Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 345/01

ΝΣΚ 345/2001


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους Ατομική Γνωμοδότηση 345/2001 (30-05-2001)

 

Αριθμός ερωτήματος: Αριθμός πρωτοκόλλου οίκοθεν 89387/401/18-05-2001 της Γενικής Γραμματείας Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος / Γενικής Διευθύνσεως Αναπτύξεως και Προστασίας Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος / Τμήμα Νομικών Υποθέσεων και Εμπραγμάτων Δικαιωμάτων του Υπουργείου Γεωργίας.

 

Περίληψη ερωτήματος: Περί της υποχρεώσεως ή μη σύστασης κοινοπραξίας ή εταιρείας από μελετητές οι οποίοι από κοινού δρώντες (ως ομάδα) εκπονούν μελέτη που τους ανατίθεται με σύμβαση από το Δήμο Αθηναίων.

 

Αν, λαμβανομένων υπ' όψη των παραδοχών της υπ' αριθμόν 400/1996 Γνωμοδοτήσεως της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, δύναται το Ελληνικό Δημόσιο να παραχωρήσει κατά κυριότητα ή κατά χρήση διακατεχόμενο δάσος ή δασική έκταση σε τρίτο (φυσικό ή νομικό πρόσωπο) προς εκπλήρωση των σκοπών, που προβλέπονται στις διατάξεις του Κεφαλαίου ΣΤ' του νόμου 998/1979 (άρθρα 45 - 61) σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 13, 17 και 18 του νόμου 1734/1987, με ή χωρίς τη συγκατάθεση του διακατόχου, και, ειδικότερα, σε περίπτωση μισθώσεως της εκτάσεως για συναφή με την παραχώρηση σκοπό ποια τα δικαιώματα σε ό,τι αφορά στο μίσθωμα.

 

Επί του ανωτέρω ερωτήματος εκτίθενται τα ακόλουθα:

 

Ι. Α. Στις διατάξεις του Κεφαλαίου ΣΤ' του νόμου 998/1979 Περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της χώρας (ΦΕΚ 289/Α/1979), ήτοι στα άρθρα 45 - 61 αυτού, σε συνδυασμό προς τις διατάξεις των άρθρων 13, 17 και 18 του νόμου 1734/1987 Βοσκότοποι και ρύθμιση ζητημάτων σχετικών ... και με άλλες παραχωρήσεις, καθώς και θεμάτων που αφορούν δασικές εκτάσεις (ΦΕΚ 189/Α/1987) προβλέπονται επιτρεπτές επεμβάσεις στα δάση και τις δασικές εκτάσεις καθώς και παραχώρηση αυτών προς συμπλήρωση συγκεκριμένων σκοπών, οπωσδήποτε κοινωφελών. Με τη ρητή διάταξη του άρθρου 13 του νόμου 1734/1987 παραχωρήσεις δημοσίων δασών απαγορεύονται, εξαιρουμένων ορισμένων, ρητώς κατονομαζομένων περιπτώσεων. Οι αναφορές πάντως στις διατάξεις του άρθρου 13 γίνεται σε δημόσιες δασικές εκτάσεις ή σε ορισμένα σημεία σε δημοτικές καν κοινοτικές, δεν απαντάται δε καμία αναφορά στις διατάξεις αυτές σε διακατεχόμενα δάση ή δασικές εκτάσεις.

 

Β. 1. Η ερμηνεία του όρου διακατεχόμενα δάση και δασικές εκτάσεις, ήτοι της έννοιας, του περιεχομένου και των πρακτικών συνεπειών του χαρακτηρισμού ως τοιούτων, απετέλεσε από μακρού χρόνου αντικείμενο έρευνας, η οποία κρίθηκε αναγκαία λόγω της ασάφειας των κειμένων περί αυτών διατάξεων, της χρησιμοποιήσεως των όρων υπό διττή και αμφίβολη σημασία και της συγχύσεως αυτών, ως και της ακολουθούμενης από τη Διοίκηση Πρακτικής. Και, ενώ ως Διακατεχόμενα δάση - δασικές εκτάσεις, σύμφωνα με τα επιτασσόμενα στις διατάξεις του διατάγματος (νόμου) της [Ν] 17-11-1836 Περί ιδιωτικών δασών, έπρεπε να χαρακτηρίζονται μόνο εκείνα, για τα οποία είχαν υποβληθεί από τους επικαλούμενους εαυτούς ως ιδιοκτήτες οι νόμιμοι τίτλοι ιδιοκτησίας τους στην επί των Οικονομικών Γραμματεία (Υπουργείο) και είχαν κριθεί διοικητικώς πλημμελείς ή ανεπαρκείς και τα επικαλούμενα υπό των ιδιωτών δικαιώματα είχαν παραπεμφθεί προς επίλυση ενώπιον των Δικαστηρίων, μέχρι δε της τελειωτικής δικαστικής αποφάσεως περί της ιδιοκτησίας η διακατοχή παρέμενε αναφαίρετη σ' αυτόν που βρισκόταν, εν τούτοις στη συνέχεια χαρακτηρίσθηκαν ως διακατεχόμενα, υπό την άνω έννοια, δάση για τα οποία είχε παρέλθει η προθεσμία υποβολής των τίτλων και ως εκ τούτου έπρεπε ex lege να θεωρούνται αδιαφιλονίκητα εθνικά (δημόσια) και να διαχειρίζονται και διατίθενται ως τοιαύτα. Περαιτέρω δε, χαρακτηρίσθηκαν επίσης ως διακατεχόμενα, και δάση, για τα οποία υπήρχε φιλονικία ως προς την κυριότητα, όχι μεταξύ δημοσίου και ιδιώτη, αλλά μεταξύ ιδιωτών, με αποτέλεσμα να έχει δημιουργηθεί εντονότατο πρόβλημα στη Διοίκηση, η οποία έχει κληθεί κατ' επανάληψη ν' αντιμετωπίσει ειδικά επί μέρους ζητήματα, δυσχερέστατα και δυσεπίλυτα.

 

2. Με την υπ' αριθμόν 400/1996 Γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους γίνεται ιστορική αναδρομή στην νοηματική και πραγματολογική εξέλιξη του όρου, τόσο μέσω των εκάστοτε νόμων που ίσχυσαν, όσο και κυρίως μέσω της πρακτικής, την οποία ακολούθησε η Διοίκηση, αλλά και της νομολογίας των Δικαστηρίων και των γνωμοδοτήσεων του Ολομέλειας, αναλύονται οι μέχρι τότε εξενεχθείσες απόψεις και, με βάση τις συγκλίνουσες παραδοχές, διατυπώνοντας ορισμένα βασικά συμπεράσματα. Βασικότερη αναδεικνύεται η άποψη ότι ο διακάτοχος του δάσους ή της δασικής εκτάσεως ασκεί εκμετάλλευση και κάρπωση αυτού ως νομέας, έστω και υπό τους υπό της Διοικήσεως επιβαλλόμενους σ' αυτόν περιορισμούς - αυτούς που υπαγορεύονται από τη βάσει των οικείων διατάξεων της δασικής νομοθεσίας θεσπιζόμενους κανόνες της δασικής εκμεταλλεύσεως και καρπώσεως, - ενώ η κυριότητα παραμένει στο Δημόσιο μέχρι της οριστικής επιλύσεως του ζητήματος. Κυρίαρχο χαρακτηριστικό στοιχείο δηλαδή, είναι η προσωρινότητα αυτής της καταστάσεως - έστω και αν εν τοις πράγμασι ανάγεται σε μακρό χρόνο - ήτοι η κατ' ανοχή κατά τινά τρόπο διατήρηση αυτής μέχρι της τελειωτικής επιλύσεως του ιδιοκτησιακού ζητήματος.

 

3. Με τη γνωμοδότηση μάλιστα αυτή και με εμπεριστατωμένες αιτιολογίες, υποδεικνύεται στη Διοίκηση ότι ενδείκνυται η επίσπευση επιλύσεως του όλου ζητήματος και εκκαθαρίσεως μιας καταστάσεως νοσηρής - η οποία διαιωνίζεται και δημιουργεί διαρκώς προβλήματα - είτε διοικητικώς, είτε δικαστικώς, είτε νομοθετικά.

 

- Παρά ταύτα, και μολονότι η Γνωμοδότηση αυτή έχει γίνει αποδεκτή από τον Υπουργό Γεωργίας, ουδόλως προωθήθηκαν μέχρι στιγμής οι υποδεικνυόμενες λύσεις. Σήμερα μάλιστα, μετά την τροποποίηση του άρθρου 24 του Συντάγματος με την πρόσφατη αναθεώρηση, και την ένεκα αυτού ανάγκη τροποποιήσεως, βελτιώσεως, συμπληρώσεως της περί τα δάση νομοθεσίας, φρονώ ότι επιβάλλεται και η ριζική αντιμετώπιση του όλου προβλήματος των διακατεχόμενων δασών.

 

II. Επί του ειδικότερου ζητήματος, το οποίο τίθεται με το ερευνόμενο ερώτημα, η, κατά τη γνώμη μου, απάντηση είναι αρνητική. Ήτοι,ότι δεν μπορεί να παραχωρηθεί από το Δημόσιο διακατεχόμενο δάσος ή διακατεχόμενη δασική έκταση για την εκπλήρωση των διαγραφομένων στα άρθρα 45 - 61 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 86/1969 και του άρθρου 13 του νόμου 1734/1987 σκοπών. Η άποψη αυτή έρχεται ως λογική ακολουθία προς τις, κατά τα άνω, παραδοχές, που συγκροτούν την έννοια της Διακατοχής, και ιδίως την εκκρεμότητα ως προς την ιδιοκτησιακή κατάσταση των διακατεχόμενων δασών - δασικών εκτάσεων. Δεν είναι τουτέστιν νοητή η παραχώρηση από το Δημόσιο σε τρίτον εκτάσεως, την οποία διακατέχει με όλες τις πρακτικές συνέπειες του εύρους της έννοιας διακατοχή ιδιώτης, ούτε κατά κυριότητα - αφού γίνεται μεν δεκτό ότι αυτή ανήκει στο Δημόσιο, στην πραγματικότητα όμως το Δημόσιο εμφανίζεται οιονεί ψιλός κύριος, δεδομένου ότι δεν ασκεί διαχείριση και εκμετάλλευση αυτής, και την εκμετάλλευση και κάρπωση διατηρεί ο διακάτοχος, μεταβίβαση δε μόνο οιονεί ψιλής κυριότητας, χωρίς δυνατότητα παραχωρήσεως της χρήσεως και της εκμεταλλεύσεως ουδόλως μπορεί να εξυπηρετήσει τους σκοπούς του νόμου - ούτε κατά χρήση - αφού σε τέτοια χρήση (κάρπωση - εκμετάλλευση) δικαιούται ο ιδιώτης διακάτοχος και δεν μπορεί να του αφαιρεθεί παρά τη θέλησή του. Περίπτωση μάλιστα συγκαταθέσεως του διακατόχου, η οποία θεωρητικώς θα καθιστούσε δυνατή και χωρίς ή τουλάχιστον, με περιορισμένα, προβλήματα την παραχώρηση, φρονώ ότι δεν είναι πρακτικώς νοητή, διότι αυτή ισοδυναμεί με αναγνώριση εκ μέρους του διακατόχου του δικαιώματος κυριότητας του Δημοσίου επί της εκτάσεως και συνάμα με απεμπόληση των επί της εκτάσεως ασκουμένων από αυτόν δικαιωμάτων διακατοχής, (χρήσεως - εκμεταλλεύσεως - καρπώσεως αυτής).

 

- Μόνο, λοιπόν, η εκκαθάριση της καταστάσεως από πλευράς ιδιοκτησίας, διοικητικώς ή δικαστικώς, η οποία τυχόν θα οδηγήσει σε αναγνώριση του Δημοσίου ως κυρίου της εκτάσεως, αφήνει ελεύθερο το πεδίο της περαιτέρω διαθέσεως αυτής από το Δημόσιο δια παραχωρήσεως προς τρίτο για την πλήρωση νομίμου σκοπού, εάν και εφ' όσον, βεβαίως, συντρέχουν οι προς τούτο προϋποθέσεις.

 

- Με τα δεδομένα αυτά δεν είναι δυνατή και η μίσθωση διακατεχόμενου δάσους - δασικής εκτάσεως από το Δημόσιο, ως εκμισθωτή, σε τρίτο, αφού τούτο δεν νέμεται και δεν κατέχει το ακίνητο, δεν βρίσκεται δηλαδή στη χρήση και εκμετάλλευση αυτού, ώστε να δύναται να παραχωρήσει αυτή δια συμβάσεως μισθώσεως σε άλλον, σύμφωνα με τις, μεταξύ άλλων, έχουσες εφαρμογή και εν προκειμένω θεμελιώδεις διατάξεις των άρθρων 574 και επόμενα του Αστικού Κώδικα. Επισημαίνεται ότι αυτή η κατάσταση της διακατοχής υπό την προαναπτυχθείσα έννοια και τις συνέπειες της, θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να υποστηριχθεί ότι συνιστά νομικό ελάττωμα του μισθίου, επαγόμενο τα αναφερόμενα στο άρθρο 583 του Αστικού Κώδικα αποτελέσματα.

 

Ζήτημα, ως εκ τούτου, αναφερόμενο στο μίσθωμα, ασφαλώς δεν τίθεται.

 

III. Κατ' ακολουθία προς τα προαναλυθέντα η, κατά τη γνώμη μου, αρμόζουσα απάντηση στο υποβληθέν ερώτημα είναι αποφατική.

 

Ο Γνωμοδοτών

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.