Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 270/88

ΝΣΚ 270/1988


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 270/1988 (01-04-1988)

 

Αριθμός ερωτήματος: Υπ' αριθμόν 52438/10212/1987 και 13843/1313/1988 έγγραφα της Διεύθυνσης Γ4 του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων.

 

Περίληψη Ερωτήματος: Ερωτάται αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συντελέστηκε η απαλλοτρίωση του ακινήτου που κηρύχθηκε με την έγκριση του οικείου ρυμοτομικού σχεδίου, δοθέντος ότι παρακατατέθηκε εμπροθέσμως η προσωρινώς καθορισθείσα αποζημίωση, χωρίς όμως να καταβληθεί και η επί πλέον διαφορά που προέκυπτε από την απόφαση περί οριστικού καθορισμού της αποζημίωσης καίτοι έχει παρέλθει η δεκαοκτάμηνη προθεσμία από τη δημοσίευση της απόφασης αυτής, ή στη περίπτωση αυτή έχει αρθεί αυτοδίκαια η απαλλοτρίωση αυτή.

 

Στο ανωτέρω ερώτημα η Συνέλευση των Νομικών Συμβούλων της Διοίκησης γνωμοδότησε τα εξής:

 

Ι. Από το υπ' αριθμόν 52438/10212/1987 έγγραφο ερώτημα και τα στοιχεία του φακέλλου προκύπτουν τα ακόλουθα.

 

Από τη Διεύθυνση Πολεοδομίας Θεσσαλονίκης εκδόθηκε η υπ' αριθμόν 1205/1987 οικοδομική άδεια στο όνομα Ουρανίας Σέμογλου, για οικόπεδο που κείται στο συνοικισμό Σαράντα Εκκλησιές Θεσσαλονίκης και που έχει πρόσωπο σε προβλεπόμενο από το εγκεκριμένο σχέδιο πόλης κοινόχρηστο χώρο. Σύμφωνα με την 1991/1964 πράξη αναλογισμού το οικόπεδο, για το οποίο χορηγήθηκε η άδεια αυτή βαρυνόταν με υποχρέωση αποζημίωσης λόγω ρυμοτομίας, που εγκρίθηκε με το οικείο ρυμοτομικό σχέδιο το έτος 1960, του οικοπέδου (3) εμβαδού 147,00 m2 που φέρεται να ανήκει στην Ελένη Ματθαίου και για ένα τμήμα εμβαδού 3,00 m2 του οικοπέδου (4) ιδιοκτησίας Α. Γάλλου. Με την υπ' αριθμόν 545/1968 απόφαση του Προέδρου Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης καθορίστηκε προσωρινή τιμή μονάδας αποζημιώσεως σε 500 δραχμές κατά m2 και συνολικά σε 73.500 δραχμές, που παρακατατέθηκαν στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων με το υπ' αριθμόν 126983/1969 γραμμάτιο χωρίς όμως να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλλου ότι έγινε και δημοσίευση σχετικής ειδοποίησης στο Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως για την παρακατάθεση. Με την 3723/1969 πράξη αναλήψεως γραμματίου σύστασης παρακαταθήκης η ενδιαφερόμενη ανέλαβε το παραπάνω γραμμάτιο και στη συνέχεια εισέπραξε το ποσό των 73.500 δραχμών, που καθορίστηκε με την παραπάνω απόφαση περί προσωρινού προσδιορισμού τιμής μονάδος αποζημιώσεως.

 

Επακολούθησε με την υπ' αριθμόν 1178/1972 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης ο καθορισμός οριστικής τιμής μονάδος αποζημιώσεως στο ποσό των 1.800 δραχμών κατά m2, η απόφαση δε αυτή τελεσιδίκησε με την 63/1973 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης.

 

Στη συνέχεια η Ελένη Ματθαίου με αίτησή της στο Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης ζήτησε τον επανακαθορισμό της αποζημιώσεως, το αίτημά της δε αυτό απορρίφθηκε με την 3471/1987 απόφαση του δικαστηρίου αυτού ως μη νόμιμο, με την αιτιολογία ότι είχε επέλθει αυτοδίκαιη άρση της απαλλοτριώσεως του ρυμοτομούμενου οικοπέδου, γιατί δεν καταβλήθηκε η οριστική αποζημίωση μέσα σε δεκαοκτώ μήνες από την έκδοση της παραπάνω υπ' αριθμόν 1178/1972 απόφαση του Πολιτικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Ύστερα από προσφυγή επανακαθορισμού της αποζημίωσης της Ελένης Ματθαίου στο Πολιτικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης εκδόθηκε η υπ' αριθμόν 2177/1987 απόφαση αυτού, που απέρριψε την προσφυγή, λόγω αυτοδίκαιης άρσης της απαλλοτρίωσης, που επήλθε ένεκα της μη καταβολής της οριστικής αποζημίωσης μέσα σε δεκαοκτώ μήνες από την δημοσίευση της υπ' αριθμόν 63/1973 απόφασης του Εφετείου Αθηνών. Στη συνέχεια η ως άνω Ελένη Ματθαίου άσκησε αγωγή περί προστασίας της νομής της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, το οποίο με την υπ' αριθμόν 2873/1987 απόφασή του απέρριψε αυτή, με την αιτιολογία ότι είχε συντελεσθεί η απαλλοτρίωση του οικοπέδου της και ότι δεν είχε παραχθεί δεδικασμένο από την παραπάνω υπ' αριθμόν 2177/1987 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, που δέχθηκε το αντίθετο. Τα ίδια δέχθηκε η υπ' αριθμόν 597/1988 απόφαση του Πολιτικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, που απέρριψε αρνητική της κυριότητας αγωγή της Ελένης Ματθαίου. Με βάση το ιστορικό αυτό η Ελένη Ματθαίου ζητεί την ανάκληση της οικοδομικής άδειας, διότι δεν συντελέσθηκε η απαλλοτρίωση της ιδιοκτησίας της, αφού δεν καταβλήθηκε πλην της προσωρινής και η οριστικώς καθορισθείσα συμπληρωματική αποζημίωση μέσα σε δέκα οκτώ μήνες από τον καθορισμό της.

 

ΙΙ. Κατά το άρθρο 21 του Συντάγματος 1968, που εφαρμόζεται στη προκειμένη περίπτωση, εφόσον η καθορίσασα οριστικώς την αποζημίωση υπ' αριθμόν 1187/1972 απόφαση του Πολιτικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης εκδόθηκε κατά τη διάρκεια της ισχύος αυτού (Ολομέλεια Αρείου Πάγου 1332/1985, Άριος Πάγος 1415/1985 Νομικό Βήμα 34):

 

{1. Η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Κράτους.

 

2. Ουδείς στερείται της ιδιοκτησίας αυτού, ειμή δια δημοσία ωφέλεια προσηκόντως αποδεδειγμένη όταν και όπως ο νόμος ορίζει, πάντοτε δε μετά πλήρη αποζημίωση. Αυτή δέον ν' ανταποκρίνεται προς την αξίαν του απαλλοτριούμενου κατά τον χρόνον δημοσιεύσεως της περί απαλλοτριώσεως πράξεως, ως ειδικότερα ο νόμος ορίζει. Η μετά την δημοσίευση της πράξεως απαλλοτριώσεως και ένεκα ταύτης ενδεχομένη μεταβολή της αξίας του απαλλοτριούμενου, δεν λαμβάνεται υπόψη.

 

3. Η αποζημίωσις ορίζεται πάντοτε υπό των πολιτικών δικαστηρίων. Αυτή δύναται και προσωρινώς να ορισθεί δικαστικώς μετ' ακρόαση ή πρόσκληση του δικαιούχου, όστις δύναται να υποχρεωθεί, κατά την κρίσιν του δικαστού, δια την είσπραξη αυτής, εις την παροχή αναλόγου εγγυήσεως, καθ' ον τρόπον νόμος ορίζει. Προ της καταβολής της οριστικώς ή προσωρινώς ορισθείσης αποζημιώσεως, διατηρούνται απαράγραπτα πάντα τα δικαιώματα του ιδιοκτήτου, μη επιτρεπομένης της καταλήψεως. Η ορισθείσα αποζημίωσις καταβάλλεται υποχρεωτικώς το βραδύτερο εντός ενός και ημίσεος έτους από της εκδόσεως της δικαστικής αποφάσεως, άλλως αίρεται αυτοδικαίως η απαλλοτρίωσις.}

 

ΙΙΙ. Κατά τη γνώμη όλων των συμμετασχόντων στη συνέλευση νομικών συμβούλων πλην του Παρέδρου Γεωργίου, από τις διατάξεις αυτές όπως και τις αντίστοιχες του άρθρου 21 του ισχύοντος Συντάγματος, προκύπτει ότι η αποζημίωση για τη στέρηση της ιδιοκτησίας καθορίζεται πάντοτε από τα πολιτικά δικαστήρια, μπορεί δε να καθορισθεί είτε προσωρινώς, μετ' ακρόαση η πρόσκληση του δικαιούχου, είτε οριστικώς, ότι η αποζημίωση αυτή πρέπει να είναι πλήρης, ήτοι να ανταποκρίνεται στην αξία του απαλλοτριωθέντος ακινήτου κατά τον χρόνο της πρώτης συζήτησης περί καθορισμού της αποζημίωσης, ασχέτως του δικαστηρίου ενώπιον του οποίου γίνεται η συζήτηση αυτή, ότι μέχρι την καταβολή της οριστικώς ή προσωρινώς καθορισθείσης αποζημίωσης διατηρούνται απαράγραπτα τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη και συνεπώς ότι για την μετάσταση της κυριότητας του απαλλοτριούμενου απαιτείται η καταβολή είτε της οριστικώς είτε της προσωρινώς καθορισθείσης αποζημίωσης και ότι αν παρέλθει δεκαοκτάμηνη προθεσμία από τη δημοσίευση της δικαστικής απόφασης περί καθορισμού είτε της προσωρινής είτε της οριστικής αποζημίωσης, χωρίς να καταβληθεί αυτή, αίρεται αυτοδικαίως η απαλλοτρίωση. Ειδικότερα ο συνταγματικός νομοθέτης με σκοπό την ταχεία άρση της εκκρεμότητας που δημιουργεί η κήρυξη της απαλλοτρίωσης και τη διευκόλυνση της μεταβίβασης της κυριότητας στον υπέρ ου η απαλλοτρίωση με σύγχρονη καταβολή της αποζημίωσης, αποβλέπει για τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης και τη μετάσταση της κυριότητας του απαλλοτριούμενου ισοδύναμα τόσο στην απόφαση περί καθορισμού της προσωρινής αποζημίωσης, όσο και στην απόφαση περί οριστικού καθορισμού αυτής. Έτσι η συντέλεση της απαλλοτρίωσης επέρχεται κατά τη νομολογία με την καταβολή της προσωρινώς καθορισθείσης αποζημίωσης, έστω και αν καθορίστηκε από το Δικαστήριο πλημμελώς ως προς το ύψος αυτής (Ολομέλεια Αρείου Πάγου 219/1977 Νομικό Βήμα 25, ΣτΕ 330/1983 κ.α.). Συνεπώς αν μέσα σε δεκαοκτώ μήνες από την έκδοση της περί καθορισμού της προσωρινής αποζημίωσης δικαστικής απόφασης καταβληθεί η αποζημίωση αυτή, η απαλλοτρίωση συντελείται και μεθίσταται η κυριότητα του απαλλοτριωθέντος στον υπέρ ου η απαλλοτρίωση, αν δε μετά την λήξη της προθεσμίας αυτής εκδοθεί δικαστική απόφαση περί οριστικού καθορισμού της αποζημίωσης, η απαλλοτρίωση δεν αίρεται από το ότι δεν καταβλήθηκε η επί πλέον διαφορά μεταξύ της προσωρινής και οριστικής αποζημίωσης μέσα σε δεκαοκτώ μήνες από την έκδοση της περί οριστικού καθορισμού της αποζημίωσης απόφασης (βλέπε Γνωμοδότηση ΝΣΚ 47/1971, Άρειος Πάγος 1774/1983 Επιθεώρηση Δικαίου του Δημοσίου 1984, ΣτΕ 330/1983, ΣτΕ 190/1980, Εφετείο Αθηνών 7939/1979 Νομικό Βήμα 28, ΕΑ 4655/1985 Ελληνική Δικαιοσύνη 26 κ.α.). Η αντίθετη άποψη ότι με την ως άνω καταβολή της προσωρινώς καταβληθείσης αποζημίωσης η απαλλοτρίωση δεν συντελείται, αλλά απαιτείται προς τούτο να τελεσιδικήσει η απόφαση αυτή, ούτε από τη διατύπωση των παραπάνω συνταγματικών διατάξεων προκύπτει, αφού αυτές αναφέρονται αδιακρίτως στην καταβολή της οριστικώς ή προσωρινώς καθορισθείσης αποζημίωσης ούτε τον ως άνω από το συνταγματικό νομοθέτη επιδιωκόμενο σκοπό της ταχείας άρσης της από την απαλλοτρίωση προκύπτουσας εκκρεμότητας υπηρετεί. Εξάλλου αντίκειται προφανώς προς το γράμμα και το πνεύμα των παραπάνω διατάξεων να γίνει δεκτό ότι η συντελεσθείσα απαλλοτρίωση με την εμπρόθεσμη καταβολή της προσωρινώς καθορισθείσης αποζημίωσης τελεί υπό την αίρεση και της καταβολής της οριστικής αποζημίωσης μέσα σε δεκαοκτώ μήνες από τη δημοσίευση της περί αυτής απόφασης, γιατί τούτο θα δημιουργούσε σοβαρότατα προβλήματα λόγω ανατροπής αποκτηθέντων εμπραγμάτων δικαιωμάτων πολλές φορές μετά παρέλευση μακρού χρόνου και μετά την εκτέλεση του έργου, για το οποίο κηρύχθηκε η απαλλοτρίωση. Περαιτέρω, η διάταξη της παραγράφου 2 εδάφιο β του άρθρου 11 του νομοθετικού διατάγματος 797/1971, κατά την οποία ανακληθείσης αυτοδικαίως της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής της οριστικώς καθορισθείσης αποζημίωσης, ο υπέρ ου η τοιαύτη απαλλοτρίωση δικαιούται εις επίσχεση του απαλλοτριωθέντος μέχρις επιστροφής της τυχόν καταβληθείσης προσωρινής αποζημίωσης δεν εφαρμόζεται στη προκείμενη περίπτωση κατ' άρθρο 31 παράγραφος 1 του νομοθετικού διατάγματος 797/1971, εφόσον η απαλλοτρίωση κηρύχθηκε πριν από τη δημοσίευση του νομοθετικού διατάγματος αυτού και πάντως, αν θεωρηθεί ότι καταλαμβάνει περιπτώσεις ως η προκείμενη δεν συμπορεύεται με σχετικές συνταγματικές διατάξεις (ΝΣΚ 47/1971 Ολομέλεια).

 

ΙV. Σύμφωνα με τα εκτεθέντα, στο τιθέμενο σχετικά με τη προκείμενη υπόθεση ερώτημα, προσήκει η απάντηση ότι εφόσον η καθορισθείσα προσωρινή με την υπ' αριθμόν 545/1968 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης αποζημίωση καταβλήθηκε εμπρόθεσμα στην Ελένη Ματθαίου κατά την έννοια των οικείων διατάξεων, πράγμα που δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση, συντελέσθηκε νομίμως η απαλλοτρίωση, η δε μη καταβολή της συμπληρωματικής αποζημίωσης που προέκυψε από τον καθορισμό της οριστικής αποζημίωσης σε μεγαλύτερο ποσό από την προσωρινή αποζημίωση, μέσα σε δεκαοκτώ μήνες από τη δημοσίευση της απόφασης με την οποία καθορίστηκε οριστικά η αποζημίωση, δεν επιφέρει άρση της συντελεσθείσης κατά τα εκτεθέντα απαλλοτρίωσης. Περαιτέρω στη προκείμενη περίπτωση και με την εκδοχή ότι έχει αρθεί η παραπάνω απαλλοτρίωση, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι κατά την έννοια της παραγράφου 3 του άρθρου 11 του νομοθετικού διατάγματος 797/1971, η οποία, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του νόμου [Ν] 212/1975, καλύπτει και τις πριν από τη δημοσίευση του νομοθετικού διατάγματος αυτού κηρυχθείσες απαλλοτριώσεις, όπως η προκείμενη, εφόσον η Ελένη Ματθαίου και μετά την παρέλευση του δεκαοκτάμηνου από τον καθορισμό της οριστικής αποζημίωσης εκδήλωσε την εμμονή της στη διατήρηση της απαλλοτρίωσης, με την άσκηση της ως άνω αιτήσεως επανακαθορισμού της αποζημίωσης και της προσφυγής θεωρείται ότι δεν επήλθε αυτοδίκαιη άρση της απαλλοτρίωσης, γιατί από τις ενέργειές της αυτές συνάγεται η βούλησή της να μην ασκήσει το δικαίωμά της, που θεσπίζεται για το συμφέρον της και να καταστήσει ανίσχυρη την απαλλοτρίωση, επικαλούμενη την αυτοδίκαιη άρση αυτής (Άρειος Πάγος 556/1981 Νομικό Βήμα 30). Συναφώς προς τα ανωτέρω εκτιθέμενα ως προς το κύρος της παραπάνω οικοδομικής άδειας παρατηρείται ότι κατά τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας για την δόμηση οικοπέδου, τούτο πρέπει να έχει πρόσωπο σε οδό προβλεπόμενη από το εγκεκριμένο σχέδιο, η οποία να έχει καταστεί κοινόχρηστη κατά νόμιμο τρόπο (ΣτΕ 27/1912, 2494/1980 κ.α.). Συνεπώς, εφόσον κατά τα εκτεθέντα έχει συντελεσθεί η απαλλοτρίωση της ιδιοκτησίας αυτής και έχει εν γένει καταστεί κοινόχρηστη η οδός στην οποία έχει πρόσωπο το οικόπεδο, για το οποίο χορηγήθηκε η παραπάνω οικοδομική άδεια, η άδεια αυτή είναι από την άποψη αυτή νόμιμη.

 

V. Κατά την γνώμη του μειοψηφούντος νομικού συμβούλου Παρέδρου Γεωργίου ως πλήρης αποζημίωση η καταβολή της οποίας επιφέρει συντέλεση της απαλλοτρίωσης νοείται η καθορισθείσα τελεσιδίκως, η δε μνεία στο άρθρο 21 του Συντάγματος του 1963 πλην της οριστικής αποζημίωσης και της προσωρινής, μέχρι την καταβολή της οποίας διατηρούνται ακέραια τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη, δεν έχει την έννοια ότι το Σύνταγμα παρεκκλίνει από την γενική αρχή που διέπει την έννομη τάξη, κατά την οποία οι έννομες συνέπειες των αποφάσεων επέρχεται καταρχήν από την τελεσιδικία αυτών, εφόσον με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται περισσότερο η ορθότητα της δικαστικής κρίσης. Έτσι η καταβολή της προσωρινώς καθορισθείσης αποζημίωσης μέσα σε δεκαοκτώ μήνες από τον καθορισμό της επιφέρει την συντέλεση της απαλλοτρίωσης μόνον αν αυτή τελεσιδικήσει. Αν αντιθέτως, όπως στη προκειμένη περίπτωση, καθορισθεί τελεσιδίκως η αποζημίωση σε μεγαλύτερο ποσό και δεν καταβληθεί η επί πλέον διαφορά μέσα σε δεκαοκτώ μήνες από τον καθορισμό αυτό, συντέλεση της απαλλοτρίωσης δεν επέρχεται, αλλά η απαλλοτρίωση αίρεται αυτοδικαίως και δη ανεξάρτητα από τη μετέπειτα τυχόν συμπεριφορά του καθ' ου η απαλλοτρίωση, η οποία δε μπορεί να μεταβάλλει το αποτέλεσμα αυτό. Η άποψη αυτή προκύπτει και από την παράγραφο 1 εδάφιο β του άρθρου 11 του νομοθετικού διατάγματος 797/1971 που δεν θα έχει έννοια σε περίπτωση που με μόνη την εμπρόθεσμη καταβολή της προσωρινώς καθορισθείσης αποζημίωσης επερχόταν η συντέλεση της απαλλοτρίωσης, ανεξαρτήτως της καταβολής της μεταγενεστέρως ορισθείσης οριστικής αποζημίωσης. Συνεπώς σύμφωνα με τη γνώμη αυτή στη προκείμενη περίπτωση έχει αρθεί αυτοδίκαια η απαλλοτρίωση, λόγω μη καταβολής της οριστικώς καθορισθείσης αποζημίωσης, εντός της δεκαοκτάμηνης προθεσμίας από το τελεσίδικο καθορισμό της και κατά συνέπεια η εκδοθείσα οικοδομική άδεια δεν είναι νόμιμη.

 

Θεωρήθηκε 19-04-1988

 

Ο Νομικός Σύμβουλος Διοίκησης

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.