Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 802/78

ΝΣΚ 802/1978


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 802/1978 (31-10-1978)

 

Περίληψη Ερωτήματος: Ερωτάται εάν οι στο ερώτημα αναφερόμενες περιπτώσεις εμπίπτουν στις μεταβατικές διατάξεις της παραγράφου 1, εδάφιο β' του άρθρου 12 του νόμου 651/1977.

 

Απάντηση Ερωτήματος: Επί του πρόσθεν ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους γνωμοδότησε ως ακολούθως:

 

Δια του άρθρου 12 παράγραφος 1 του νόμου 651/1977 ορίζεται ότι:

 

{Στις περιπτώσεις της δια προεδρικών διαταγμάτων ή Νομαρχιακών αποφάσεων κατά τις κείμενες διατάξεις επιβολής, εις την περιοχήν εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως, όρων δομήσεως επαχθέστερων των πρότερον ισχυόντων, δύνανται δια των διαταγμάτων τούτων να ορίζεται ότι εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι πρότερον ισχύοντες ευμενέστεροι όροι:

 

α. εάν προ της επιβολής των νέων όρων εξεδόθη νόμιμο άδεια της αρμοδίας αρχής ή εάν υπεβλήθησαν εις ταύτη πάντα τα δια την έκδοση της τοιαύτης αδείας απαιτούμενα στοιχεία. Εις την περίπτωσιν ταύτη η άδεια εκτελείται ως εξεδόθη ή εκδίδεται βάσει των υποβληθέντων στοιχείων, μη επιτρεπόμενης της μεταγενέστερης προσθήκης βάσει των παλαιών όρων δομήσεως, αλλά μόνον βάσει των νέων τοιούτων

 

β. εάν εντός της, προ της επιβολής των νέων όρων, τριετίας ή υπό τους πρότερον ισχύοντας όρους οικοδόμησις είχε συμφωνηθεί η προσυμφωνήθηκε δια δημοσίου εγγράφου που αποδεικνύει την ανάληψη υποχρεώσεων εκ μέρους του κυρίου του ακινήτου προς τρίτου.}

 

Δια του εκδοθέντος από 23-06-1978 προεδρικού διατάγματος δημοσιευθέντος εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως την 28-06-1978 (ΦΕΚ 312/Δ/1978), δι' ου καθορίσθηκαν οι συντελεστές δομήσεως περιοχής Αθηνών, ορίστηκε στο άρθρο 3, ότι οι μέχρι της δημοσιεύσεως τούτου ισχύοντες συντελεστές δομήσεως, εξακολουθούν αν εφαρμόζονται, εφ' όσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις οι αναφερόμενες εις τα ως άνω εδάφια α και β της προπαρατεθείσας παραγράφου 1 του άρθρου 12 του νόμου 651/1977 περί καταργήσεως του νομοθετικού διατάγματος 349/1974. Ούτω δια του ως είρηται διατάγματος επιφυλάχθηκε η εφαρμογή των προγενεστέρων συντελεστών δομήσεως, εφ' όσον συντρέχουν οι εις τα εδάφια α και β της παραγράφου 1 του προμνησθέντος άρθρου 12 αναφερόμενες προϋποθέσεις. Και δια μεν του πρώτου εδαφίου προβλέφθηκε η κατά του προϊσχύσαντες πολεοδομικούς κανόνας χορήγησης των οικοδομικών αδειών, αίτινες είχαν εκδοθεί υπό της αρμοδίας αρχής μέχρι της ημέρας ενάρξεως της ισχύος των εν λόγω προεδρικών διαταγμάτων ή είχαν υποβληθεί σε αυτή πάντα τα δια την έκδοση της τοιαύτης αδείας απαιτούμενα στοιχεία. Δια του δευτέρου δε εδαφίου, ορίσθηκε ωσαύτως, ότι εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι πρότερον ισχύοντες ευμενέστεροι όροι δομήσεως, εφ' όσον εντός της προ της επιβολής των νέων τούτων όρων τριετίας η υπό τους όρους τούτους οικοδόμησις είχε συμφωνηθεί η προσυμφωνηθεί δια δημοσίου εγγράφου, που αποδεικνύει την ανάληψη υποχρεώσεων εκ μέρους του κυρίου του ακινήτου προς τρίτους.

 

Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους ερμηνεύοντας πλην άλλων και την τελευταία ταύτη διάταξη, δια της οποίας σκοπήθηκε προδήλως η προστασία των ως άνω συμφώνων ανοικοδομήσεως, εκ της διαταραχής ην ενδεχομένως θα προκαλούσε, στις υπό το προηγούμενον νομοθετικό καθεστώς καθορισθέντα δικαιώματα και υποχρεώσεις των μερών, η εφαρμογή των δυσμενέστερων διατάξεων του προεδρικού διατάγματος εδέχθη δια της υπ' αριθμόν 631/1978 γνωμοδοτήσεως του ότι:

 

{αντικείμενον της στο μνησθέν εδάφιο του άρθρου 12 του νόμου 651/1977 νομοθετικής μερίμνης αποτελούν μόνον οι περιέχουσες όρους ανοικοδομήσεως στηριζόμενους εις τις προγενέστερες πολεοδομικές διατάξεις και υπό το κράτος αυτών συνομολογηθείσες συμφωνίες, αλλοίωση των οποίων θα επέφερε η υπαγωγή των βάσει τούτων ζητούμενων οικοδομικών αδειών εις το καθεστώς του νέου διατάγματος, επί βλάβη οιουδήποτε των συμβαλλομένων και γ. ότι οι τοιούτον περιεχόμενον έχουσες συμφωνίες, δέον να έχουν συνομολογηθεί εντός τη, προς της επιβολής των νέων όρων, τριετίας, δια δημοσίου εγγράφου ήτοι, δια συμβολαιογραφικού τοιούτου, εις ό κυρίως επέβλεψε ο νομοθέτης δια της χρησιμοποιήσεως του εν λόγω όρου, χωρίς εκ τούτου να αποκλείεται και παν έτερον έγγραφον δυνάμενο να υπαχθεί εις την έννοια του δημοσίου εγγράφου ήτοι του εγγράφου του συντεταγμένου κατά τους νομίμους τύπους υπό καθ' ύλην και κατά τόπον αρμοδίου δημόσιου υπαλλήλου ή λειτουργού ή προσώπου ασκούντος δημοσία υπηρεσία ή λειτουργία, εφ' όσον δι' αυτού αποδεικνύεται συμφωνία περιέχουσα όρους ανοικοδομήσεως, συναπτόμενους προς το προηγούμενον νομοθετικό καθεστώς.

 

Εν όψει των ανωτέρω δια τις περί ων το ερώτημα αιτήσεις του Ιδρύματος υπό την επωνυμία ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΕΙΟΝ ΣΑΝΑΤΟΡΙΟΝ και του Σωματείου υπό την επωνυμία Οίκος Τυφλών δεν συντρέχουν οι αναφερόμενες ως άνω προϋποθέσεις και συνεπώς δι' αμφότερες αυτές θα εφαρμοσθεί το νέον νομοθετικό καθεστώς το ισχύον από της δημοσιεύσεως του ως άνω προεδρικού διατάγματος. Τούτο διότι, ως προς μεν την πρώτην τούτων δεν επακολούθησε μέχρι της δημοσιεύσεως του ρηθέντος διατάγματος η κατά νόμον έγκρισις του Υπουργού των Οικονομικών, ώστε να δύναται να θεωρηθεί τελειωθείσα η εν λόγω σύμβασις, ήτις αποδεικνυόμενη δια της εγκριτικής ταύτης αποφάσεως, αποτελούσης δημόσιον έγγραφον, θα υπαγόταν εις το προγενέστερο καθεστώς, ως προς δε την ετέρα διότι η εκ μέρους του Διοικητικού Συμβουλίου του περί ου πρόκειται Σωματείου έγκρισις της κατακυρώσεως επ' ονόματι αυτού που πλειοδότησε δεν αποτελεί δημόσιον έγγραφον υπό την προεκτεθείσα έννοια.

 

Περαιτέρω η στο ερώτημα περίπτωσις του Οργανισμού Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας έχει ούτω: Την 08-02-1978 διεξήχθη υπό του Οργανισμού Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας δημόσιον πλειοδοτικός διαγωνισμός δια την επί αντιπαροχή αξιοποίηση οικοπέδου του εν λόγω Οργανισμού, συνολικής επιφανείας 2.823 m2, κειμένου εντός του εγκεκριμένου σχεδίου της Κοινότητος Βουλιαγμένης - Αττικής. Το οικόπεδον τούτο διαχωρίστηκε εις δύο επί μέρους άρτια και οικοδομήσιμα οικόπεδα, εκ των οποίων το μεν εν εκτάσεων 1.282 m2 θα παρακρατούσε ο Οργανισμός ως αντιπαροχή του μετά της επ' αυτού δαπάναις του αναδόχου ανεγερθησόμενης οικοδομής συμφώνως προς την υπό του Οργανισμού Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας εκπονηθείσα μελέτη, της αντιπαροχής που συμπληρώνεται και δια προσφερομένου κατ' αποκοπή ποσού, το δ' έτερον εκτάσεως 1.541 m2 θα λάμβανε ο ανάδοχος ως εργολαβικό του αντάλλαγμα. Το αποτέλεσμα του διαγωνισμού τούτου, εις ον πλειοδότης ανεδείχθη η εν Βουλιαγμένη Αττικής εδρεύουσα Ετερόρρυθμη Εταιρεία υπό την επωνυμία Πατρίκιος Καραγιώργος και Σία - Vacation Apartments ήτις πλέον της ως άνω αντιπαροχής προσέφερε κατ' αποκοπή ποσόν 4.565.000 δραχμές, ενεκρίθη δια της υπ' αριθμόν 3/1978 αποφάσεως του Κεντρικού Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας, αρμοδίου οργάνου κατ' άρθρον 22 του υπ' αριθμόν 55/1974 Κανονισμού Περί μελέτης και εκτελέσεως όλων των Εκκλησιαστικών Έργων η δ' έγκρισις αυτή γνωστοποιήθηκε στην ανάδοχο δια του υπ' αριθμόν 4444/1978 εγγράφου του Διοικητού του Οργανισμού Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας.

 

Κατά την γνώμη της πλειοψηφίας, που απαρτίστηκε εκ του Προεδρεύοντος Αντιπρόεδρου και εξ όλων των παριστάμενων Νομικών Συμβούλων και Παρέδρων, εξαιρέσει του Νομικού Συμβούλου Μ. Στασινόπουλου και του Παρέδρου Β. Κολοβού, η προμνησθείσα διάταξις του άρθρου 12 παράγραφος 1 εδαφίου β του νόμου 651/1977 ομιλούσα περί δημόσιου εγγράφου αποβλέπει κυρίως, προς αποφυγήν καταστρατηγήσεως εις την ύπαρξη συμβολαιογραφικού τοιούτου ή εν πάση περιπτώσει εγγράφου συντεταγμένου υπό καθ' ύλην και κατά τόπον αρμοδίου Δημοσίου υπαλλήλου ή λειτουργού ή προσώπου ασκούντος δημοσία υπηρεσία ή λειτουργία. Τοιούτον δημόσιον έγγραφον, υπό την εκτεθείσα έννοια, δεν αποτελεί το υπό οργάνου νομικού τινός προσώπου δημόσιου δίκαιου εκδιδόμενο έγγραφον, πολλώ δε μάλλον όταν τούτο αναφέρεται εις έννομες σχέσεις που αφορούν αυτό τούτο το Νομικό πρόσωπον και συνεπώς η κατά τα προεκτεθέντα εκ μέρους του Κεντρικού Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας ληφθείσα απόφασις, δι' ης ενεκρίθη το αποτέλεσμα του διενεργηθέντος ως άνω διαγωνισμού, δεν δύναται να θεωρηθεί εμπίπτουσα εις την ρηθείσα έννοια του δημοσίου εγγράφου, δι' ό και επί της περιπτώσεως ταύτης θα τύχη εφαρμογής το από της δημοσιεύσεως του ρηθέντος προεδρικού διατάγματος ισχύον νομοθετικό καθεστώς.

 

Κατά την γνώμη του μειοψηφούντος ως άνω Νομικού Συμβούλου και Παρέδρου, όσον αφορά την στο ερώτημα περίπτωσιν του Οργανισμού Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας ρητέα τα ακόλουθα: Επί των συνομολογούμενων κατόπιν δημοσίου συναγωνισμού συμβάσεων, η κατάρτισις του μετοχικού δεσμού τελειώνεται δια της κατακυρώσεως της δημοπρασίας δια της οποίας και εκδηλώνεται η βούλησις της δημοπρατούσας Αρχής περί αποδοχής της προς σύναψη της συμβάσεως προτάσεως του τελευταίου μειοδότη ή πλειοδότη (άρθρο 199 του Αστικού Κώδικα). Οι νόμοι που διέπουν δε τις κατ' ιδίαν διοικητικές συμβάσεις καθορίζουν, ειδικότερα, τις πράξεις δια των οποίων συντελείται εις εκάστην περίπτωσιν η κατακύρωσις της δημοπρασίας, επερχόμενη άλλοτε μεν δια της εγκρίσεως των πρακτικών της δημοπρασίας, υπό της αρμοδίας προς τούτο Αρχής άλλοτε δε δια της κοινοποιήσεως ή ανακοινώσεως της εν λόγω εγκριτικής πράξεως εις τον αναδειχθέντα τελευταίον πλειοδότη ή μειοδότη. Η σύνταξη συνεπώς του περί της συνάψεως της συμβάσεως εγγράφου, δεν έχει συστατικό χαρακτήρα, αλλά αποτελεί απλώς την πρώτην πράξη εκτελέσεως της ήδη δια της κατακυρώσεως της δημοπρασίας συσταθείσης ενοχικής σχέσεως.

 

Εν προκειμένω, δια της κατά τα ανωτέρω υπό του Κεντρικού Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας γενομένης εγκρίσεως του αποτελέσματος του διεξαχθέντος ως άνω διαγωνισμού, αποτελούσης δήλωση βουλήσεως του δημοπρατούντος περί της εκ μέρους τούτου αποδοχής της προτάσεως(προσφοράς)του αναδειχθέντος πλειοδότη, γνωστοποιηθείσης μάλιστα σε αυτό δια του ρηθέντος εγγράφου του Διοικητού του Οργανισμού Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας, τελείωσε η περί ης πρόκειται σύμβασις, ανεξαρτήτως της μη υπογραφής του οικείου συμβολαίου, τα έγγραφα δε ταύτα εκδοθέντα υπό οργάνων του περί ου πρόκειται νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, εξομοιουμένων κατ' άρθρο 1 παράγραφος 3 του νόμου [Ν] 1811/1951 προς δημοσίου υπάλληλους, εντός των ορίων των καθηκόντων των και κατά τον νομίμως απαιτούμενο τύπο, αποτελούν δημόσια τοιαύτα, που αποδεικνύουν την εκ μέρους του κυρίου ακινήτου ανάληψη υποχρεώσεων προς τρίτους συναπτόμενων προς το προηγούμενον νομοθετικό καθεστώς, όπερ και θα έδει να τύχη εν προκειμένω εφαρμογής επ' αμφοτέρων των ως είρηται οικοπέδων του Οργανισμού Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας.

 

Ο Εισηγητής Πάρεδρος.

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.