηκαν παραπάνω, όφειλε να έχει καταβληθεί ο αναλογών Φόρος Προστιθέμενης Αξίας.

 

Σε αντίθετη περίπτωση καταλογίζεται η διαφορά Φόρου Προστιθέμενης Αξίας που οφείλεται και θεωρείται ως φόρος εκροών της φορολογικής περιόδου υποβολής του τελικού πίνακα.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.