Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 1786/00

ΣτΕ 1786/2000


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 1786/2000

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Τμήμα Ε'

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 13-10-1999, με την εξής σύνθεση: Κ. Γ. Χαλαζωνίτης, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Ε' Τμήματος, Κ. Μενουδάκος, Ν. Ρόζος, Σύμβουλοι, Ι. Μαντζουράνης, Ελ. Τσούμπα - Δαρζέντα, Πάρεδροι. Γραμματέας η Γ. Σακελλαρίου, Γραμματέας του Ε' Τμήματος.

 

Διά να δικάσει την από 30-03-1998 αίτηση:

 

των: 1) __________, ... 19) Αστικής Εταιρείας με την επωνυμία ΕΞΩΣΤΡΕΦΕΙΣ Αστική μη Κερδοσκοπική Εταιρεία που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Καλλιδρομίου αριθμός 35, οι οποίοι παρέστησαν με την δικηγόρο Ιωάννα Βατσολάκη (αριθμός μητρώου 4791), η οποία νομιμοποιήθηκε με την συνυπογραφή των αιτούντων στο δικόγραφο της αιτήσεως, κατά των:

 

1) Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ο οποίος παρέστη με την Βασιλική Δούσκα και

2) Δήμου Αθηναίων, ο οποίος παρέστη με την δικηγόρο Σταυρούλα Ματαράση - Καλλιαγκοπούλου (αριθμός μητρώου 8510), που την διόρισε με πληρεξούσιο, και κατά των παρεμβαινόντων:

 

1) __________, ..., 4) __________, οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Νικόλαο Αστεριάδη (αριθμός μητρώου 6049), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο.

 

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες ζητούν να ακυρωθούν:

 

1) η υπ' αριθμόν 31/1998 άδεια οικοδομής του Πολεοδομικού Γραφείου του Δήμου Αθηναίων και

2) η υπ' αριθμόν 20755/4185/1997 (ΦΕΚ 677/Δ/1997) απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων περί χαρακτηρισμού ως διατηρητέου και καθορισμός όρων δομήσεως και χρήσεως κτιρίου επί των οδών Εμμανουήλ Μπενάκη 89 και Ερεσού 53.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητού, Συμβούλου, Ν. Ρόζου.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξουσία των αιτούντων, η οποία ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τον πληρεξούσιο των παρεμβαινόντων, την πληρεξουσία του Δήμου και την αντιπρόσωπο του Υπουργού, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου,

 

Είδε τα σχετικά έγγραφα και

 

σκέφθηκε κατά το νόμο

 

1. Επειδή για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως έχουν καταβληθεί τα νόμιμα τέλη (διπλότυπα εισπράξεως 9220305 και 9220306/ 1998 Δ.Ο.Υ. Ενσήμων και Δικαστικών Εισπράξεων Αθηνών) και το παράβολο (ειδικό έντυπο γραμμάτιο 103021/1998).

 

2. Επειδή με την αίτηση αυτή οι αιτούντες ζητούν την ακύρωση:

 

α) της 20755/4185/1997 αποφάσεως του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ 677/Δ/1997) (εντολή του υπογραφομένης από το Γενικό Γραμματέα), καθ' όσον με αυτήν επιτρέπονται αφ' ενόν μεν η προσθήκη κατ' επέκταση κλιμακοστασίου και τριών ορόφων με όψεις από υαλοπέτασμα εν εσοχή σε δύο διατηρητέα κτίρια στην έχουσα χαρακτηρισθεί ως παραδοσιακή περιοχή Εξαρχείων Αθηνών, κείμενα ομόρων οικοπέδων στις οδούς Ερεσού 53 και Εμμανουήλ Μπενάκη 89 (παράγραφος 3), με αποτέλεσμα η κάλυψη να ανέρχεται σε 91% έναντι 70% που ισχύει στην περιοχή, αφ' ετέρου δε χρήσεις κατά παρέκκλιση εκείνων που ισχύουν στην περιοχή και, ειδικότερα, τράπεζας μεν και βιβλιοπωλείου στο ισόγειο των ανωτέρω κτιρίων, γραφείων δε και πολιτιστικών εγκαταστάσεων στους ορόφου (παράγραφος 4)

 

β) της από 12-01-1998 οικοδομικής άδειας του πολεοδομικού γραφείου του Δήμου Αθηναίων, με την οποία επιτράπηκε στον __________ η κατασκευή των προβλεπομένων από την πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση προσθηκών.

 

3. Επειδή κατά την παράγραφο 7 του άρθρου 14 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΦΕΚ 8/Α/1989):

 

{Αν με το ίδιο δικόγραφο προσβάλλονται πράξεις που ανήκουν στην αρμοδιότητα περισσοτέρων Τμημάτων, η υπόθεση εισάγεται στο Τμήμα που είναι αρμόδιο για τη χρονολογικά προηγούμενη πράξη και εκδικάζεται από αυτό ...}

 

Εξ άλλου, η αρμοδιότητα των Τμημάτων κρίνεται από τη φύση της νομοθεσίας κατ' επίκληση της οποίας έχει εκδοθεί η προσβαλλόμενη πράξη (ΣτΕ 1056/1992).

 

4. Επειδή στην προκειμένη περίπτωση η χρονολογικά προηγούμενη από τις προσβαλλόμενες πράξεις εκδόθηκε προεχόντως κατ' επίκληση της διατάξεως της παραγράφου 2 του υπό τον τίτλο Παραδοσιακοί οικισμοί και διατηρητέα κτίρια. Προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος άρθρου 4 του νόμου 1577/1985 (ΦΕΚ 210/Α/1985) (βλέπε παράγραφος 1 του προοιμίου της), δηλαδή διατάξεως υπαγόμενης στη νομοθεσία περί διατηρητέων κτηρίων. Συνεπώς αρμόδιο για την εκδίκαση της κρινομένης αιτήσεως είναι το Ε' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας (περίπτωση β' παράγραφος 8 του άρθρου 14 του προεδρικού διατάγματος 18/1989, όπως προστέθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1968/1991 (ΦΕΚ 150/Α/1991).

 

5. Επειδή οι αιτούντες, οι οποίοι φέρονται ότι κατοικούν κοντά στα προαναφερόμενα κτίρια ή, πάντως, στην περιοχή των Εξαρχείων, παραδεκτώς ομοδικούν, εφ' όσον προβάλλουν κοινούς λόγους ακυρώσεως που στηρίζονται στην αυτή πραγματική και νομική βάση και ασκούν την κρινόμενη αίτηση με προφανές έννομο συμφέρον, εφ' όσον με τις προσβαλλόμενες πράξεις επιτρέπονται προσθήκες σε διατηρητέα κτίρια, μεγαλύτερη κάλυψη και επιπλέον χρήσεις.

 

6. Επειδή το έννομο συμφέρον για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως πρέπει να υφίσταται και κατά το χρονικό σημείο της εκδόσεως της προσβαλλομένης πράξεως (ΣτΕ 4005/1977, 2942/1985 κ.ά.). Συνεπώς εφ' όσον η τελευταία από τους αιτούντες, ήτοι η αστική εταιρεία ΕΞΩΣΤΡΕΦΕΙΣ συστήθηκε, την 20-12-1997, δηλαδή σε χρόνο μεταγενέστερο από την έκδοση της πρώτης από τις προσβαλλόμενες πράξεις, απαραδέκτως στρέφεται κατ' αυτής. Με έννομο όμως συμφέρον στρέφεται κατά της δεύτερης και ομοδικεί με τους λοιπούς αιτούντες, εφ' όσον στους σκοπούς της περιλαμβάνεται η καλυτέρευση των όρων διαβιώσεως των μελών της ως κατοίκων της ευρύτερης περιοχής Εξαρχείων μέσω της αναλήψεως πρωτοβουλιών σε θέματα αναγόμενα στην προστασία του περιβάλλοντος (άρθρο 3 παράγραφος 1 του από 20-12-1997 καταστατικού).

 

7. Επειδή οι προσβαλλόμενες ρυθμίσεις της πρώτης από τις προσβαλλόμενες πράξεις, με τις οποίες θεσπίζεται ειδικό καθεστώς όρων δομήσεως και χρήσεων έχουν κανονιστικό χαρακτήρα (ΣτΕ 356/1998, 1992/1984, 2345/1987, 2698/1981, 2072/1997, Ολομέλεια 1847/1994, 1097/1987). Συνεπώς η υπό κρίση αίτηση ασκείται εκπροθέσμως κατά της πράξεως αυτής, δοθέντος ότι κατατέθηκε την 31-03-1998, δηλαδή μετά την εκπνοή του εξηκονθημέρου που άρχισε την επομένη της 11-08-1997, ημερομηνίας κατά την οποία το ΦΕΚ, στο οποίο δημοσιεύθηκε, παραδόθηκε στη θυρίδα πωλήσεως για το κοινό (βλέπε το απευθυνόμενο στο Συμβούλιο της Επικρατείας 4513/21-05-1999 έγγραφο του Εθνικού Τυπογραφείου). Λόγω όμως του κανονιστικού χαρακτήρα της εν λόγω αποφάσεως ελέγχεται παρεμπιπτόντως το κύρος της. Αντιθέτως η δεύτερη από τις προσβαλλόμενες πράξεις, που έχει περιεχόμενο ατομικό, προσβάλλεται εμπροθέσμως, εφ' όσον δεν προκύπτει κοινοποίησή της στους αιτούντες ούτε γνώση της από αυτούς σε χρόνο που να καθιστά την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως εκπρόθεσμη.

 

8. Επειδή με προφανές έννομο συμφέρον παρεμβαίνουν υπέρ του κύρους των προσβαλλόμενων πράξεων οι Αντώνιος, Ευγενία, Αγάπη και Αθηνά Καλογήρου, οι οποίοι φέρονται ότι είναι κύριοι των αναφερομένων στη δεύτερη σκέψη κτηρίων.

 

9. Επειδή με την παράγραφο 6 του άρθρου 24 του Συντάγματος ορίζεται ότι:

 

{Τα μνημεία και οι παραδοσιακές περιοχές και στοιχεία τελούν υπό την προστασία του Κράτους. Νόμος θέλει ορίσει τα αναγκαία προς πραγματοποίηση της προστασίας ταύτης περιοριστικά της ιδιοκτησίας μέτρα ως και τον τρόπον και το είδος της αποζημιώσεως των ιδιοκτητών.}

 

Για την πραγμάτωση της επιταγής αυτής, με την μεν παράγραφος 6 του άρθρου 79 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1973 (νομοθετικό διάταγμα 8/1973 (ΦΕΚ 124/Α/1973)), όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του νόμου 622/1977 (ΦΕΚ 171/Α/1977) ορίστηκε ότι:

 

{Διά προεδρικών διαταγμάτων εκδιδομένων με πρόταση του Υπουργού Δημοσίων Έργων κατόπιν αιτιολογημένης εκθέσεως της κατά περίπτωσιν αρμοδίας Υπηρεσίας, δύναται προς διατήρηση ιδιαιτέρου ιστορικού, λαογραφικού πολεοδομικού, αισθητικού ή και αρχιτεκτονικού χαρακτήρος να χαρακτηρίζονται κτίρια ως διατηρητέα ή Οικισμοί ή Τμήματα αυτών ως παραδοσιακοί και να θεσπίζονται όροι και περιορισμοί δομήσεως διάφοροι του διά του παρόντος νομοθετικού διατάγματος καθοριζομένων τοιούτων,}

 

με τη δε παράγραφος 8 ότι:

 

{Προκειμένου περί οικισμών ή τμημάτων αυτών ή κτιρίων περί ων η παράγραφος 6 του παρόντος οι υποδείξεις των κατά την παράγραφο 4 του άρθρου 80 επιτροπών ενασκήσεως αρχιτεκτονικού ελέγχου τυγχάνουν υποχρεωτικές διά όλους τους φορείς.}

 

Με τον νεότερο Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό 1985 (νόμος 1577/1985 (ΦΕΚ 210/Α/1985)), ορίζονται σχετικώς: α) στο άρθρο 3 ότι:

 

{Κάθε κτίριο ή εγκατάσταση πρέπει:

 

α) ...

 

β) να εντάσσεται στο φυσικό και οικιστικό περιβάλλον, ώστε στα πλαίσια των στόχων της οικιστικής ανάπτυξης και της προστασίας του περιβάλλοντος να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης ... Στις κατηγορίες κτιρίων που ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου ο έλεγχος ασκείται από την Επιτροπή Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου} (παράγραφος 1, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του νόμου 1772/1988, (ΦΕΚ 91/Α/1988)) και ότι:

 

{Οι Επιτροπές Ενάσκησης Αρχιτεκτονικού Ελέγχου, που έχουν συσταθεί κατά το άρθρο 80 παράγραφος 4 του νομοθετικού διατάγματος 8/1973 μετονομάζονται σε Επιτροπές Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου. Με κοινή απόφαση των Υπουργών ... Με όμοια απόφαση καθορίζονται ... ο τρόπος συγκρότησης και λειτουργίας των Επιτροπών Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου ..., οι αρμοδιότητές τους και, ειδικότερα, οι κατηγορίες κτιρίων και εγκαταστάσεων στα οποία ασκούν τον έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο αυτό ...} (παράγραφος 3).

 

Εκδόθηκε δε η 31252/1530/1987 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ 482/Δ/1987), στην παράγραφο 6 της οποίας ορίζεται ότι η πρωτοβάθμια Επιτροπή Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου ασκεί έλεγχο:

 

{α) Για μερική ή ολική κατεδάφιση, επισκευή, προσθήκη και κάθε είδους οικοδομική εργασία για κτίρια που βρίσκονται σε ιστορικά κέντρα πόλεων, σε παραδοσιακούς οικισμούς ή ... κτίρια που έχουν κηρυχθεί διατηρητέα ...}

 

β) στο δε άρθρο 4 ότι:

 

{1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων ... μπορεί να χαρακτηρίζονται οικισμοί ή τμήματά τους ως παραδοσιακοί, με σκοπό την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και τη διατήρηση του ιδιαίτερου πολεοδομικού, αισθητικού, ιστορικού, λαογραφικού και αρχιτεκτονικού χαρακτήρα τους και να θεσπίζονται περιορισμοί δόμησης και χρήσεις κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του νόμου αυτού και από κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη ...}

 

και ότι:

 

{2. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, που εκδίδεται ύστερα από αιτιολογημένη έκθεση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου ... μπορεί να χαρακτηρίζονται κτίρια ή τμήματά τους ως διατηρητέα για τους λόγους που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο και να καθορίζονται ειδικοί όροι προστασίας και περιορισμοί δόμησης και χρήσης, κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του νόμου αυτού και από κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη ...}

 

10. Επειδή η ανωτέρω συνταγματική διάταξη υπαγορεύει την αρμονική συνύπαρξη των εξ ίσου προστατευτέων περιοχών και των μέσα σε αυτές ευρισκομένων στοιχείων. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, με το χαρακτηρισμό οικισμού ή τμήματός του ως παραδοσιακού αποσκοπείται η διατήρηση και η ανάδειξη του ιδιαίτερου χαρακτήρα του (πολεοδομικού, αισθητικού κ.λ.π.). Μέσο δε για την επίτευξη του σκοπού αυτού είναι η θέσπιση πρόσφορων όρων και περιορισμών δομήσεως καθώς και χρήσεων των κτιρίων που βρίσκονται σε αυτόν, που για το λόγο αυτό επιτρέπεται να παρεκκλίνουν από κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται και η μη αλλοίωση του ιδιαίτερου χαρακτήρα τους, εφ' όσον τα νέα κτίρια εντάσσονται στο υφιστάμενο οικιστικό περιβάλλον. Εξ άλλου, στα κτίρια που βρίσκονται σε κηρυχθέντες ως παραδοσιακούς οικισμούς και τα οποία έχουν και αυτά επί πλέον κηρυχθεί αυτοτελώς ως διατηρητέα, αποτελούντα έτσι προστατευτέα στοιχεία μέσα σε προστατευτέα περιοχή, μπορούν να επιβληθούν όροι και περιορισμοί δομήσεως και χρήσεις οι οποίοι αποκλίνουν, από εκείνους που ισχύουν για τον οικισμό και οι οποίοι, όπως προαναφέρεται, κατατείνουν στη διατήρηση και την ανάδειξη του ιδιαίτερου χαρακτήρα του ως οικιστικού συνόλου, μόνο εάν αυτά έχουν χαρακτηρισθεί για λόγο διαφορετικό εκείνου για τον οποίο έχει χαρακτηρισθεί ο οικισμός και, ταυτοχρόνως, οι ισχύοντες για το σύνολο του οικισμού όροι και περιορισμοί δομήσεως και χρήσεις είναι ανεπαρκείς ή απρόσφοροι ή θεραπεύουν τον ανωτέρω επιδιωκόμενο σκοπό, παραβλάπτουν τη διατήρηση και την ανάδειξη του κτιρίου ή δεν συνάδουν προς το λόγο για τον οποίο έχει αυτό χαρακτηρισθεί (παράβαλε ΣτΕ 2987/1998). Τέτοιοι αποκλίνοντες όροι και περιορισμοί δομήσεως και χρήσεις, συνεπώς, θεσπίζονται καθ' υπέρβαση των εξουσιοδοτικών διατάξεων της παραγράφου 1 και 2 του άρθρου 4 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985, εάν δεν συντρέχουν οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις σωρευτικά. Τέλος, εφ' όσον η κήρυξη κτιρίου ως διατηρητέου αποσκοπεί και αυτή στη διατήρηση και ανάδειξη του ιδιαίτερου χαρακτήρα του, αφ' ενός μεν απαγορεύεται η καταστροφή, η αλλοίωση, η μεταβολή ή η υποβάθμισή του, αφ' ετέρου δε επιτρέπονται σε αυτό μόνον ενέργειες που αποσκοπούν στη συντήρηση και την αποκατάστασή του. Όροι και περιορισμοί δομήσεως και χρήσεις, συνεπώς, που τείνουν στο αντίθετο αποτέλεσμα, είναι εκτός της εξουσιοδοτικής διατάξεως της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985 (παράβαλε ΣτΕ 630/1998).

 

11. Επειδή με το άρθρο 1 του από 21-09-1979 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 567/Δ/1979), που εκδόθηκε κατ' επίκληση του άρθρου 79 παράγραφος 6 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1973, τμήμα της πόλεως της Αθήνας στο οποίο περιλαμβάνεται και η περιοχή Εξαρχείων χαρακτηρίστηκε παραδοσιακό, όμορο δε τμήμα της Αθήνας κηρύχθηκε παραδοσιακό με το άρθρο 1 του από 26-05-1989 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 411/Δ/1989), το οποίο εκδόθηκε κατ' επίκληση των άρθρων 3 και 4 παράγραφος 1 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985. Με το άρθρο 2 του αυτού προεδρικού διατάγματος καθορίστηκαν ειδικοί όροι και περιορισμοί δομήσεως σε περιοχή που καταλαμβάνει το όμορο αυτό τμήμα και μέρος του αρχικώς χαρακτηρισθέντος παραδοσιακού τμήματος. Στην περιοχή αυτή περιλαμβάνεται και η συμβολή των οδών Ερεσού και Μπενάκη, όπου βρίσκονται τα ακίνητα των παρεμβαινόντων. Μεταξύ των ειδικών αυτών όρων και περιορισμών είναι και η κάλυψη, η οποία επιτρέπεται μέχρι 70% της επιφανείας κάθε οικοπέδου (άρθρο 2 παράγραφος 2), η δυνατότητα τροποποιήσεως της στάθμης των ορόφων των νέων κτηρίων λόγω καλύτερης εντάξεώς τους στο άμεσο περιβάλλον (άρθρο 2 παράγραφος 4) καθώς και ο συσχετισμός και η εναρμόνιση των όψεων των κτιρίων με την αρχιτεκτονική και την κλίμακα των παραδοσιακών κτιρίων του αμέσου περιβάλλοντος (άρθρο 2 παράγραφος 6).

 

Ως προς δε τις επιτρεπόμενες χρήσεις εκδόθηκε κατ' επίκληση της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985 το από 16-08-1993 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 1075/Δ/1993). Τα ακίνητα των παρεμβαινόντων ανήκουν στην οριζόμενη από το άρθρο 1 του προεδρικού διατάγματος αυτού ζώνη 1 (βλέπε το οίκοθεν 11230/3731/20-05-1999 έγγραφο του τμήματος παραδοσιακών οικισμών της Διευθύνσεως Πολεοδομικού Σχεδιασμού της Γενικής Διευθύνσεως Πολεοδομίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων προς το Συμβούλιο της Επικρατείας). Στη ζώνη αυτή, μεταξύ άλλων επιτρέπονται:

 

α) παντού τα βιβλιοπωλεία σχολικών μόνο βιβλίων και χαρτικών, εφ' όσον καταλαμβάνουν το ισόγειο των κτηρίων, διατηρητέων ή μη (άρθρο 1, Α', α')1 και β'),

β) γραφεία και τράπεζες, εφ' όσον καταλαμβάνουν το ισόγειο των κτιρίων, διατηρητέων ή μη, που έχουν πρόσωπο μόνο στη Λεωφ. Αλεξάνδρας και την οδό Χαριλάου Τρικούπη (άρθρο 1, Α', α' 3 και β'),

γ) γραφεία παντού αλλού, εφ' όσον καταλαμβάνουν το ισόγειο διατηρητέων κτιρίων (άρθρα 1, Α', β και 2),

δ) πολιτιστικά κτίρια και πολιτιστικές εγκαταστάσεις εφ' όσον καταλαμβάνουν το ισόγειο των κτιρίων, διατηρητέων ή μη (άρθρο 1, Α', α' 1 και β).

 

Εξ άλλου, στην περιοχή Εξαρχείων έχουν χαρακτηρισθεί πολλές οικίες διατηρητέες (βλέπε ενδεικτικώς την 50722/1649/1992 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων., εντολή του υπογραφομένης από το Γενικό Γραμματέα, (ΦΕΚ 311/Δ/1992), με την παράγραφο 1 της οποίας χαρακτηρίστηκαν διατηρητέα 49 κτίρια). Σε αυτές περιλαμβάνονται και τα κτίρια επί της οδού Μπενάκη με αριθμό 83 παράγραφος 1 της οίκοθεν 45358/3338/1987 αποφάσεως του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, (ΦΕΚ 750/Δ/1987)), 85, 87 και 89 (παράγραφος 1 της 50717/1601/1992 αποφάσεως του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, εντολή του υπογραφομένης από το Γενικό Γραμματέα, (ΦΕΚ 310/Δ/1992)), το τελευταίο από τα οποία, όπως έχει ήδη αναφερθεί, φέρεται ότι ανήκει στους παρεμβαίνοντες.

 

Με την τελευταία αυτή υπουργική απόφαση χαρακτηρίστηκε διατηρητέο το αρχικό κτίριο και οι μεταγενέστερες προσθήκες που εναρμονίζονται με αυτό, ενώ οι μεταγενέστερες που αλλοιώνουν το αρχικό κτήριο αφαιρούνται (παράγραφος 2). Επιτράπηκαν δε προσθήκες ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου εφ' όσον δεν παραβλάπτεται το διατηρητέο κτίριο και ο χώρος που το περιβάλλει (παράγραφος 6). Καθ' ερμηνεία της τελευταίας αυτής διατάξεως σύμφωνη με την αναφερόμενη στη δέκατη σκέψη έννοια της εξουσιοδοτικής διατάξεως της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985, επιτρέπονται προσθήκες τμημάτων του αρχικού κτιρίου μόνο αν αυτές κατατείνουν στην εξυπηρέτηση του ανωτέρω σκοπού της αποκατάστασης της αρχικής μορφής του, εφ' όσον κάθε άλλη προσθήκη στο ήδη κηρυχθέν ως διατηρητέο κτίριο συνεπάγεται όχι τη συντήρηση ή την αποκατάστασή του, αλλά την αλλοίωσή του.

 

12. Επειδή με την απαραδέκτως προσβαλλόμενη αλλά παρεμπιπτόντως ελεγχομένη υπουργική απόφαση χαρακτηρίστηκε ως διατηρητέο και το επί της οδού Ερεσού 53 κτίριο, περαιτέρω δε επιτράπηκαν α) η προσθήκη κατ' επέκταση κλιμακοστασίου και η προσθήκη τριών ορόφων με όψεις από υαλοπέτασμα εν εσοχή και στα δύο διατηρητέα κτήρια με κάλυψη 91% και β) οι χρήσεις τράπεζας και βιβλιοπωλείου στο ισόγειο, γραφείων δε και πολιτιστικών εγκαταστάσεων στους υπόλοιπους ορόφους. Οι ρυθμίσεις αυτές είχαν βασικώς ζητηθεί με την υποβολής της αρχικής αιτήσεως (Μάρτιος 1997) προκειμένου να εκδοθεί η οικεία οικοδομική άδεια (βλέπε τη συνοδεύουσα αυτή αιτιολογική έκθεση της αρχιτέκτονος __________) αλλά δεν έγιναν δεκτές από την Πρωτοβάθμια Επιτροπή Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου (βλέπε το 15/22-04-1997 πρακτικό αυτής).

 

13. Επειδή με τις ρυθμίσεις αυτές της ανωτέρω υπουργικής αποφάσεως, οι οποίες αποτελούν το νόμιμο έρεισμα της παραδεκτώς προσβαλλόμενης οικοδομικής άδειας, επιβάλλονται σε διατηρητέα κτίρια που βρίσκονται σε παραδοσιακό οικισμό ρυθμίσεις κατά παρέκκλιση εκείνων που ισχύουν σε αυτόν. Ειδικότερα, προβλέπονται α) προσθήκες και, συνεπεία αυτών, μεγαλύτερη κάλυψη (91% αντί 70%) και β) χρήσεις τράπεζας μεν και βιβλιοπωλείου γενικώς, όχι μόνο βιβλιοπωλείου σχολικών βιβλίων και χαρτικών στο ισόγειο, γραφείων δε και πολιτιστικών εγκαταστάσεων στους υπόλοιπους ορόφους, όπου επιτρέπεται η χρήση μόνο κατοικίας. Υπό τα δεδομένα όμως αυτά η υπουργική αυτή απόφαση δεν είναι νόμιμη, κατά τα αναφερόμενα στη δέκατη σκέψη. Ειδικότερα, α) επιτρέπει σε διατηρητέα κτίρια προσθήκες χωρίς να προκύπτει ότι αυτές αποτελούσαν τμήματα των αρχικών κτιρίων και, συνεπώς, θεσπίζει για την κατασκευή τους, καθ' υπέρβαση της εξουσιοδοτικής διατάξεως της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού 1985 όρους και περιορισμούς δομήσεως που δεν συνεπάγονται την αποκατάσταση των διατηρητέων κτιρίων αλλά την αλλοίωσή τους. Τούτου έπεται ότι καθ' υπέρβαση και της εξουσιοδοτικής διατάξεως της παραγράφου 1 του αυτού άρθρου επιτρέπεται παρέκκλιση ως προς το ποσοστό της καλύψεως, διότι εφ' όσον δεν πρόκειται για αποκατάσταση διατηρητέου κτιρίου, δεν είναι δυνατόν να τεθεί το ζήτημα αν η παρέκκλιση αυτή επιβάλλεται για το λόγο ότι οι ισχύοντες όροι και περιορισμοί δομήσεως παραβλάπτουν την αποκατάσταση των διατηρητέων κτιρίων. β) Επιτρέπει καθ' υπέρβαση των εξουσιοδοτικών διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του αυτού άρθρου 4 χρήσεις αποκλίνουσες εκείνων του παραδοσιακού τμήματος χωρίς να προκύπτει αφενός μεν ότι τα κτίρια έχουν κηρυχθεί διατηρητέα για λόγους διαφορετικούς εκείνων για τους οποίους έχει χαρακτηρισθεί παραδοσιακό το τμήμα αφετέρου δε ότι οι ισχύουσες στο τμήμα αυτό χρήσεις παραβλάπτουν τη διατήρηση, την ανάδειξη ή την αποκατάσταση των κτιρίων ή απάδουν προς το λόγο για τον οποίο έχουν αυτά χαρακτηρισθεί. Για το λόγο επομένως αυτό, που βασίμως προβάλλεται, πρέπει να γίνει δεκτή εν μέρει η αίτηση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη οικοδομική άδεια.

 

Δια ταύτα

 

Δέχεται εν μέρει την αίτηση.

 

Ακυρώνει την από 12-01-1998 οικοδομική άδεια του πολεοδομικού γραφείου του Δήμου Αθηναίων υπέρ του Αντωνίου Γ. Καλογήρου.

 

Απορρίπτει την παρέμβαση.

 

Επιβάλλει στο Δημόσιο, το Δήμο Αθηναίων και τους παρεμβαίνοντες ισομέτρως την πληρωμή της δικαστικής δαπάνης των αιτούντων, η οποία ανέρχεται σε 28.000 δραχμές.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 21-10-1999 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 18-05-2000.

 

Ο Πρόεδρος του Ε' Τμήματος

Η Γραμματέας του Ε' Τμήματος

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.