Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 487/92

ΝΣΚ 487/1992


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 487/1992 (11-06-1992)

 

Ερώτημα: Υπ' αριθμόν 1107242/7573/B0010/1991 Γενική Διεύθυνση Φ και Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών.

 

Ερωτάται: εάν θα πρέπει:

 

α) να καταργηθεί το βασιλικό διάταγμα [ΒΔ] 395/1971 με το οποίο κηρύχθηκε ως τουριστικό Δημόσιο Κτήμα τμήμα αιγιαλού στην περιοχή Γλυφάδας Αττικής,

 

β) να ανακληθούν οι αποφάσεις:

 

1. 510047/1971 των Υπουργών Συντονισμού και Οικονομικών με την οποία ανετέθη προς τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού η διοίκησις και διαχείρισις του ως άνω τουριστικού δημόσιου κτήματος,

 

2. 520502/215/1989 των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών και Τουρισμού με την οποίαν παραχωρείται προς τον Δήμο Γλυφάδας κατά χρήση ο αυτός ως άνω αιγιαλός (τουριστικό δημόσιο κτήμα) και

 

3. η 13/1989 του διοικητικού συμβουλίου της κτηματικής εταιρείας Δημοσίου με την οποία παραχωρήθηκε προς τον Δήμο Γλυφάδας τμήμα εμβαδού 9.5 στρεμμάτων εκ του υπ' αριθμόν ΒΚ 2303 δημοσίου κτήματος Γλυφάδας,

 

δια τους εις το ερώτημα και εδώ κατωτέρω αναφερομένους λόγους.

 

Επί του ως άνω, ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους γνωμοδότησε ως ακολούθως:

 

Ι. Δια του ερωτήματος δίδεται το εξής πραγματικό:

 

{Η υπόθεση των παραλιακών κτημάτων στη Γλυφάδα αρχίζει, από τη συναφθείσα μεταξύ του Δήμου Γλυφάδας και Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού σύμβασης με αριθμό 9118/1965. Με τη σύμβαση αυτή ο Δήμος παραχωρούσε στον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού για 30 χρόνια την εκμετάλλευση ιδιόκτητης δασικής έκτασης του 502 στρεμμάτων, ο δε Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού επιχορηγούσε το Δήμο με το ποσό των 3.000.000 δραχμών για την εκτέλεση έργων διαμόρφωσης και τουριστικής αξιοποίησης της ακτής Γλυφάδας.

 

Επίσης, με το Γ. 3492/5094/1965 έγγραφο του Υπουργείου Οικονομικών εγκρίθηκε αίτηση του Δήμου Γλυφάδας, για εξωραϊσμό του παραλιακού χώρου σε εκτέλεση όρου της συμβάσεως μεταξύ του Δήμου και του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού χωρίς να αλλοιωθεί η Φυσική κατάσταση του αιγιαλού.

 

Στη συνέχεια με το Α.17405/3747/1966 έγγραφο του Υπουργείου Οικονομικών εγκρίθηκε:

 

α) η εκμίσθωση επί μία δεκαετία εξάμετρης λωρίδας από κέντρο Αντωνοπούλου μέχρι λιμενίσκου Ναυτικού Ομίλου Γλυφάδας και

β) η κατασκευή αναψυκτηρίου και

γ) η υπεκμίσθωση των εν λόγω χώρων (λωρίδας αναψυκτηρίου).

 

Ο Δήμος Γλυφάδας στον παραλιακό χώρο, που με την πιο πάνω σύμβαση του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού υποτίθεται ότι απέκτησε γιατί ο χώρος αυτός δεν είχε κηρυχθεί τουριστικό δημόσιο κτήμα, προέβη σε επιχωμάτωση τμήματος θαλάσσης χωρίς να εκδοθεί το προβλεπόμενο από το άρθρο 9 του αναγκαστικού νόμου 2344/1940 Προεδρικό Διάταγμα κατασκεύασε και ασφαλτόστρωσε παραλιακή λεωφόρο, πρατήριο βενζίνης, τουριστικά κέντρα, κτίρια για καταστήματα, κατασκευή χώρου mini golf και διαμόρφωσε 4 λιμενίσκους, χωρίς προφανώς τη διαδικασία που προβλέπει ο αναγκαστικός νόμος 2344/1940, από τους οποίους σήμερα εισπράττει τέλη ελλιμενισμού σκαφών.

 

Μέχρι το έτος 1970 ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού επιχορηγούσε το Δήμο Γλυφάδας με το ποσό των 16.500.000 δραχμών ενώ η συνολική δαπάνη εκτέλεσης, των έργων από το έτος 1965 μέχρι 31-12-80 ανήλθε στο ποσόν των 59.634.000 δραχμών. Όλες οι παραπάνω κατασκευές έγιναν χωρίς οικοδομικές άδειες.

 

Επίσης το Υπουργείο Οικονομικών με το Α.19314/1966 έγγραφο του είχε απευθυνθεί στο Δήμο και στον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού για τη σύνταξη τοπογραφικού διαγράμματος, προκειμένου μετά τις προσχώσεις και τα έργα που έγιναν να καθορισθεί, ο νέος αιγιαλός και η παραλία. Οι Υπηρεσίες αυτές δεν έκαναν τίποτε με αποτέλεσμα ο καθορισμός αυτός να γίνει μετά από 22 σχεδόν ολόκληρα χρόνια δηλαδή το έτος 1988.

 

Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης του μη καθορισμού του αιγιαλού ήταν μέχρι το έτος 1988 να υπάρχει στην παραλιακή αυτή περιοχή χαώδης κατάσταση από πλευράς ιδιοκτησιακού καθεστώτος, χωρίς να είναι σε θέση να ξέρει κανείς ποιος είναι ο κοινόχρηστος χώρος και ποιος ο χερσαίος, που ανήκουν στο Δημόσιο.

 

Παρ' όλη αυτή τη σύγχυση έρχεται ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού το έτος 1971 και με το βασιλικό διάταγμα [ΒΔ] 395/1971, χωρίς να γίνει μετά τις προσχώσεις ο καθορισμός νέου αιγιαλού επιτυγχάνει να κηρυχθεί τουριστικό δημόσιο κτήμα το τμήμα του αιγιαλού (ΑΕ), όπως αυτός καθορίσθηκε το 1923.

 

Με την δε 510047/1971 κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Συντονισμού - Οικονομικών, ανατίθεται στον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού η διοίκηση και διαχείριση του εν λόγω τμήματος του αιγιαλού, το οποίο στην ουσία δεν υπήρχε, γιατί έγιναν προσχώσεις και το τμήμα αυτό του αιγιαλού έγινε χερσαίος χώρος και μάλιστα ο σημερινός ασφαλτοστρωμένος δρόμος στην παραλία της Γλυφάδας. Για το λόγο αυτό ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού με το 504305/1991 έγγραφό του ζήτησε από την Υπηρεσία Δημοσίων Κτημάτων να προσδιορισθεί το τουριστικό δημόσιο κτήμα, που ανακηρύχθηκε με το ως άνω βασιλικό διάταγμα [ΒΔ] 395/1971.

 

Από την έρευνα, που έγινε από τον επιθεωρητή Δημοσίων Κτημάτων Ν. Παπαγεωργάκη και τον τοπογράφο μηχανικό Ε. Κόκκα, προκύπτουν τα εξής:

 

Ι) Από το διάγραμμα, που συνέταξε ο μηχανικός Ε. Κόκκας προσδιορίζονται:

 

α) Με στοιχεία Α-Γ-Δ-Β-Ζ-Η-Θ-Ι-Κ-Α το εμβαδόν του τουριστικού δημόσιου κτήματος, που κηρύχθηκε με το και ανέρχεται σε 71 στρέμματα. Σήμερα ο χώρος αυτός, που προαναφέραμε δεν είναι αιγιαλός, αλλά ασφαλτοστρωμένος δρόμος γιατί μετά τις προσχώσεις δημιουργήθηκε νέος αιγιαλός και επομένως το βασιλικό διάταγμα [ΒΔ] 395/1971 που εκδόθηκε τότε, αναφερόταν σε ανύπαρκτο αιγιαλό γιατί εν τω μεταξύ είχαν γίνει τόσο οι προσχώσεις στη θάλασσα, όσο και ο παραλιακός δρόμος της Γλυφάδας.

 

β) Επίσης, στο διάγραμμα αυτό, προσδιορίζεται ο παλαιός αιγιαλός, που ήδη έχει καταγραφεί, ως, δημόσιο κτήμα (ΒΚ 2303) και το εμβαδόν αυτού είναι 247 στρέμματα.

 

γ) Στο δημόσιο αυτό κτήμα των 247 στρεμμάτων λειτουργούν σήμερα διάφορες τουριστικές επιχειρήσεις με τις επωνυμίες:

 

(1) ΚΑΜΕΚΟ II,

(2) ΚΑΜΕΚΟ Ι,

(3) τα Δελφίνια,

(4) ΡΕΧ,

(5) mini golf

(6) SIPOCOS,

(7) Διαμάντι (έχει καεί ολοσχερώς),

(8) Καράβι,

(9) Τουριστικό,

(10) Άνω Γλυφάδας,

(11) Χρυσή Ακτή,

(12) Μαριδάκι,

(13) Διάφορα παλαιά τουριστικά περίπτερα.

 

δ) Σε εμβαδόν 4.600 m2 του δημοσίου κτήματος έχει εγκατασταθεί και λειτουργεί Luna Park.

 

ε) Στο διάγραμμα αυτό φαίνεται και το τμήμα του Δημοσίου κτήματος, που παραχώρησε η Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου στο Δήμο Γλυφάδας εμβαδού 9.000 m2.

 

ζ) Ορισμένες κατασκευές, που έχουν γίνει από την επιχείρηση με την επωνυμία Καράβι, πέφτουν μέσα στον αιγιαλό και στην παραλία, όπως αυτό καθορίσθηκε το έτος 1988.

 

Ειδικά από έρευνα, που έγινε το έτος 1984 από τον Επιθεωρητή Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ύστερα από καταγγελίες σε Βάρος του τέως δημάρχου Γλυφάδας Σ. Λαζαρίδη, από το Δήμο Γλυφάδας για παραλείψεις στις μισθώσεις αναψυκτηρίων - περιπτέρων της παραλίας Γλυφάδας, μεταξύ, των άλλων προκύπτουν και τα εξής:

 

α) Οι πιο πάνω επιχειρήσεις στα μισθωτήρια, που υπέγραψαν με το Δήμο Γλυφάδας δήλωναν εμβαδόν χώρου πολύ μικρότερο απ' αυτόν, που χρησιμοποιούσαν, π.χ., n επιχείρηση Μαριδάκι δήλωνε 9 m2 ενώ χρησιμοποιούσε χώρο 217 m2 κ.ο.κ.

 

Επίσης τα μισθώματα, που κατέβαλαν μέχρι το έτος 1981 ήταν, το ανώτερο 22.000 και το κατώτερο 9.450, είναι φανερό ότι από αυτές τις δύο περιπτώσεις διαπιστώνεται το μέγεθος της απώλειας τεραστίων χρηματικών ποσών σε βάρος της περιουσίας τοπ Δημοσίου, που όπως προκύπτει ο Δήμος Γλυφάδας, χωρίς κανένα έλεγχο τόσα χρόνια εκμεταλλευόταν και εκμεταλλεύεται αυτούς τους χρυσοφόρους χώρους του Δημοσίου.

 

Ύστερα από την απαράδεκτη αυτή κατάσταση και μέσα στη συγκεχυμένη αυτή ατμόσφαιρα έρχεται ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού και εκδίδει την 520502/215/1989 κοινή υπουργική απόφαση (των Υπουργών Εσωτερικών, Τουρισμού και Οικονομικών), με την οποία παραχωρεί στο Δήμο Γλυφάδας, το ανύπαρκτο τουριστικό δημόσιο κτήμα, που είχε χαρακτηρισθεί με το βασιλικό διάταγμα [ΒΔ] 395/1971, γιατί στην ουσία το τμήμα αυτό του αιγιαλού, που αποτελούσε τουριστικό δημόσιο κτήμα, ούτε το 1971 ήταν αιγιαλός επειδή είχαν γίνει προσχώσεις, αλλά ούτε και το έτος 1989 με τον καθορισμό του νέου αιγιαλού, ήταν αιγιαλός, αλλά ασφαλτοστρωμένος δρόμος από το έτος 1970 σχεδόν. Με την ως άνω κοινή Υπουργική απόφαση, η οποία είναι για 20 χρόνια, ο Δήμος Γλυφάδας θα προβεί με δαπάνες του σε εργασίες καλλίτερης αξιοποίησης της έκτασης στα πλαίσια μελέτης έτους 1983 για την εξυπηρέτηση και ψυχαγωγία των κατοίκων και των επισκεπτών της περιοχής, πλην, όμως, οι πράξεις της Διοικήσεως ήταν άνευ αντικειμένου και συνεπώς ανυπόστατες. Όταν δε ερωτήθηκε ο Δήμος Γλυφάδας από τον Επιθεωρητή Ν. Παπαγεωργάκη τι έκανε μέχρι σήμερα και τι πρόκειται να κάνει για την αξιοποίηση της παραλιακής έκτασης απάντησε, ως εξής:

 

Υπάρχει μελέτη του Δήμου έτους 1983. Η μελέτη αυτή όμως δεν υποβλήθηκε μέχρι σήμερα στον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού για έγκριση και επομένως για μας είναι σαν να μην υπάρχει μελέτη. Επίσης ισχυρίζεται ο Δήμος, ότι πρόκειται να κάνει εκθεσιακό κέντρο στην έκταση των εννέα 9 στρεμμάτων, που παραχώρησε σ' αυτόν ή Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου και ότι θα ενισχυθεί από τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα. Στοιχεία δεν προσκόμισε στον έλεγχο ούτε για το ένα, ούτε για το άλλο. Αλλά και αν υποτεθεί ότι υπήρχαν στοιχεία για την αξιοποίηση των 9 στρεμμάτων θα χρειαζόταν με μέτριους υπολογισμούς γύρω στα τρία δισεκατομμύρια δραχμές, επομένως για την αξιοποίηση όλης της παραλιακής έκτασης (247 στρέμματα) θα χρειάζονται δεκάδες δισεκατομμύρια.

 

Ο Δήμος δεν παρουσίασε κάποια μελέτη, ούτε είναι σε θέση να αξιοποιήσει με τα δεδομένα αυτά την παραλιακή έκταση της Γλυφάδας, αλλά ούτε και τα 9 στρέμματα, που παραχώρησε σ' αυτόν η Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου.

 

II. α) Δια του άρθρου 2 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 827/1948 περί συμπληρώσεως του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 180/1946 περί κυρώσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του από [Ν] 06-05-1946 νομοθετικού διατάγματος, περί τουριστικών τόπων, οργανώσεως και διοικήσεως αυτών (άρθρο 12Α του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 180/1946) ορίσθηκαν τα ακόλουθα:

 

{1. Δια Βασιλικών Διαταγμάτων εκδιδομένων με πρόταση του Προέδρου της Κυβερνήσεως και του Υπουργού Οικονομικών, μετά σύμφωνον γνώμη της εκτελεστικής Επιτροπής του ανωτάτου Συμβουλίου Τουρισμού δύναται να χαρακτηρίζεται ως τουριστικό Δημόσιο κτήμα ακίνητο ανήκον εις το Δημόσιο (κτίσματα, τμήματα αιγιαλών, ακαλύπτων χώρων κ.λ.π.) χρήσιμο δια την ανάπτυξη του τουρισμού.

 

2) Επί κτημάτων χαρακτηριζομένων ων ανωτέρω, δύναται η Διοίκησις και διαχείριση αυτών να ανατίθεται εις την Γενική Γραμματεία Τουρισμού δια κοινής αποφάσεως του Προέδρου της Κυβερνήσεως και του Υπουργού Οικονομικών δημοσιευομένης, στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

 

3) Η Γενική Γραμματεία ασκεί την διαχείριση δια παραχωρήσεων προς, τρίτους δυναμένη και να μεταβιβάζει τις συναφείς αρμοδιότητας ή την εποπτεία αυτών εν όλω ή εν μέρει εις τα τοπικά όργανα αυτής (τουριστικά Γραφεία της Γενικής Γραμματείας Τουρισμού ή τις τοπικές οργανώσεις ή επιτροπές).

 

4) Δια Βασιλικών Διαταγμάτων εκδιδομένων με πρόταση του Προέδρου της Κυβερνήσεως και του Υπουργού Οικονομικών θα καθοριστούν τα της διοικήσεως, διαχείρισης και εκμεταλλεύσεως των εις την αρμοδιότητα της Γενικής Γραμματείας τουρισμού περιεχομένων ως άνω δημοσίων Τουριστικών κτημάτων...

 

5) Μέχρι της εκδόσεως των διαταγμάτων τούτων, εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν οι διατάξεις περί διαχείρισης των δημοσίων κτημάτων κειμένης νομοθεσίας.}

 

Ειρήσθω ότι κατ' άρθρο 36 παράγραφος 2)β του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 1/1968 περί Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργείων ... η, ως άνω αρμοδιότητα του Προέδρου της Κυβερνήσεως ανήκε εφεξής στον Υπουργό Συντονισμού. Από δε του νόμου [Ν] 1624/1951 άρθρο 21, εις την θέσιν της Γενικής Γραμματείας Τουρισμού υπεισήλθε ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού αυτοδικαίως.

 

Εκ των ως άνω διατάξεων συνάγεται ότι δια τον χαρακτηρισμό τμήματος αιγιαλού ως τουριστικό δημόσιο κτήμα και δια την ανάθεση της διοικήσεως, και διαχειρίσεως του εις τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού προϋποτίθεται ότι πρόκειται περί αιγιαλού ήτοι περιστοιχούσης την θάλασσα χερσαίας ζώνης βρεχόμενης από τις μέγιστες πλην συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων η οποία ως κοινόχρηστος ανήκει εις το Δημόσιο (άρθρο 1 του αναγκαστικού νόμου 2344/1940).

 

Κατά τις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 3 του αναγκαστικού νόμου 2344/1940 η ιδιότης ακινήτου ως αιγιαλού προκύπτει από τα ως άνω φυσικά φαινόμενα και επομένως, εάν δεν έχει γίνει διοικητικός καθορισμός των ορίων του αιγιαλού υπό της επιτροπής του άρθρου 10 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1540/1938, λαμβανομένου υπ' όψιν του, ως άνω, σκοπού χαρακτηρισμού του ως τουριστικό δημόσιο κτήμα, η Διοίκησις οφείλει, προκειμένης εκδόσεως τοιούτου, ως άνω, Διατάγματος και αποφάσεως παραχωρήσεως του προς τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού, να προβεί εις παρεμπίπτουσα και αιτιολογημένη κρίσιν δια την συνδρομή των καθοριζόντων τα όρια του αιγιαλού φυσικών φαινομένων. Μεταγενέστερα δε οριοθέτηση του αιγιαλού δεν καθιστά νόμιμες τις ως άνω πράξεις αυτής (παράβαλε ΣτΕ 156/1984). Τοιαύτη υποχρέωσις της Διοικήσεως δεν υφίσταται όταν οι πράξεις αυτής αναφέρονται εις τμήμα νομίμως οριοθετηθέντος και εξακολουθούντος να υφίσταται, ως οριοθετήθηκε, κατά τον χρόνον της εκδόσεως των πράξεων αυτών, αιγιαλού.

 

β) Κατά τις διατάξεις του άρθρου 9 του αναγκαστικού νόμου 2344/1940:

 

{Δια βασιλικού διατάγματος, ειδικώς δι' εκάστη περίπτωσιν εκδιδομένου με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, μετά σύμφωνη γνώμη του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού και του κατ' άρθρου 26 Συμβουλίου (ήδη της υπό του νομοθετικού διατάγματος 1/1956 επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων της αντιστοίχου Νομαρχίας), δύναται να επιτραπεί εις το Δημόσιο η δημιουργία δια προσχώσεως επί της θαλάσσης νέου αιγιαλού ή παραλίας, οπότε ο παλαιός αιγιαλός ή παραλία καθ' όσον μεν μέρος δεν προήλθε εκ συνεισφοράς ιδιωτών η εκ δωρεάν παραχωρήσεως υπό Δήμων Κοινοτήτων και άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου δύνανται να εκποιούνται ως και τα λοιπά κτήματα του Δημοσίου... Δια του αυτού Βασιλικού Διατάγματος ορίζονται λεπτομερώς: ο τρόπος κατασκευής του νέου αιγιαλού ή παραλίας, η τυχόν ανάληψις της υποχρεώσεως ταύτης παρά νομικών προσώπων ή ιδιωτών επί εκχωρήσει εις τούτους ορισμένων γηπέδων και ο τρόπος εκποιήσεως των γηπέδων η της κατασκευής των έργων προσχώσεως, επιτρεπομένης εις πάσας τις ανωτέρω περιπτώσεις και της παρεκκλίσεως από των κείμενων διατάξεων}

 

Ούτω πάσα πρόσχωσις μετατοπίζουσα τον αιγιαλό προς την θάλασσα δέον να ακολουθεί της εκδόσεως, ειδικού δι' αυτήν διατάγματος, καθορίζοντος και τις λεπτομέρειας αυτής. Δεν είναι, επομένως δυνατή η εκ των υστέρων τήρησις τοιαύτης διαδικασίας (ΝΣΚ 415/1975, ΝΣΚ 314/1976).

 

Εξ άλλου, ο νέος, συνεπεία των προσχώσεων, αιγιαλός ως κοινόχρηστο πράγμα ανήκει εις το Δημόσιο, εις το οποίο, επίσης, ανήκει, ως ιδιωτική κτήσις, η εκ της μετατοπίσεως του αιγιαλού προς την θάλασσα, αποκαθιερωθείσα ως κοινόχρηστος έκτασις (παλαιός αιγιαλός), διαχειριζόμενη υπ' αυτού κατά τις οικείες διατάξεις περί διοικήσεως και διαχειρίσεως δημοσίων κτημάτων (ΠΔ/11-11-29). Τόσον δε ο νέος αιγιαλός όσον και ο παλαιός, ο προσδιορίζων και το εις την ιδιωτική περιουσίαν του Δημοσίου μεθιστάμενο δημόσιο κτήμα, καθορίζεται κατά την τυπική διαδικασία των άρθρων 2, 3 παράγραφος 1 του αναγκαστικού νόμου 2344/1940 ήτοι δι' αποφάσεως Νομάρχου επικυρούσης την έκθεση της οικείας επιτροπής, μετά από σύμφωνο γνώμη του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού (ΣτΕ 1752/1988), δημοσιευομένης δια της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως.

 

Η διαδικασία αυτή είναι ακολουθητέα και, δια τις περιπτώσεις προσχώσεως υπό φυσικών ή νομικών προσώπων άνευ της υπό του άρθρου 9 του αναγκαστικού νόμου 2344/1940 προβλεπομένης αδείας, ότε δέον να κινείται η διαδικασία, καθορισμού του νέου αιγιαλού και να καταλαμβάνεται υπό της αρμοδίας υπηρεσίας η αποβάλλουσα τον κοινόχρηστο χαραχτήρα της λωρίδα του παλαιού αιγιαλού, ως δημόσιο κτήμα (ΝΣΚ 415/1975, ΝΣΚ 314/1976). Δέον δε να προηγείται της κηρύξεως τμήματος εκ μη νομίμου προσχώσεως προελθόντος αιγιαλού ως τουριστικού Δημοσίου Κτήματος και της παραχωρήσεως της Διοικήσεως και διαχειρίσεώς του προς τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού δυνάμει των ανωτέρω διατάξεων του άρθρου 2 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 827/1948, δεδομένου ότι ο νόμος ομιλών περί αιγιαλού λαμβανομένου υπ' όψιν και του σκοπού του, προδήλως, αναφέρεται εις νομίμως προσδιορισθέντα και υφιστάμενο κατά την έκδοση του διατάγματος αιγιαλό. Άλλως θα πρέπει, να προκύπτει εκ της σχετικής πράξεως n αιτιολογημένη κρίσις της Διοικήσεως περί του ότι εις το κηρυσσόμενο ως τουριστικό δημόσιο κτήμα τμήμα του αιγιαλού συντρέχουν τα ανωτέρω φυσικά φαινόμενα που χαρακτηρίζουν τούτο ως αιγιαλό, δεδομένου ότι εν μη συνδρομή αυτών οι σχετικές πράξεις διοικήσεως είναι πεπλανημένες και εκ του λόγου τούτου ανακλητέες, το δε διάταγμα καταργητέο.

 

Ετέρωθεν. Προς τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού δύνανται να μεταβιβασθούν υπό του Δημοσίου ακίνητα του οιαδήποτε, πλην αιγιαλών, δια τους οποίους υφίσταται η προδιαληφθείσα αυστηρά νομοθετική ρύθμισις, κατά χρήσιν μόνον ή και κατά κυριότητα, πάντοτε μετά τυπική διαδικασίαν ήτοι ειδική άδεια της αρμοδίας αρχής εφ' όσον πρόκειται περί απλής χρήσεως ακινήτου ή έκδοση ειδικού Διατάγματος προκειμένης παραχωρήσεώς του κατά κυριότητα (άρθρα 2 παράγραφος 2)γ και 9 παράγραφοι 1 και 3 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 4109/1960). Εντεύθεν δ' έπεται ότι άνευ της τηρήσεως της διαδικασίας αυτής, ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού, άνευ δικαιώματος επιλαμβάνεται οιουδήποτε ακινήτου του Δημοσίου δι' ό και όλες οι περί την διαχείρισιν και εκμετάλλευση αυτού πράξεις του είναι μη νόμιμες. Τρίτα δε, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, δεν δύνανται να αποκτήσουν υπ' αυτού (Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού) δικαιώματα οιαδήποτε επί του ακινήτου, ως έλκοντα τα δικαιώματά των παρά μη δικαιούχου προς διάθεση δικαιωμάτων και αντιμετωπίζονται βάσει των διατάξεων του άρθρου 115 του από [ΠΔ] 11-11-1929 προεδρικού διατάγματος περί διοικήσεως δημοσίων κτημάτων, των άρθρων 22, 23 του νόμου [Ν] 1539/1938 και άρθρου 2 του αναγκαστικού νόμου 263/1968 ως χρησιμοποιούντα και καρπούμενα συτογνωμόνως ακίνητα του Δημοσίου ήτοι δι' εκδόσεως κατ' αυτών πρωτοκόλλων καθορισμού αποζημιώσεως, πρωτοκόλλων Διοικητικής αποβολής δι' αιτήσεως προσωρινής ρυθμίσεως της διακατοχής του ακινήτου και δια της κατ' αυτών ασκήσεως ποινικής διώξεως. Εις το πλαίσιο της προστασίας της τοιαύτης, ως άνω, ακινήτου περιουσίας του Δημοσίου, εντάσσεται και η έκδοσις πρωτοκόλλων κατεδαφίσεως των αυθαιρέτως ανεγερθέντων κτισμάτων και δη δια τα επί του αιγιαλού και παραλίας ανεγερθέντα, υπό του αρμοδίου οικονομικού εφόρου, δια δε τα πέραν αυτών υπό της αρμοδίας πολεοδομίας (άρθρα 1, 2, 5, 6, 7, 24 παράγραφος 3 του αναγκαστικού νόμου 2344/1940, νομοθετικό διάταγμα 393/1974, άρθρο 23 παράγραφος 5 του νόμου 1337/1983, ΣτΕ 4457/1984). Διάφορον είναι το ζήτημα των παρανόμως έναντι του Δημοσίου, συναφθεισών μεταξύ τρίτων μισθώσεων, επί των ακινήτων αυτών (κατωτέρω ΙΙ)δ, ΙΙΙ)ε).

 

γ) Εκ των, ως άνω διατάξεων του άρθρου 2 παράγραφοι 4, 5 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 827/1948 προκύπτει ότι μέχρι της εκδόσεως των υπ' αυτών προβλεπομένων διαταγμάτων, δια των οποίων θα καθορίζονται τα της διοικήσεως, διαχειρίσεως και εκμεταλλεύσεως των εις την αρμοδιότητα του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού περιερχόμενων τουριστικών Δημοσίων Κτημάτων, εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν οι διατάξεις περί διαχειρίσεως των δημοσίων κτημάτων της κειμένης νομοθεσίας. Προκειμένου δε περί αιγιαλού κειμένου εκτός της περιοχής Λιμενικού ταμείου (από [ΒΔ] 14-01-1939 βασιλικό διάταγμα περί λιμενικών Ταμείων ΝΣΚ 1490/1967, ΝΣΚ 323/1969) εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του ΠΔ/11-11-29. Ειδικότερα εκ του συνδυασμού των διατάξεων του άρθρου 60 παράγραφος 1 αυτού ορίζοντος ότι:

 

{η εκμετάλλευσις των αιγιαλών διενεργείται υπό της ΔΔΚ δια μονοετούς ή πολυετούς, κατά τις διατάξεις του προηγουμένου κεφαλαίου, παραχωρήσεως χρήσεως αυτών προς ίδρυση κέντρων αναψυχής, εγκατάσταση λουτρών, ίδρυση εργοστασίων κ.λ.π. εφόσον δεν παραβιάζεται εντεύθεν ο προορισμός αυτών ως κοινοχρήστων}

 

του άρθρου 30 παράγραφος 3 του αυτού Διατάγματος ορίζοντος ότι:

 

{οι εκμισθώσεις προς Δήμους, κοινότητας και εν γένει νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και κοινής ωφελείας ως του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού κ.λ.π. δύνανται να γίνονται άνευ δημοπρασίας μετ' απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής}

 

και του άρθρου 13 αναγκαστικού νόμου [Ν] 1540/1938 ορίζοντος την διαδικασίαν παραχωρήσεως χρήσεως αιγιαλού επ' ανταλλάγματι, σαφώς προκύπτει ότι δια την προς Δήμο παραχώρηση του δικαιώματος εκμεταλλεύσεως αιγιαλού δι' απευθείας μισθώσεως παρά της ΔΔΚ απαιτείται προηγουμένη απόφασις της Διοικούσης επιτροπής η οποία δια του άρθρου 2 παράγραφος 8 του από [Ν] 27-06-1935 νομοθετικού διατάγματος μετονομάσθηκε εις Επιτροπή Δημοσίων Κτημάτων (βλέπε άρθρο 72 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 636/1977), ότι μόνο αρμόδιο δια την παραχώρηση δικαιώματος προς εκτέλεση επί παρακτίων χωρών εξωραϊστικών ή άλλων κοινής, χρήσεως έργων, μη υποκειμένων εις εκμετάλλευση, είναι το Υπουργείο Οικονομικών (άρθρο 13 παράγραφοι 2, 3 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1540/1938), ενώ δια τα υποκείμενα εις εκμετάλλευση τηρούνται οι διατάξεις περί εκμισθώσεως δημοσίων κτημάτων (άρθρο 13 παράγραφοι 5, 6 του αναγκαστικού νόμου [Ν] 1540/1938). Εις την τοιαύτη παραχώρηση χρήσεως και εκμεταλλεύσεως, δεν εμπεριέχεται η εκτέλεσις έργων προσχώσεων επί της θαλάσσης, ανεγέρσεως οικοδομών και μεταβολής του αιγιαλού ως κοινοχρήστου πράγματος (ΣτΕ 394/1963, ΣΤΕ 2006/1981, ΣΤΕ 2431/1982).

 

Περαιτέρω δε, εκ του άρθρου 7 του αναγκαστικού νόμου 2344/1940 ορίζοντος ότι:

 

{Ι. Ο αιγιαλός και η παραλία εκτός του κυρίου και αρχικού αυτών προορισμού, όπως δι' αυτών γίνεται η επικοινωνία από θαλάσσης εις την ξηρά και τανάπαλιν, δύναται να χρησιμεύσουν και δι' άλλους σκοπούς οίον συγκοινωνίας, εξωραϊστικούς και λοιπούς κοινωφελείς, σκοπούς ως και δι εκμετάλλευση προς το συμφέρον του Δημοσίου, τη με πρόταση των επί των εσωτερικών και οικονομικών Υπουργών.

 

2. Η κατά το παρόν άρθρο παραλία, εφ' όσον δημιουργείται εντός της κατοικούμενης περιοχής πόλεων ή κωμοπόλεων και χωρίων και δεν υφίσταται Λιμενικό Ταμείο, παραχωρείται κατά χρήσιν εις τους Δήμους, κοινότητας... εντός, της περιφέρειας των οποίων κείται αυτή, δια Βασιλικού Διατάγματος εκδιδομένου τη με πρόταση του επί των εσωτερικών και Οικονομικών Υπουργών, ως χρήσεως εν προκειμένω εννοούμενης της κοινής χρήσεως άνευ εκμεταλλεύσεως, πάσης αναγκαίας τυχόν εκμεταλλεύσεως γινομένης υπό του Δημοσίου και προς όφελος τούτου}

 

σαφώς συνάγεται ότι τόσο η, ως άνω, κοινή υπουργική απόφασις όσον και το Διάταγμα την παραχωρήσεως της χρήσεως, παραλίας έχουν κανονιστικό χαραχτήρα ως μεταβάλλοντα εν μέρει τουλάχιστον, δια συγκεκριμένους σκοπούς, τον χαρακτήρα του αιγιαλού και της παραλίας ως κοινοχρήστων, συνεπώς δε είναι δημοσιευτέα δια της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, το δε δεύτερον εκ μόνου του ορισμού του και της φύσεώς του (άρθρα 1, 2 του νόμου [Ν] 301/1976 και άρθρο 21 του νόμου 1599/1986).

 

Τοσούτο μάλλον καθ' όσον δεν προβλέπεται δια τις υπουργικές αποφάσεις άλλος τρόπος δημοσιότητος (ΣτΕ 962/1988), δια δε τα διατάγματα επιβάλλεται υπό του Συντάγματος (άρθρο 35 παράγραφος 1, άρθρο 42 παράγραφος 1, άρθρο 43 του Συντάγματος, ΣτΕ 4270/1988). Εκ της δευτέρας παραγράφου του ως άνω άρθρου, σαφώς συνάγεται ότι εις τον Δήμο δύναται να παραχωρηθεί μόνον η εις τα όριά του αντιστοιχούσα παραλία και δη μόνον κατ' απλή χρήσιν άνευ δικαιώματος εκμεταλλεύσεως (παράβαλε τις ως άνω διατάξεις: άρθρα 60 παράγραφος 1 και 30 παράγραφος 3 του από [ΠΔ] 11-11-1929 προεδρικού διατάγματος δια τον αιγιαλό), τούτου επιφυλασσομένου υπό του νόμου δια το δημόσιο. Ούτω δεν είναι δυνατή, η προς Δήμο τοιαύτη παραχώρησις δι' άλλου τρόπου και δη δι' υπουργικής αποφάσεως, μη δημοσιευομένης εις την εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εφ' όσον, επί πλέον, η τοιαύτη παραχώρησις δεν αποτελεί πράξη διαχειρίσεως ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου. Κατά την διάταξη αυτήν δεν επιτρέπεται παραχώρησις χρήσεως αιγιαλού προς τον Δήμο, ούτε δια διατάγματος.

 

δ) Κατά γενική αρχή του Διοικητικού δικαίου, η Διοίκηση έχει το δικαίωμα να ανακαλεί τις παρανόμους πράξεις αυτής εντός ευλόγου χρόνου από της εκδόσεως της ήτοι εντός πενταετίας κατά το άρθρο μόνο του αναγκαστικού νόμου [Ν] 261/1980. Παρανομία της πράξεως θεμελιώνεται και εις την έλλειψη συγκεκριμένων περιστατικών και στοιχείων άνευ των οποίων, κατά το ισχύον κατά την έκδοσή της νομικό καθεστώς, δεν είναι δυνατή η εκδοσή της ή εις την παραβίασιν ουσιωδών τύπων και διαδικασιών υπό του νόμου προβλεπομένων ως απαραίτητων δια την έκδοση της (ΣτΕ 3424/1988, ΣΤΕ 2832/1988). Αλλά και πέραν του ευλόγου χρόνου δύναται να ανακαλεί τις πράξεις αυτής, έστω και αν δημιουργήθηκε καλόπιστα υπέρ του διοικούμενου πραγματική κατάστασις δεκτική περαιτέρω εννόμου προστασίας, όταν λόγοι δημοσίου συμφέροντος επιβάλλουν τούτο (ΣτΕ 3866/1988, ΣΤΕ 4743/1988).

 

Ασφαλώς δε η αναγκαιότης αποκαταστάσεως της νομιμότητος, εις μεγάλο τμήμα αιγιαλού, ως την διαγράφουν οι, δημοσίας τάξεως διατάξεις του αναγκαστικού νόμου 2344/1940, διασαλευθείσης εκ παρανόμων και αυθαιρέτων ενεργειών, προσχώσεων, κατασκευών κ.λ.π. επ' αυτού, ένεκεν των οποίων ο αιγιαλός επετράπη του προορισμού του, γενόμενος αντικείμενο παρανόμου και ανεξέλεγκτου εκμεταλλεύσεως υπό τρίτων, αποτελεί λόγον δημοσίου συμφέροντος προς ανάκληση διοικητικών πράξεων, δια των οποίων παραχωρείται η αποκλειστική χρήση του τμήματος αυτού εις τρίτον, χωρίς να ληφθεί υπ' όψιν η δημιουργηθείσα επ' αυτού αντίθετος προς τον νόμον κατάστασις.

 

Ειρήσθω, πάντως, ότι δεν δημιουργείται δια τον τρίτον, προστατευτέα πραγματική κατάστασις εκ παρανόμων αυτού ενεργειών, ασχέτων μάλιστα προς την ανακαλούμενη ή καταργούμενη πράξη, οι οποίες, επίσης λαμβανομένων υπ' όψιν και των διατάξεων του αναγκαστικού νόμου 2344/1940, αποκλείουν την θεώρηση της ανακλήσεως ως καταχρηστικής (άρθρο 281 του Αστικού Κώδικα). Οι πράξεις αυτές των τρίτων είτε έγιναν υπ' αυτών αυτογνωμόνως είτε δυνάμει συμβάσεων μεταξύ των, άνευ της ειδικής, συμμετοχής ή και συγκεκριμένης προηγουμένης νομίμου παραχωρήσεως υπό του Δημοσίου, δεν υποχρεώνουν και δεν δεσμεύουν τούτο εις, την πρώτην περίπτωσιν ως παράνομοι, εις δε την δευτέρα ως παράνομοι και αδιάφοροι δι' αυτό.

 

ε) Η υπό του Δημοσίου παραχώρησις χρήσεως ορισμένου ακινήτου του δι 'ορισμένον χρόνον, με τον όρον ότι υποχρεούται ο προς ον η παραχώρησις να προβεί εις ορισμένες εργασίες και κατασκευές επί του ακινήτου, νομίμως ανακαλείται όταν αιτιολογημένως βεβαιώνεται η οριστική ματαίωσις του σκοπού αυτού της παραχωρήσεως (ΣτΕ 3214/1988). Προϋποτίθεται, όμως, ότι n παραχώρησις αυτή είναι νόμιμος ήτοι μη ανακλητέα εξ' άλλου λόγου.

 

III. Η κατά τις, ως άνω, διατάξεις αξιολόγησις των δεδομένων του ερωτήματος είναι η ακόλουθος :

 

α. Τόσον εκ της υπ' αριθμόν 9118/1965 συμβάσεως του μετά του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού όσον και εκ των: Γ.3492/6094/1965 και Α.17405/3747/1966 εγγράφων του Υπουργείου Οικονομικών ο Δήμος Γλυφάδας δεν απέκτησε, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, χρήσιν αιγιαλού, αλλά επετράπη εις αυτόν να προβεί εις έργα εξωραϊσμού του παραλιακού χώρου χωρίς να αλλοιωθεί n φυσική κατάστασις του αιγιαλού, ως ούτος είχε καθορισθεί το έτος 1923, μισθώθηκε δε προς αυτόν ο χώρος ούτος δια μίαν δεκαετία (άρθρα 60 παράγραφος 1 και 30 παράγραφος 2 από [ΠΔ] 11-11-1929 προεδρικού διατάγματος). Οι πέραν των ορίων των εγγράφων αυτών ενέργειες του Δήμου ήτοι επιχωμάτωσις τμήματος θάλασσας άνευ της τηρήσεως της διαδικασίας του άρθρου 9 του αναγκαστικού νόμου 2344/1940, ασφαλτόστρωσις της παραλιακής Λεωφόρου, κατασκευή τουριστικών κέντρων, καταστημάτων κ.λ.π. και λιμενίσκων, είναι παράνομοι, που δεν δεσμεύει το Δημόσιο και δη ανεξαρτήτως του αν οι κατασκευές αυτές έγιναν μετά ή άνευ οικοδομικών αδειών ή με την σύμπραξη ή όχι του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού, του τελευταίου επιχειρήσαντος τις όσες επεχείρησε πράξεις (σύνταξις ή έγκρισις σχεδίων και κατασκευών κ.λ.π.) άνευ δικαιώματος τινός, εφ' όσον επρόκειτο περί ακινήτων ανηκόντων εις το Δημόσιο και μη παραχωρηθέντων προς αυτόν καθ' οιονδήποτε των ως άνω τρόπων.

 

Β. Η κήρυξις δια του βασιλικού διατάγματος [ΒΔ] 395/1971 (ΦΕΚ 119/Α/1971) ως τουριστικού Δημοσίου κτήματος τμήματος αιγιαλού άνευ προηγουμένης οριοθετήσεως του νέου αιγιαλού και του δημιουργηθέντος συνεπεία της παρανόμου προσχώσεως δημοσίου κτήματος (παλαιού αιγιαλού) ήταν μη νόμιμος. Μη νόμιμος, επίσης, ήταν και η επί τοιαύτης μη νομίμου προϋποθέσεως ερειδόμενη υπ' αριθμόν 510047/1971 κοινή υπουργική απόφαση των υπουργών Συντονισμού και Οικονομικών (ΦΕΚ 681/Β/1971) περί αναθέσεως της Διοικήσεως και διαχειρίσεως του τουριστικού δημόσιου κτήματος αυτού εις τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού.

 

γ. To αυτό βασιλικό διάταγμα [ΒΔ] 395/1971 ενώ εξεδόθη μόνον δι' αιγιαλό εν τούτοις, το συνοδεύον αυτό διάγραμμα κατά τον χρόνον της εκδόσεώς του (βασιλικού διατάγματος), εφαρμοζόταν επί ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου και δη, επί παρανόμως ασφαλτοστρωμένου παραλιακού δρόμου. Ούτω μη νομίμως εξεδόθη, είτε η έκδοσή του αποδοθεί εις πλάνην της Διοικήσεως περί την, εις το εις ο αφορά ακίνητο κρατούσα, κατά τον χρόνον της εκδόσεως του, πραγματικότητα, είτε εις σκόπιμον παραγνώριση των διεπουσών το αυτό ακίνητο, ως άνω διατάξεων και εκείνων του αναγκαστικού νόμου [Ν] 827/1948, ως και της ηθελημένης αποστολής των. Μη νόμιμος, επίσης, παρίσταται και εξ αυτού του λόγου και η ως άνω κοινή υπουργική απόφαση.

 

δ. Εκ του μεταγενέστερου καθορισμού του νέου αιγιαλού και του δημοσίου κτήματος και δη κατά το έτος 1988, δεν φαίνεται η παρανομία αυτή, κατά τα ανωτέρω. Προεχόντως όμως δεν υφίσταται αιγιαλός κηρυχθείς ως τουριστικό Δημόσιο κτήμα νομίμως.

 

ε. Οι σήμερον λειτουργούσες ή κατά τον ενδιάμεσο χρόνο μισθώσεις κτισμάτων που λειτούργησαν, καταστημάτων κ.λ.π., συναφθείσες μεταξύ Δήμου Γλυφάδας και ιδιωτών, δεν δεσμεύουν το Δημόσιο (RES INTER ALLIOS ACTA), ούτε οι μισθωτές αυτοί προστατεύονται έναντι αυτού βάσει των περί επαγγελματικών μισθώσεων διατάξεων, ως παρανόμως κατέχοντες τα ακίνητα αυτά, ούτε ο Δήμος Γλυφάδας εδικαιούτο εκ τίνος λογού εις σύναψη αυτών και δυνάμει αυτών εις εκμετάλλευση δημοσίας περιουσίας.

 

Συνεπώς συντρέχουν οι προϋποθέσεις λήξεως κατ' αυτών των ανωτέρω (ΙΙ)β) ορισθέντων μέτρων, με αυτονόητους όμως μεγάλες δυσχέρειες του Δημοσίου κατά τις δίκες που θα ανοίξουν, συνεπεία της επί μακράν σειράν ετών αδράνειας του έναντι της δημιουργηθείσης καταστάσεως και της χαρακτηριστικής δια την αταξία συμπεριφοράς του περί την προστασία των περί των πρόκειται ακινήτων του.

 

στ. η 520502/215/1989 απόφαση των υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών και Τουρισμού, δια της οποίας παραχωρείται ο αιγιαλός, ο δι' ον εξεδόθη το ως άνω βασιλικό διάταγμα [ΒΔ] 395/1971, προς τον Δήμο Γλυφάδας, πέραν του ότι ερείδεται επί των αυτών, ως και τούτο, μη νομίμων προϋποθέσεων και εις το μη νόμιμο Διάταγμα τούτο, είναι μη νόμιμος και εκ του ότι η χρήσις επί αιγιαλού δεν μεταβιβάζεται κατά τα ανωτέρω δια τοιαύτης, αποφάσεως (ανωτέρω ΙΙ)γ) Ούτω, δια της αποφάσεως αυτής δεν απέκτησε συννόμως δικαιώματα οιαδήποτε ο Δήμος Γλυφάδας, ούτε δι' αυτής αποκαθίσταται οπωσδήποτε ή νομιμότης εις το ως άνω Δημόσιο κτήμα.

 

Η απόφασις αυτή, είτε θεωρηθεί ως κανονιστική και συνεπώς ως μη δημοσιευθείσα δια της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως ανυπόστατος, είτε μη κανονιστική, δέον να ανακληθεί δια τους ανωτέρω λόγους, λαμβανομένων υπ' όψιν και της ανάγκης εκκαθαρίσεως του όλου θέματος, και της εξελίξεως δικών ενώπιον των πολιτικών Δικαστηρίων επί αγωγών αποδόσεως μισθίων του επικαλουμένου την απόφαση αυτήν και τις διατάξεις των άρθρων 33 του νόμου [Ν] 1406/1983, 33 παράγραφος 4 του νόμου 1473/1984 και 4 του νόμου [Ν] 1861/1989 Δήμου Γλυφάδας κατά των μισθωτών καταστημάτων κ.λ.π. επί των άνω ακινήτων του Δημοσίου (παλαιού και νέου αιγιαλού).

 

Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι είναι αδιάφορο δια το Δημόσιο το αν ο Δήμος Γλυφάδας διαθέτει ή όχι κεφάλαια ή δυνατότητες προς υλοποίηση μελέτης του έτους 1983 προς εξασφάλιση της ως άνω παραλίας, καθ' όσον, άλλως, δίδον σημασία εις, τούτο απεμπολεί τα επί των ακίνητων του δικαιώματα του, ως νομιμοποιούν την τελευταία ως άνω κοινή υπουργική απόφαση, συνεπώς δε και την μη νομίμως δημιουργηθείσα κατάστασιν εις την περιουσίαν του, λαμβανομένων υπ' όψιν και των ως άνω εκτεθέντων (II)ε). Ούτω και η απόφασις της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου 13/1989 περί παραχωρήσεως, τμήματος του ΒΚ 2303 δημοσίου κτήματος (παλαιός αιγιαλός) δέον να θεωρηθεί, ανακλητέα, η τουλάχιστον επανεξεταστέα εις το πλαίσιο των ενεργειών της Διοικήσεως προς οριστική και πλήρη αποκατάστασιν της εις τα ακίνητα αυτά (παλαιού και νέου αιγιαλού) νομιμότητας.

 

ζ. Το ζήτημα της αναζητήσεως τυχόν ευθυνών και αποδόσεως αυτών εις όργανα του Δημοσίου ως και του προσδιορισμού, καταλογισμού και αναζητήσεως απολεσθέντων εσόδων του Δημοσίου, δεν δύναται να αντιμετωπιστεί υπό του ΝΣΚ δι' έλλειψη αρμοδιότητος αυτού, τούτου ανήκοντος εις την αρμοδιότητα της Διοικήσεως κατά την συνολική υπ' αυτής αντιμετώπισιν του όλου θέματος των ανωτέρω ακινήτων και της τύχης των επ' αυτών κατασκευών.

 

IV. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, η απάντησις εις το ερώτημα είναι ότι:

 

1. πρέπει να καταργηθεί το βασιλικό διάταγμα [ΒΔ] 395/1971 και να ανακληθούν οι 510047/1971 και 520502/215/1989 κοινές υπουργικές αποφάσεις και, η 13/1989 απόφαση της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου και πάσα επ' αυτών στηριζομένη συναφής πράξις της Διοικήσεως και

 

2. πρέπει το Δημόσιο, κατά τις ισχύουσας διατάξεις:

 

α) να επιδιώξει την αποβολή του Δήμου Γλυφάδας εκ του ως άνω όλου ακινήτου του ήτοι παλαιού και νέου αιγιαλού ως και παντός τρίτου, εξ, αυτού έλκοντος δικαιώματα ή μη, δια παντός νομίμου μέσου και ιδία δια της εκδόσεως πρωτοκόλλων Διοικητικής Αποβολής κατ' αυτών, και

 

β) Να επιδιώξει αποζημίωση καθ' όλων (Δήμου και ιδιωτών) των παρανόμως καρπωθέντων και καρπούμενων τα ακίνητα αυτά δια της εκδόσεως πρωτοκόλλων καθορισμού αποζημιώσεως.

 

Θεωρήθηκε

Αθήνα, 26-06-1992

Ο Πρόεδρος

Ο Εισηγητής

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.