Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 1770/11

ΣτΕ 1770/2011


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 1770/2011

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Τμήμα Ε

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 21-05-2008, με την εξής σύνθεση: Π. Ν. Φλώρος, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Αγγελική Θεοφιλοπούλου, Ιωάννης Μαντζουράνης, Σύμβουλοι, Χρήστος Ντουχάνης, Χρήστος Λιάκουρας, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Σγουρέλλη.

 

Για να δικάσει την από 14-06-2006 αίτηση:

 

των: 1) __________, το γένος __________, κατοίκου Παλαιού Φαλήρου (__________) και

2) __________, το γένος __________, κατοίκου Αθηνών (__________),

 

οι οποίες παρέστησαν με τον δικηγόρο Αντώνιο Χρόνη (Αριθμός Μητρώου 3488), που τον διόρισαν στο ακροατήριο,

 

κατά του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ο οποίος παρέστη με τον Κ. Βαρδακαστάνη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

 

και κατά των παρεμβαινόντων:

 

1) Ιερού Ναού Αγίου Ελευθερίου Αχαρνών,

2) __________, κατοίκου Αθηνών (__________),

3) __________, κατοίκου Αθηνών (__________),

4) __________, κατοίκου Αθηνών (__________),

5) __________,

6) __________, κατοίκων Αθηνών (__________),

 

οι οποίοι παρέστησαν με την δικηγόρο Ολυμπία Παναγιωτοπούλου (Αριθμός Μητρώου 12848), που την διόρισαν στο ακροατήριο και

 

7) Δήμου Αθηναίων, ο οποίος παρέστη με την δικηγόρο Μ. Κωστούλα (Αριθμός Μητρώου 6422), που την διόρισε με πράξη της Δημαρχιακής της Επιτροπής.

 

Με την αίτηση αυτή οι αιτούσες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ' αριθμόν 15264/2006 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ 324/Δ/2006).

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Ιωάννη Μαντζουράνη.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτουσών, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τις πληρεξούσιες των παρεμβαινόντων και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (Α' 1379290, 1034424/2006 ειδικά γραμμάτια παραβόλου), ζητείται η ακύρωση της 15264/2006 αποφάσεως του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ 324/Δ/2006), με την οποία εγκρίθηκε η τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου του Δήμου Αθηναίων στο οικοδομικό τετράγωνο 60, περιοχής 95, με τον καθορισμό κοινοχρήστου χώρου και πεζοδρόμων.

 

2. Επειδή, οι αιτούσες, φερόμενες ως ιδιοκτήτριες απαλλοτριωμένου με την προσβαλλόμενη πράξη ακινήτου, με έννομο συμφέρον και εν γένει παραδεκτώς ασκούν την κρινόμενη αίτηση.

 

3. Επειδή, υπέρ του κύρους της προσβαλλομένης παρεμβαίνει ο Δήμος Αθηναίων με προφανές έννομο συμφέρον. Επίσης με έννομο συμφέρον παρεμβαίνουν με κοινό δικόγραφο ο Ιερός Ναός Αγίου Ελευθερίου Αχαρνών (νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου), με πρωτοβουλία του οποίου ξεκίνησε η διαδικασία της επίδικης τροποποιήσεως του σχεδίου σε περιοχή κειμένη έναντι του ιερού ναού, καθώς και περίοικοι κάτοικοι Αθηνών.

 

4. Επειδή, κατά την έννοια των διατάξεων περί σχεδίου πόλεως (άρθρα 1 έως 3 και 70 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος (ΦΕΚ 228/Α/1923)) και των άρθρων 19 παράγραφος 3 και 21 παράγραφος 2 του από 03-04-1929 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 155/Α/1929), που διατηρήθηκαν σε ισχύ με το άρθρο 31 παράγραφος 3 του ισχύοντος Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (νόμος 1577/1985 (ΦΕΚ 210/Α/1985)), καθώς και του άρθρου 29 παράγραφος 4 περίπτωση α' του νόμου 2831/2000 (ΦΕΚ 140/Α/2000), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 παράγραφος 1 του νόμου 3044/2002 (ΦΕΚ 197/Α/2002), ερμηνευόμενων υπό το φως των επιταγών του άρθρου 24 παράγραφος 2 του Συντάγματος που αποβλέπουν στη λειτουργικότητα των οικισμών και την εξασφάλιση των καλύτερων δυνατών όρων διαβίωσης των κατοίκων, η τροποποίηση σχεδίου πόλεως πρέπει να αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση των αναγκών της πόλης από άποψη υγιεινής, ασφαλείας, οικονομίας και αισθητικής και στην αρτιότερη διαρρύθμισή της, στην οποία συμβάλλει προεχόντως η δημιουργία και επαύξηση κοινοχρήστων χώρων. Ειδικότερα, οι χώροι πρασίνου αποτελούν βασικό στοιχείο του πολεοδομικού σχεδιασμού, η δε πρόβλεψη και διαμόρφωσή τους, καθώς και η έκταση, το εύρος και η διάταξή τους συνιστούν ουσιώδη και καθοριστικό παράγοντα για τη θεραπεία των κοινών αναγκών, της λειτουργικότητας, της αισθητικής και της εν γένει φυσιογνωμίας των πόλεων και, κατ' ακολουθίαν, η διατήρηση των χώρων αυτών έχει πρωταρχική σημασία για την προστασία του αστικού περιβάλλοντος (βλέπε ΣτΕ 3117/2004, 2980/2005).

 

Σύμφωνα με τις ίδιες ως άνω διατάξεις, οι τροποποιήσεις ρυμοτομικών σχεδίων επιβάλλεται να αιτιολογούνται με βάση πολεοδομικά κριτήρια, η αιτιολογία όμως αυτή, η οποία πρέπει να είναι ειδικότερη επί εντοπισμένης τροποποιήσεως, μπορεί να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου (ΣτΕ 3117/2004). Αν κατά τη διοικητική διαδικασία υποβληθούν ενστάσεις των ενδιαφερομένων με ειδικούς ισχυρισμούς, αναγόμενους στη μη συνδρομή των νομίμων κριτηρίων, η αιτιολογία, δυναμένη να συμπληρώνεται και από τα στοιχεία του φακέλου, πρέπει να περιέχει ειδική απάντηση στους ισχυρισμούς αυτούς (ΣτΕ 1512/2003, 2858/2001, 4883/1997, 3477/1997, 4770/1995). Εξ άλλου, στα πλαίσια των ανωτέρω νομίμων πολεοδομικών κριτηρίων, μπορεί να λαμβάνονται επιβοηθητικά υπ' όψιν ιδιωτικά δίκαια και συμφέροντα, εφ' όσον η θεραπεία τους εναρμονίζεται με το δημόσιο συμφέρον, χωρίς όμως να μπορούν να αποτελέσουν αποκλειστικό έρεισμα ρυμοτομικής ρυθμίσεως (ΣτΕ 3117/2004).

 

5. Επειδή, εν προκειμένω από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής:

 

Με το υπ' αριθμόν 33099/1988 συμβόλαιο, ο παρεμβαίνων Δήμος αγόρασε από την ανώνυμη εταιρεία Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος έκταση 4.798 m2, μετά των επ' αυτής κτισμάτων που βρισκόταν στην οδό Αχαρνών 373 στο οικοδομικό τετράγωνο 60 της περιοχής 95. Η αποκτηθείσα ως άνω έκταση χαρακτηρίστηκε ως χώρος αθλητικών εγκαταστάσεων (κοινωφελής) με την υπ' αριθμόν 648/1989 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Αθηναίων (ΦΕΚ 454/Δ/1989), όμως διαμορφώθηκε και δόθηκε στην κοινή χρήση ως χώρος κοινόχρηστος (πλατεία με παρτέρια, παγκάκια και φύτευση).

 

Με την υπ' αριθμόν 1608/1997 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του παρεμβαίνοντος Δήμου προτάθηκε ο χαρακτηρισμός εκτάσεως 800 m2 στο ίδιο ως άνω οικοδομικό τετράγωνο ως κοινόχρηστος χώρος, της εκτάσεως όμως αυτής και του ήδη διαμορφωθέντος κοινοχρήστου χώρου παρεμβαλλόταν οικοδομήσιμος χώρος που ανήκε στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος και ο οποίος δεν περιλήφθηκε στην τροποποίηση. Στην από 31-03-1997 έκθεση της Διεύθυνσης Σχεδίου Πόλεως του Δήμου Αθηναίων, η οποία έγινε δεκτή με την προαναφερθείσα απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, διαπιστώνεται ότι η ευρύτερη περιοχή είναι από τις πλέον πυκνοδομημένες και πυκνοκατοικημένες με μεγάλους κυκλοφοριακούς φόρτους και απουσία επαρκών κοινόχρηστων χώρων και εκτιμάται ότι αν αυτός ο χώρος μετατραπεί σε κοινόχρηστο και ενοποιηθεί με τον ήδη υπάρχοντα, θα αναβαθμιστεί η περιοχή και θα καταστεί πιο λειτουργικός ο κοινόχρηστος χώρος.

 

Με την από 02-10-2000 εισήγησή της προς το Κεντρικό Συμβούλιο Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, η οποία έγινε αποδεκτή από το όργανο αυτό, το Α' Τμήμα της Διεύθυνσης Πολεοδομικού Σχεδιασμού εισηγήθηκε την αναμόρφωση της πρότασης με το χαρακτηρισμό ως κοινοχρήστου και του παρεμβαλλόμενου χώρου, ιδιοκτησίας της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, ώστε να εξασφαλίζεται η απαραίτητη πολεοδομική και λειτουργική σύνδεση του προτεινόμενου κοινόχρηστου χώρου με τον ήδη υπάρχοντα, επεστράφη δε ο φάκελος στο Δήμο για να επιφέρει τις απαραίτητες τροποποιήσεις.

 

Με την υπ' αριθμόν 777/2000 απόφασή του το Δημοτικό Συμβούλιο του παρεμβαίνοντος Δήμου, γνωμοδότησε υπέρ του χαρακτηρισμού ως κοινοχρήστου και του ενδιάμεσου χώρου ιδιοκτησίας της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, αποδεχόμενο την από 05-04-2000 εισήγηση της Διεύθυνσης Σχεδίου Πόλεως. Κατά της αποφάσεως αυτής η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος και οι αιτούσες άσκησαν ενστάσεις, οι οποίες απερρίφθησαν με την υπ' αριθμόν 2483/2000 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, κατ' αποδοχή της από 02-11-2000 σχετικής εισηγήσεως της Διεύθυνσης Σχεδίου Πόλεως, στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι τα δύο ακίνητα εξαιρέθηκαν από την αρχική τροποποίηση του έτους 1989 διότι ο χώρος ήταν επαρκής με τα δεδομένα που ίσχυαν κατά το χρόνο εκείνο, ενώ πλέον τα δεδομένα έχουν αλλάξει αφού η περιοχή έχει εξελιχθεί στις πλέον πυκνοκατοικημένες και πυκνοδομημένες του Δήμου και η περαιτέρω διεύρυνση του πνεύμονα πρασίνου θα αναβαθμίσει την ποιότητα ζωής.

 

Με την από 04-11-2002 εισήγησή της η Διεύθυνση Πολεοδομικού Σχεδιασμού έκανε εν μέρει δεκτές τις ενστάσεις της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος και των αιτουσών και πρότεινε μέρος της έκτασης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος να χρησιμοποιηθεί για την ανέγερση του καταστήματός της και το λοιπό μέρος να διαμορφωθεί ως ακάλυπτος χώρος και να δοθεί στην κοινή χρήση, μειώνοντας έτσι τον κοινόχρηστο χώρο που πρότεινε ο Δήμος Αθηναίων κατόπιν συνεκτιμήσεως της οικονομικής αδυναμίας του Δήμου να απαλλοτριώσει το χώρο. Κατόπιν της προτάσεως αυτής έκρινε ότι παρέλκει η εξέταση των αιτημάτων του Δήμου και του Ιερού Ναού Αγίου Ελευθερίου για την καταβολή των αποζημιώσεων από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων.

 

Το Συμβούλιο Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος δεν υιοθέτησε την εισήγηση της ως άνω Διεύθυνσης, αλλά γνωμοδότησε υπέρ της επιστροφής του φακέλου στο Δήμο προκειμένου να διερευνηθεί η δυνατότητα κάλυψης της δαπάνης αποζημίωσης των απαλλοτριώσεων. Ακολούθως, με το με αριθμό πρωτοκόλλου 23343/2004 έγγραφο προς το Δήμο Αθηναίων η Διεύθυνση Πολεοδομικού Σχεδιασμού ζήτησε την επικαιροποίηση της πρότασης τροποποίησης με συμπλήρωσή της με στοιχεία που να τεκμηριώνουν τη δυνατότητα κάλυψης της δαπάνης των ρυμοτομικών απαλλοτριώσεων. Ο Δήμος Αθηναίων με την υπ' αριθμόν 3845/2004 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ενέμεινε στην πρόταση τροποποίησης, όπως την είχε υποβάλει δια της υπ' αριθμόν 777/2000 απόφασής του.

 

Κατόπιν, με την υπ' αριθμόν 3255/2005 απόφασή του συμπλήρωσε τα στοιχεία περί οικονομικής κάλυψης της δαπάνης που είχαν ζητηθεί με το με αριθμό πρωτοκόλλου 28766410/2005 έγγραφο της Διεύθυνσης Πολεοδομικού Σχεδιασμού. Ειδικότερα, ενέγραψε στον προϋπολογισμό του κονδύλιο ύψους 1.400.000 ευρώ για την καταβολή των απαραίτητων αποζημιώσεων. Τέλος, με την υπ' αριθμό 289/36η συνεδρία/2005 γνωμοδότησή του το Συμβούλιο Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, κατ' αποδοχή της από 16-12-2005 εισηγήσεως της Διεύθυνσης Πολεοδομικού Σχεδιασμού, πρότεινε την έγκριση της τροποποίησης, εκδόθηκε δε τελικώς η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση, με την οποία αποφασίζεται η μετατροπή του χώρου που εμφαίνεται στο σχετικό διάγραμμα ως κοινόχρηστου.

 

6. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πάσχει διότι επελέγη η επαχθέστερη για την ιδιοκτησία των αιτουσών ρύθμιση, καθώς:

 

α) Σύμφωνα με το ισχύον ρυμοτομικό σχέδιο η περιοχή όπου κείται το οικοδομικό τετράγωνο 60 είναι οικοδομήσιμη και έχει ήδη οικοδομηθεί από πολλών ετών.

 

β) Εντός του οικοδομικού τετραγώνου 60 υπάρχει ήδη κοινόχρηστος χώρος πρασίνου και αθλητικές εγκαταστάσεις και απέναντι ακριβώς βρίσκεται το οικοδομικό τετράγωνο 48, το οποίο καταλαμβάνεται εξ ολοκλήρου από τον Ιερό Ναό Αγίου Ελευθερίου και περιβάλλοντα χώρο πρασίνου.

 

γ) Εντός του οικοδομικού τετραγώνου 44, το οποίο κείται διαγωνίως απέναντι από το επίμαχο οικοδομικό τετράγωνο υπάρχει διαθέσιμος χώρος 2.500 m2, μέρος του οποίου έχει ήδη χαρακτηρισθεί ως παιδικός σταθμός.

 

δ) Το ήμισυ του οικοδομικού τετραγώνου 43, το οποίο βρίσκεται στην ίδια περιοχή 95 και απέχει ένα τετράγωνο από το οικοδομικό τετράγωνο 60, είναι ήδη διαμορφωμένη πλατεία και το υπόλοιπο της έκτασης, 1.500 m2, είναι διαθέσιμο για οποιαδήποτε χρήση.

 

ε) Υπάρχει διαθέσιμος χώρος τουλάχιστον 3.000 m2 στην περιοχή του Ποδονίφτη, που απέχει 240 m από το ακίνητο των αιτουσών, και ότι είναι ακυρωτέα λόγω παντελούς ελλείψεως αιτιολογίας, η οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση έπρεπε να είναι εμπεριστατωμένη λόγω της ενστάσεως και της ιδιομορφίας της περίπτωσης.

 

Οι λόγοι αυτοί είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, καθ' όσον, όπως προκύπτει από τα προπαρατιθέμενα στοιχεία του φακέλου, η επίδικη τροποποίηση αιτιολογείται νομίμως, διότι από τις γνωμοδοτήσεις του Δημοτικού Συμβουλίου και του Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, οι οποίες εκτίμησαν και απέρριψαν και τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν με την ένσταση των αιτουσών, προκύπτουν πλήρως οι πολεοδομικοί λόγοι που υπαγορεύουν τη ρύθμιση και συνίστανται στην ανάγκη αυξήσεως των κοινοχρήστων χώρων, που επιτυγχάνεται με τη διεύρυνση του ήδη υπάρχοντος κοινόχρηστου χώρου σε περιοχή του Δήμου που εμφανίζει ιδιαίτερη οικιστική επιβάρυνση (παράβαλε ΣτΕ 2858/2001).

 

Εξ άλλου, η δημιουργία ευρέων κοινοχρήστων χώρων σε αντίθεση με το χαρακτηρισμό πολλών, μικρών σε διαφορετικά σημεία συμβάλλει στην αρτιότερη πολεοδομική διαρρύθμιση της περιοχής, σύμφωνα και με την κρίση της Διοίκησης, από της απόψεως δε αυτής η έκταση της αιτούσας εμφανίζεται ως η πλέον κατάλληλη λόγω της θέσεώς της για τη επιχειρούμενη διεύρυνση του ήδη υφιστάμενου κοινόχρηστου χώρου (βλέπε ΣτΕ 1512/2003, 2980/2005). Συνεπώς δεν απαιτείτο ειδικότερη αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης ως προς το ότι δεν ερευνήθηκε και αποκλείστηκε η δυνατότητα επιβάρυνσης άλλων ιδιοκτησιών, εν όψει και του ότι ουδείς συγκεκριμένος και τεκμηριωμένος λόγος περί της καταλληλότητας άλλων όμορων εκτάσεων προβλήθηκε με την ένστασή τους κατά τη διαδικασία έκδοσης της προσβαλλόμενης (παράβαλε ΣτΕ 3477/1997, 1800/1990).

 

Οι δε το πρώτον ενώπιον του Δικαστηρίου προβαλλόμενοι ισχυρισμοί περί της καταλληλότητας άλλων οικοδομικών τετραγώνων είναι απορριπτέοι προεχόντως ως απαράδεκτοι, για το λόγο αυτό (παράβαλε ΣτΕ 1512/2003), αλλά και ως αβάσιμοι, καθ' όσον δεν αναφέρονται σε όμορες εκτάσεις του αυτού οικοδομικού τετραγώνου, ο χαρακτηρισμός των οποίων θα οδηγούσε στην επέκταση του υπάρχοντος κοινόχρηστου χώρου.

 

Εξ άλλου, η αντίθετη γνωμοδότηση του Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος και η αντίστοιχη εισήγηση της Διεύθυνσης Πολεοδομικού Σχεδιασμού του έτους 2000, αναφέρονται στην πρώτη πρόταση του Δήμου Αθηναίων, στην οποία δεν περιλαμβανόταν στο χαρακτηρισμό η παρεμβληθείσα ανάμεσα στην ιδιοκτησία των αιτουσών και τον ήδη υπάρχοντα κοινόχρηστο χώρο έκταση της Εθνικής Τράπεζας, η δε απόρριψη της πρότασης έγινε διότι διασπούσε τον κοινόχρηστο χώρο με παρεμβολή οικοδομήσιμου χώρου, ήδη δε με την προσβαλλόμενη και η έκταση της Εθνικής Τράπεζας χαρακτηρίζεται ως κοινόχρηστος, ενώ η αντίθετη γνωμοδότηση του Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος έτους 2002, επέστρεψε το φάκελο στο Δήμο προς συμπλήρωση των στοιχείων που αφορούν την οικονομική κάλυψη της δαπάνης. Περαιτέρω, ορθώς δεν εγκρίθηκε η από 2002 πρόταση της Διεύθυνσης Πολεοδομικού Σχεδιασμού που επέτρεπε την ανέγερση του καταστήματος της Εθνικής Τράπεζας με δραστική μείωση του κοινόχρηστου χώρου που ζητήθηκε από το Δήμο Αθηναίων, διότι δεν έγινε με πολεοδομικά κριτήρια, αλλά στηρίχθηκε στην οικονομική αδυναμία του Δήμου να καλύψει τη δαπάνη για όλη την έκταση.

 

7. Επειδή, προβάλλεται περαιτέρω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει το άρθρο 17 του Συντάγματος, καθώς συνεπάγεται την απαλλοτρίωση της ιδιοκτησίας τους χωρίς να έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό του παρεμβαίνοντος Δήμου τα απαιτούμενα για την απαλλοτρίωση κονδύλια που να ανταποκρίνονται στην εμπορική - πραγματική αξία του ακινήτου τους.

 

Κατά το άρθρο 17 παράγραφος 2 του Συντάγματος, όπως αυτό αναθεωρηθέν ισχύει (βλέπε Ψήφισμα της 06-04-2001 της Ζ' Αναθεωρητικής Βουλής, (ΦΕΚ 8/Α/2001)), στην απόφαση κηρύξεως της απαλλοτριώσεως πρέπει να δικαιολογείται ειδικά η δυνατότητα κάλυψης της δαπάνης αποζημίωσης ...

 

Εξ άλλου, στην παράγραφο 7 του άρθρου 3 του νόμου 2882/2001 (Κώδικας Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων (ΦΕΚ 17/Α/2001)), όπως αυτή προστέθηκε με το εδάφιο γ' του άρθρου 1 του νόμου 2985/2002 (Προσαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων στο Σύνταγμα (ΦΕΚ 18/Α/2002)), ορίζονται τα εξής:

 

{Εφόσον υπόχρεος για την καταβολή της αποζημίωσης είναι το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, απαιτείται βεβαίωση του αρμόδιου για την έκδοση της πράξης οργάνου για το μέγεθος της δαπάνης και τον τρόπο καλύψεως της, με μνεία του αντίστοιχου φορέα και κωδικού αριθμού εξόδου του οικείου προϋπολογισμού από την εγγεγραμμένη πίστωση των οποίων πρόκειται να καλυφθεί η εν λόγω δαπάνη ...}

 

Περαιτέρω, στο άρθρο 29 του ως άνω Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων, με τον τίτλο Διατηρούμενες μεταβατικές και τελικές διατάξεις ορίζονται τα εξής:

 

{1. ...

 

2. ...

 

3. ...

 

4. ...

 

5. Απαλλοτριώσεις προς εφαρμογή σχεδίων πόλεων και ανάπτυξη οικιστικών περιοχών που κηρύχθηκαν οποτεδήποτε μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος Κώδικα, διέπονται, κατά την έκταση που ορίζεται από την παράγραφο 2, από τις διατάξεις του Κώδικα τούτου, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που ορίζονται από τις διατάξεις αυτές.

 

6. ...

 

7. ...

 

8. ...

 

9. Οι αναγκαστικές απαλλοτριώσεις που επιβάλλονται:

 

α) για την εφαρμογή σχεδίων πόλεων και την ανάπτυξη οικιστικών περιοχών ... κηρύσσονται σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις που ισχύουν για τις απαλλοτριώσεις αυτές. Για τα μη ρυθμιζόμενα από τις παραπάνω ειδικές διατάξεις ζητήματα εφαρμόζονται συμπληρωματικώς οι διατάξεις του παρόντος κώδικα.}

 

Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, η κήρυξη απαλλοτριώσεων βάσει της πολεοδομικής νομοθεσίας για τη δημιουργία κοινοχρήστων χώρων δεν υπάγεται στην κατά το άρθρο 17 παράγραφος 2 του ισχύοντος Συντάγματος και το άρθρο 3 παράγραφος 7 του νόμου 2882/2001 υποχρέωση να δικαιολογείται ειδικώς στην απόφαση κηρύξεως της απαλλοτριώσεως η δυνατότητα καλύψεως της δαπάνης που απαιτείται για τη συντέλεσή της, καθ' όσον για την εφαρμογή των πολεοδομικών σχεδίων θεσπίζεται από την νομοθεσία ειδική διοικητική διαδικασία, με βάση την οποία καθορίζεται για ποια έκταση ο θιγόμενος ιδιοκτήτης δικαιούται αποζημιώσεως, ο υπόχρεος για την καταβολή της αποζημιώσεως και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, η αντιστοιχούσα στις ιδιοκτησίες, κατ' επιταγή του άρθρου 24 παράγραφοι 3-5 του Συντάγματος, εισφορά σε γη, δεδομένου ότι από την εισφορά αυτή εξαρτάται το ύψος της τυχόν οφειλόμενης αποζημιώσεως και ο τρόπος εκπληρώσεως της σχετικής υποχρεώσεως (πριν δε τηρηθεί η συνάδουσα προς τη φύση των εν λόγω απαλλοτριώσεων ειδική αυτή διαδικασία, δεν είναι δυνατόν να εξακριβωθεί εάν κατ' αρχήν οφείλεται χρηματική αποζημίωση και, σε καταφατική περίπτωση, ποιος είναι υπόχρεος για την καταβολή της και το πιθανολογούμενο ύψος της (βλέπε και άρθρα 30 και επόμενα του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος (ΦΕΚ 228/Α/1923)), άρθρα 8, 9 και 12 του νόμου 1337/1983 (ΦΕΚ 133/Α/1983)) (βλέπε ΣτΕ 2556/2005 επταμελές, 3117/2004 επταμελές, παράβαλε ΣτΕ 270/2008).

 

Συνεπώς, ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι, κατά τα προαναφερθέντα, η υποχρέωση τεκμηρίωσης της δυνατότητας καλύψεως της δαπάνης των απαλλοτριώσεων που θεσπίζεται με τα άρθρα 17 παράγραφος 2 του Συντάγματος και 3 παράγραφος 7 του νόμου 2882/2001, δεν καταλαμβάνει τις ρυμοτομικές απαλλοτριώσεις.

 

8. Επειδή, προβάλλεται, τέλος, ότι η προσβαλλόμενη είναι ακυρωτέα, διότι βεβαιώνεται στο προοίμιό της ότι μ' αυτήν δεν προκαλείται δαπάνη στον κρατικό προϋπολογισμό, ενώ το αντίθετο συμβαίνει λόγω της υποχρέωσης αποζημιώσεως των απαλλοτριούμενων εκτάσεων. Με τις διατάξεις του άρθρου 29Α του νόμου 1558/1985 (ΦΕΚ 137/Α/1985), όπως προστέθηκε με το άρθρο 27 του νόμου 2081/1992 (ΦΕΚ 154/Α/1992) και όπως ισχύει μετά το άρθρο 1 παράγραφος 2 εδάφιο α' του νόμου 2469/1997 (ΦΕΚ 38/Α/1997) εκδηλώνεται το ενδιαφέρον του νομοθέτη για τη διαχείριση του δημόσιου χρήματος, προκειμένου να αποφεύγεται η έκδοση κανονιστικών πράξεων που συνεπάγονται δαπάνη εάν δεν έχει εγγραφεί σχετική πίστωση στον προϋπολογισμό. Προς το σκοπό αυτό ο νομοθέτης απαίτησε την αναφορά στην πράξη των στοιχείων που αναγράφονται, ειδικότερα, στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 29Α του νόμου 1558/1985 (βλέπε ΣτΕ 3218/2003 Ολομέλεια). Οι διατάξεις, όμως, αυτές δεν εφαρμόζονται επί ατομικών πράξεων, όπως είναι η προσβαλλόμενη κατά το πληττόμενο μέρος της, η οποία προβαίνουσα μόνο στην τροποποίηση του σχεδίου πόλεως είναι γενική ατομική πράξη. Συνεπώς, ο λόγος αυτός ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

 

9. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.

 

Δια ταύτα

 

Απορρίπτει την αίτηση.

 

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.

 

Δέχεται τις παρεμβάσεις.

 

Επιβάλλει στους αιτούντες συμμέτρως τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου εκ 460 €, του παρεμβάντος Δήμου Αθηναίων εξ 640 € και του παρεμβάντος Ιερού Ναού Αγίου Ελευθερίου Αχαρνών και των με το αυτό δικόγραφο παρεμβάντων ιδιωτών εξ 640 €.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 29-05-2008 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 15-06-2011.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.