Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 516/93

ΝΣΚ 516/1993


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 516/1993 (02-09-1993)

 

Αριθμός ερωτήματος: Υπ' αριθμόν ΔΤΕ/β/59268/1055/18-06-1993 έγγραφο του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Γενικής Διεύθυνσης Πολεοδομίας, Διεύθυνσης Τοπογραφικών Εφαρμογών.

 

Περίληψη Ερωτήματος: 1. Εάν, για τον υπολογισμό της εισφοράς σε γη κατ' εφαρμογή του άρθρου 8 παράγραφος 5 του νόμου 1337/1983 στις περιπτώσεις επικυρώσεως ανώμαλων δικαιοπραξιών σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3958/1959, ως χρόνος κατάτμησης των ακινήτων θεωρείται ο χρόνος καταρτίσεως της ανώμαλης δικαιοπραξίας, ο χρόνος εκδόσεως της κυρωτικής της δικαιοπραξίας δικαστικής απόφασης ή ο χρόνος μεταγραφής της απόφασης αυτής και

 

2. εάν η Διοίκηση κατά την εκπόνηση της πράξεως εφαρμογής και τον υπολογισμό της εισφοράς σε γη έχει τη δυνατότητα να ελέγχει την ουσιαστική νομιμότητα των κυρωτικών των ανωμάλων δικαιοπραξιών δικαστικών αποφάσεων.

 

Για το παραπάνω ερώτημα το Β' τμήμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους γνωμοδότησε ομόφωνα ως ακολούθως:

 

1. Το ερώτημα τέθηκε έπειτα από τα υπ' αριθμούς οίκοθεν 4/13-01-1993 και 2009/29-03-1993 έγγραφα του Τμήματος Πολεοδομίας και Πολεοδομικών Εφαρμογών της Νομαρχίας Ιωαννίνων, στα οποία αναφέρονται κυρίως τα εξής:

 

Στην περιοχή Ανατολής Ιωαννίνων μετά την έναρξη πολεοδόμησής της πολλοί ιδιοκτήτες εκτάσεων που προέρχονταν από αγροτική αποκατάσταση (πρώην Αγρόκτημα Ανατολής Ιωαννίνων), προκειμένου να μειώσουν τις υποχρεώσεις τους σε εισφορά γης κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 8 του νόμου 1337/1983 σύμφωνα με τις οποίες η εισφορά αυτή κλιμακώνεται ανάλογα με το εμβαδόν που είχε η κάθε ιδιοκτησία στις 10-03-1982, ακολούθησαν τη μέθοδο κατάρτισης προχρονολογημένων ιδιωτικών συμφωνητικών μεταβίβασης μικροτμημάτων των τεμαχίων οριστικής διανομής του πιο πάνω Αγροκτήματος και επικύρωσης των συμφωνητικών αυτών με αποφάσεις του κατά τόπον αρμοδίου Ειρηνοδίκου σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3958/1959, όπως έχει τροποποιηθεί. Οι μεταβιβάσεις αυτές κατά κανόνα είναι εικονικές, περιλαμβάνουσες δωρεές μεταξύ γονέων και τέκνων ή μεταξύ παππούδων και εγγόνων και μεταβιβάσεις για γονικές παροχές. Επίσης περιλαμβάνουν μεταβιβάσεις που αποτελούν περαιτέρω κατάτμηση τμημάτων πρώην κληροτεμαχίων, τα οποία είχαν περιέλθει νομίμως στους μεταβιβάζοντες με συμβόλαια αγοράς κ.λ.π., λόγω του ότι δεν ήταν πλέον εποικιστικά, διανομές μεταξύ συγκληρονόμων αρχικού κληρούχου, γενόμενες με ιδιωτικά συμφωνητικά, χωρίς προηγουμένως οι διανέμοντες να έχουν αποκτήσει την κυριότητα του κληρονομιαίου με συμβολαιογραφική δήλωση αποδοχής της κληρονομίας και μεταγραφή της και χωρίς καταβολή του φόρου της κληρονομιάς κ.λ.π. Υπάρχουν, βέβαια, στην περιοχή της Ανατολής και κατατμήσεως κληροτεμαχίων που έχουν γίνει με συμφωνητικά τα οποία έχουν επικυρωθεί με δικαστικές αποφάσεις πριν από τις 10-03-1982 και έχουν μεταγραφεί οι αποφάσεις αυτές, αλλά οι κατατμήσεις των κληροτεμαχίων που έχουν γίνει με συμφωνητικά τα οποία έχουν επικυρωθεί μετά τις 10-03-1982 ανέρχονται σε πολύ μεγάλο αριθμό και αυτές που κυρίως δημιουργούν προβλήματα, αφού είναι φανερό ότι έγιναν με σκοπό την ελαχιστοποίηση του εμβαδού των ιδιοκτησιών που περιλαμβάνονται στην πολεοδομική ενότητα και την αποφυγή με τον τρόπο αυτό της επιβάρυνσης με εισφορά σε γη των ιδιοκτησιών που υπήρχαν στις 10-03-1982.

 

2. α. Το άρθρο 8 του νόμου 1337/1983 (ΦΕΚ 33/Α/1983) καθορίζει την εισφορά σε γη ανάλογα με το εμβαδόν των ιδιοκτησιών, ορίζοντας με την παράγραφο 4 ότι:

 

{Η εισφορά σε γη ... αποτελείται από ποσοστό επιφανείας κάθε ιδιοκτησίας πριν από την πολεοδόμησή της ...}

 

και ειδικότερα με την παράγραφο 5 ορίζει κατά λέξη ότι:

 

{Ως εμβαδά ιδιοκτησιών για τον υπολογισμό της συμμετοχής σε γη λαμβάνονται τα εμβαδά που είχαν οι ιδιοκτησίες στις 10-03-1982. Για την εφαρμογή της παραγράφου 4, ως ιδιοκτησία νοείται το άθροισμα των ιδιοκτησιών γης ενός και του αυτού ιδιοκτήτη που περιλαμβάνονται στα όρια της προς ένταξη περιοχής, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη της πολεοδομικής ενότητας. Σε περίπτωση εξ αδιαιρέτου συνιδιοκτησίας τα ποσοστά εισφοράς γης εφαρμόζονται στο εμβαδόν που αντιστοιχεί στο ιδανικό μερίδιο κάθε συνιδιοκτήτη όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι την 10-03-1982.}

 

Από τις προαναφερόμενες διατάξεις που χρησιμοποιούν τους όρους ιδιοκτησία, ιδιοκτήτης, εξ αδιαιρέτου συνιδιοκτησία και ιδανικό μερίδιο συνιδιοκτήτη, σαφώς προκύπτει, ότι ο όρος ιδιοκτησία αναφέρεται ως ταυτόσημος με τον όρο κυριότητα. Και το σχετικό με τις διατάξεις αυτές άρθρο 24 παράγραφος 3 του ισχύοντος Συντάγματος, που ορίζει ότι για να αναγνωριστεί μία περιοχή ως οικιστική οι ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονται σ' αυτή συμμετέχουν υποχρεωτικά στη διάθεση των εκτάσεων που είναι απαραίτητες για να δημιουργηθούν δρόμοι κ.λ.π., είναι προφανές ότι χρησιμοποιεί τον όρο ιδιοκτησία ως ταυτόσημο με τον όρο κυριότητα. Αλλά και το άρθρο 17 του Συντάγματος, όπως γίνεται δεκτό, ως ιδιοκτησία εννοεί τα εμπράγματα δικαιώματα.

 

β. Με τις παραγράφους 1 και 2 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3958/1959 (ΦΕΚ 133/Α/1959), όπως συμπληρώθηκαν και ισχύουν με τις διατάξεις των άρθρων 3 παράγραφος 4 του αναγκαστικού νόμου 431/1968 (ΦΕΚ 115/Α/1968), 2 του νόμου 666/1977 (ΦΕΚ 234/Α/1977), νόμου [Ν] 994/1979 (ΦΕΚ 279/Α/1979), 13 του νόμου [Ν] 1206/1981 (ΦΕΚ 268/Α/1981) και 18 του νόμου [Ν] 1644/1986 (ΦΕΚ 131/Α/1986), ορίζονται, με την παράγραφο 1, ότι:

 

{Μεταβιβάσεις γεωργικών κλήρων, οικοπέδων ή οικημάτων γενόμενες μέχρι της ισχύος του παρόντος για δημοσίου εγγράφου, κατά παράβασιν των διατάξεων της αγροτικής νομοθεσίας περί των περιορισμών των, δια πράξεων εν ζωή, μεταβιβάσεων των κλήρων, κυρώνονται δυνάμει του παρόντος αφ' ης εγένοντο, ως προς μόνας τις παραβάσεις αυτές ...}

 

και με την παράγραφο 2, ότι:

 

{οι αυτές ως άνω μεταβιβάσεις γενόμενες μέχρι της ισχύος του παρόντος δι' ιδιωτικού εγγράφου φέροντος βεβαία χρονολογία αποδεικνυόμενη είτε κατά το άρθρο 413 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας είτε δια προσαγωγής πλήρους αποδείξεως περί της προ της ισχύος του παρόντος πραγματικής εγκαταστάσεως ... κυρώνονται, αφ' ης εγένοντο, όσον αφορά τις αυτές ως άνω παραβάσεις, κατόπιν αποφάσεως του αρμοδίου ως εκ της τοποθεσίας του ακινήτου Ειρηνοδίκου αποφαινομένου και περί μεταβιβάσεως της κυριότητος, εκδιδομένης δε επί τη αιτήσει του υπέρ ου η μεταβίβασις ή των κληρονόμων του ..... Κατά της εκδιδομένης αποφάσεως επιτρέπεται μόνον το ένδικο, μέσον της εφέσεως ... Η εκδιδομένη απόφασις, τελεσίδικος καθισταμένη, αποτελεί τίτλο κυριότητος δεκτικό μεταγραφής ...}

 

Κατά την ερμηνεία της πιο πάνω διατάξεως της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3958/1959 γίνεται δεκτό, α)α) ότι οι μεταβιβάσεις κλήρων κυρώνονται με δικαστικές αποφάσεις αναδρομικά, αφότου συντάχθηκε το ιδιωτικό έγγραφο, ότι δηλαδή από τότε λογίζεται ότι καταρτίστηκε τυπικώς έγκυρη και απαλλαγμένη από τις κατά την αγροτική νομοθεσία πλημμέλειες οριστική για μεταβίβαση του ακινήτου σύμβαση και β)β) ότι, όμως, το εμπράγματο δικαίωμα της κυριότητας αποκτάται παραγώγως μόνο από τη μεταγραφή της κυρωτικής απόφασης, η οποία αποτελεί και τον τίτλο κυριότητας γιατί η παραπάνω διάταξη, ορίζοντας ότι οι μεταβιβάσεις με ιδιωτικό συμφωνητικό κυρώνονται αφ' ης εγένοντο, εννοεί ότι από τότε αίρονται οι περιορισμοί της αγροτικής νομοθεσίας από την παράβαση των οποίων οι μεταβιβάσεις ήταν άκυρες και όχι ότι δίνεται αναδρομική δύναμη και στη μεταγραφή της κυρωτικής απόφασης κατά τροποποίηση της βασικής διατάξεως του άρθρου 1198 του Αστικού Κώδικα ΣτΕ 1250/1992 και ΣτΕ 4239/1987, Άρειος Πάγος 388/1988 Νομικό Βήμα 37.426, Άρειος Πάγος 1043/1975, Νομικό Βήμα 24.387, Άρειος Πάγος 518/1973, Νομικό Βήμα 21.1419, Εφετείο Θεσσαλονίκης 2031/1990, Ελληνική Δικαιοσύνη 32.1290, Πρωτοδικείο Έβρου 94/1984, Νομικό Βήμα 32.1245, Πρωτοδικείο Λάρισας 1533/1967, Αρχείο Νομολογίας ΙΘ 391.

 

γ. Με βάση, λοιπόν, όσα εκτέθηκαν αμέσως παραπάνω υποστοιχεία α και β, σύμφωνα με τα οποία αφενός η διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του νόμου 1337/1983 ως ιδιοκτησία υφιστάμενη στις 10-03-1982 θεωρεί την κυριότητα και αφετέρου η απόκτηση της κυριότητας κατά την επικύρωση ανώμαλων δικαιοπραξιών κατά άρθρο 15 παράγραφος 2 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3958/1959 επέρχεται με την μεταγραφή της κυρωτικής των δικαιοπραξιών αυτών αποφάσεως, στο πρώτο ερώτημα προσήκει, κατά την ομόφωνη γνώμη του Β' Τμήματος Διακοπών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η απάντηση ότι ως χρόνος κατάτμησης των ακινήτων θεωρείται ο χρόνος μεταγραφής των κυρωτικών των ανώμαλων δικαιοπραξιών αποφάσεων.

 

3. α. Όπως γίνεται δεκτό, η επικύρωση των ανώμαλων δικαιοπραξιών με δικαστικές αποφάσεις κατά το άρθρο 15 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 3958/1959 καλύπτει μόνον τις κατά τις μεταβιβάσεις γεωργικών κλήρων απαγορεύσεις της αγροτικής νομοθεσίας και τις εξαιτίας αυτών των απαγορεύσεων ακυρότητες των μεταβιβάσεων όχι δε και τις από άλλους λόγους και ελλείψεις γενικότερα ακυρότητες αυτών και ότι αντικείμενο των σχετικών δικών αποτελεί η κύρωση των ανωμάλων δικαιοπραξιών που όμως αφορά μόνο τις κατά τη μεταβίβαση παραβάσεις των διατάξεων της αγροτικής νομοθεσίας αναφορικά με τους περιορισμούς των μεταβιβάσεων των αγροτικών κλήρων (βλέπε την αναφερόμενη παραπάνω νομολογία καθώς και τις Άρειος Πάγος 1179/1976, Νομικό Βήμα 25.712, Εφετείο Αθηνών 3368/1986, Νομικό Βήμα 27.1188, Μονομελές Πρωτοδικείο Σερρών 100/1982, Νομικό Βήμα 30.1316, Ειρηνοδικείο Πολυκάστρου 7/1988, Νομικό Βήμα 37.1078).

 

β. Σύμφωνα με το άρθρο 313 παράγραφος 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ανύπαρκτη είναι η απόφαση Πολιτικού Δικαστηρίου και μπορεί με αγωγή ή ένσταση να επιδιωχθεί η αναγνώριση της ανυπαρξίας της μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις, ήτοι:

 

α)α) αν εκδόθηκε από πρόσωπα που στερούνται την δικαστική ιδιότητα,

β)β) αν το Πολιτικό Δικαστήριο αποφάνθηκε για αντικείμενο που δεν υπάγεται στη δικαιοδοσία των Πολιτικών Δικαστηρίων,

γ)γ) αν δεν δημοσιεύθηκε,

δ)δ) αν εκδόθηκε σε δίκη που διεξήχθη κατ' ανύπαρκτου φυσικού ή νομικού προσώπου και

ε)ε) αν εκδόθηκε κατά προσώπου που απολαύει ετεροδικία.

 

Γίνεται δε δεκτό, ότι οι ανύπαρκτες κατά το πιο πάνω άρθρο του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αποφάσεις δεν έχουν κατά νόμο ισχύ και δεν παράγουν κανένα απολύτως έννομο αποτέλεσμα (βλέπε Γ. Ράμμου, Εγχειρίδιον Αστικού Δικονομικού Δικαίου, έκδοση 1978, τόμος πρώτος, παράγραφος 200, Δ. Κονδύλη, Το Δεδικασμένο, παράγραφος 8) και παραπέρα ότι η έλλειψη δικαιοδοσίας των Πολιτικών Δικαστηρίων, γιατί αν έχουμε ανύπαρκτη απόφαση, πρέπει να προκύπτει από την ίδια την απόφαση με βάση τα πραγματικά περιστατικά που γίνονται δεκτά μ' αυτήν αλλά χωρίς δέσμευση από την νομική εκτίμηση των περιστατικών αυτών που έχει κάνει το Πολιτικό Δικαστήριο (βλέπε Δ. Κονδύλη, ό.π., Κιτσικόπουλος, Πολιτική Δικονομία, άρθρα 736 έως 784, άρθρο 442).)

 

γ. Με βάση όσα εκτέθηκαν αμέσως παραπάνω υπό στοιχεία α και β, στο δεύτερο ερώτημα προσήκει, κατά την ομόφωνη γνώμη του Β Τμήματος Διακοπών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η απάντηση, ότι δεν μπορεί η Διοίκηση στις αναφερόμενες στο ερώτημα περιπτώσεις να ελέγχει την ουσιαστική νομιμότητα των κυρωτικών των ανώμαλων δικαιοπραξιών δικαστικών αποφάσεων, γιατί στις περιπτώσεις αυτές δεν πρόκειται για ανύπαρκτες δικαστικές αποφάσεις κατά την έννοια που αναπτύχθηκε πιο πάνω. Ειδικότερα δε και στις περιπτώσεις εκείνες, στις οποίες, κατά τα αναφερόμενα στο ερώτημα, είτε έχει γίνει καταστρατήγηση των σχετικών διατάξεων, αφού υπάρχουν στοιχεία για προχρονολόγηση των ανώμαλων δικαιοπραξιών που επικυρώνονται, είτε οι δικαστικές αποφάσεις έχουν εκδοθεί για ακίνητα στα οποία δεν είχαν εφαρμογή οι διατάξεις της αγροτικής νομοθεσίας, αφού τα ακίνητα αυτά είχαν ήδη νομότυπα μεταβιβαστεί από κληρούχους σε τρίτους, δεν πρόκειται για ανύπαρκτες δικαστικές αποφάσεις, εξαιτίας ελλείψεως δικαιοδοσίας των Πολιτικών Δικαστηρίων κατά την έννοια που αναπτύχθηκε πιο πάνω. Συνεπώς, και στις περιπτώσεις αυτές οι δικαστικές αποφάσεις παράγουν τα έννομα αποτελέσματά τους και δεσμεύουν τη Διοίκηση, η οποία δεν μπορεί να ελέγξει την ουσιαστική νομιμότητά τους.

 

Θεωρήθηκε

Αθήνα, 08-09-1993

Ο Πρόεδρος

Ο Εισηγητής Νομικός Σύμβουλος

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.