Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 3759/09

ΣτΕ 3759/2009


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 3759/2009

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Τμήμα Ε

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 04-03-2009, με την εξής σύνθεση: Π. N. Φλώρος, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Αγγελική Θεοφιλοπούλου, Αθανάσιος Ράντος, Ιωάννης Μαντζουράνης, Αντώνης Ντέμσιας, Σύμβουλοι, Θ. Αραβάνης, Χρήστος Ντουχάνης, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ειρήνη Βαϊδάνη.

 

Για να δικάσει την από 01-10-2002 έφεση:

 

του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής, ο οποίος παρέστη με την Βασιλική Παπαθεοδώρου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

 

κατά των: 1) __________, 10) __________

 

και κατά της υπ' αριθμόν 211/2002 απόφασης της Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Παρέδρου Χρήστου Ντουχάνη.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την αντιπρόσωπο του εκκαλούντος Γενικού Γραμματέα, η οποία αφού ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους εφέσεως, ζήτησε να γίνει δεκτή η έφεση.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

1. Επειδή, με την υπό κρίση έφεση, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται, κατά το νόμο, η καταβολή παραβόλου, ζητείται η εν μέρει εξαφάνιση της 211/2002 απόφασης της Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, κατά το κεφάλαιο, ειδικότερα, της απόφασης αυτής, με το οποίο, κατά μερική αποδοχή αιτήσεως ακυρώσεως των εφεσιβλήτων, ακυρώθηκε η 282/1999 πράξη του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής. Με την πράξη αυτή είχε αποφασισθεί αφ' ενός, μεν, η κατεδάφιση αυθαιρέτου αρδευτικού συστήματος των εφεσιβλήτων σε ακίνητο στη θέση __________ του Δήμου __________ Μεσογαίας του Νομού Αττικής και αφ' ετέρου η απομάκρυνση οπωροφόρων δένδρων (φιστικιών) από το ως άνω ακίνητο. Η Πρόεδρος του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών απέρριψε την αίτηση ακυρώσεως, κατά το μέρος που στρεφόταν κατά του κεφαλαίου της προσβληθείσης με την αίτηση ακυρώσεως πράξεως, το οποίο αφορούσε στην απομάκρυνση αρδευτικού συστήματος, ως προς το οποίο έκρινε ότι η προσβληθείσα πράξη είχε εκδοθεί νομίμως, έκανε, όμως, δεκτή την αίτηση ακυρώσεως και ακύρωσε την προσβληθείσα πράξη, κατά το μέρος που με αυτήν είχε διαταχθεί η απομάκρυνση των οπωροφόρων δένδρων που είχαν φυτευτεί εκεί. Κατά του τελευταίου αυτού κεφαλαίου της εκκαλουμένης αποφάσεως ασκεί την υπό κρίση έφεση το Δημόσιο.

 

2. Επειδή, νομίμως συζητείται η κρινόμενη έφεση, παρά την απουσία των εφεσιβλήτων, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από τα από 19-09-2003 και 15-10-2003 αποδεικτικά επίδοσης, που ευρίσκονται στο φάκελο της δικογραφίας, αντίγραφα της πράξης του Προέδρου του Ε' Τμήματος περί ορισμού εισηγητή και δικασίμου, καθώς και της κρινόμενης έφεσης, έχουν επιδοθεί σ' αυτούς νομίμως και εμπροθέσμως.

 

3. Επειδή, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 71 του νόμου 998/1979 (ΦΕΚ 289/Α/1979), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 45 του νόμου 2145/1993 (ΦΕΚ 88/Α/1993):

 

{1. Εργολάβοι, υπεργολάβοι, κατασκευαστές, οι εντολείς τους και κάθε τρίτος που επιχειρεί, άνευ δικαιώματος ... την ανέγερση οποιουδήποτε κτίσματος ή κατασκευάσματος ... ή πραγματοποιεί οποιασδήποτε φύσεως εγκατάσταση εντός δάσους ή δασικής εκτάσεως, δημόσιας ή ιδιωτικής, τιμωρούνται με φυλάκιση ... και με χρηματική ποινή ...}

 

ενώ, κατά την παράγραφο 2 του αυτού άρθρου 71 του νόμου 998/1979:

 

{2. ... Η δασική αρχή διατάσσει και, εν αρνήσει του υπόχρεου, εκτελεί άνευ ετέρας διατυπώσεως την κατεδάφιση των κτισμάτων.}

 

Εξ άλλου, κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 114 του νόμου 1892/1990 (ΦΕΚ 101/Α/1892):

 

{1. Απαγορεύεται η ανέγερση οικοδομών, κτισμάτων και πάσης φύσεως εγκαταστάσεων εντός δημοσίων ή ιδιωτικών δασών ή δασικών ή αναδασωτέων εκτάσεων, που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται από πυρκαϊά ...}

 

ενώ, κατά την παράγραφο 2 του αυτού άρθρου, όπως η διάταξη αυτή ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, δηλαδή πριν τροποποιηθεί με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του νόμου 2880/2001 (ΦΕΚ 9/Α/2001):

 

{ανεγερθείσες ή ανεγειρόμενες οικοδομές, κτίσματα και πάσης φύσεως εγκαταστάσεις στις ανωτέρω εκτάσεις κατεδαφίζονται υποχρεωτικά κατόπιν αποφάσεως του οικείου νομάρχη από την τεχνική υπηρεσία της νομαρχίας με την συνδρομή της δασικής υπηρεσίας ...}

 

Τέλος, κατά την παράγραφο 3 του αυτού άρθρου, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 45 του νόμου 2145/1993:

 

{3. Η απόφαση περί κατεδαφίσεως εκδίδεται μετά από κλήτευση προ 2 τουλάχιστον εργασίμων ημερών, του φερομένου ως κυρίου ή νομέα ή κατόχου ή του εργολάβου της οικοδομής, του κτίσματος ή της εγκαταστάσεως. Η κλήτευση αυτή ενεργείται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας. Αν τα παραπάνω πρόσωπα είναι άγνωστα ή άγνωστης διαμονής, η κλήση τοιχοκολλάται στην είσοδο του κτίσματος. Κατά της αποφάσεως του νομάρχη περί κατεδαφίσεως επιτρέπεται προσφυγή ενώπιον του προέδρου του διοικητικού πρωτοδικείου της τοποθεσίας του ακινήτου, εντός 5 ημερών από την κοινοποίησή της στον προσφεύγοντα ή από την τοιχοκόλλησή της στο κτίσμα __________},

 

ενώ, κατά την παράγραφο 6 του αυτού άρθρου:

 

{οι προηγούμενες παράγραφοι 2 έως και 5 εφαρμόζονται αναλόγως και για περιπτώσεις κατεδάφισης κτιρίων ή εγκαταστάσεων, που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 71 του νόμου 998/1979.}

 

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 70 παράγραφος 1 του νόμου 998/1979 (ΦΕΚ 289/Α/1979), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 29 του νόμου 2081/1992 ((ΦΕΚ 154/Α/1992), διόρθωση σφαλμάτων (ΦΕΚ 177/Α/1992)):

 

{Όποιος εκχερσώνει, υλοτομεί αποψιλωτικά ή καλλιεργεί έκταση δημόσια ή ιδιωτική, που κηρύχθηκε αναδασωτέα τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους ... Επίσης επιβάλλεται διοικητική ποινή προστίμου με πράξη καταλογισμού του δασάρχη, αμέσως μετά τη βεβαίωση της παράβασης, το οποίο ισούται με το γινόμενο που προκύπτει από τον αριθμό 500.000 επί τον συντελεστή Μ της παραγράφου 5 του άρθρου 16 του προεδρικού διατάγματος 437/1981, όπως κάθε φορά ισχύει, επί την έκταση που καταστρέφεται σε στρέμματα ... Το πρόστιμο εισπράττεται ... ως δαπάνη της δασικής βλάστησης που καταστράφηκε.}

 

4. Επειδή, από το συνδυασμό των ως άνω διατάξεων προκύπτει ότι η απομάκρυνση μη δασικών φυτών (δένδρων ή μη), τα οποία έχουν φυτευτεί ή καλλιεργηθεί μη νομίμως σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές μέσα σε δάση και δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις, δεν δύναται να βρει έρεισμα στις διατάξεις του άρθρου 70 παράγραφος 1 του νόμου 998/1979, όπως ισχύει, οι οποίες, εκτός του ότι αναφέρονται μόνο σε αναδασωτέες εκτάσεις, περιορίζονται, πάντως, στην πρόβλεψη επιβολής κυρώσεων, ποινικών και διοικητικών, σε βάρος του υπαιτίου και δεν προβλέπουν διαδικασία απομάκρυνσης των μη δασικών αυτών φυτών. Από το συνδυασμό όμως των διατάξεων των άρθρων 71 του νόμου 998/1979 και 114 του νόμου 1892/1990 συνάγεται ότι οι διατάξεις αυτές απαγορεύουν την ανέγερση οποιουδήποτε κτίσματος ή κατασκευάσματος ή την πραγματοποίηση οποιασδήποτε φύσεως εγκατάστασης, υπό ευρεία έννοια, μέσα σε δάση και δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις και καταστρώνουν λεπτομερή διαδικασία όχι μόνο κατεδάφισης των ανεγερθέντων μέσα στα δάση και τις δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις κατασκευασμάτων και των διαμορφωθεισών εγκαταστάσεων, που έχουν τη μορφή κτιρίου, αλλά και απομάκρυνσης όσων από τα εν λόγω κατασκευάσματα ή εγκαταστάσεις δεν αποτελούν κτίσματα, αλλά τοποθετούνται, δημιουργούνται ή εναποτίθενται σε δάση, δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις. Επιβάλλουν, επομένως, οι ίδιες διατάξεις, κατά την έννοιά τους, την απομάκρυνση και των μη δασικών φυτών, που έχουν φυτευτεί ή καλλιεργηθεί μη νομίμως στις εκτάσεις αυτές. Υπό την αντίθετη εκδοχή, τα δάση ή οι δασικές εκτάσεις, τα οποία με τη φύτευση ή την καλλιέργεια μέσα σε αυτά μη δασικών φυτών μετατρέπονται αυθαιρέτως σε γεωργικώς καλλιεργούμενες εκτάσεις, δεν θα μπορούσαν να ανακτήσουν τη δασική τους μορφή, ακόμη και αν αυτά έχουν κηρυχθεί ως αναδασωτέα, αφού τα μη δασικά φυτά θα παρέμεναν στις εκτάσεις αυτές και θα εμπόδιζαν την αναγέννηση της δασικής βλάστησης, από την οποία αυτές καλύπτονταν πριν από την αυθαίρετη μεταβολή της μορφής τους, δεδομένου ότι η πρόβλεψη ποινικών και διοικητικών κυρώσεων σε βάρος του υπαιτίου μπορεί, μεν, να αποτελεί παράγοντα αποθαρρυντικό της συνέχισης της παράνομης καλλιέργειας, δεν αρκεί, όμως, για την απομάκρυνση των μη δασικών φυτών και, κατ' επέκταση, την αναγέννηση της δασικής βλάστησης των εκτάσεων αυτών. Κατά την ειδικότερη γνώμη, του Παρέδρου Θ. Αραβάνη, στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 71 του νόμου 998/1979 και 114 του νόμου 1892/1990 εμπίπτει η απομάκρυνση των καλλιεργούμενων μη δασικών φυτών, μόνον εφόσον έχει κινηθεί η διαδικασία των εν λόγω διατάξεων για κατεδάφιση ή απομάκρυνση των υποστηρικτικών της γεωργικής καλλιέργειας κατασκευών, όπως είναι οι αρδευτικές εγκαταστάσεις κ.λ.π. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Ιωάννη Μαντζουράνη, Αντώνη Ντέμσια και του Παρέδρου Χρήστου Ντουχάνη, η απομάκρυνση των δασικών φυτών που έχουν φυτευτεί ή καλλιεργηθεί μέσα σε δάση και δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις, δεν εμπίπτει στις διατάξεις των άρθρων 71 του νόμου 998/1979 και 114 του νόμου 1892/1990, αφού το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων αυτών δεν περιορίζεται, μεν, στα κτίρια, εκτεινόμενο αντιθέτως σε κάθε μορφής κατασκευάσματα και εγκαταστάσεις (π.χ. αρδευτικές εγκαταστάσεις, περιφράξεις, προστατευτικές των καλλιεργειών κατασκευές, θερμοκήπια, εγκαταστάσεις γεωτρήσεων, διαμορφώσεις του εδάφους, δεξαμενές κ.λ.π.), στα κατασκευάσματα, όμως, αυτά δεν περιλαμβάνονται και τα αγροτικά φυτά, δένδρα ή μη. Η γεωργική καλλιέργεια, επομένως, των δασών και δασικών εκτάσεων ενεργοποιεί, κατά τη γνώμη αυτή, αρχικώς τις διατάξεις των άρθρων 38 και 41 του νόμου 998/1979, βάσει των οποίων η αποψιλωθείσα και ήδη καλλιεργούμενη έκταση οφείλει να κηρυχθεί ως αναδασωτέα και, στη συνέχεια, αυτές του άρθρου 70 παράγραφος 1 του νόμου 998/1979, βάσει του οποίου θα επιβληθούν ποινικές και διοικητικές κυρώσεις στον υπαίτιο της καλλιέργειας, εξυπακουομένης της υποχρεωτικής ενεργοποίησης των άρθρων 71 του νόμου 998/1979 και 114 του νόμου 1892/1990 ως προς τα υποστηρικτικά της καλλιέργειας πάσης φύσεως κατασκευάσματα.

 

5. Επειδή, όπως προκύπτει εν προκειμένω από το φάκελο της υπόθεσης, κατά τη διάρκεια αυτοψίας δασικών υπαλλήλων, που πραγματοποιήθηκε σε έκταση 34.392 στρεμμάτων, ευρισκόμενη στη θέση __________ της εδαφικής περιφέρειας του Δήμου __________ Μεσογαίας του Νομού Αττικής, διαπιστώθηκε, σύμφωνα με την οικεία από 10.7.1995 έκθεση αυτοψίας, ότι η έκταση αυτή είχε εκχερσωθεί από τη δασική βλάστηση που την κάλυπτε κατά το παρελθόν, η οποία, σύμφωνα με την από 26.10.2000 έκθεση φωτοερμηνείας αεροφωτογραφιών, αποτελείτο από πεύκα κατά τα έτη 1937 και 1939, ομοίως από πεύκα κατά το έτος 1945 με εκχερσωμένο μόνο το κεντρικό της τμήμα, ομοίως από πεύκα κατά τα έτη 1967 και 1978 με επέκταση του εκχερσωμένου τμήματος προς δυσμάς, όπου, όμως, εξακολουθούσαν να φύονται διάσπαρτα άτομα πεύκων, και, κατά τα λοιπά, με διαμόρφωση του εδάφους σε βαθμίδες με δασική, όμως, βλάστηση μεταξύ τους, και από αείφυλλα - πλατύφυλλα, καθώς και μεμονωμένα άτομα πεύκων στο δυτικό τμήμα της έκτασης και τμήματα δασωμένα, αλλά και ίχνη άροσης στο υπόλοιπο τμήμα κατά το έτος 1988. Σύμφωνα με την ως άνω έκθεση αυτοψίας, μετά την εκχέρσωση της έκτασης αυτής, η οποία διενεργήθηκε από τους αδελφούς __________, φυτεύτηκαν εκεί φιστικιές και τοποθετήθηκε αρδευτικό σύστημα. Κατόπιν αυτού, η εν λόγω έκταση, τμήμα της οποίας είχε κηρυχθεί αναδασωτέο και κατά το παρελθόν, κηρύχθηκε αναδασωτέα με την 4617/1998 πράξη του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής (ΦΕΚ 172/Δ/1998). Στη συνέχεια, και αφού απευθύνθηκε προς τους ανωτέρω αδελφούς __________ η 4346/95/1996 πρόσκληση της Δασάρχου __________ να απομακρύνουν το αρδευτικό σύστημα και τα καλλιεργούμενα δένδρα, εκδόθηκε, κατ' επίκληση των προαναφερομένων διατάξεων των άρθρων 71 του νόμου 998/1979 και 114 του νόμου 1892/1990, η 282/1999 πράξη του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής, με την οποία αποφασίσθηκε η απομάκρυνση του αρδευτικού συστήματος και των καλλιεργούμενων δένδρων. Κατά της πράξης αυτής ασκήθηκε από τους προαναφερόμενους αδελφούς ... και τους διαδόχους τους αίτηση ακυρώσεως, η οποία έγινε εν μέρει δεκτή με την εκκαλούμενη απόφαση. Ειδικότερα, η Πρόεδρος του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών απέρριψε την αίτηση ακυρώσεως κατά το μέρος που αφορούσε το κεφάλαιο της προσβληθείσης πράξεως, το οποίο αναφερόταν στο αρδευτικό σύστημα των εφεσιβλήτων και των δικαιοπαρόχων τους, ως προς το οποίο κρίθηκε ότι νομίμως είχε διαταχθεί η απομάκρυνσή του με την προσβληθείσα πράξη, έκανε, όμως, δεκτή την αίτηση ακυρώσεως κατά το μέρος που αφορούσε στα οπωροφόρα δένδρα που είχαν φυτευτεί στην επίμαχη έκταση, κρίνοντας ότι οι διατάξεις, κατ' επίκληση των οποίων είχε εκδοθεί η προσβληθείσα πράξη και, ιδίως, εκείνες του άρθρου 114 του νόμου 1892/1990, δεν είχαν πεδίο εφαρμογής ως προς αυτά. Η κρίση, όμως, αυτή της εκκαλούμενης απόφασης δεν είναι νόμιμη, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην προηγούμενη σκέψη, αφού η απομάκρυνση μη δασικών φυτών, που έχουν φυτευτεί ή καλλιεργηθεί μέσα σε δάση ή δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις, ευρίσκει έρεισμα στις εν λόγω διατάξεις. Πρέπει, επομένως, η εκκαλούμενη απόφαση να εξαφανισθεί κατά το κεφάλαιο που αφορά την απομάκρυνση των οπωροφόρων δένδρων που έχουν φυτευτεί στην επίδικη έκταση, κατ' αποδοχή της υπό κρίση εφέσεως. Κατά την ειδικότερη γνώμη του Παρέδρου Θ. Αραβάνη η κρίση της εκκαλούμενης απόφασης είναι μη νόμιμη, διότι εν προκειμένω, η διαδικασία των άρθρων 71 του νόμου 998/1979 και 114 του νόμου 1892/1990 είχε νομίμως κινηθεί από τη Διοίκηση για την απομάκρυνση του αρδευτικού συστήματος της επίδικης έκτασης και συνεπώς νομίμως συμπεριελήφθησαν σ' αυτήν και τα οπωροφόρα δένδρα των εφεσιβλήτων. Κατά την μειοψηφήσασα, όμως, άποψη, η κρίση της εκκαλουμένης κατά το προσβαλλόμενο με την έφεση μέρος, είναι νόμιμη και, κατά συνέπεια, ο περί του αντιθέτου λόγος εφέσεως θα έπρεπε να απορριφθεί.

 

6. Επειδή, μετά την εν μέρει εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης, πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 64 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 (ΦΕΚ 8/Α/1989), να εκδικασθεί, κατά το αντίστοιχο μέρος, η αίτηση ακυρώσεως των εφεσιβλήτων.

 

7. Επειδή, ο προβαλλόμενος με την αίτηση ακυρώσεως λόγος, σύμφωνα με τον οποίο οι διατάξεις των άρθρων 71 του νόμου 998/1979 και 114 του νόμου 1892/1990, κατ' εφαρμογή των οποίων εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη, δεν επέτρεπαν την έκδοση διαταγής απομάκρυνσης των καλλιεργούμενων δένδρων των αιτούντων, είναι, κατά τα ανωτέρω, αβάσιμος, αφού οι διατάξεις αυτές επιβάλλουν, κατά την έννοιά τους, και την απομάκρυνση των μη δασικών φυτών που έχουν φυτευτεί μέσα σε δάση και δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις.

 

8. Επειδή, με την αίτηση ακυρώσεως προβάλλεται ότι η πρόταση του Δασάρχη __________, κατόπιν της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη, υποβλήθηκε εκπροθέσμως. Ο λόγος αυτός είναι, εν πάση περιπτώσει, αβάσιμος, διότι οι διατάξεις αυτές δεν προβλέπουν ως τύπο για την έκδοση της πράξης κατεδάφισης κτισμάτων ή απομάκρυνσης εγκαταστάσεων από δάση και δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις, τασσόμενο, μάλιστα, επί ποινή ακυρότητας, την εισήγηση του Δασάρχη εντός ορισμένης προθεσμίας.

 

9. Επειδή, με την αίτηση ακυρώσεως προβάλλονται λόγοι, με τους οποίους αμφισβητείται ο δασικός χαρακτήρας της έκτασης, εντός της οποίας έχουν φυτευτεί τα οπωροφόρα δένδρα των εφεσιβλήτων. Οι λόγοι αυτοί πρέπει να απορριφθούν, διότι η εξέτασή τους θα οδηγούσε σε ανεπίτρεπτο παρεμπίπτοντα έλεγχο νομιμότητας της 4617/1998 πράξης του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής (ΦΕΚ 172/Δ/1998), η οποία έχει ατομικό χαρακτήρα και με την οποία η εν λόγω έκταση έχει, κατά τα ανωτέρω, κηρυχθεί αναδασωτέα, με συνέπεια να θεωρείται εξ αυτού του λόγου δασική σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του νόμου 998/1979, αφού η πράξη αυτή, κατά της οποίας, μάλιστα, ορισμένοι εκ των εφεσιβλήτων άσκησαν αίτηση ακυρώσεως, που απορρίφθηκε με την 2416/2002 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεν προκύπτει ότι έχει παύσει για οποιοδήποτε λόγο να ισχύει.

 

10. Επειδή, κατόπιν τούτων, η υπό κρίση αίτηση ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί και κατά το μέρος που στρέφεται κατά του κεφαλαίου της προσβαλλόμενης πράξης, με το οποίο διατάχθηκε η απομάκρυνση των οπωροφόρων δένδρων που είχαν φυτευτεί στην επίδικη έκταση.

 

Δια ταύτα

 

Δέχεται την υπό κρίση έφεση.

 

Εξαφανίζει εν μέρει την 211/2002 απόφαση της Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, σύμφωνα με το αιτιολογικό.

 

Δικάζει την αίτηση ακυρώσεως κατά το μέρος αυτό και την απορρίπτει κατά το αιτιολογικό.

 

Επιβάλλει συμμέτρως στους εφεσίβλητους τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, που ανέρχεται σε 920 €.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 15-06-2009

 

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 25-11-2009.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.