Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 3498/89

ΣτΕ 3498/1989


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 3498/1989

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

1. Επειδή με την υπό κρίση αίτηση, οι αιτούντες ζητούν την ακύρωση: α) της από 13-05-1987 εκθέσεως αυτοψίας, με την οποία κρίθηκε αυθαίρετο και κατεδαφιστέο κτίσμα των αιτούντων στην θέση Σκάρπα Λαχίδια νομού Κορινθίας και β) της από 04-11-1987 αποφάσεως της εδρευούσης στην Κόρινθο Επιτροπής του άρθρου 2 παράγραφος 4 του από 05-07-1983 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 291/Δ/1983), όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του από 13-01-1986 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 10/Δ/1986), με την οποία η Επιτροπή αυτή απέρριψε την από 20-05-1987 ένσταση των αιτούντων κατά της ανωτέρω εκθέσεως αυτοψίας.

 

2. Επειδή η πρώτη πράξη απαραδέκτως προσβάλλεται διότι έχει ενσωματωθεί στην δεύτερη, η οποία είναι η μόνη παραδεκτώς προσβαλλόμενη πράξη (3105/1988 κ.ά).

 

3. Επειδή το ανωτέρω από 05-07-1983 προεδρικό διάταγμα ορίζει, με το άρθρο 1 ότι η διαπίστωση και ο χαρακτηρισμός αυθαιρέτου κτίσματος γίνεται ύστερα από αυτοψία υπαλλήλου της κατά τόπο αρμοδίας πολεοδομικής υπηρεσίας ο οποίος συντάσσει επί τόπου σχετική έκθεση (παράγραφος 1) και ότι η έκθεση αυτή περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, σημείωμα ότι κάθε ενδιαφερόμενος έχει δικαίωμα μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία να υποβάλει ένσταση στην κατά τόπο αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία (παράγραφος 2). Περαιτέρω η παράγραφος 3 του άρθρου 2 του αυτού προεδρικού διατάγματος ορίζει ότι:

 

{Στην ένσταση που κατατίθεται σημειώνεται αμέσως η ημερομηνία και ώρα της εξέτασής της. Για τη σημείωση αυτή λαμβάνει γνώση ο ενδιαφερόμενος υπογράφοντας αμέσως και αν αρνηθεί να υπογράψει γίνεται σχετική μνεία στην ένσταση και υπογράφεται από τον αρμόδιο υπάλληλο.}

 

Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, η Διοίκηση υποχρεούται να γνωστοποιήσει στον ενιστάμενο την αρχικώς οριζόμενη ημερομηνία και ώρα εξετάσεως της ενστάσεώς του, όχι δε και εκείνη η οποία ορίστηκε σε περίπτωση αναβολής της εξετάσεως κατά την αρχικώς ορισθείσα ημερομηνία. Συνεπώς, εφόσον δεν αμφισβητείται ότι οι αιτούντες έλαβαν γνώση της αρχικώς ορισθείσης ημερομηνίας εξετάσεως της ασκηθείσης ενστάσεώς των, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο πρώτος προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως, κατά τον οποίο έπρεπε να τους γνωστοποιηθεί η κατόπιν αναβολής της εξετάσεως της ενστάσεως κατά την πιο πάνω ημερομηνία, ορισθείσα νέα ημερομηνία εξετάσεώς της.

 

4. Επειδή ο δεύτερος προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως κατά τον οποίο η έκθεση αυτοψίας δεν υπογράφεται από αστυνομικό είναι απορριπτέος ως στηριζόμενος σε ανακριβή προϋπόθεση δεδομένου ότι η έκθεση αυτή υπογράφεται από τον αστυφύλακα Παναγόπουλο.

 

5. Επειδή ο τρίτος προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως κατά τον οποίο δεν συνήλθε η Επιτροπή που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση την 04-11-1987, ως βεβαιώνεται σε αυτή είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, εφόσον δεν προβάλλεται ότι η απόφαση, που αποτελεί δημόσιο έγγραφο και έχει την κατά το άρθρο 438 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αποδεικτική ισχύ, έχει προσβληθεί ως πλαστή κατά την παραπάνω βεβαίωση (παράβαλε 3555/1987).

 

6. Επειδή ο τέταρτος προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως κατά τον οποίο η συγκρότηση της Επιτροπής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση είναι παράνομη, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από τις οίκοθεν 3765/1986 και οίκοθεν 266/1987 αποφάσεις του Νομάρχη Κορινθίας η εν λόγω Επιτροπή έχει νομίμως συγκροτηθεί.

 

7. Επειδή ο πέμπτος προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως κατά τον οποίο η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αναγράφει το ονοματεπώνυμο των μελών της Επιτροπής και υπογράφεται από δύο μόνο μέλη είναι επίσης απορριπτέος, διότι η απόφαση της εν λόγω Επιτροπής, η οποία κατά τα αναφερόμενα στην προηγούμενη σκέψη έχει νομίμως συγκροτηθεί, φέρει τις υπογραφές των τριών από τα μέλη της.

 

8. Επειδή ο έκτος προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως, κατά τον οποίο η προσβαλλόμενη καθώς και η έκθεση αυτοψίας είναι αδικαιολόγητοι, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι η αναγραφομένη στην έκθεση αυτοψίας αιτιολογία, - ότι δηλαδή το κτίσμα των αιτούντων έχει ανεγερθεί χωρίς άδεια, - την οποία υιοθέτησε και η προσβαλλόμενη, είναι επαρκής και δεν κλονίζεται από τα στοιχεία του φακέλλου, εξάλλου δε οι ισχυρισμοί που προέβαλαν με την ένστασή τους οι αιτούντες δεν ήταν ουσιώδεις και, συνεπώς, η Επιτροπή δεν είχε την υποχρέωση να απαντήσει με ειδική σκέψη (4487/1986).

 

9. Επειδή ο έβδομος προβαλλόμενος λόγος, ακυρώσεως, κατά τον οποίο ο αιτών δεν εκλήθη από την Επιτροπή προς ακρόαση, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος αφού η διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής κινείται ύστερα από ένσταση του ενδιαφερομένου, με την οποία έχει αυτός την δυνατότητα να εκθέσει τις απόψεις του, ενώ εξάλλου δεν αμφισβητείται, όπως αναφέρεται στην τρίτη σκέψη, ότι οι αιτούντες έλαβαν γνώση της αρχικώς ορισθείσης ημερομηνίας εξετάσεως της ενστάσεώς τους από την Επιτροπή.

 

10. Επειδή το άρθρο 1 του από 07-08-1967 βασιλικού διατάγματος περί εγκαταστάσεων προς παραθερισμό (ΦΕΚ 101/Δ/1967), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του από 23-09-1972 βασιλικού διατάγματος (ΦΕΚ 259/Δ/1972), ορίζει στην μεν παράγραφο 1 ότι επιτρέπεται η εγκατάσταση λυομένων οικίσκων σε ορισμένες περιοχές, στην δε παράγραφο 4 ότι προκειμένου να τοποθετηθούν οι εγκαταστάσεις αυτές χορηγείται άδεια από τις αρμόδιες υπηρεσίες Πολεοδομίας. Εν προκειμένω, με την από 13-05-1987 έκθεση αυτοψίας έχει χαρακτηρισθεί το κτίσμα των αιτούντων ως λυόμενη οικία, για την εγκατάσταση της οποίας, κατά την προαναφερόμενη διάταξη, απαιτείται άδεια, ο δε προβαλλόμενος όγδοος λόγος ακυρώσεως, κατά τον οποίο το κτίσμα των αιτούντων δεν είναι λυόμενη οικία, είναι απορριπτέος ως αναπόδεικτος.

 

11. Επειδή το άρθρο 15 του νόμου 1337/1983 (ΦΕΚ 33/Α/1983), ορίζει ότι:

 

{αναστέλλεται η κατεδάφιση των αυθαιρέτων κτισμάτων που έχουν ανεγερθεί μέχρι 31-01-1983 και που βρίσκονται σε περιοχές εντός ή εκτός σχεδίου πόλης ή εντός οικισμών που υπάρχουν πριν από το έτος 1923, αν οι ιδιοκτήτες τους υποβάλουν εμπρόθεσμα τις δηλώσεις που προβλέπονται από τις παραγράφους 4 και 5 του άρθρου αυτού} (παράγραφος 1) και ότι:

 

{δεν υπάγονται στις διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου και κατεδαφίζονται κατά τις ισχύουσες διατάξεις τα κτίσματα που βρίσκονται: α) σε κοινόχρηστους χώρους της πόλης (οδούς, πλατείες, κ.λ.π.), β) ... γ) ... δ) ... ε) σε δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις, στ) ... ζ) ...} (παράγραφος 2).

 

Εξάλλου, κατά το άρθρο 16 παράγραφος 3 του ίδιου νόμου, απόφαση για την εξαίρεση ή όχι από την κατεδάφιση εκδίδεται από το νομάρχη ... Περαιτέρω, κατά το άρθρο 17 παράγραφος 1 του ίδιου νόμου:

 

{τα αυθαίρετα κτίσματα ή κατασκευές εν γένει που ανεγείρονται μετά την 31-01-1983 εντός ή εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων ή οικισμών που υπάρχουν πριν από το έτος 1923 καθώς και όσα δεν εξαιρούνται σύμφωνα με το άρθρο 15 του νόμου αυτού κατεδαφίζονται υποχρεωτικά από τους κυρίους ή συγκυρίους τους, έστω και αν έχει αποπερατωθεί η κατασκευή ή αν το κτίσμα κατοικείται ή χρησιμοποιείται με οποιοδήποτε τρόπο.}

 

Τέλος, το από 05-07-1983 προεδρικό διάταγμα, που έχει εκδοθεί κατ' εξουσιοδότηση των άρθρων 17 παράγραφος 7 και 18 παράγραφος 9 του ίδιου νόμου, ορίζει τα της διαδικασίας χαρακτηρισμού και κατεδαφίσεως των νέων αυθαιρέτων (άρθρα 1 έως 4) καθώς και ότι οι διατάξεις του εφαρμόζονται, με περαιτέρω διακρίσεις και για τα αυθαίρετα που έχουν ανεγερθεί πριν από την 31-01-1983 (άρθρο 5), ειδικότερα δε, μεταξύ άλλων, και για τα αυθαίρετα που έχουν ανεγερθεί μεταξύ 10-12-1981 και 31-12-1983 και που δεν αποτελούν την μοναδική και κύρια κατοικία του ιδιοκτήτη μέσα στα όρια του νομού (περίπτωση α). Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, τόσο τα μη εξαιρούμενα της κατεδαφίσεως αυθαίρετα κτίσματα, όσο και εκείνα που έχουν ανεγερθεί μετά την 31-01-1983 (νέα αυθαίρετα) υπόκεινται σε κατεδάφιση οπωσδήποτε δε, αποκλείονται της εξαιρέσεως από την κατεδάφιση τα αυθαίρετα κτίσματα που έχουν ανεγερθεί σε κοινόχρηστους χώρους πόλης ή σε δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις. Συνεπώς ο μεν ένατος προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως, κατά τον οποίο εφόσον το κτίσμα των αιτούντων έχει ανεγερθεί πριν από την 01-01-1983, μη νομίμως εφαρμόστηκε το από 05-07-1983 προεδρικό διάταγμα, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι και τα κτίσματα, που κατασκευάσθηκαν αυθαίρετα πριν από την 31-12-1983 (αλλά μετά την 10-12-1981) υπόκεινται σε κατεδάφιση, βάσει των διατάξεων του προεδρικού διατάγματος αυτού, ενώ εξάλλου δεν έχει προσκομισθεί απόφαση περί εξαιρέσεώς του από την κατεδάφιση ο δε δέκατος τέταρτος λόγος ακυρώσεως, ο αναφερόμενος εις το κτίσμα των αιτούντων δεν έχει κατασκευασθεί σε κοινόχρηστο χώρο ή δάσος, είναι απορριπτέος ως αλυσιτελής, διότι δεν στηρίζεται σε τέτοια βάση η προσβαλλόμενη. Τέλος, απορριπτέος είναι και ο ενδέκατος λόγος ακυρώσεως, κατά τον οποίο το εν λόγω κτίσμα αποτελεί την κυρία κατοικία των αιτούντων, διότι δεν αποδεικνύεται τούτο και πάντως δεν προβάλλεται ότι πρόκειται για μοναδική κατοικία.

 

12. Επειδή η συνταγματική αρχή της ισότητας δεν επιτρέπει την αδικαιολόγητη εξομοίωση διαφορετικών καταστάσεων. Συνεπώς ο δέκατος έβδομος λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι κατά παράβαση της αρχής αυτής προβλέπεται, ως ευνοϊκή μεταχείριση, η δυνατότητα εξαιρέσεως από την κατεδάφιση μόνο των υφιστάμενων πριν από την 31-01-1983 αυθαιρέτων κτισμάτων σύμφωνα με τις αναφερόμενες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι πρόκειται περί περιπτώσεων αναφερομένων σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα.

 

13. Επειδή η αυτή συνταγματική αρχή δεν επιβάλλει ισότητα στην παρανομία. Συνεπώς οι δωδέκατος και δέκατος πέμπτος λόγοι, που στηρίζονται στην αντίθετη εκδοχή, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.

 

14. Επειδή η νομιμότητα κάθε διοικητικής πράξεως κρίνεται με βάση το νομικό καθεστώς που ισχύει κατά το χρόνο της εκδόσεώς της. Συνεπώς ο δέκατος έκτος λόγος ακυρώσεως, ο οποίος αναφέρεται σε μελλοντική νομοθετική ρύθμιση, κατά διαφορετικό απ' ότι σήμερα τρόπο, για τις αυθαίρετες κατασκευές είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

 

15. Επειδή επομένως η υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα στο σύνολό της.

 

Δια ταύτα

 

Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.