Νόμος 4512/18 - Άρθρο 140

Άρθρο 140: Διαχείριση καταγγελιών


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Καταγγελίες σχετικά με τη δραστηριότητα οικονομικού φορέα ή εγκατάστασης μπορεί να υποβληθούν από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο προς την αρμόδια εποπτεύουσα αρχή με κάθε πρόσφορο μέσο επικοινωνίας (ηλεκτρονικά, εγγράφως, τηλεφωνικώς κ.λ.π.)

 

2. Οι καταγγελίες αξιολογούνται με τα εξής κριτήρια:

 

α) τη συμβατότητα με το πεδίο αρμοδιότητας της εποπτεύουσας αρχής.

 

β) το προφανώς αβάσιμο και αστήρικτο του περιεχομένου τους.

 

γ) την κατάθεση των απαραίτητων στοιχείων που επιτρέπουν τη διεξαγωγή επιτόπιου ελέγχου ή έρευνας

 

δ) την κατ' αρχήν εκτίμηση ότι η αναφορά στοιχειοθετεί παράβαση νομοθεσίας.

 

ε) την επαναληψιμότητα του περιστατικού.

 

στ) τον χρόνο που έχει παρέλθει από την διαπίστωση του προβλήματος.

 

ζ) την εκτίμηση του βαθμού επικινδυνότητας ως προς τις άμεσες ή έμμεσες επιδράσεις στο κοινό ή σε άλλη πτυχή δημοσίου συμφέροντος.

 

η) την ομάδα καταναλωτών που εκτίθενται σε κίνδυνο και την τυχόν χρήση από ευαίσθητες ομάδες.

 

θ) τη συνεκτίμηση των αποτελεσμάτων εξέτασης προσκομισθέντος δείγματος.

 

ι) την αξιοπιστία τους όταν προέρχονται από επανειλημμένη υποβολή τους από τον ίδιο καταγγέλλοντα χωρίς να αποδεικνύεται σε προγενέστερους ελέγχους η ακρίβειά τους.

 

3. Μετά την αξιολόγηση της προηγούμενης παραγράφου και ανάλογα με τη σοβαρότητα της καταγγελίας η εποπτεύουσα αρχή προβαίνει σε μία ή περισσότερες από τις παρακάτω ενέργειες:

 

α) αρχειοθέτηση της καταγγελίας,

β) καταγραφή της καταγγελίας για την εν λόγω δραστηριότητα που ενδεχομένως να εξετασθεί στο πλαίσιο του ευρύτερου προγραμματισμού ελέγχων,

γ) άμεση διερεύνηση κατά προτεραιότητα η οποία μπορεί να περιλαμβάνει και τη διεξαγωγή επιτόπιου ελέγχου και

δ) ενημέρωση της αρμόδιας αρχής εάν πρόκειται για καταγγελία που υποβλήθηκε αναρμοδίως.

 

4. Οι εποπτεύουσες αρχές δεν υποχρεούνται να απαντούν μεμονωμένα ή να διεξάγουν επιτόπιο έλεγχο μετά από κάθε καταγγελία και να κοινοποιούν απάντηση προς τον καταγγέλλοντα, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στην κείμενη νομοθεσία για κάποιο πεδίο εποπτείας.

 

6. Η εποπτεύουσα αρχή παρέχει τους απαραίτητους ανθρώπινους και υλικούς πόρους για τη διαχείριση και την αξιολόγηση των καταγγελιών που σχετίζονται με τη δραστηριότητα των οικονομικών φορέων. Η εποπτεύουσα αρχή παρέχει κατάλληλη εκπαίδευση στο προσωπικό που διενεργεί την αξιολόγηση των καταγγελιών.

 

7. Η εποπτεύουσα αρχή μπορεί να αξιολογεί αυτεπαγγέλτως και άλλες πληροφορίες που τίθενται σε γνώση της, όπως δημοσιεύσεις στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή σε άλλο μέσο, η διαχείριση των οποίων πραγματοποιείται αναλογικά με τον τρόπο που η εποπτεύουσα αρχή αξιολογεί τις καταγγελίες.

 

7Α. Η εποπτεύουσα αρχή καταχωρίζει τις καταγγελίες υποχρεωτικά σε ηλεκτρονική μορφή και μεριμνά ώστε ο καταγγέλλων να δύναται να προβεί ο ίδιος απευθείας σε ηλεκτρονική καταγγελία. Εάν η καταγγελία λαμβάνεται με άλλο μέσο, η εποπτεύουσα αρχή προβαίνει στην ηλεκτρονική καταχώριση αυτής.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 7Α προστέθηκε με την παράγραφο 9 του άρθρου 19 του νόμου 4635/2019 (ΦΕΚ 167/Α/2019).

 

8. Με απόφαση του προϊσταμένου της αρμόδιας εποπτεύουσας αρχής καθορίζονται οι διαδικασίες και τα ειδικότερα κριτήρια, πλέον αυτών της παραγράφου 2, και ο συνδυασμός αυτών για την αξιολόγηση της καταγγελίας και για την παραπομπή της, εφόσον αυτό κρίνεται απαραίτητο, στο επόμενο στάδιο διαχείρισης, η προτυποποιημένη μορφή της ηλεκτρονικής καταχώρισης της καταγγελίας και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 8 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 10 του άρθρου 19 του νόμου 4635/2019 (ΦΕΚ 167/Α/2019).

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.