Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 24/13

ΝΣΚ 24/2013


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 24/2013 (21-01-2013)

 

Αριθμός Ερωτήματος: Το υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου ΥΠΟΙΚ/011226/ΕΞ 2012/05-12-2012 έγγραφο του Υπουργού Οικονομικών προς την Γενική Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας / Γενική Διεύθυνση Δημόσιας Περιουσίας και Εθνικών Κληροδοτημάτων / Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών και Στέγασης του ίδιου Υπουργείου και το υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου ΔΤΥΔ' 1180462/267/ΕΞ 2012/31-12-2012 έγγραφο της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας / Γενική Διεύθυνση Δημόσιας Περιουσίας και Εθνικών Κληροδοτημάτων / Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών και Στέγασης του Υπουργείου Οικονομικών.

 

Περίληψη Ερωτήματος: Δυνατότητα αναδρομικής αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων του Καποδιστριακού Δήμου Ψυχικού μετά την έκδοση των υπ' αριθμών 2019/2012 και 2020/2012 ακυρωτικών αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας και της υπ' αριθμόν 465/2012 γνωμοδοτήσεως της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και ειδικότερα, αν η αναπροσαρμογή δύναται να χωρέσει αναδρομικά από 01-03-2007 για όλα τα ακίνητα του Δήμου Ψυχικού ή μόνο για τα ακίνητα στα οποία αφορούσαν οι υπουργικές αποφάσεις που ακυρώθηκαν με τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας.

 

Επί του ως άνω ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Τμήμα Β') γνωμοδότησε ως εξής:

 

I. Ιστορικό

 

Εκ του εγγράφου της ερωτώσης υπηρεσίας και των στοιχείων του φακέλου της υποθέσεως προκύπτει το ακόλουθο πραγματικό:

 

1. Με την υπ' αριθμόν 1122435/3634/ΟΟΤΥ/Δ7/30-12-2005 (ΠΟΛ 1158/2005), απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (ΦΕΚ 1982/Β/2005), της οποίας η ισχύς άρχισε την 01-01-2006, αναπροσαρμόσθηκαν οι τιμές και επεκτάθηκε το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων όλων των περιφερειών της χώρας που μεταβιβάζονται με οποιαδήποτε αιτία και βρίσκονται σε περιοχές εντός σχεδίου.

 

Στη συνέχεια, με την υπ' αριθμόν 1020564/487/00ΤΥ/Δ/27-02-2007 (ΠΟΛ 1034/2007) απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (ΦΕΚ 269/Β/2007), της οποίας η ισχύς άρχισε την 01-03-2007, αναπροσαρμόσθηκε, μεταξύ άλλων, η τιμή που προβλεπόταν στην προαναφερθείσα απόφαση του ως άνω Υπουργού, για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των ακινήτων, που μεταβιβάζονται με επαχθή αιτία ή αιτία θανάτου, δωρεά ή γονική παροχή στη Β' Ζώνη του Παλαιού Ψυχικού. Η απόφαση αυτή, κατά το ως άνω μέρος που αναφέρεται στη ζώνη Β' του Παλαιού Ψυχικού, ακυρώθηκε με την υπ' αριθμόν 2107/2009 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την αιτιολογία ότι δεν προέκυπτε από τα στοιχεία του φακέλου ότι η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών στην ως άνω ζώνη είχε γίνει κατόπιν εκτιμήσεως στοιχείων που δικαιολογούσαν αυτήν, ώστε να προκύπτει το δικαιολογητικό έρεισμα της γενομένης ρυθμίσεως.

 

Σε συμμόρφωση προς την ανωτέρω δικαστική απόφαση εκδόθηκε η υπ' αριθμόν 1088318/2449/00ΤΥ/Δ/16-09-2009 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (σε αντικατάσταση της απόφασης 1020564/487/00ΤΥ/Δ/27-02-2007 Απόφαση Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που ακυρώθηκε), της οποίας η έναρξη ισχύος ορίσθηκε από 01-03-2007, με την οποία αναπροσαρμόστηκε η τιμή της Β' Ζώνης Ψυχικού, που είχε καθοριστεί με την υπ' αριθμ. 1122435/3634/00ΤΥ/Δ/30-12-2005 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Η εν λόγω απόφαση ακυρώθηκε με την υπ' αριθμόν 3626/2010 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την αιτιολογία ότι η εν λόγω αναπροσαρμογή δεν έγινε, σύμφωνα με την υπ' αριθμόν 2107/2009 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, όπως απαιτείτο, ήτοι κατόπιν εκτιμήσεως συγκεκριμένων στοιχείων, που να ανταποκρίνονται χρονικώς στον καθορισμό τιμών κατά ζώνες με βάση την πραγματική αγοραία αξία των οικείων ακινήτων, αλλά, είχε στηριχθεί σε στοιχεία αναγόμενα στο έτος 2005, τα οποία, ως εκ τούτου, στοιχούσαν σε πλασματική, και όχι στην πραγματική αγοραία αξία των οικείων ακινήτων.

 

Με την υπ' αριθμόν 465/2012 γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους έγινε δεκτό, κατά τα λεπτομερώς σε αυτήν διαλαμβανόμενα, ότι:

 

{ύστερα από την ακύρωση, με την απόφαση 3626/2010 του Συμβουλίου της Επικρατείας, της απόφασης του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών 1088318/2449/ΟΟΤΥ/Δ/16-09-2009, περί προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων, που κείνται στη Β' Ζώνη Παλαιού Ψυχικού, η Διοίκηση δύναται να προβεί στην έκδοση νέας κανονιστικής πράξης, με αναδρομική ισχύ, για το χρονικό διάστημα από 01-03-2007 έως 16-03-2011, με το ίδιο ή διαφορετικό περιεχόμενο, προς τις ακυρωθείσες υπουργικές αποφάσεις, συμμορφούμενη προς το συνολικό περιεχόμενο της απόφασης 2107/2009 του Συμβουλίου της Επικρατείας.}

 

Επακολούθησε η έκδοση της υπ' αριθμόν ΠΟΛ/1040/2011 αποφάσεως του Υφυπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ 434/Β/2011), η οποία άρχισε να ισχύει από 17-03-2011, με την οποία αναπροσαρμόστηκαν οι τιμές του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων σε όλες τις ζώνες του Παλαιού Ψυχικού (Α - Ζ), πλην όμως και η απόφαση αυτή ακυρώθηκε με τις υπ' αριθμούς 2019/2012 και 2020/2012 αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Συγκεκριμένα.

 

Με την πρώτη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας ακυρώθηκε κατά το μέρος που αναφέρεται στη ζώνη ΣΤ' του Παλαιού Ψυχικού, με την αιτιολογία ότι, ενώ η εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 41 του νόμου 1249/1982 επιτάσσει, κατά την έννοιά της, τον καθορισμό τιμών κατά ζώνες κατόπιν εκτιμήσεως συγκεκριμένων στοιχείων που ανταποκρίνονται χρονικώς στην εκάστοτε συγκεκριμένη πραγματική αγοραία αξία των οικείων ακινήτων, στην συγκεκριμένη περίπτωση, ούτε από την προσβαλλόμενη απόφαση ούτε από άλλα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι ο καθορισμός της τιμής εκκίνησης στην ως άνω ΣΤ' Ζώνη του Παλαιού Ψυχικού έγινε κατόπιν εκτιμήσεως στοιχείων που δικαιολογούν αυτόν.

 

Με την δεύτερη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας ακυρώθηκε κατά το μέρος που καθορίζει τιμή εκκίνησης στο τμήμα της οδού Δάφνης μεταξύ της ομωνύμου πλατείας και της διασταυρώσεως με την οδό 28ης Οκτωβρίου (εντός της Β' Ζώνης του Παλαιού Ψυχικού) στο ύψος των 8.000, με την αιτιολογία ότι δεν προκύπτει ότι η ένταξή των ως άνω ακινήτων στην Β' Ζώνη και ο καθορισμός της τιμής τους έγινε κατόπιν εκτιμήσεως συγκεκριμένων στοιχείων ανταποκρινομένων στην πραγματική αγοραία αξία τους, κατά παράβαση της εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 41 του νόμου 1249/1982.

 

2. Με βάση την κατάσταση που διαμορφώθηκε μετά την έκδοση των υπ' αριθμών 2019/2012 και 2020/2012 αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας, η αρμόδια υπηρεσία, έχουσα την άποψη ότι η όλη εξέλιξη ...οδηγεί σε ανομοιομορφία και διατάραξη της κλιμάκωσης των τιμών του Ψυχικού..., πρότεινε στην πολιτική ηγεσία, με την υποβολή ενημερωτικού σημειώματος, τις εξής εναλλακτικές λύσεις: (α) τον επανακαθορισμό των τιμών σε συμμόρφωση προς τις ακυρωτικές αποφάσεις, που θα είχε όμως ως αποτέλεσμα την διατήρηση της ανομοιομορφίας και (β) τον επανακαθορισμό των τιμών όλων των ζωνών του Ψυχικού, που θα είχε ως αποτέλεσμα αφενός μεν τη συμμόρφωση προς τις ακυρωτικές αποφάσεις, αφετέρου δε την εξάλειψη της ανομοιομορφίας και ...την πιο αξιόπιστη προσέγγιση του σημερινού πραγματικού επιπέδου των αγοραίων τιμών....

 

Επί του ενημερωτικού σημειώματος αυτού, ο Υφυπουργός Οικονομικών επισημείωσε τα εξής:

 

{έχοντας υπόψη τις ακυρωτικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, την 465/2012 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και το γεγονός ότι για την υπόλοιπη Ελλάδα ισχύουν οι Αντικειμενικές αξίες της 01-01-2007, να συνεδριάσει η Επιτροπή του άρθρου 41 του νόμου 1249/1982 και να προτείνει αναδρομικά για ολόκληρο τον (Καποδιστριακό) Δήμο Ψυχικού τιμές που ίσχυαν κατά την ίδια αυτή ημερομηνία (01-01-2007) ώστε να εκδοθεί άμεσα η σχετική υπουργική απόφαση.}

 

Μετά ταύτα, ο Υπουργός Οικονομικών, με το υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου ΥΠΟΙΚ 011226/ΕΞ 2012/05-12-2012 έγγραφο του προς την Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών και Στέγασης της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας, λαμβάνοντας υπόψη την προαναφερθείσα επισημείωση του Υφυπουργού και προκειμένου ...να αποφασισθεί ποια από τις δύο προτάσεις της Υπηρεσίας θα υιοθετηθεί..., έδωσε εντολή:

 

{να γίνει νομική αξιολόγηση από τον Νομικό Σύμβουλο της δυνατότητας αναδρομικής αναπροσαρμογής των τιμών του Καποδιστριακού Δήμου από 01-03-2007 - όπως προτείνεται από τον Υφυπουργό καθώς και εάν ενδείκνυται να γίνει ανακαθορισμός των τιμών σε ολόκληρο τον Δήμο, αντί των ζωνών για τις οποίες έχουμε επανέλθει στο καθεστώς του 2006. Επιπλέον ειδικά γιο την αναδρομικότητα να γίνει αξιολόγηση από τις φορολογικές υπηρεσίες της επίπτωσης στα ήδη καταλογισθέντα ή προς καταλογισμό ποσά και εφόσον προκύπτει οποιαδήποτε επιβάρυνση του Δημοσίου (π.χ. αναπροσαρμογή Φόρου Ακίνητης Περιουσίας, Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας, Ενιαίου Ειδικού Τέλους Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών παρελθόντων ετών για τους ιδιοκτήτες ακινήτων στην περιοχή) η αναδρομικότητα δεν εξετάζεται. Αναλόγως των απαντήσεων να υποβληθεί από την αρμόδια Επιτροπή, πρόταση ανακαθορισμού των τιμών είτε ολόκληρου του Καποδιστριακού Δήμου Ψυχικού, είτε των ζωνών που επηρεάστηκαν από τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας...}

 

II. Εφαρμοστέες διατάξεις και ερμηνεία αυτών

 

1. α. Στις παραγράφους 1 (μετά την τροποποίηση αυτής με τα άρθρα 14 παράγραφος 1 του νόμου 1473/1984 (ΦΕΚ 127/Α/1984), και 14 παράγραφος 18 του νόμου 1882/1990 (ΦΕΚ 43/Α/1990) και 2 του άρθρου 41 του νόμου 1249/1982 (ΦΕΚ 43/Α/1982), κατ' εξουσιοδότηση των οποίων εκδόθηκαν οι προμνησθείσες στην προηγούμενη παράγραφο (Ι.1) υπουργικές αποφάσεις που ακυρώθηκαν με τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, ορίζονται τα εξής:

 

{1. Για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των ακινήτων που μεταβιβάζονται με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς ή προίκας, λαβαίνονται υπόψη οι τιμές εκκίνησης, που είναι καθορισμένες από πριν κατά ζώνες ή οικοδομικά τετράγωνα και κατ' είδος ακινήτου, όπως αστικό ακίνητο, μονοκατοικία, διαμέρισμα, κατάστημα, αγρόκτημα και άλλα. Οι τιμές εκκίνησης αυξάνονται ή μειώνονται ποσοστιαία ανάλογα με τους παράγοντες που επηρεάζουν αυξητικά ή μειωτικά την αξία των ακινήτων, όπως για τα διαμερίσματα η παλαιότητα, η θέση στο οικοδομικό τετράγωνο ή στον όροφο της πολυκατοικίας, για τα καταστήματα η εμπορικότητα δρόμου, το πατάρι, το υπόγειο, για τα αγροκτήματα η καλλιεργητική αξία, η τουριστική ή παραθεριστική σημασία και άλλα. Οι τιμές εκκίνησης και οι συντελεστές αυξομείωσής τους θα καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών, μετά από εισήγηση Επιτροπών που θα αποτελούνται από οικονομικούς υπαλλήλους, μηχανικούς του Υπουργείου Δημοσίων Έργων, εκπροσώπους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, εκπροσώπους του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας και άλλα πρόσωπα που διαθέτουν ειδικές γνώσεις ή ιδιάζουσα εμπειρία και θα συγκροτούνται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως και Οικονομικών. Οι κατά το προηγούμενο εδάφιο τιμές αναπροσαρμόζονται το βραδύτερο, ανά διετία, με τις κατά την παράγραφο 2 του παρόντος αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών. 2.Με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζονται: α) η καταχώρηση των τιμών εκκίνησης και των συντελεστών αυξομείωσής τους σε πίνακες και η συσχέτισή τους με διαγράμματα που καταρτίζονται με βάση χάρτες, β) κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετική με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου...}

 

β. Με τις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 41 του νόμου 1249/1982 θεσπίζεται νέος τρόπος προσδιορισμού της αγοραίας αξίας των επ' ανταλλάγματι ή αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας μεταβιβαζομένων ακινήτων κατά τρόπο, ώστε, βάσει λεπτομερών και προκαθορισμένων κριτηρίων, να προκύπτει για όλα τα ακίνητα μιας περιοχής και για κάθε ένα από αυτά ορισμένη αξία. Οι διατάξεις αυτές δεν αντίκεινται στο Σύνταγμα, αφού με αυτές αφ' ενός δεν θεσπίζεται αμάχητο τεκμήριο προσδιορισμού της αξίας των εν λόγω ακινήτων, δεδομένου ότι ο φορολογούμενος δύναται με δική του πρωτοβουλία να αποστεί από την εφαρμογή του αντικειμενικού αυτού τρόπου προσδιορισμού της αγοραίας αξίας (άρθρο 41 παράγραφος 6 του νόμου 1249/1982), αφ' ετέρου παρέχεται εξουσιοδότηση προς τον Υπουργό Οικονομικών να ρυθμίζει όχι το αντικείμενο - κατά την έννοια του άρθρου 78 παράγραφος 4 του Συντάγματος - των περί ων πρόκειται φόρων, το οποίο καθορίζεται από τις διατάξεις των οικείων νόμων που προβλέπουν τους φόρους αυτούς (αναγκαστικός νόμος [Ν] 1521/1950, νομοθετικό διάταγμα [Ν] 118/1973, άρθρα 5 έως 19 του νόμου 3634/2008, 27 - 34, 44 - 45 του νόμου 3842/2010) σε συνδυασμό με το άρθρο 41 του νόμου 1249/1982, αλλά τις τιμές εκκινήσεως ανά ζώνες και τους συντελεστές αυξομειώσεως αυτών, ήτοι ζητήματα ειδικότερα και τεχνικά, κατά την έννοια του άρθρου 43 παράγραφος 2 του Συντάγματος, που αφορούν στον τρόπο προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας (ΣτΕ 2019/2012, 2020/2012, 3626/2010, 2107/2009, 230/2002 επταμελές, 1552/1999).

 

2. α. Από τις διατάξεις των άρθρων 26 και 43 του Συντάγματος προκύπτει ότι δεν είναι επιτρεπτή η αναδρομική κανονιστική ρύθμιση, εκτός αν την επιτρέπει ρητώς ο εξουσιοδοτικός νόμος ή σαφώς προκύπτει από αυτόν (Ολομέλεια ΣτΕ 3659/1980, ΣτΕ 1073/1998, 4914/1987). Επομένως, σε περίπτωση μη επιτρεπτής εκδόσεως κανονιστικής αποφάσεως με αναδρομική ισχύ, Γ απόφαση αυτή είναι ανίσχυρη και καθιστά ακυρωτέες και τις κατ' εφαρμογή της εκδοθείσες ατομικές. Στην εν προκειμένω ενδιαφέρουσα περίπτωση, η προπαρατεθείσα εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 41 του νόμου 1249/1982 δεν επιτρέπει τον αναδρομικό προσδιορισμό ή την αναπροσαρμογή της φορολογητέας αξίας των ακινήτων.

 

β. Εξ άλλου, κατά το άρθρο 95 παράγραφος 5 του Συντάγματος, η Διοίκηση έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται προς τις ακυρωτικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, η παράβαση δε της υποχρεώσεως αυτής δημιουργεί ευθύνη για κάθε υπαίτιο όργανο, όπως ο νόμος ορίζει. Περαιτέρω, στο άρθρο 50 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 (ΦΕΚ 8/Α/1989) ορίζεται ότι η απόφαση που δέχεται την αίτηση ακυρώσεως απαγγέλλει την ακύρωση της προσβαλλομένης πράξεως και συνεπάγεται τη νόμιμη κατάργησή της έναντι όλων, είτε πρόκειται για κανονιστική είτε πρόκειται για ατομική πράξη (παράγραφος 1), και ότι οι διοικητικές αρχές, σε εκτέλεση της υποχρεώσεως που επιβάλλει το ανωτέρω άρθρο 95 παράγραφος 5 του Συντάγματος, πρέπει να συμμορφώνονται, αναλόγως με κάθε περίπτωση, προς το περιεχόμενο της αποφάσεως του Συμβουλίου, είτε με θετική ενέργεια είτε απέχοντας από κάθε ενέργεια αντίθετη προς τα κριθέντα από το Δικαστήριο αυτό. Ο παραβάτης, εκτός από τη δίωξη κατά το άρθρο 259 του Ποινικού Κώδικα, υπέχει και προσωπική ευθύνη για αποζημίωση (παράγραφος 4).

 

Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, η Διοίκηση έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται προς τις ακυρωτικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Περαιτέρω δε, όταν η Διοίκηση συμμορφώνεται προς ακυρωτική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, έχει υποχρέωση όχι μόνο να θεωρήσει ως ανίσχυρη και μη υφισταμένη νομικώς τη διοικητική πράξη που ακυρώθηκε, αλλά να προβεί και σε θετικές ενέργειες για την αναμόρφωση της νομικής καταστάσεως που προέκυψε αμέσως ή εμμέσως από την ακυρωθείσα πράξη, ανακαλούσα ή τροποποιούσα τις σχετικές, εκδοθείσες εν τω μεταξύ πράξεις ή εκδίδουσα άλλες με αναδρομική ισχύ, για να αποκαταστήσει τα πράγματα στη θέση στην οποία θα βρίσκονταν αν εξ αρχής δεν είχε εκδοθεί η ακυρωθείσα πράξη. Στην περίπτωση ειδικότερα που η διοικητική πράξη ακυρώθηκε για τυπικές πλημμέλειες, η Διοίκηση δύναται, κατ' ενάσκηση της διακριτικής της ευχέρειας, να επαναλάβει την κρίση της για τη ρύθμιση της συγκεκριμένης σχέσεως αναδρομικώς και να εκδώσει νέα πράξη του αυτού αντικειμένου με την ακυρωθείσα, πρέπει, όμως, να αιτιολογήσει νομίμως και επαρκώς τη νέα κρίση της, βάσει της ακυρωτικής αποφάσεως ή βάσει στοιχείων που δεν έχουν αποτελέσει αντικείμενο έρευνας και κρίσεως από τον ακυρωτικό δικαστή, ασχέτως αν τα στοιχεία αυτά ή;αν γνωστά ή όχι στη Διοίκηση. Σε κάθε δε περίπτωση, η νέα κρίση της Διοικήσεως πρέπει να μην αντίκειται σε όσα έχουν κριθεί από την ακυρωτική απόφαση και να εκφέρεται ενόψει του νομικού και πραγματικού καθεστώτος του χρόνου εκδόσεως της ακυρωθείσης πράξεως (ΣτΕ 3320/2003, 3214/2001 κ.ά.).

 

III. Εφαρμογή των διατάξεων

 

1. Με βάση τα ανωτέρω γενόμενα δεκτά επί της ερμηνείας των εφαρμοστέων διατάξεων, υπό το πρίσμα της υπ' αριθμόν 465/2012 γνωμοδοτήσεως της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και υπό το προεκτεθέν στην παράγραφο I της παρούσης πραγματικό, η Διοίκηση δύναται να εκδώσει νέες πράξεις αναπροσαρμογής των τιμών ακινήτων του Δήμου Ψυχικού και να προσδώσει σε αυτές αναδρομική ισχύ μόνον καθόσον αφορά τις ακυρωθείσες, για τυπικούς λόγους, με τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας πράξεις της, απαλλαγμένες από τις πλημμέλειες των ακυρωθεισών, εκφέροντας προς τούτο νέα αιτιολογημένη κρίση κατά τα ήδη εκτεθέντα ανωτέρω στην οικεία θέση, η δε ισχύς των νέων πράξεων μπορεί να αναδράμει στον χρόνο ενάρξεως ισχύος κάθε μιας των ακυρωθεισών.

 

2. Αντιθέτως, σε περίπτωση εκδόσεως πράξεων αναπροσαρμογής των τιμών ακινήτων του Δήμου Ψυχικού, στο οποία δεν αφορούσαν οι ακυρωθείσες με τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας πράξεις, δεν είναι επιτρεπτή η πρόσδοση αναδρομικής ισχύος, τυχόν δ' εκδοθησόμενες θα είναι ανίσχυρες κατά το μέρος που αναδράμουν σε χρόνο προ της απαιτουμένης δημοσιεύσεώς τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθιστώντας ακυρωτέες και τις τυχόν κατ' εφαρμογή τους εκδοθησόμενες ατομικές πράξεις. Επομένως στην περίπτωση αυτή, παρέλκει ως αλυσιτελής η αξιολόγηση από τις φορολογικές υπηρεσίες των φορολογικών επιπτώσεων.

 

IV. Κατ' ακολουθίαν των προεκτεθέντων, στο τεθέν ερώτημα αρμόζει η ως άνω (παράγραφος III) διδόμενη απάντηση.

 

Θεωρήθηκε

 

Αθήνα 22-01-2013

 

Ο Προεδρεύων του Τμήματος

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.