Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 3004/10

ΣτΕ 3004/2010


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 3004/2010

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Ολομέλεια

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 05-03-2010, με την εξής σύνθεση: Π. Πικραμμένος, Πρόεδρος, Κ. Μενουδάκος, Αθανάσιος Ράντος, Αγγελική Θεοφιλοπούλου, Ε. Δανδουλάκη, Ε. Σαρπ, Ν. Μαρκουλάκης, Μ. Καραμανώφ, Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, Μ.-Ε. Κωνσταντινίδου, Α.-Γ. Βώρος, Γ. Ποταμιάς, Μ. Γκορτζολίδου, Ε. Νίκα, Σ. Μαρκάτης, Δ. Γρατσίας, Β. Γρατσίας, Α. Ντέμσιας, Σ. Παραμυθιώτης, Φ. Ντζίμας, Σ. Χρυσικοπούλου, Η. Τσακόπουλος, Β. Καλαντζή, Μ. Σταματελάτου-Μπεριάτου, Μ. Παπαδοπούλου, Δ. Κυριλλόπουλος, Α. Καλογεροπούλου, Σύμβουλοι, Τ. Κόμβου, Μ. Σωτηροπούλου, Μ. Σταματοπούλου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ε. Κουμεντέρη.

 

Για να δικάσει την από 06-07-2005 αίτηση:

 

της __________, κατοίκου __________ (__________), η οποία δεν παρέστη, αλλά ο δικηγόρος που υπογράφει την αίτηση νομιμοποιήθηκε με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο,

 

κατά του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ο οποίος παρέστη με τον Ν. Δασκαλαντωνάκη, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους.

 

Η πιο πάνω αίτηση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της υπ' αριθμόν 1499/2009 αποφάσεως του Α' Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκειμένου να επιλύσει η Ολομέλεια το ζήτημα που αναφέρεται στην απόφαση.

 

Με την αίτηση αυτή η αιτούσα επιδιώκει να ακυρωθεί το υπ' αριθμόν 10/07-03-2005 Πρακτικό της Επιτροπής του άρθρου 2 παράγραφος 2)β του νόμου 2690/1999.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της παραπεμπτικής αποφάσεως, η οποία επέχει θέση εισηγήσεως από την Εισηγητή, Σύμβουλο Σ. Χρυσικοπούλου.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον εκπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψη της υπό κρίση αιτήσεως.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (2382783, 17569 ειδικά γραμμάτια παραβόλου).

 

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή η αιτούσα, υπάλληλος της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, ζητεί να ακυρωθεί η 10/07-03-2005 (αριθμός 4) απόφαση (πρακτικό) της Επιτροπής της παραγράφου 2)β του άρθρου δεύτερου του νόμου 2690/1999, με την οποία απορρίφθηκε αίτησή της να της καταβληθεί πλήρης αποζημίωση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 1943/1991, όπως αντικαταστάθηκαν, λόγω μη διεκπεραίωσης υπόθεσής της από τη Διοίκηση μέσα στις προβλεπόμενες στον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας σχετικές προθεσμίες.

 

3. Επειδή, η κρινόμενη αίτηση αρχικά είχε εισαχθεί στο Γ' Τμήμα. Το Τμήμα αυτό έκρινε ότι αρμόδιο για την εκδίκασή της ήταν το Α' Τμήμα, στο οποίο την παρέπεμψε με την 2340/1997 απόφασή του. Το Α' Τμήμα όμως διαφώνησε, κρίνοντας ότι αρμόδιο ήταν το Δ' Τμήμα, και με την 1499/2009 απόφασή του παρέπεμψε το ζήτημα για επίλυση στην Ολομέλεια σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 6 και 2 περίπτωση γ του άρθρου 14 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 (ΦΕΚ 8/Α/1989).

 

4. Επειδή, στο άρθρο 1 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 361/2001 Κατανομή σε Τμήματα των υποθέσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΦΕΚ 244/Α/2001) ορίζεται ότι:

 

{Στο Α' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας υπάγονται τα ένδικα βοηθήματα και μέσα που αφορούν διαφορές οι οποίες προκύπτουν από την εφαρμογή της νομοθεσίας για: α)... β) την ευθύνη του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου προς αποζημίωση, με την επιφύλαξη των οριζομένων στο άρθρο 6 περίπτωση δ του παρόντος.}

 

Περαιτέρω, στο άρθρο 6 του ίδιου προεδρικού διατάγματος ορίζεται ότι:

 

{Στο ΣΤ' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας υπάγονται τα ένδικα βοηθήματα και μέσα που αφορούν διαφορές οι οποίες προκύπτουν από την εφαρμογή της νομοθεσίας για: α) ... δ) τις κάθε είδους αποδοχές (δεδουλευμένες ή μη) και χρηματικές αξιώσεις που συνδέονται με την πρόσληψη, υπηρεσιακή κατάσταση και λύση της σχέσης του προσωπικού γενικά του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.}

 

Εξάλλου, στο άρθρο 3 του πιο πάνω προεδρικού διατάγματος ορίζεται ότι:

 

{1. Στο Γ' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας υπάγονται τα ένδικα βοηθήματα και μέσα που αφορούν διαφορές οι οποίες προκύπτουν από την εφαρμογή της νομοθεσίας για: α) την οργάνωση και λειτουργία της Διοικήσεως, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, των ιδρυμάτων ανώτατης και ανώτερης εκπαίδευσης και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου καθώς και τη συγκρότηση, εκλογή, διορισμό και μεταβολές όλων των οργάνων αυτών. β)...}

 

Τέλος, στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του ίδιου προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 361/2001 ορίζεται ότι: Στο Δ' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας υπάγονται τα ένδικα βοηθήματα και μέσα που αφορούν διαφορές οι οποίες δεν ανήκουν στην αρμοδιότητα των άλλων Τμημάτων. Από τις πιο πάνω διατάξεις του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 361/2001 συνάγεται ότι η αρμοδιότητα των Τμημάτων του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίνεται από τη φύση της νομοθεσίας, κατ' εφαρμογή της οποίας εκδίδεται η προσβαλλόμενη πράξη. Κατά την έννοια δε των διατάξεων αυτών, ερμηνευόμενων ενόψει και του σκοπού τους που συνίσταται στην υπαγωγή ομοειδών διαφορών στον ίδιο δικαστικό σχηματισμό, σε περίπτωση διάταξης που μπορεί να υπαχθεί εννοιολογικά σε περισσότερους τομείς της νομοθεσίας, πρέπει να αναζητείται ο προέχων χαρακτήρας της, ώστε να αποφεύγεται η κατάτμηση ομοειδών διαφορών σε περισσότερα Τμήματα του Συμβουλίου της Επικρατείας (βλέπε ΣτΕ Ολομέλεια 1570/2005, Ολομέλεια 3143/2004. Επίσης, παράβαλε ΣτΕ Ολομέλεια 2071, 2074, 3582/1999, Ολομέλεια 1117/1985).

 

5. Επειδή, η παράγραφος 1 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 1943/1991 Εκσυγχρονισμός της οργάνωσης και λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης, αναβάθμιση του προσωπικού της και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ 50/Α/1991) όριζε τα εξής:

 

{Οι δημόσιες υπηρεσίες, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και οι λοιποί φορείς του δημόσιου τομέα υποχρεούνται να απαντούν οριστικά στα αιτήματα των πολιτών (φυσικών ή νομικών προσώπων ημεδαπών ή αλλοδαπών) και να διεκπεραιώνουν τις υποθέσεις τους μέσα σε χρονικό διάστημα εξήντα ημερών. Πληροφορίες, πιστοποιητικά, δικαιολογητικά και βεβαιώσεις δίδονται αμέσως και πάντως δεν καθυστερούν παραπάνω από 10 ημέρες. Η προθεσμία αυτή αρχίζει από την υποβολή του αιτήματος στην αρμόδια υπηρεσία. Εάν το αίτημα υποβληθεί σε αναρμόδια υπηρεσία, η υπηρεσία αυτή υποχρεούται μέσα σε πέντε ημέρες να το διαβιβάσει στην αρμόδια υπηρεσία και να γνωστοποιήσει αυτό στον ενδιαφερόμενο. Στην περίπτωση αυτήν η οριζόμενη στην παρούσα παράγραφο προθεσμία αρχίζει από τότε που περιήλθε το αίτημα στην αρμόδια υπηρεσία.}

 

Περαιτέρω, η παράγραφος 7 του ίδιου άρθρου 5 του πιο πάνω νόμου [Ν] 1943/1991 όριζε ότι:

 

{Σε περίπτωση που δεν τηρούνται οι προθεσμίες του παρόντος άρθρου ... καταβάλλεται από τον οικείο φορέα στον αιτούντα πολίτη, ανεξάρτητα από το δικαίωμά του για αποζημίωση, κατά τις σχετικές περί αστικής ευθύνης διατάξεις, χρηματικό ποσό από 5.000 έως 200.000 δραχμές, όπως ειδικότερα ορίζεται στην επόμενη παράγραφο},

 

η δε παράγραφος 8 του άρθρου αυτού ότι:

 

{Το ύψος του καταβλητέου χρηματικού ποσού, που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο 7, καθορίζεται από την επιτροπή της παραγράφου 13 του παρόντος άρθρου μετά από έκθεση του αρμόδιου ελεγκτή δημόσιας διοίκησης (ΕΛΔΔ), ο οποίος κατόπιν σχετικής αίτησης του ενδιαφερομένου πολίτη, η οποία υποβάλλεται ατελώς, επιλαμβάνεται της υπόθεσης και διαπιστώνει τη μη τήρηση της προθεσμίας. Η απόφαση της επιτροπής, που εκδίδεται μετά από εξέταση της συνδρομής των προϋποθέσεων εφαρμογής του άρθρου αυτού, κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο πολίτη, καθώς και στην υπηρεσία που δεν ενήργησε μέσα στη νόμιμη προθεσμία και αποτελεί εντολή καταβολής στον πολίτη του ορισθέντος ποσού. Αν η καταβολή δεν γίνει εντός μηνός, από την κοινοποίηση της απόφασης της επιτροπής, το χρηματικό ποσό καταβάλλεται εντόκως. ...}

 

Ακολούθως, στις παραγράφους 9 και 10 του ανωτέρω άρθρου 5 του νόμου [Ν] 1943/1991, ορίζονταν τα εξής:

 

{9. Η προκαλούμενη από την εφαρμογή του άρθρου αυτού δαπάνη βαρύνει το φορέα της κατά την παράγραφο 1 υπηρεσίας, στον προϋπολογισμό του οποίου εγγράφονται οι αναγκαίες πιστώσεις.

 

10. Όταν η επιτροπή αποφασίσει την επιβολή χρηματικού ποσού σε βάρος του οικείου φορέα, η υπόθεση εισάγεται στο αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο και, όπου δεν υπάρχει, στο διοικητικό συμβούλιο, για να εξετασθεί αν υπάρχει υπαιτιότητα των υπαλλήλων. Αν διαπιστωθεί υπαιτιότητα υπαλλήλων, κινείται σε βάρος τους η πειθαρχική διαδικασία σύμφωνα με τις διατάξεις του κάθε φορέα.}

 

Τέλος, στην παράγραφο 13 του ίδιου άρθρου 5 του ανωτέρω νόμου [Ν] 1943/1991 προβλέφθηκε η σύσταση στο Υπουργείο Προεδρίας της Κυβέρνησης ειδικής επιτροπής εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων καθώς και η σύνθεση της επιτροπής αυτής, στη δε παράγραφο 15 του ανωτέρω άρθρου 5 ορίστηκε ότι:

 

{Οι ρυθμίσεις του άρθρου αυτού έχουν ως σκοπό τη δραστηριοποίηση των υπηρεσιών και την ταχεία εξυπηρέτηση των πολιτών και δεν επηρεάζουν τις οικείες προθεσμίες της ακυρωτικής διαδικασίας του άρθρου 45 του προεδρικού διατάγματος 18/1989.}

 

6. Επειδή, εξάλλου, στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του νόμου 2690/1999 (ΦΕΚ 45/Α/1999) όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 11 του νόμου 3230/2004 Καθιέρωση συστήματος διοίκησης με στόχους, μέτρηση της αποδοτικότητας και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ 44/Α/2004) και, ακολούθως, με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 του νόμου 3242/2004 Ρυθμίσεις για την οργάνωση και λειτουργία της Κυβέρνησης, τη διοικητική διαδικασία και τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης (ΦΕΚ 102/Α/2004), ορίζονται τα εξής:

 

{α. Οι δημόσιες υπηρεσίες, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, όταν υποβάλλονται αιτήσεις, οφείλουν να διεκπεραιώνουν τις υποθέσεις των ενδιαφερομένων και να αποφαίνονται για τα αιτήματά τους μέσα σε προθεσμία 50 ημερών, εφόσον από ειδικές διατάξεις δεν προβλέπονται μικρότερες προθεσμίες. Η προθεσμία αρχίζει από την κατάθεση της αίτησης στην αρμόδια υπηρεσία και την υποβολή ή συγκέντρωση του συνόλου των απαιτούμενων δικαιολογητικών, πιστοποιητικών ή στοιχείων. Αν η αίτηση υποβληθεί σε αναρμόδια υπηρεσία, η υπηρεσία αυτή οφείλει, μέσα σε 3 ημέρες, να τη διαβιβάσει στην αρμόδια και να γνωστοποιήσει τούτο στον ενδιαφερόμενο. Στην περίπτωση αυτή η προθεσμία αρχίζει από τότε που περιήλθε η αίτηση στην αρμόδια υπηρεσία. Για υποθέσεις αρμοδιότητας περισσότερων υπηρεσιών, η προθεσμία του πρώτου εδαφίου παρατείνεται κατά 10, ακόμη, ημέρες.}

 

Επίσης, στο άρθρο 5 του ίδιου Κώδικα, όπως η παράγραφος 6 του άρθρου αυτού αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 11 του νόμου 3230/2004, ορίζονται τα εξής:

 

{1. Κάθε ενδιαφερόμενος έχει το δικαίωμα, ύστερα από γραπτή αίτησή του, να λαμβάνει γνώση των διοικητικών εγγράφων. Ως διοικητικά έγγραφα νοούνται όσα συντάσσονται από τις δημόσιες υπηρεσίες, όπως εκθέσεις, μελέτες, πρακτικά, στατιστικά στοιχεία, εγκύκλιες οδηγίες, απαντήσεις της Διοίκησης, γνωμοδοτήσεις και αποφάσεις ...

 

2. ...

 

6. Η χρονική προθεσμία για τη χορήγηση εγγράφων κατά τις παραγράφους 1 και 2 ή την αιτιολογημένη απόρριψη της σχετικής αίτησης του πολίτη είναι 20 ημέρες.}

 

Περαιτέρω, η μνημονευμένη στην προηγούμενη σκέψη παράγραφος 7 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 1943/1991 αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 7 του νόμου 3242/2004 ως ακολούθως:

 

{Σε περίπτωση μη τήρησης των προθεσμιών που προβλέπονται στις διατάξεις του νόμου 2690/1999 ..., όπως ισχύουν, καταβάλλεται στον αιτούντα, από τον οικείο φορέα, πλήρης αποζημίωση. Η αποζημίωση αυτή αφαιρείται από το τυχόν, μεταγενεστέρως, επιδικαζόμενο ποσό, εφόσον γίνει δεκτή από το αρμόδιο δικαστήριο σχετική αγωγική απαίτηση, κατά τις περί αστικής ευθύνης διατάξεις.}

 

Στην εισηγητική έκθεση του νόμου 3242/2004 αναφέρονται τα εξής σχετικά με το άρθρο 7:

 

{η αποτελεσματικότητα της πρόβλεψης ρητών προθεσμιών για την ολοκλήρωση των ενεργειών της Διοίκησης επί των υποβαλλομένων αιτημάτων, ώστε αυτές να μην έχουν το χαρακτήρα απλής προτροπής ή ευχολογίου, συνδέεται άρρηκτα με την καταβολή αποζημίωσης σε περίπτωση που αποδεικνύεται ότι η υπέρβασή τους έγινε αιτία πρόκλησης υλικής ή ηθικής βλάβης στον ενδιαφερόμενο. Με την εισαγόμενη ρύθμιση η αποζημίωση είναι πλήρης, υπό την έννοια ότι περιλαμβάνει τόσο τη θετική όσο και την αποθετική ζημία, κατ' αντίθεση προς την προγενέστερη πρόβλεψη της συμβολικής αποζημίωσης, που είχε το χαρακτήρα κύρωσης.}

 

Περαιτέρω, η μνημονευμένη στην προηγούμενη σκέψη παράγραφος 8 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 1943/1991, όπως το πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτής αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2)α του άρθρου δεύτερου του νόμου 2690/1999, αντικαταστάθηκε τελικώς με την παράγραφο 2 του άρθρου 7 του νόμου 3242/2004 ως εξής:

 

{Το ύψος του καταβλητέου χρηματικού ποσού που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο καθορίζεται από τις Επιτροπές της παραγράφου 13 του παρόντος άρθρου μετά από εισήγηση της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης ή της Περιφέρειας, που επιλαμβάνονται μετά από αίτηση του πολίτη. Για τον καθορισμό του ύψους της καταβλητέας πλήρους αποζημίωσης λαμβάνονται υπόψη ιδίως: α) το μέγεθος της περιουσιακής ζημίας και της ηθικής βλάβης που προκλήθηκε από την καθυστέρηση, β) οι συνθήκες στις οποίες οφείλεται η καθυστέρηση, γ) το τυχόν υφιστάμενο σχετικό πόρισμα του Συνηγόρου του Πολίτη. Η απόφαση της Επιτροπής, που εκδίδεται μέσα σε δύο μήνες από την υποβολή της σχετικής αίτησης και μετά από εξέταση της συνδρομής των ανωτέρω προϋποθέσεων, κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο, καθώς και στην υπηρεσία που δεν ενήργησε μέσα στη νόμιμη προθεσμία και αποτελεί εντολή καταβολής στον πολίτη του ορισθέντος ποσού. Αν η καταβολή αυτή δεν γίνει μέσα σ' έναν μήνα, από την κοινοποίηση της απόφασης της Επιτροπής, το χρηματικό ποσό καταβάλλεται εντόκως ...}

 

Τέλος, η παράγραφος 13 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 1943/1991, που μνημονεύθηκε επίσης στην προηγούμενη σκέψη, αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2)β του άρθρου δεύτερου του νόμου 2690/1999 και ακολούθως, το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 13 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 1943/1991 αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 11 του νόμου 3230/2004 ως εξής:

 

{Συνιστάται στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης Ειδική Επιτροπή Εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων, για θέματα αρμοδιότητας των Υπουργείων, αποτελούμενη από συμβούλους ή παρέδρους του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή του Νομικού Συμβουλίου και υπαλλήλους του Υπουργείου Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης καθορίζεται ο αριθμός και η ιδιότητα των μελών της Επιτροπής, τακτικών και αναπληρωματικών. Με την απόφαση ορισμού των μελών ορίζεται και ο γραμματέας της Επιτροπής με τον αναπληρωτή του, από υπαλλήλους του Υπουργείου. Τα σχετικά θέματα εισηγούνται στην Επιτροπή υπάλληλοι του αυτού ως άνω Υπουργείου που ορίζονται κάθε φορά από τον καθ' ύλην αρμόδιο Γενικό Διευθυντή. ...}

 

7. Επειδή, από το συνδυασμό των αναφερόμενων στην προηγούμενη σκέψη διατάξεων του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το νόμο 3242/2004, συνάγεται ότι ο νομοθέτης έχει θεσπίσει κανόνες διαδικασίας που αποβλέπουν προεχόντως στη λειτουργική αποτελεσματικότητα της Διοίκησης και την ποιοτική αναβάθμιση των παρεχόμενων προς τον πολίτη υπηρεσιών, ειδικότερα δε στη δραστηριοποίηση των διοικητικών υπηρεσιών για την ταχεία και αποτελεσματική εξυπηρέτηση των πολιτών. Ενόψει του ανωτέρω προέχοντος σκοπού των διατάξεων αυτών, το χρηματικό ποσό, το οποίο η αρμόδια Επιτροπή του εδαφίου β της παραγράφου 2 του άρθρου δεύτερου του νόμου 2690/1999 (όπως αντικαταστάθηκε) επιβάλλει σε δημόσια υπηρεσία να καταβάλει σε πολίτη, έχει πάντοτε το χαρακτήρα κύρωσης ανεξάρτητα αν υπό το προγενέστερο καθεστώς το ποσό αυτό είχε προβλεφθεί υπό μορφή συμβολικής αποζημίωσης (κυμαινόμενης από 5000 δραχμές έως 200.000 δραχμές - βλέπε την εισηγητική έκθεση επί των άρθρων 6 και 7 του νόμου 3242/2004), ήδη δε υπό το ισχύον καθεστώς ισούται με πλήρη αποζημίωση. Συνεπώς, ενόψει του κυρωτικού χαρακτήρα που έχει πάντοτε η επιβολή από την αρμόδια Επιτροπή του ανωτέρω ποσού στην υπηρεσία που καθυστερεί να αποφανθεί εγκαίρως επί αιτήματος διοικουμένου, οι μνημονευμένες πιο πάνω διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και του νόμου 3242/2004 δεν εντάσσονται στη νομοθεσία περί αποζημιώσεως λόγω ευθύνης του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Άλλωστε, η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του νόμου 3242/2004, που αντικατέστησε την παράγραφο 7 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 1943/1991, εξακολουθεί να επιφυλάσσει στο διοικούμενο, όπως και η αντικατασταθείσα διάταξη, το δικαίωμα να ασκήσει αγωγή αποζημιώσεως, σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα Τούτο δε, ανεξάρτητα αν, σύμφωνα με τη νεότερη αυτή διάταξη, από το επιδικαζόμενο από το αρμόδιο δικαστήριο ποσό αποζημίωσης αφαιρείται το χρηματικό ποσό που επιβάλλει η Επιτροπή της παραγράφου 2)β του άρθρου δεύτερου του νόμου 2690/1999. Ενόψει των ανωτέρω, αρμόδιο για την εκδίκαση των ενδίκων βοηθημάτων που στρέφονται κατά αποφάσεων της πιο πάνω Επιτροπής με τέτοιο περιεχόμενο εξακολουθεί να είναι το Δ' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο εκδίκαζε τις αιτήσεις ακυρώσεως κατά αποφάσεων της πιο πάνω Επιτροπής πριν από την αντικατάσταση της παραγράφου 7 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 1943/1991 με την παράγραφο 1 του άρθρου 7 του νόμου 3242/2004 (παράβαλε ΣτΕ 3344/2007, 1278/2005, 1697/1997). Μειοψήφησαν οι Σύμβουλοι Ε. Σαρπ, Ν. Μαρκουλάκης, Γ. Ποταμιάς, Δ. Γρατσίας και Η. Τσακόπουλος, στη γνώμη των οποίων προσχώρησε και η Πάρεδρος Μ. Σταματόπουλου. Κατά τη γνώμη της μειοψηφίας, οι διατάξεις των παραγράφων 7 και 8 του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 1943/1991, όπως αντικαταστάθηκαν με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 7 του νόμου 3242/2004, προβλέπουν την καταβολή πλήρους αποζημίωσης στον ενδιαφερόμενο, όταν η Διοίκηση δεν διεκπεραιώνει την υπόθεσή του εντός των οριζομένων προθεσμιών, εν αντιθέσει με το προγενέστερο καθεστώς,το οποίο προέβλεπε την καταβολή συμβολικής αποζημίωσης που είχε το χαρακτήρα προστίμου. Η αποζημίωση δε που καθορίζει η αρμόδια Επιτροπή σε βάρος της υπηρεσίας που καθυστέρησε να διεκπεραιώσει την υπόθεση του διοικουμένου εντός των προθεσμιών που προβλέπονται από το νόμο αφαιρείται από το μεταγενεστέρως τυχόν επιδικαζόμενο ποσό σε περίπτωση που γίνει δεκτή από το αρμόδιο δικαστήριο σχετική αγωγική απαίτηση κατά τις διατάξεις περί αστικής ευθύνης. Συνεπώς, κατά τη γνώμη αυτή, οι ανωτέρω διατάξεις εντάσσονται προεχόντως, σύμφωνα με τα όσα έχουν εκτεθεί ως προς την έννοια των διατάξεων του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 361/2001, στη νομοθεσία περί αποζημιώσεως λόγω ευθύνης του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και για το λόγο αυτόν, το Α' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι αρμόδιο για την εκδίκαση αιτήσεων ακυρώσεως κατά πράξεων της πιο πάνω Επιτροπής που εκδίδονται κατ' εφαρμογή της ανωτέρω νομοθεσίας.

 

8. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση η αιτούσα, υπάλληλος στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, με την από 03-02-2005 αίτηση προς τη Διεύθυνση Σχέσεων Κράτους Πολίτη του Υπουργείου Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης ζήτησε να της καταβληθεί πλήρης αποζημίωση, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, διότι η Γραμματεία του Β' Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών δεν χορήγησε σ' αυτήν, μέσα στην προβλεπόμενη προθεσμία, αντίγραφο του από 15-10-2004 πρακτικού του εν λόγω Συμβουλίου, με το οποίο είχε γίνει η επιλογή εφοριακών υπαλλήλων ως προϊσταμένων οργανικών μονάδων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών επιπέδου Διεύθυνσης και Υποδιεύθυνσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 3260/2004 (ΦΕΚ 151/Α/2004). Η Διεύθυνση Σχέσεων Κράτους Πολίτη του Υπουργείου Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, με το ΔΙΣΚΠΟ/Φ.31/2220/08-02-2005 έγγραφό της προς τη Γραμματεία του Β' Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, ζήτησε την παροχή στοιχείων για την υπόθεση, τα οποία εστάλησαν με το 123/18-02-2005 έγγραφο του Β' Υπηρεσιακού Συμβουλίου του ως άνω Υπουργείου. Ακολούθως, η αίτηση της αιτούσας εισήχθη στην κατ' άρθρο δεύτερο παράγραφος 2)β του νόμου 2690/1999 Επιτροπή, η οποία την απέρριψε με την προσβαλλόμενη 10/07-03-2005 (αριθμός 4) απόφασή της, με την αιτιολογία ότι η αιτούσα είναι υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, δηλαδή υπάλληλος της υπηρεσίας στην οποία υπέβαλε την αίτηση για τη χορήγηση αντιγράφου του πρακτικού του υπηρεσιακού συμβουλίου, και για το λόγο αυτό έχουν εφαρμογή οι διατάξεις που διέπουν την υπαλληλική σχέση της με το Δημόσιο και όχι οι διατάξεις του άρθρου 5 του νόμου [Ν] 1943/1991 και του άρθρου δεύτερου του νόμου 2690/1999, όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 7 του νόμου 3242/2004.

 

9. Επειδή, κατ' ακολουθίαν όσων έχουν εκτεθεί, το κρινόμενο ένδικο βοήθημα, με το οποίο ζητείται να ακυρωθεί η ανωτέρω απόφαση της Επιτροπής της παραγράφου 2)β του άρθρου δεύτερου του νόμου 2690/1999 που απέρριψε την αίτηση της αιτούσας για την επιβολή σε δημόσια υπηρεσία της υποχρέωσης να της καταβάλει χρηματικό ποσό λόγω μη διεκπεραίωσης της υπόθεσής της μέσα στις προβλεπόμενες προθεσμίες, πρέπει να παραπεμφθεί για να εκδικαστεί ως αίτηση ακυρώσεως στο Δ' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας. Κατά τη γνώμη, όμως, της μειοψηφίας, η προσβαλλόμενη πράξη έχει εκδοθεί κατ' εφαρμογή νομοθεσίας περί ευθύνης του Δημοσίου προς αποζημίωση και επομένως, η κρινόμενη αίτηση έπρεπε να εκδικαστεί από το Α' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας.

 

10. Επειδή, μετά την επίλυση του ζητήματος που παραπέμφθηκε, η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί στο Δ' Τμήμα για περαιτέρω εκδίκαση.

 

Δια ταύτα

 

Επιλύει το ζήτημα που παραπέμφθηκε και

 

Παραπέμπει την υπόθεση στο Δ' Τμήμα για περαιτέρω εκδίκαση.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 23-04-2010 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 24-09-2010.

 

Ο Πρόεδρος

Η Γραμματέας

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.