Νόμος 4254/14 - Άρθρο th

Παράγραφος Θ: Διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Υποπαράγραφος Θ.1: Διαθεσιμότητα - Παράταση - Συνέπειες - Αποζημίωση - Παροχές Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού

 

1. Ο τίτλος της υποπαραγράφου Ζ.2 της παραγράφου Ζ του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012 (ΦΕΚ 122/Α/2012), όπως ισχύει, συμπληρώνεται ως εξής:

 

{Διαθεσιμότητα - Παράταση - Συνέπειες - Αποζημίωση - Παροχές Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού}

 

2. Μετά την εσωτερική παράγραφο 4 της υποπαραγράφου Ζ.2 της παραγράφου Ζ του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012 (ΦΕΚ 122/Α/2012), όπως ισχύει, προστίθεται νέα εσωτερική παράγραφος 4)α ως εξής:

 

{4. α. i. Στους μόνιμους και στους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δίκαιου αορίστου χρόνου υπαλλήλους του Δημοσίου, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, οι οποίοι τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του νόμου 4172/2013 (ΦΕΚ 167/Α/2013) και στη συνέχεια, λύεται η εργασιακή τους σχέση λόγω κατάργησης της θέσης τους, το Ελληνικό Δημόσιο καταβάλλει αποζημίωση απόλυσης ειδικά και μόνο λόγω κατάργησης θέσης. Για τον υπολογισμό, του ποσού αποζημίωσης, ως βάση λαμβάνεται ο βασικός μισθός του υπαλλήλου κατά την ημερομηνία που τέθηκε σε διαθεσιμότητα και ως χρόνος υπηρεσίας υπολογίζεται όλος ο χρόνος που ελήφθη υπόψη για την κατάταξη του υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 του νόμου 4024/2011 (ΦΕΚ 226/Α/2011), καθώς και ο χρόνος που μεσολάβησε μέχρι τη θέση του υπαλλήλου σε καθεστώς διαθεσιμότητας. Κατά τα λοιπά, η αποζημίωση υπολογίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 55 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 410/1988 (ΦΕΚ 191/Α/1988), όπως ισχύει. Στο ανωτέρω προσωπικό, εφόσον έχει συμπληρώσει τις προϋποθέσεις για λήψη σύνταξης, καταβάλλεται στο μεν επικουρικά ασφαλισμένο το 40%, στο δε μη επικουρικά ασφαλισμένο το 50% της ως άνω προβλεπόμενης αποζημίωσης.

 

Οι αποδοχές διαθεσιμότητας, που έλαβαν οι εν λόγω υπάλληλοι, συμψηφίζονται με την ως άνω αποζημίωση απόλυσης.

 

Η ανωτέρω αποζημίωση, μετά και τον προβλεπόμενο ως άνω συμψηφισμό, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 15.000 €.

 

Υπάλληλοι που λαμβάνουν την αποζημίωση του παρόντος άρθρου δεν δικαιούνται ταυτόχρονα καμία άλλη αποζημίωση για την ίδια αιτία.

 

Η αποζημίωση της παρούσας υποπαραγράφου φορολογείται όπως κάθε άλλη αποζημίωση διακοπής σχέσεως εργασίας, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 15 του νόμου 4172/2013, όπως εκάστοτε ισχύει.

 

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης καθορίζονται ο υπόχρεος για την καταβολή, ο τρόπος καταβολής, η διαδικασία, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας.

 

Στις ανωτέρω ρυθμίσεις υπάγονται και οι υπάλληλοι των οποίων η εργασιακή σχέση λύθηκε κατ' εφαρμογή των ως άνω διατάξεων, για τους οποίους η σχετική πράξη εκδόθηκε πριν την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης.

 

ii. Οι υπάλληλοι της ανωτέρω περίπτωσης i, των οποίων η εργασιακή σχέση λύεται, δικαιούνται το επίδομα ανεργίας, καθώς επίσης και τις λοιπές παροχές που χορηγούνται από τον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού, υπό τις προϋποθέσεις των οικείων διατάξεων, έστω και αν δεν είχαν υπαχθεί στην ασφάλιση ανεργίας του εν λόγω Οργανισμού.

 

Για την καταβολή των ανωτέρω λαμβάνονται υπόψη, αντί του εγγράφου καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, η σχετική πράξη λύσης της εργασιακής σχέσης και, αντί των ημερών εργασίας απασχόλησης, ο χρόνος υπηρεσίας του υπαλλήλου, που κατά την υποπαράγραφο Θ.1. υπολογίζεται για την καταβολή της αποζημίωσης απόλυσης.

 

Τα δικαιολογητικά που, κατά τις οικείες διατάξεις, απαιτούνται για την καταβολή του επιδόματος ανεργίας και των άλλων παροχών περιορίζονται σε εκείνα που είναι συμβατά με το χαρακτήρα της εργασιακής σχέσης, καθώς και τον τρόπο λύσης αυτής.

 

Οι μόνιμοι και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπάλληλοι του Δημοσίου, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης οι οποίοι τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 4172/2013 και στη συνέχεια απολύονται λόγω κατάργησης της θέσης τους, μπορούν να εντάσσονται σε ειδικά προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, εκπαίδευσης και επιμόρφωσης του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΚΔΔΑ). Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης καθορίζεται το ειδικότερο περιεχόμενο και οι στόχοι των ως άνω προγραμμάτων, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία υπαγωγής σε αυτά, η διάρκειά τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια τεχνικού ή διαδικαστικού χαρακτήρα.

 

iii. Το αρμόδιο κατά περίπτωση όργανο διοίκησης εκδίδει την πράξη λύσης της εργασιακής σχέσης του υπαλλήλου.

 

Η πράξη λύσης της εργασιακής σχέσης υπαλλήλων οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης Α' και Β' Βαθμού, σε περίπτωση που δεν εκδοθεί από το αρμόδιο όργανο διοίκησης εντός 5 ημερών από τη λήξη του καθεστώτος διαθεσιμότητας, εκδίδεται από το Γενικό Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης.

 

Η πράξη λύσης της εργασιακής σχέσης υπαλλήλων Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, σε περίπτωση που δεν εκδοθεί από το αρμόδιο όργανο διοίκησης εντός 5 ημερών από τη λήξη του καθεστώτος διαθεσιμότητας, εκδίδεται από τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων.}

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος Θ2.2 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 41 του νόμου 4262/2014 (ΦΕΚ 114/Α/2014).

 

3. Στο τέλος της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου Ζ.2 της παραγράφου Ζ του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012 (ΦΕΚ 122/Α/2012), όπως ισχύει, προστίθενται εδάφια ως εξής:

 

{Η διαθεσιμότητα υπαλλήλου η οποία βρίσκεται σε κατάσταση διαπιστωμένης εγκυμοσύνης, που αρχίζει ή εξελίσσεται εντός του διαστήματος της διαθεσιμότητας, παρατείνεται μέχρι την ημέρα του τοκετού και επιπλέον διάστημα 12 μηνών μετά από αυτόν, ανεξάρτητα αν το νεογνό γεννηθεί ζωντανό ή όχι.

 

Το χρονικό διάστημα της διαθεσιμότητας υπαλλήλου, η οποία τεκνοποίησε πριν από την έναρξη του χρόνου της διαθεσιμότητας, παρατείνεται για διάστημα 12 μηνών μετά την ημέρα του τοκετού. Η υπάλληλος οφείλει να προσκομίσει τη ληξιαρχική πράξη γέννησης τέκνου ή με υπεύθυνη δήλωση (νόμος 1599/1986) της ενδιαφερόμενης που συνοδεύεται απαραίτητα από βεβαίωση ιατρού γυναικολόγου ότι το νεογνό δεν γεννήθηκε ζωντανό.

 

H εγκυμοσύνη αποδεικνύεται με υπεύθυνη δήλωση (νόμος 1599/1986) της εγκύου, που συνοδεύεται απαραίτητα από τα αποτελέσματα σχετικής εξέτασης εργαστηρίου καθώς και από βεβαίωση ιατρού γυναικολόγου, στην οποία γίνεται μνεία για τη, μέχρι το χρόνο έκδοσης της βεβαίωσης αυτής, διανυθείσα διάρκεια της κύησης.

 

Τα εν λόγω δικαιολογητικά υποβάλλονται στην υπηρεσία της ενδιαφερόμενης εντός του αρχικού χρόνου της διαθεσιμότητας ή το αργότερο εντός μηνός από τη λήξη του, εάν η εγκυμοσύνη δεν μπορούσε να διαπιστωθεί εντός του αρχικού χρόνου. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η ύπαρξη διαπιστωμένης εγκυμοσύνης δημιουργεί υποχρέωση ανάκλησης της πράξης λύσης της υπαλληλικής σχέσης που τυχόν είχε εκδοθεί εν τω μεταξύ.

 

Η για οποιονδήποτε λόγο πρόωρη διακοπή της εγκυμοσύνης δηλώνεται αμέσως από την ενδιαφερόμενη στην υπηρεσία της εγγράφως.

 

Η εξαιτίας φυσικών αιτίων διακοπή της εγκυμοσύνης ή η διακοπή αυτής, που οφείλεται στους λόγους των περιπτώσεων β', γ' και δ' της παραγράφου 4 του άρθρου 304 του Ποινικού Κώδικα, όπως ισχύει, θεωρείται δικαιολογημένη και συνεπάγεται τη διακοπή της παράτασης της διαθεσιμότητας και τη λύση της υπαλληλικής σχέσης της υπαλλήλου, που επέρχονται αυτοδικαίως μετά την πάροδο ενός μηνός από τη διακοπή της εγκυμοσύνης.

 

Η διακοπή της εγκυμοσύνης που πραγματοποιείται με τη βούληση της εγκύου και δεν οφείλεται στους λόγους των περιπτώσεων β', γ' και δ' της παραγράφου 4 του άρθρου 304 του Ποινικού Κώδικα, όπως ισχύει, θεωρείται αδικαιολόγητη και επιφέρει αυτοδικαίως τη διακοπή της παράτασης της διαθεσιμότητας και τη λύση της υπαλληλικής σχέσης, που επέρχονται αυτοδικαίως από τη διακοπή της εγκυμοσύνης, δημιουργεί δε την υποχρέωση στην υπάλληλο να επιστρέψει, ως αχρεωστήτως καταβληθείσες, τις αποδοχές διαθεσιμότητας που έλαβε και που αντιστοιχούν στη, λόγω της εγκυμοσύνης, παράτασή της.

 

Στις περιπτώσεις των αμέσως ανωτέρω δύο παραγράφων, η διαπίστωση της διακοπής της παράτασης της διαθεσιμότητας και της λύσης της υπαλληλικής σχέσης διαπιστώνονται με την έκδοση σχετικής πράξης που εκδίδεται από το όργανο, το οποίο, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, είναι κάθε φορά αρμόδιο για την έκδοση πράξης λύσης της υπαλληλικής σχέσης.

 

Η εξαιτίας φυσικών αιτίων διακοπή της εγκυμοσύνης ή εκείνη που πραγματοποιείται για τους λόγους που αναφέρονται στις περιπτώσεις β', γ' και δ' της παραγράφου 4 του άρθρου 304 του Ποινικού Κώδικα, όπως ισχύει, αποδεικνύεται κατά τον ίδιο τρόπο όπως και η ύπαρξή της, χωρίς να απαιτούνται αποτελέσματα εξέτασης εργαστηρίου, εάν η διακοπή της εγκυμοσύνης συνέβη υπό συνθήκες που εκ των πραγμάτων ή με βάση τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης δεν θα ήταν δυνατή, αναγκαία ή απαραίτητη η πραγματοποίηση σχετικής εξέτασης σε εργαστήριο.

 

Η διακοπή της εγκυμοσύνης, που δεν αποδεικνύεται με τον ως άνω τρόπο, θεωρείται αδικαιολόγητη για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος.

 

Η υπάλληλος που βρίσκεται σε οποιαδήποτε από τις προαναφερόμενες καταστάσεις, που σχετίζονται με υφιστάμενη ή διακοπείσα εγκυμοσύνη, υποχρεούται να δέχεται την επίσκεψη ελεγκτή ιατρού.

 

Στις ανωτέρω ρυθμίσεις υπάγονται και οι υπάλληλοι, οι οποίες είχαν τεθεί σε διαθεσιμότητα πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης.}

 

Υποπαράγραφος Θ.2: Υποχρέωση απογραφής και καταβολής αποδοχών

 

Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης ii της παραγράφου 1.δ. του άρθρου δεύτερου του νόμου 3845/2010 (ΦΕΚ 65/Α/2010), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 37 του νόμου 4223/2013 (ΦΕΚ 287/Α/2013) και ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

{ii) Ως προς τα νομικά πρόσωπα: για όσο διάστημα παρατηρείται παρέκκλιση από την απογραφή στο Μητρώο Μισθοδοτούμενων Ελληνικού Δημοσίου και από τη διαδικασία πληρωμής μέσω ΕΑΠ, αναστέλλεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, η επιχορήγηση ή απόδοση πόρων ή οποιασδήποτε μορφής ενίσχυση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.}

 

Υποπαράγραφος Θ.3: Διαθεσιμότητα έως την έκδοση οριστικών πινάκων διάθεσης για τους καταργούμενους κλάδους του νόμου 4172/2013

 

Οι διατάξεις του άρθρου 40 του νόμου 4250/2014 (ΦΕΚ 74/Α/2014), όπως ισχύει εφαρμόζονται και στους υπαλλήλους που έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα δυνάμει των άρθρων 80, 81, 82 και 93 του νόμου 4172/2013 (ΦΕΚ 167/Α/2013).

 

Υποπαράγραφος Θ.4: Μη αποδοχή τοποθέτησης

 

Στην εσωτερική παράγραφο 1 περίπτωση β' της υποπαραγράφου Ζ2 της παραγράφου Ζ του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012, όπως ισχύει προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

{Υπάλληλοι οι οποίοι δεν αποδέχονται την τοποθέτησή τους στο πλαίσιο της ως άνω υποχρεωτικής μετάταξης, δεν έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν αίτηση για την εκούσια μετάταξή τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις (άρθρο 154 παράγραφος 4 του Υπαλληλικού Κώδικα, άρθρο 158 παράγραφος 4 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων) και παραμένουν σε διαθεσιμότητα μέχρι τη λήξη του καθεστώτος της διαθεσιμότητας.}

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.