Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 857/86

ΝΣΚ 857/1986


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Νομικό Συμβούλιο του Κράτους 857/1986 (10-11-1986)

 

Σχετικά με το υπ' αριθμόν 69469/12679/1986 έγγραφο ερώτημά σας, η γνώμη μας είναι η ακόλουθη.

 

Ι. Κατά το άρθρο 19 του νόμου 1337/1983:

 

{1. Τα πρόστιμα των άρθρων 119 και επόμενα του νομοθετικού διατάγματος 8/1973, που έχουν επιβληθεί. μέχρι σήμερα και δεν έχουν καταβληθεί στο σύνολό τους από τους υπόχρεους, αναπροσδιορίζονται βάσει των συντελεστών που θα ισχύουν και για τις ειδικές εισφορές αυθαιρέτων που θα επιβληθούν στο μέλλον, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 18. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται τιμή μονάδας του όγκου του κτιρίου που έχει εφαρμοστεί κατά το χρόνο της αρχικής επιβολής του προστίμου. Τυχόν καταβληθέντα επί πλέον ποσά δεν επιστρέφονται.

 

2. Η διαδικασία αναπροσδιορισμού των προστίμων που γίνεται με αίτηση του ενδιαφερομένου και κάθε σχετική λεπτομέρεια κανονίζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος.}

 

Σε εκτέλεση του άρθρου αυτού εκδόθηκε η υπ' αριθμόν Γ42733/1616/1983 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, που καθόρισε τον τρόπον αναπροσδιορισμού των ως άνω προστίμων, ειδικά δε στη παράγραφο 15 διέλαβε ότι:

 

{Το κατά την παρούσα απόφαση αναπροσδιοριζόμενο πρόστιμο αυθαιρέτου όσο και εκείνο, που έχει επιβληθεί με τις διατάξεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1973 και έχει πλήρως εξοφληθεί χωρίς να αναπροσδιοριστεί σύμφωνα με την απόφαση αυτή, συμψηφίζεται με την ειδική εισφορά του άρθρου 18 του νόμου 1337/1983. Τυχόν καταβληθέντα επί πλέον ποσά δεν επιστρέφονται.}

 

Περαιτέρω στο άρθρο 8 παράγραφος 8 εδάφιο 5 του επακολουθήσαντος νόμου 1512/1985 ορίζεται ότι:

 

{Ειδικά τα αυθαίρετα κτίσματα ή κατασκευές που βρίσκονται εντός εγκεκριμένων ρυμοτομικών σχεδίων ή εντός ορίων οικισμών πριν από το 1923, που έχουν ανεγερθεί μέχρι τις 31-01-1983 και που δεν έχουν δηλωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του παρόντος νόμου, εάν δεν αντιβαίνουν στους όρους και περιορισμούς δόμησης της περιοχής που βρίσκονται, μπορεί να εξαιρούνται από την υποχρεωτική κατεδάφιση, επιφυλασσομένων των διατάξεων των παραγραφών 2 και 3 του άρθρου 15. Η εξαίρεση από την κατεδάφιση γίνεται με απόφαση του νομάρχη με τη διαδικασία και μετά από σύμφωνη γνώμη της επιτροπής που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του άρθρου αυτού. Με απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος καθορίζονται ο τρόπος, η διαδικασία, τα δικαιολογητικά για την έκδοση της οικοδομικής άδειας για τα κτίσματα αυτά, η καταβολή ειδικής εισφοράς, το ύφος της οποίας μπορεί να είναι διαφορετικό από τα οριζόμενα στο άρθρο 18 του νόμου 1337/1983, ο τρόπος καταβολής της και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.}

 

Σε εκτέλεση του άρθρου αυτού εκδόθηκε η υπ' αριθμόν 23187/3627/1985 απόφαση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος (ΦΕΚ 172/Β/1985) που καθόρισε το ποσό της παραπάνω ειδικής εισφοράς. Εξάλλου το άρθρο 22 παράγραφος 3 του νόμου 1577/1985 (Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός 1985) ορίζει ότι:

 

{Σε περίπτωση αυθαίρετης, κατά το προηγούμενο εδάφιο, κατασκευής, η οποία όμως δεν παραβιάζει τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο του ελέγχου της από την πολεοδομική υπηρεσία, ειδοποιούνται εγγράφως οι υπόχρεοι για την καταβολή του προστίμου που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 17 του νόμου 1337/1983, όπως συμπληρώθηκε με την παράγραφο 10 του άρθρου 8 του νόμου 1512/1985, να μεριμνήσουν ώστε να υποβληθούν τα απαραίτητα στοιχεία και δικαιολογητικά σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις για να εκδοθεί ή αναθεωρηθεί τυχόν υφιστάμενη οικοδομική άδεια, μέσα σε δύο μήνες από τη λήψη της ειδοποίησης. Αν η προθεσμία αυτή παρέλθει άπρακτη, η κατασκευή υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 17 του νόμου 1337/1983, όπως ισχύει. Αν η άδεια εκδοθεί ή αναθεωρηθεί μέσα στην παραπάνω προθεσμία, επιβάλλονται μόνο τα πρόστιμα που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 17 του νόμου 1337/1983 όπως ισχύει. Στην τελευταία αυτή περίπτωση το πρόστιμο διατήρησης επιβάλλεται για το διάστημα από τότε που κατά την κρίση της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας άρχισε η ανέγερση κατασκευής έως την έκδοση ή αναθεώρηση της οικοδομικής άδειας.}

 

ΙΙ. Το άρθρο 19 του νόμου 1337/1983 ρυθμίζει αυτοτελώς και ανεξάρτητα από τη διαδικασία του νόμου για την εξαίρεση από τη κατεδάφιση των παλαιών αυθαιρέτων τον αναπροσδιορισμό των προστίμων που είχαν επιβληθεί προ του Νόμου αυτού κατά τις διατάξεις των άρθρων 119 και επόμενα του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1973. Όπως δε προκύπτει και από την εισηγητική έκθεση του Νόμου, ο αναπροσδιορισμός αυτός θεσπίζεται, για τη μείωση των προστίμων αυτών που ήταν πολύ μεγάλα, αφού έφθαναν μέχρι του δεκαπλασίου της αξίας του αυθαιρέτου, αλλά και για να ληφθούν υπόψη κατά τον επαναπροσδιορισμό τα κοινωνικά και άλλα κριτήρια που προβλέπονται από το άρθρο 18 παράγραφος 1 του ίδιου νόμου. Ούτε από το άρθρο 19 του νόμου 1337/1983 και την εισηγητική έκθεση του Νόμου σχετικά με αυτό, ούτε από τα άρθρα 15 έως 18 του ίδιου νόμου προκύπτει ότι το ως άνω πρόστιμο του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1973 που αναπροσδιορίζεται με το άρθρο τούτο και πολύ περισσότερο το εν όλω καταβληθέν πρόστιμο του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1973, που δεν αναπροσδιορίζεται, συμψηφίζεται με την ειδική εισφορά αυθαιρέτου, που προβλέπεται από το άρθρο 18 εφόσον τα ακίνητα αυτά θα δηλώνονταν κατά το άρθρο 15 του ίδιου Νόμου. Μάλιστα από το τελευταίο εδάφιο της πρώτης παραγράφου του άρθρου 19, κατά την οποία αν τα καταβληθέντα ποσά προστίμου είναι μεγαλύτερα από τα αναπροσδιορισθέντα δεν επιστρέφεται η επί πλέον διαφορά, προκύπτει ότι αυτό αντιμετωπίζει μόνο τον συσχετισμό του καταβληθέντος προστίμου προς τον αναπροσδιορισμένο, χωρίς καμία αναφορά προς την ειδική εισφορά που προβλέπεται από το άρθρο 18. Άλλωστε μεταξύ του ως άνω προστίμου του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1973 και της παραπάνω ειδικής εισφοράς υπάρχει όχι μόνον φραστική αλλά και ουσιαστική διαφορά, αφού το μεν πρόστιμο αποτελεί διοικητική κύρωση που σκοπεί να πλήξει τον διοικούμενο για τη παράνομη συμπεριφορά του, ήτοι την αυθαίρετη δόμηση, παράλληλα με την κατεδάφιση του αυθαιρέτου, ενώ η ειδική εισφορά δεν έχει κυρωτικό χαρακτήρα, αλλά αποτελεί χρηματική παροχή του διοικουμένου, που τίθεται σαν προϋπόθεση για την εξαίρεση από την κατεδάφιση του αυθαιρέτου. Και ορίζεται μεν στη παράγραφο 15 της παραπάνω υπ' αριθμόν Γ42733/1646/1983 κοινής υπουργικής απόφασης που εκδόθηκε σε εκτέλεση του άρθρου 19 του νόμου 1337/1983, ότι τα αναπροσδιοριζόμενα πρόστιμα αυθαιρέτου του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1973, ακόμη δε και εκείνα που έχουν εξοφληθεί πλήρως και δεν έχουν αναπροσδιοριστεί, συμψηφίζονται με την ειδική εισφορά του άρθρου 18 του ίδιου Νόμου, πλην όμως από καμιά διάταξη του Νόμου αυτού δεν προκύπτει ότι παρασχέθηκε αρμοδιότητα στη νομοθετούσα διοίκηση να ορίσει τον συμψηφισμό αυτόν, ενώ εξάλλου το άρθρο 19 του Νόμου αυτού, σε εκτέλεση του οποίου φέρεται εκδοθείσα η πιο πάνω υπουργική απόφαση, παρέχει στη Διοίκηση εξουσιοδότηση να καθορίσει τη διαδικασία του αναπροσδιορισμού και κάθε σχετική λεπτομέρεια και όχι να θεσπίσει τον παραπάνω συμψηφισμό του προστίμου με την ειδική εισφορά. Έτσι η παραπάνω κανονιστική Υπουργική απόφαση ως προς τις περί του ως άνω συμψηφισμού διατάζεις της στερείται νομοθετικής εξουσιοδότησης και είναι κατά τη γνώμη μας ανίσχυρη.

 

Με την εκδοχή λοιπόν, ότι δεν είναι σύμφωνος με τον νόμο ο ως άνω συμψηφισμός προστίμου με την ειδική εισφορά, ζήτημα συμψηφισμού του προστίμου με την ειδική εισφορά που προβλέπεται από το άρθρο 8 παράγραφος 8 εδάφιο 5 του νόμου 1512/1985 δεν τίθεται, αφού τέτοιος συμψηφισμός δεν θεσπίζεται από το νόμο. Με την αντίθετη εκδοχή της νομιμότητας του παραπάνω συμψηφισμού, φρονούμε ότι αυτός θα πρέπει να ισχύει αναλογικά για την ταυτότητα του νομικού λόγου, και μεταξύ του προστίμου του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1973 και της ειδικής εισφοράς του ως άνω άρθρου 8 παράγραφος 8 εδάφιο 5 του νόμου 1512/1985, αφού και η τελευταία αυτή ειδική εισφορά επιτελεί την ίδια περίπου λειτουργία με την εισφορά του άρθρου 18 παράγραφος 1 του νόμου 1337/1983 ήτοι προβλέπεται για να εξαιρεθούν από τη κατεδάφιση αυθαίρετα κτίσματα ανεγερθέντα πριν από την 31-01-1983. Σε περίπτωση βεβαίως που το καταβληθέν πρόστιμο είναι μεγαλύτερο από την ειδική εισφορά του άρθρου 8 παράγραφος 8 εδάφιο 5 του νόμου 1512/1985, το επί πλέον καταβληθέν ποσόν δεν επιστρέφεται,.

 

III. Καθόσον αφορά τον συμψηφισμό του προστίμου που επιβλήθηκε κατά τις διατάξεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1973 με τα πρόστιμα που προβλέπονται από το άρθρο 22 παράγραφος 3 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985 (πρόστιμο ανέγερσης και πρόστιμο διατήρησης), παρατηρούμε ότι η Διεύθυνσή μας με την υπ' αριθμόν 557/1986 γνωμοδότησή της, δέχτηκε, σύμφωνα με τα αναφερόμενα σ' αυτή, ότι το τελευταίο αυτό άρθρο αφορά σε αυθαίρετα που ανεγέρθησαν μετά την 31-01-1983 και κατά τον χρόνο του ελέγχου τους δεν παραβιάζουν τις πολεοδομικές διατάζεις και ότι συνεπώς θέμα συμψηφισμού των προστίμων του άρθρου τούτου με τα πρόστιμα του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1973 δεν υφίσταται, αφού για τα αυθαίρετα αυτά δεν επιβάλλεται πρόστιμο κατά τον Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό 1973. Οπωσδήποτε, αν δεν ήθελε γίνει δεκτό τούτο, ήτοι αν δεχθείτε ότι το άρθρο 22 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1973 καταλαμβάνει και τα προ της 31-01-1983 αυθαίρετα με οποιαδήποτε νομική θεμελίωση, φρονούμε ότι θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν κατά τον Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό 1973 θα πρέπει να συμψηφισθούν με το πρόστιμο ανέγερσης που προβλέπεται από τη παράγραφο 2 του άρθρου 17 του νόμου 1337/1983, χωρίς βεβαίως επιστροφή του τυχόν επί πλέον καταβληθέντος, δοθέντος ότι και τα δύο αυτά πρόστιμα επιτελούν την ίδια λειτουργία, ήτοι είναι διοικητικές ποινές που επιβάλλουν κυρώσεις σε βάρος του διοικουμένου για την παράνομη συμπεριφορά του (αυθαίρετη δόμηση), δεν είναι δε προφανώς μέσα στις προθέσεις του νομοθέτη η επιβολή σε βάρος του διοικουμένου δύο προστίμων για την ανέγερση του ίδιου αυθαιρέτου κτίσματος. Καθόσον όμως αφορά το πρόστιμο διατήρησης του αυθαιρέτου, το οποίο επιβάλλεται για την μετά την ανέγερση του αυθαιρέτου διατήρηση αυτού και συνεπώς έχει διάφορο σκοπό και δικαιολογική βάση από το πρόστιμο ανέγερσης, φρονούμε ότι δεν χωρεί ο ως άνω συμψηφισμός.

 

Ο Νομικός Σύμβουλος Διοίκησης

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.