Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 4542/11

ΣτΕ 4542/2011


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 4542/2011

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Τμήμα Ε

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 03-06-2009, με την εξής σύνθεση: Κ. Μενουδάκος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Ε' Τμήματος, Ν. Ρόζος, Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, Μ.-Ελ. Κωνσταντινίδου, Αντώνης Ντέμσιας, Σύμβουλοι, Ρ. Γιαννουλάτου, Δ. Βασιλειάδης, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ειρήνη Βαϊδάνη.

 

Για να δικάσει την από 12-10-2005 αίτηση:

 

των: 1. __________ και 2. __________, κατοίκων Αλίμου Αττικής (__________), οι οποίοι παρέστησαν με τη δικηγόρο Αγγελική Χαροκόπου (Αριθμός Μητρώου 1288 Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά), που την διόρισαν με πληρεξούσιο,

 

κατά του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ο οποίος παρέστη με τον Κωνσταντίνο Βαρδακαστάνη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

 

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθούν: 1) η υπ' αριθμόν 21081/2004 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, 2) η υπ' αριθμόν 207/2003 απόφαση του ίδιου πιο πάνω Γενικού Γραμματέα και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Συμβούλου Αντώνη Ντέμσια.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξούσια των αιτούντων, η οποία ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως καταβλήθηκε το κατά νόμο παράβολο (1817360, 2526292/2005, σειρά Α', ειδικά έντυπα παραβόλου).

 

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, όπως συμπληρώθηκε με δικόγραφα προσθέτων λόγων (Ε 190/2007, Ε 760/2007, Ε 591/2008, Ε 724/2008) οι αιτούντες ζητούν να ακυρωθούν: α) η υπ' αριθμόν 207/2003 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, με την οποία εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι του έργου Αποχετευτικά Δίκτυα και Εγκατάσταση Επεξεργασίας Λυμάτων με τη μέθοδο των τεχνητών υγροτόπων του οικισμού Αντιπάρου της νήσου Αντιπάρου του Νομού Κυκλάδων στη θέση Χαρκιά, στην περιφέρεια της Κοινότητας Αντιπάρου και β) η υπ' αριθμόν 21081/2004 απόφαση του ιδίου Γενικού Γραμματέα, με την οποία τροποποιήθηκε η παραπάνω απόφασή του κυρίως με την προσθήκη μονάδας υποδοχής και προεπεξεργασίας βοθρολυμάτων.

 

3. Επειδή, οι αιτούντες, οι οποίοι φέρονται ως κύριοι ακινήτων στην προαναφερθείσα θέση Χαρκιά, με προφανές έννομο συμφέρον ασκούν την υπό κρίση αίτηση.

 

4. Επειδή, παραδεκτώς η υπό κρίση αίτηση στρέφεται αυτοτελώς κατά των συναφών 207/2003 και 21081/2004 αποφάσεων του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, με την τελευταία από τις οποίες τροποποιήθηκαν ορισμένοι όροι της πρώτης, κατά τα λοιπά, όμως, όπως ρητώς αναφέρεται σε αυτήν, ισχύουν οι διατάξεις και οι όροι της προγενέστερης 207/2003 αποφάσεως, της οποίας, επομένως, δεν έληξε η ισχύς (παράβαλε ΣτΕ Ολομέλεια 1847/2008 σκέψη 2). Ως συμπροσβαλλόμενη, λόγω της συνάφειάς της, πρέπει να θεωρηθεί και η εκδοθείσα μετά την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως 9994/2007 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, με την οποία συμπληρώθηκε, με την προσθήκη εδαφίου, συγκεκριμένος όρος της 207/2003 αποφάσεώς του (παράβαλε ΣτΕ 4095/1983). Εξάλλου, η υπό κρίση αίτηση ασκείται εμπροθέσμως, αφού από τα στοιχεία του φακέλου δεν τεκμαίρεται πλήρης γνώση των προσβαλλόμενων πράξεων σε χρόνο που να καθιστούν την κρινόμενη αίτηση εκπρόθεσμη, δεδομένου και ότι δεν προκύπτει ο χρόνος έναρξης των εργασιών κατασκευής του επίδικου έργου.

 

5. Επειδή, με τον νόμο 3010/2002 Εναρμόνιση του νόμου 1650/1986 με τις Οδηγίες 1997/11/ΕΕ και 1996/91/ΕΕ, διαδικασία οριοθέτησης και ρυθμίσεις θεμάτων για τα υδατορέματα και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ 91/Α/2002) τροποποιήθηκε ο νόμος 1650/1986 (ΦΕΚ 160/Α/1986). Ειδικότερα, με το άρθρο 1 του νέου νόμου αντικαταστάθηκε το άρθρο 3 ως εξής:

 

{1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ... τα δημόσια ή ιδιωτικά έργα και δραστηριότητες κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες, και κάθε κατηγορία μπορεί να κατατάσσεται σε υποκατηγορίες, καθώς και σε ομάδες κοινές για όλες τις κατηγορίες, ανάλογα με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον. Κριτήρια για την κατάταξη αυτή είναι:

 

α) το είδος και το μέγεθος του έργου ή της δραστηριότητας,

β) το είδος και η ποσότητα των ρύπων που εκπέμπονται, καθώς και κάθε άλλη επίδραση στο περιβάλλον,

γ) η δυνατότητα να προληφθεί η παραγωγή ρύπων από την εφαρμοζόμενη παραγωγική διαδικασία και

δ) ο κίνδυνος σοβαρού ατυχήματος και η ανάγκη επιβολής περιορισμών για την προστασία του περιβάλλοντος. ...

 

2. Η πρώτη (Α) κατηγορία περιλαμβάνει τα έργα και τις δραστηριότητες που λόγω της φύσης, του μεγέθους ή της έκτασής τους είναι πιθανό να προκαλέσουν σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον. ...}

 

Με το άρθρο 2 αντικαταστάθηκε το άρθρο 4 του ως άνω νόμου 1650/1986 ως εξής:

 

{1. α. Για την πραγματοποίηση νέων έργων ή δραστηριοτήτων ή τη μετεγκατάσταση υφισταμένων, τα οποία έχουν καταταγεί στις κατηγορίες που προβλέπονται στο προηγούμενο άρθρο, απαιτείται η έγκριση όρων για την προστασία του περιβάλλοντος. Έγκριση όρων για την προστασία του περιβάλλοντος απαιτείται επίσης για την επέκταση, την τροποποίηση ή και τον εκσυγχρονισμό υφιστάμενων έργων ή δραστηριοτήτων, που έχουν καταταγεί στις παραπάνω κατηγορίες, εφόσον επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον.

 

β. ...

 

γ. Η απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων αποτελεί προϋπόθεση για την έκδοση των διοικητικών πράξεων που απαιτούνται κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις για την πραγματοποίηση του έργου ή της δραστηριότητας.

 

δ. Για την έκδοση της απόφασης έκδοσης περιβαλλοντικών όρων πρέπει να τηρείται:

 

δ)α) η διαδικασία της προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης και αξιολόγησης του προτεινόμενου έργου ή δραστηριότητας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 6)α και 10)α και η δημοσιοποίηση της θετικής γνωμοδότησης ή της αρνητικής απόφασης επί της προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης της αρμόδιας αρχής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 5,

 

δ)β) η διαδικασία υποβολής και η αξιολόγηση Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων ή Περιβαλλοντικής Έκθεσης, κατά περίπτωση, καθώς και η διαδικασία δημοσιοποίησης Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5.

 

2. Για την έκδοση απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για έργα ή δραστηριότητες της πρώτης (Α) κατηγορίας απαιτείται υποβολή Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων. Η έγκριση περιβαλλοντικών όρων γίνεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και του συναρμόδιου Υπουργού. ...

 

3. ...

 

6. α. Για νέα έργα και δραστηριότητες ή τη μετεγκατάσταση, τον εκσυγχρονισμό, επέκταση ή τροποποίηση των υφισταμένων, της πρώτης (Α) κατηγορίας, εφόσον επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον, απαιτείται μαζί με την αίτηση και η υποβολή Προμελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων. Επί της Προμελέτης αυτής η αρμόδια για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων αρχή προβαίνει σε προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση της πρότασης που συνίσταται σε γνωμοδότηση ως προς τη θέση, το μέγεθος, το είδος, την εφαρμοζόμενη τεχνολογία, τα γενικά τεχνικά χαρακτηριστικά, τη χρήση των φυσικών πόρων, τη συσσωρευτική δράση με άλλα έργα, την παραγωγή αποβλήτων, τη ρύπανση και τις οχλήσεις, καθώς και τον κίνδυνο ατυχημάτων ιδίως από τη χρήση ουσιών ή τεχνολογίας.

 

β. Για την προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση λαμβάνονται υπόψη ...

 

9.α. Η απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για τα έργα και τις δραστηριότητες πρώτης (Α) κατηγορίας χορηγείται μέσα σε 90 ημέρες από την υποβολή της αίτησης ...

 

10. α. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης καθορίζονται:

 

α)α) τα έργα και οι δραστηριότητες της δεύτερης (Β) κατηγορίας για τα οποία απαιτείται προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση,

β)β) οι αρμόδιες υπηρεσίες και η διαδικασία για την προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση, όταν απαιτείται, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και η διαδικασία με την οποία οι αρμόδιες αρχές αποφασίζουν εάν επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις στο περιβάλλον από τη βελτίωση ή τροποποίηση ή επέκταση ή εκσυγχρονισμό ενός έργου ή μιας δραστηριότητας και κάθε άλλο σχετικό θέμα,

γ)γ) οι αρμόδιες υπηρεσίες και η διαδικασία έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, ο τύπος των απαιτούμενων μελετών και στοιχείων, η προθεσμία υποβολής τους και έκφρασης γνώμης των αρμόδιων αρχών, και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

 

β. ...}

 

Με το άρθρο 3 του ίδιου νόμου αντικαταστάθηκε το άρθρο 5 του νόμου 1650/1986 και καθορίσθηκαν το περιεχόμενο και η διαδικασία εγκρίσεως της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Τέλος, στο άρθρο 6 περιελήφθησαν μεταβατικές διατάξεις, ως εξής:

 

{1. Διαδικασίες για την προέγκριση χωροθέτησης ή την έγκριση περιβαλλοντικών όρων που εκκρεμούν μέχρι την έκδοση των υπουργικών αποφάσεων που προβλέπονται στο άρθρο 3 και στην παράγραφο 10)α του άρθρου 4 του νόμου 1650/1986, όπως αντικαθίστανται με τα άρθρα 1 και 2 του παρόντος νόμου, συνεχίζονται και ολοκληρώνονται ως εξής:

 

α) Διαδικασίες Προέγκρισης Χωροθέτησης: ...

 

β) Διαδικασίες Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων: Η έγκριση περιβαλλοντικών όρων διέπεται από τις διατάξεις του νόμου 1650/1986, όπως ίσχυαν πριν την αντικατάστασή τους με τον παρόντα νόμο, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 9 του άρθρου 4 του νόμου 1650/1986, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του νόμου αυτού, οι οποίες εφαρμόζονται και για τις διαδικασίες αυτές.

 

2. Εκκρεμείς υποθέσεις για την εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου θεωρούνται εκείνες για τις οποίες έχει υποβληθεί από τον ενδιαφερόμενο φορέα ή ιδιώτη αίτηση, που συνοδεύεται από τα απαιτούμενα σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις δικαιολογητικά, στην αρμόδια κάθε φορά υπηρεσία, είτε για προέγκριση χωροθέτησης είτε για έγκριση περιβαλλοντικών όρων.

 

3. Όπου στο νόμο 1650/1986 ... ή άλλο νόμο αναφέρεται ο όρος «προέγκριση χωροθέτησης» νοείται εφεξής προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση.

 

4. ...}

 

Τέλος, στο άρθρο 13 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι η ισχύς του αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (25-04-2002).

 

Με βάση την ανωτέρω εξουσιοδότηση του άρθρου 3 του νόμου 1650/1986, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του νόμου 3010/2002, εκδόθηκε η ΗΠ/15393/2332/2002 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ 1022/Β/2002). Στην κοινή υπουργική απόφαση αυτή ορίζεται, στο άρθρο 2 ότι:

 

{Η απόφαση αυτή εφαρμόζεται σε όλα τα έργα και δραστηριότητες της πρώτης (Α) και δεύτερης (Β) κατηγορίας του άρθρου 3 του νόμου 1650/1986 ...}

 

στο άρθρο 3 παράγραφος 1 ότι:

 

{Τα έργα και οι δραστηριότητες που παρουσιάζουν κοινό χαρακτηριστικό ως προς την εκτίμηση και αξιολόγηση των περιβαλλοντικών τους επιπτώσεων κατατάσσονται σε 10 ομάδες κοινές για τις κατηγορίες Α' και Β' του άρθρου 3 του νόμου 1650/1986 ... Οι ομάδες αυτές είναι οι ακόλουθες: ...

 

4. Συστήματα υποδομών ...}

 

στο άρθρο 4 ότι:

 

{Τα έργα και οι δραστηριότητες της πρώτης (Α) και δεύτερης (Β) κατηγορίας του άρθρου 3 του νόμου 1650/1986 ... υποδιαιρούνται στις υποκατηγορίες ένα (1) και δύο (2) για την πρώτη (Α) κατηγορία ... Τα ως άνω έργα και δραστηριότητες αναφέρονται στους πίνακες 1 έως 10 του παραρτήματος Ι του άρθρου 5 ανάλογα με την ομάδα στην οποία υπάγεται καθένα από αυτά}

 

στο άρθρο 5 ότι:

 

{Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παρούσας απόφασης τα Παραρτήματα Ι ... που ακολουθούν. Ειδικότερα: 1. Ως προς το Παράρτημα Ι: Καθένας από τους δέκα (10) Πίνακες του Παραρτήματος Ι αναφέρεται σε μία ομάδα έργων και δραστηριοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 3 και περιλαμβάνει τα έργα και τις δραστηριότητες που εντάσσονται στην ομάδα αυτή καθώς και την αντίστοιχη κατάταξή τους σε κατηγορία και υποκατηγορία σύμφωνα με το άρθρο 4. ...}

 

και, τέλος, στο άρθρο 6 παράγραφος 1 ότι:

 

{Με την επιφύλαξη του άρθρου 6 του νόμου 3010/2002 από την έναρξη ισχύος της παρούσας καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 4 και 5 της υπ' αριθμόν 69269/5387/1990 ... καθώς και κάθε άλλη διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις της παρούσας απόφασης ή ανάγεται σε θέματα που ρυθμίζονται από αυτήν.}

 

Σύμφωνα δε με τον πίνακα 1 του οικείου παραρτήματος 1, τα έργα ή οι δραστηριότητες Εγκαταστάσεις επεξεργασίας και διάθεσης αστικών λυμάτων με διάθεσή τους σε μη ευαίσθητο αποδέκτη, Εγκαταστάσεις επεξεργασίας και διάθεσης αστικών λυμάτων με διάθεσή τους σε ευαίσθητο αποδέκτη ή στο έδαφος και Μεμονωμένοι χώροι επεξεργασίας και εναπόθεσης ιλύων από εγκαταστάσεις επεξεργασίας αστικών λυμάτων κατατάσσονται στην πρώτη κατηγορία, η δε περαιτέρω κατάταξή τους στην 1η ή την 2η υποκατηγορία συναρτάται με τον αριθμό του εξυπηρετούμενου πληθυσμού και, συγκεκριμένα, με τη μονάδα ισοδύναμου πληθυσμού (ΜΙΠ), η οποία, σύμφωνα με την υπ' αριθμόν 5673/400/1997 κοινή υπουργική απόφαση (ΦΕΚ 192/Β/1997), είναι:

 

{το αποικοδομήσιμο οργανικό φορτίο που παρουσιάζει βιοχημικές απαιτήσεις σε οξυγόνο πέντε ημερών (BOD5) ίσες προς 60 g/ημέρα. Η μονάδα ισοδύναμου πληθυσμού αναλογεί σε διοχέτευση λυμάτων στο αποχετευτικό δίκτυο ίση με 125 - 150 l/άτομο την ημέρα. Σε περίπτωση ξενοδοχειακών μονάδων μια κλίνη αντιστοιχεί σε κατανάλωση 2 ατόμων.}

 

Ως ευαίσθητοι αποδέκτες πρέπει δε να θεωρηθούν οι υδάτινες μάζες, οι οποίες ανήκουν στις κατηγορίες που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ της προαναφερθείσας κοινής υπουργικής απόφασης 5673/1997 και έχουν καθορισθεί με την κοινή υπουργική απόφαση υπ' αριθμόν 19661/1982/1999 (ΦΕΚ 1811/Β/1999), κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου 5 της ως άνω κοινής υπουργικής απόφασης 5673/1997.

 

Εξάλλου, σύμφωνα με την προϊσχύουσα κοινή υπουργική απόφαση 69269/5387/1990 (ΦΕΚ 678/Β/1990), καταργηθείσα με το προαναφερόμενο άρθρο 6 παράγραφος 1 της κοινής υπουργικής απόφασης ΗΠ/15393/2332/2002, είχαν καταταγεί στην ομάδα ΙΙ της πρώτης κατηγορίας οι σταθμοί καθαρισμού και οι χώροι απόθεσης ιλύος (βλέπε άρθρο 4 ομάδα ΙΙ παράγραφος 11, στοιχεία δ' και ε').

 

Τέλος, στην ΗΠ/11014/703/Φ104/2003 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ 332/Β/2003), η οποία εκδόθηκε με βάση το ανωτέρω άρθρο 4 του νόμου 1650/1986, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του νόμου 3010/2002, ορίζεται, στο άρθρο 2 παράγραφος 1 ότι:

 

{Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται στα νέα έργα και δραστηριότητες των υποκατηγοριών 1 και 2 της Α' κατηγορίας ... σύμφωνα με την ΗΠ/15393/2332/2002 κοινή υπουργική απόφαση ... καθώς και στον εκσυγχρονισμό, επέκταση, βελτίωση ή τροποποίηση των υφιστάμενων έργων και δραστηριοτήτων των ίδιων υποκατηγοριών εφόσον επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4 του νόμου 1650/1986 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 (παράγραφος 1) του νόμου 3010/2002}

 

και στο άρθρο 13 παράγραφος 1 ότι:

 

{Προκειμένου να εκτιμηθεί αν από τον εκσυγχρονισμό, επέκταση, βελτίωση, τροποποίηση υφισταμένων έργων ή δραστηριοτήτων επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον, ο ενδιαφερόμενος φορέας ή ιδιώτης υποβάλλει φάκελο του οποίου το περιεχόμενο καθορίζεται στην απόφαση της παραγράφου 10 του άρθρου 4 του νόμου 1650/1986 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 (παράγραφος 10)β) του νόμου 3010/2002. Ο φάκελος αυτός υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία ανάλογα με την υποκατηγορία στην οποία εντάσσεται το έργο ή η δραστηριότητα, η οποία εντός 30 ημερών αποφαίνεται αν απαιτείται η υποβολή προμελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων προκειμένου να γίνει νέα προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση ή μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων ή Περιβαλλοντική Έκθεση προκειμένου να επιβληθούν νέοι περιβαλλοντικοί όροι, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης.}

 

6. Επειδή, από τις ανωτέρω διατάξεις των νέων άρθρων 3 και 4 του νόμου 1650/1986, καθώς και των κατ' εξουσιοδότησή τους εκδοθεισών κοινών υπουργικών αποφάσεων, συνάγεται ότι για την τροποποίηση υφιστάμενου έργου ή δραστηριότητας της Α' κατηγορίας απαιτείται, καταρχήν, έγκριση περιβαλλοντικών όρων, ύστερα από την υποβολή μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Κατ' εξαίρεση, δεν απαιτείται η τήρηση της διαδικασίας αυτής, αν η Διοίκηση βεβαιώσει, πριν από την έναρξη οποιασδήποτε σχετικής εργασίας, με έκδοση εκτελεστής διοικητικής πράξεως, ότι από την επιδιωκόμενη τροποποίηση δεν επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις στο περιβάλλον. Η υποχρέωση δε της Διοικήσεως να αποφαίνεται επί του θέματος αυτού με βάση σχετικό φάκελο υποβαλλόμενο από τον ενδιαφερόμενο επιβάλλεται και με το προαναφερόμενο άρθρο 13 της κοινής υπουργικής απόφασης ΗΠ/11014/703/Φ104/2003. Η πράξη αυτή, ενόψει της σπουδαιότητας και των συνεπειών της, πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένη και να στηρίζεται σε συγκεκριμένα στοιχεία, καθοριζόμενα με την προβλεπόμενη στην εξουσιοδοτική διάταξη της παραγράφου 10)β του νέου άρθρου 4 του νόμου 1650/1986 κοινή υπουργική απόφαση, η οποία, έως τον χρόνο εκδόσεως των προσβαλλόμενων αποφάσεων, δεν είχε εκδοθεί. Μέχρι δε να εκδοθεί η εν λόγω κοινή υπουργική απόφαση, η σχετική κρίση της Διοικήσεως πρέπει να θεμελιώνεται σε κριτήρια και στοιχεία πρόσφορα, ενόψει και της φύσεως του κρινόμενου έργου ή δραστηριότητας, αναφερόμενα ιδίως α) στο μέγεθος επεκτάσεως του έργου ή της δραστηριότητας, στις ποιοτικές διαφοροποιήσεις, στη χρησιμοποιούμενη τεχνολογία, β) στα χαρακτηριστικά της περιοχής, στην οποία βρίσκεται το τροποποιούμενο έργο ή δραστηριότητα, όπως είναι οι χρήσεις γης, οι πολεοδομικές συνθήκες, η περιβαλλοντική ευαισθησία της περιοχής, η ύπαρξη χώρων και στοιχείων πολιτιστικής σημασίας και γ) στις επερχόμενες μεταβολές ως προς τις επιπτώσεις από την τροποποίηση, ενόψει και των περιβαλλοντικών συνεπειών που διαπιστώθηκαν κατά τη λειτουργία του έργου ή την άσκηση της δραστηριότητας πριν από την τροποποίηση (παράβαλε ΣτΕ 1283/2009, 315/2007, 4564/2005, 2611/2005, 3615/2002, Ολομέλεια). Περαιτέρω, σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 6 του νόμου 3010/2002, ως εκκρεμής διαδικασία εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων νοείται όχι μόνο η αποσκοπούσα στην έκδοση για πρώτη φορά της οικείας αποφάσεως για νέο έργο ή δραστηριότητα, αλλά και τροποποιητικής ήδη υφισταμένου (ΣτΕ 4564/2005). Τέλος, κατά την άσκηση του ακυρωτικού ελέγχου, πράξεως εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, στον οποίο περιλαμβάνεται και η πλάνη περί τα πράγματα, ο δικαστής εξετάζει, μεταξύ άλλων, αν η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, που αποτελεί το βασικό μέσο εφαρμογής της αρχής της πρόληψης, ανταποκρίνεται προς τις απαιτήσεις του νόμου και αν το περιεχόμενό της είναι επαρκές ώστε να παρέχεται στα αρμόδια διοικητικά όργανα η δυνατότητα να διακριβώνουν και αξιολογούν τις συνέπειες του έργου ή της δραστηριότητας και να εκτιμούν αν η πραγματοποίησή του είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της οικείας νομοθεσίας και προς τις επιταγές προστασίας του περιβάλλοντος που απορρέουν από το άρθρο 24 του Συντάγματος και από τους σχετικούς ορισμούς της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ευθεία, όμως, αξιολόγηση από μέρους του δικαστή των συνεπειών ορισμένου έργου ή δραστηριότητας εξέρχονται των ορίων του ακυρωτικού ελέγχου διότι προϋποθέτουν διαπίστωση πραγματικών καταστάσεων, διερεύνηση τεχνικών θεμάτων, ουσιαστικές εκτιμήσεις και στάθμιση στηριζόμενη στις εκτιμήσεις αυτές (παράβαλε ΣτΕ Ολομέλεια 3478/2000 σκέψη 9).

 

7. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Με την 207/2003 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Νότιου Αιγαίου εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι του έργου Αποχετευτικά Δίκτυα και Εγκατάσταση Επεξεργασίας Λυμάτων με τη μέθοδο των τεχνητών υγροτόπων του οικισμού Αντιπάρου της νήσου Αντιπάρου του Νομού Κυκλάδων. Με την απόφαση αυτή, η οποία εκδόθηκε ύστερα από την υποβολή της από Σεπτεμβρίου 2002 μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, επετράπη η εγκατάσταση σε γήπεδο 28.400 m2, στη θέση Χαρκιά της Κοινότητας Αντιπάρου μονάδας επεξεργασίας λυμάτων με τη μέθοδο των τεχνητών υγροτόπων που περιλαμβάνει πρωτοβάθμια επεξεργασία σε δεξαμενή Imhoff, δευτεροβάθμια επεξεργασία και διάθεση των επεξεργασμένων λυμάτων για άρδευση παρακείμενης εκτάσεως 95 στρεμμάτων. Εν συνεχεία, με την 21081/2004 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της αυτής Περιφέρειας, η οποία εκδόθηκε βάσει της από Σεπτεμβρίου 2004 τεχνικής εκθέσεως τροποποιήσεως περιβαλλοντικών όρων, η προαναφερόμενη απόφαση 207/2003 τροποποιήθηκε, με την προσθήκη μονάδας υποδοχής και προεπεξεργασίας βοθρολυμάτων, την αφαίρεση της πρωτοβάθμιας επεξεργασίας των λυμάτων σε δεξαμενή Imhoff, την προσθήκη τελικού σταδίου επεξεργασίας του συνόλου των επεξεργασμένων λυμάτων - βοθρολυμάτων σε λίμνη ωρίμανσης, διαύγασης, αποθήκευσης, στην οποία θα γίνεται η χλωρίωση - αποχλωρίωση αυτών πριν από την τελική διάθεσή τους για άρδευση και, τέλος, τον καθορισμό νέας εκτάσεως επιφανειακής διάθεσης λυμάτων για άρδευση, εμβαδού 26 στρεμμάτων, κατ' αντικατάσταση του αντιστοίχου όρου της αρχικής αποφάσεως που προέβλεπε την άρδευση εκτάσεως εμβαδού 95 στρεμμάτων. Τέλος, με την 9994/2007 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, με την οποία συμπληρώθηκε η υπ' αριθμόν 207/2003 απόφαση του ιδίου, εξειδικεύθηκαν οι κατά τον όρο δ) 4.1 της αρχικής αυτής απόφασης απολύτως αναγκαίες ελάχιστες περιπτώσεις χρήσεως του αγωγού παράκαμψης (by pass).

 

8. Επειδή, προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση ότι δεν τηρήθηκε η διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης με την υποβολή και δημοσιοποίηση μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και τη γνωμοδότηση συναρμόδιων υπηρεσιών, για την έκδοση της ως άνω 21081/2004 τροποποιητικής αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου και ότι λόγω της μη τήρησης της διαδικασίας αυτής δεν ερευνήθηκαν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την ουσιαστική διαφοροποίηση του τροποποιημένου εν σχέσει με το αρχικό έργο, ιδίως ως προς την προσθήκη μονάδας υποδοχής και προεπεξεργασίας βοθρολυμάτων και την αλλαγή - μείωση της αρδευόμενης περιοχής που θα υποδέχεται τα επεξεργασμένα λύματα και βοθρολύματα. Συναφώς, οι αιτούντες ισχυρίζονται ότι: α) η έκταση των 26 στρεμμάτων στην οποία θα διοχετεύονται τα επεξεργασμένα λύματα και βοθρολύματα δεν μπορεί να απορροφήσει τόση μεγάλη ποσότητα λυμάτων, η οποία θα απορρίπτεται τελικώς στη θάλασσα μέσω του παρακαμπτηρίου αγωγού, β) η τροποποιητική έγκριση περιβαλλοντικών όρων συνιστά νέο σχεδιασμό λόγω της αλλαγή της μεθόδου άρδευσης από επιφανειακή σε επιφανειακή κατάκλυση μέσω δικτύων διαθέσεως, γ) η τροποποιητική έγκριση περιβαλλοντικών όρων δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη διότι δεν ερείδεται σε πλήρη φάκελο, δ) με την τροποποιητική αυτή πράξη παραβιάζεται η αρχή της αειφορίας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 174 παράγραφος 2 της Συνθήκης των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όσο και στο άρθρο 24 του Συντάγματος.

 

9. Επειδή, με το υπ' αριθμόν 10826/2004 έγγραφο του Τμήματος Τεχνικής Υπηρεσίας Δήμων - Κοινοτήτων της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, υποβλήθηκε στη Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωροταξίας της Περιφέρειας αυτής η μνημονευόμενη στο στοιχείο 16 του προοιμίου της προσβαλλόμενης υπ' αριθμόν 21081/2004 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου μελέτη για την τροποποίηση της υπ' αριθμόν 207/2003 εγκριτικής των περιβαλλοντικών όρων του έργου αποφάσεως του ιδίου, με την προσθήκη μονάδας υποδοχής και προεπεξεργασίας βοθρολυμάτων, την αφαίρεση της πρωτοβάθμιας επεξεργασίας των λυμάτων σε δεξαμενή Imhoff, την προσθήκη τελικού σταδίου επεξεργασίας του συνόλου των επεξεργασμένων λυμάτων - βοθρολυμάτων σε λίμνη ωρίμανσης, διαύγασης, αποθήκευσης, στην οποία θα γίνεται η χλωρίωση - αποχλωρίωση αυτών πριν από την τελική διάθεσή τους για άρδευση και, τέλος, τον καθορισμό νέας εκτάσεως επιφανειακής διάθεσης λυμάτων για άρδευση, εμβαδού 26 στρεμμάτων, κατά τροποποίηση του αντιστοίχου όρου της αρχικής αποφάσεως. Στην ανωτέρω μελέτη (Κεφάλαια 1.2.1 και 2.2.4.) αναφέρεται, πλην άλλων, ότι:

 

{... στη σχετική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων δεν είχε προβλεφθεί ότι παρά την επικείμενη κατασκευή δικτύου αποχέτευσης, θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν κατοικίες στην ευρύτερη περιοχή του έργου που θα εξυπηρετούνται με βόθρους. Συνεπώς, η εγκατάσταση θα πρέπει να έχει και δυνατότητα παραλαβής βοθρολυμάτων (δυναμικότητας 100 m3/ημέρα), ώστε να αποφευχθεί η ανεξέλεγκτη διάθεση αυτών. Για την συνεπεξεργασία των βοθρολυμάτων με νωπά λύματα, κρίνεται απαραίτητο να προηγηθεί στάδιο προεπεξεργασίας βοθρολυμάτων, για τη μείωση του οργανικού φορτίου τους}, ότι

 

{... το στάδιο της πρωτοβάθμιας επεξεργασίας των λυμάτων σε δεξαμενή Imhoff ... δεν είναι απαραίτητο για την εφαρμογή της μεθόδου των τεχνητών υγροτόπων}, ότι

 

{αντίθετα στις δεξαμενές Imhoff δημιουργούνται αναερόβιες (και κατά συνέπεια δύσοσμες) συνθήκες επεξεργασίας και επιπλέον, παράγεται μη σταθεροποιημένη και δύσοσμη ιλύς}, ότι

 

{η επεξεργασία της παραγόμενης ιλύος σε κλίνες ξήρανσης είναι συνήθως προβληματική, κυρίως λόγω των δυσοσμιών που εκλύονται και δημιουργούν οχλήσεις στην πέριξ περιοχή}, ότι

 

{συνήθως, σε παρόμοιες περιπτώσεις η ιλύς θα πρέπει να οδηγείται σε άλλη μεγαλύτερη εγκατάσταση της περιοχής, η οποία διαθέτει δυνατότητα κατάλληλης επεξεργασίας της. Εφόσον δεν υπάρχει τέτοια εγκατάσταση στην ευρύτερη περιοχή, προτείνεται η κατάργηση της δεξαμενής Imhoff που προτάθηκε αρχικά, έτσι ώστε το στάδιο της επεξεργασίας ιλύος σε κλίνη ξήρανσης να περιοριστεί για την ιλύ από την προεπεξεργασία των βοθρολυμάτων, τα οποία θα είναι πολύ μικρότερης ποσότητας}, ότι

 

{από τους ανωτέρω υπολογισμούς προκύπτει ότι η απαιτούμενη εδαφική έκταση για άρδευση με επιφανειακή κατάκλυση είναι: Λόγω περιορισμού υδραυλικής φόρτισης 28,6 στρέμματα (Εδάφιο 2.2.1). Λόγω περιορισμού οργανικής φόρτισης 0,7 στρέμματα (Εδάφιο 2.2.2). Λόγω περιορισμού φόρτισης στερεών 0,9 στρέμματα (Εδάφιο 2.2.3). Άρα για τη διάθεση των επεξεργασμένων λυμάτων με επιφανειακή κατάκλυση απαιτούνται συνολικά τουλάχιστον 28,6 στρέμματα και συνεπώς, η διαθέσιμη έκταση των 26 στρέμματα άρδευση μαζί με την έκταση των 3,5 στρέμματα που καταλαμβάνουν οι κλίνες των φυτών επεξεργασίας επαρκούν για τη διάθεση αυτών με την προτεινόμενη μέθοδο.}

 

Με τα παραπάνω δεδομένα η κρίση της Διοικήσεως, η οποία ρητώς διατυπώνεται στο στοιχείο 19)β του προοιμίου της ως άνω προσβαλλόμενης απόφασης 21081/2004, ότι με την επίμαχη τροποποίηση δεν επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις ως προς τις επιπτώσεις στο περιβάλλον, είναι επαρκώς αιτιολογημένη, διότι στηρίζεται σε κριτήρια που ανάγονται στα χαρακτηριστικά του έργου και της περιοχής, όπου αυτό εκτελείται, καθώς και στις επιπτώσεις από την επίμαχη τροποποίηση, όπως ειδικότερα τα ζητήματα αυτά αντιμετωπίζονται όπως προαναφέρθηκε στην μελέτη για την τροποποίηση αυτή των περιβαλλοντικών όρων, η οποία εχώρησε πριν την εκτέλεση του έργου, όπως βεβαιώνεται στο στοιχείο 19)α του προοιμίου της προσβαλλόμενης απόφασης. Επομένως, οι παραπάνω προβαλλόμενοι λόγοι είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.

 

Κατά την άποψη όμως του Συμβούλου Αντωνίου Ντέμσια, οι παραπάνω λόγοι ακυρώσεως είναι βάσιμοι. Ειδικότερα, εφόσον η προσβαλλόμενη υπ' αριθμόν 21081/2004 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου έχει ως αντικείμενο την τροποποίηση περιβαλλοντικών όρων για έργο - δραστηριότητα της Α' κατηγορίας, έπρεπε κατά τα προαναφερόμενα, να προηγηθεί της τροποποιήσεως αυτής είτε η τήρηση της διαδικασίας που θεσπίζεται με τις παραπάνω διατάξεις για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων είτε η έκδοση εκτελεστής διοικητικής πράξεως, πλήρως και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένης με αναφορά στα παρατιθέμενα σε προηγούμενη σκέψη κριτήρια, με την οποία να βεβαιώνεται ότι από την τροποποίηση αυτή δεν επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις στο περιβάλλον.

 

Όπως, όμως, προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου και βεβαιώνεται στην ίδια την υπ' αριθμόν 21081/2004 απόφαση δεν τηρήθηκε η παραπάνω διαδικασία. Και ναι μεν στο στοιχείο 19 εδάφιο β' του προοιμίου της αποφάσεως αυτής αναφέρεται ότι:

 

{εκτιμάται ότι δεν επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις ως προς τις επιπτώσεις στο περιβάλλον και ως εκ τούτου δεν απαιτείται η τήρηση διαδικασίας προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης και αξιολόγησης και τήρηση εξ αρχής της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης}

 

η ρήτρα όμως αυτή, και αν ακόμη θεωρηθεί ότι είναι δυνατόν να υποκαταστήσει την διοικητική πράξη η οποία απαιτείται, κατά τα ήδη εκτεθέντα, για να βεβαιωθεί ότι από την επιχειρούμενη τροποποίηση δεν επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις στο περιβάλλον, δεν θα μπορούσε, πάντως, να αποτελέσει έρεισμα για την επίμαχη τροποποίηση διότι στερείται οιασδήποτε αιτιολογίας με αναφορά στα παρατιθέμενα στην προηγούμενη σκέψη κριτήρια (παράβαλε ΣτΕ 4564/2005). Εξάλλου, αν ήθελε γίνει δεκτό ότι η αιτιολογία της αναπληρώνεται από την παραπάνω μελέτη για την τροποποίηση των περιβαλλοντικών όρων, η αιτιολογία αυτή δεν είναι επαρκής. Και τούτο γιατί στη μελέτη αυτή γίνεται μεν περιγραφή των προτεινόμενων τροποποιήσεων και των επιπτώσεων αυτών στο περιβάλλον, δεν υπάρχει όμως πλήρης και εμπεριστατωμένη αιτιολογία ότι δεν επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις στο περιβάλλον. Κατόπιν τούτων, κατά την άποψη αυτή η υπό κρίση αίτηση έπρεπε να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη 21081/2004 απόφαση.

 

10. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ότι η υπ' αριθμόν 9068/2002 πράξη προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου και, κατ' επέκταση, η προσβαλλόμενη υπ' αριθμόν 207/2003 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου έρχονται σε αντίθεση με το Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου που εγκρίθηκε με την απόφαση 25290/2003 του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ 1487/Β/2003), στην μελέτη της Γ' Φάσης του οποίου, εκπονηθείσα από τον Ιούνιο 2000, δεν προτείνεται η κατασκευή ΧΥΤΑ ή εγκατάστασης επεξεργασίας λυμάτων στη νήσο Αντίπαρο, αλλά μόνον χώρος ελεγχόμενης διάθεσης απορριμμάτων. Περαιτέρω, προβάλλεται ότι το επίδικο έργο, ως εκ του μεγέθους, της φύσεως και της θέσεώς του έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές και κατευθύνσεις που τίθενται με το παραπάνω χωροταξικό σχέδιο για την προστασία του φυσικού τοπίου, την διατήρηση της βιοποικιλότητας, την ποιότητα των θαλασσίων υδάτων, την προστασία της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομίας και την φέρουσα ικανότητα των φυσικών οικοσυστημάτων και πόρων.

 

Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος διότι η προσβαλλόμενη υπ' αριθμόν 207/2003 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, όπως και η προγενέστερη αυτής 9068/2002 πράξη προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης, προγενέστερες της εκδόσεως του Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου και, πάντως, από τις κατευθύνσεις χωροταξικής πολιτικής που περιέχονται στο χωροταξικό αυτό σχέδιο, όπως και στην από Ιουνίου 2000 μελέτη Γ' φάσης την οποία επικαλούνται οι αιτούντες δεν απορρέει απαγόρευση κατασκευής μονάδας επεξεργασίας αστικών λυμάτων για την εξυπηρέτηση του οικισμού της Νήσου Αντιπάρου, της οποίας, εξάλλου, η κατασκευή, της φύσεως των εγκαταστάσεων βιολογικού καθαρισμού, που αφορούν συγκεκριμένη κάθε φορά περιοχή και έναν ή περισσότερους μικρούς πλησιόχωρους οικισμούς, δεν προϋποθέτει την ένταξη σε ευρύτερο σχεδιασμό (ΣτΕ 2656/2007 σκέψη 10, 2547/2005 σκέψη 9, ΣτΕ 1874/1994 σκέψη 5), δεδομένου, μάλιστα, ότι η επίδικη μονάδα επεξεργασίας λυμάτων, που αποτελεί θεμελιώδους σημασίας έργο υποδομής και εξυγιάνσεως ήδη υφισταμένου οικισμού (ΣτΕ 2547/2005, 3221/1999, 744/1997), αποτελεί αναπόσπαστο μέρος ενός συνολικότερου αποχετευτικού έργου της νήσου, εφόσον θα δέχεται προς επεξεργασία τα λύματα του οικισμού της Αντιπάρου, που θα συλλέγονται με την κατασκευή αποχετευτικού δικτύου συλλογής ακαθάρτων, η οποία επιβάλλεται για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος που θάλπονται αντιστοίχως από τα άρθρα 21 και 24 του Συντάγματος (ΣτΕ 2547/2005, 4654/1998, 744/1997), αλλά και κατά την κοινοτική νομοθεσία, αφού, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 1991/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων (ΕΕL 135/1991) και το άρθρο 4 παράγραφος 1 της κοινής υπουργικής απόφασης 5673/400/1997 (ΦΕΚ 192/Β/1997) που εκδόθηκε σε συμμόρφωση προς την οδηγία αυτή επιβάλλεται η δημιουργία, έως 31-12-2005, δικτύου αποχέτευσης αστικών λυμάτων για οικισμούς με ισοδύναμο πληθυσμό μεταξύ 2.000 και 15.000, στους οποίους ανήκει ο οικισμός της Αντιπάρου, που έχει ισοδύναμο πληθυσμό 3.000 (βλέπε σελίδες 2 και 20 της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων).

 

11. Επειδή, στη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, βάσει της οποίας εκδόθηκαν οι προσβαλλόμενες πράξεις, αναφέρεται ότι:

 

{η περιοχή της Αντιπάρου παρουσιάζει ... σημαντική επιβάρυνση ως προς τη ρύπανση των υδάτων. Η κατασκευή της εγκατάστασης επεξεργασίας λυμάτων του οικισμού στοχεύει στην αντιμετώπιση του προβλήματος της σημαντικής ρύπανσης των υδάτων στην περιοχή} (σελίδα 2).

 

Περαιτέρω επισημαίνεται ότι:

 

{το πρόβλημα της ρύπανσης των υδάτων της περιοχής εντοπίζεται στη χρήση βόθρων για την αποχέτευση του οικισμού καθώς και στην απόπλυση των καλλιεργήσιμων εδαφών, όταν λαμβάνει χώρα βροχόπτωση έπειτα από τη χρήση λιπασμάτων ή / και φυτοφαρμάκων. Όσον αφορά τα λύματα, η ρύπανση εκτιμάται ως σημαντική, καθώς οι περισσότεροι βόθροι είναι απορροφητικοί, ενώ τα βοθρολύματα των στεγανών βόθρων, μετά τη συλλογή τους από το βυτιοφόρο όχημα του νησιού, απορρίπτονται επιφανειακά σε ιδιωτικό χωράφι, όπου και λιμνάζουν. Σε περίπτωση μη πραγματοποιήσεως του εξεταζόμενου έργου, αναμένεται να επιδεινωθεί η ρύπανση των υδάτων} (σελίδα 5).

 

Εν συνεχεία αναφέρεται ότι:

 

{η αποχέτευση των ομβρίων γίνεται με ένα υποτυπώδη αγωγό, ο οποίος διέρχεται από το κέντρο του οικισμού. Η αποχέτευση των λυμάτων της περιοχής γίνεται σε βόθρους και η διάθεσή τους γίνεται με το βυτίο μεταφοράς βοθρολυμάτων, το οποίο ... απορρίπτει τα βοθρολύματα στη θέση Ακονητός 10 Km περίπου, από τον οικισμό της Αντιπάρου} (σελίδα 16).

 

Περαιτέρω, αναφέρεται ότι:

 

{το προτεινόμενο έργο έχει ως σκοπό την επεξεργασία μόνο των αστικών λυμάτων του οικισμού της Αντιπάρου, τα οποία μέχρι σήμερα συλλέγονται σε βόθρους, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων είναι απορροφητικοί. Το υφιστάμενο σύστημα συλλογής και διάθεσης ακαθάρτων προκαλεί σημαντικότατη περιβαλλοντική επιβάρυνση, ενώ εγκυμονεί και κινδύνους για τη δημόσια υγεία. Ειδικότερα: η χρήση απορροφητικών βόθρων προκαλεί: ρύπανση των υπογείων υδάτων και κίνδυνο για τη δημόσια υγεία λόγω υπερχείλισής τους σε περιόδους εντόνων βροχοπτώσεων. Το έργο της επεξεργασίας των λυμάτων θα αντιμετωπίσει επιτυχώς την προκαλούμενη περιβαλλοντική επιβάρυνση και θα εξασφαλίσει τη δημόσια υγεία από τους προαναφερθέντες κινδύνους, θα βελτιώσει το επίπεδο ζωής των κατοίκων αναδεικνύοντας παράλληλα τη φυσική ομορφιά του νησιού} (σελίδα 19).

 

Εξάλλου, στη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων έχει αφιερωθεί ιδιαίτερο κεφάλαιο για την εξέταση της μηδενικής λύσης (κεφάλαιο 6.1.1., σελίδες 19 - 20), στο οποίο αναφέρονται τα εξής:

 

{Η μηδενική λύση σημαίνει πως θα εξακολουθήσει να υφίσταται η σημερινή κατάσταση με συνεχή επιδείνωση όλων των προβλημάτων και κινδύνων που περιγράφηκαν ανωτέρω με μόνο πλεονέκτημα την εξοικονόμηση των πόρων που θα δαπανηθούν για την κατασκευή των έργων αποχέτευσης και επεξεργασίας λυμάτων. Κρίνεται πως η περιβαλλοντική προστασία, η εξασφάλιση της δημόσιας υγείας, η βελτίωση του επιπέδου ζωής και η ανάδειξη της φυσικής ομορφιάς του νησιού συνεπάγονται μια ιδιαίτερα ικανοποιητική σχέση κόστους - ωφέλειας για το εξεταζόμενο έργο ... καθώς το νησί κατά τους θερινούς μήνες παρουσιάζει αξιόλογη τουριστική κίνηση, απαιτείται η συμμόρφωση με τη νομοθεσία, σύμφωνα με την οποία μέχρι 31-12-2005 απαιτείται η δημιουργία δικτύων αποχέτευσης και εγκαταστάσεων επεξεργασίας λυμάτων για οικισμούς με ισοδύναμο πληθυσμό μεταξύ 2.000 και 15.000.}

 

Τέλος, κατά την εξέταση εναλλακτικών λύσεων για την επιλογή της θέσης του έργου (σελίδα 31), αναφέρεται ότι η επιλογή της επίμαχης θέσης:

 

{είναι σχεδόν μονοσήμαντη για τους ακόλουθους λόγους: Βρίσκεται σε ικανοποιητική απόσταση (750 m) από τα όρια του οικισμού. Βρίσκεται σε ακατοίκητη περιοχή. Αποτελεί ιδιοκτησία της Κοινότητας. Η παρακείμενη θαλάσσια έκταση είναι απόκρημνη και δεν χρησιμοποιείται για κολύμβηση και Υπάρχει γειτνιάζουσα διαθέσιμη έκταση για επαναχρησιμοποίηση των επεξεργασμένων λυμάτων για άρδευση.}

 

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι υπήρξε εξαντλητική αιτιολόγηση εκ μέρους της Διοικήσεως σε σχέση με τη σκοπιμότητα του επίδικου έργου για λόγους αναγόμενους στην προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος, που αποκλείουν, επαρκώς κατά τον ακυρωτικό έλεγχο, τη μηδενική λύση, η οποία θα συνεπαγόταν την συνέχιση της απόρριψης των λυμάτων του οικισμού ανεπεξέργαστων στη θάλασσα (παράβαλε ΣτΕ 2656/2007). Περαιτέρω, κατά την εξέταση των εναλλακτικών λύσεων (βλέπε άρθρο 5 παράγραφος 1 εδάφιο δ' του νόμου 1650/1986 (ΦΕΚ 160/Α/1986)) κρίθηκε ότι η επιλογή της συγκεκριμένης θέσεως ήταν μονοσήμαντη, ενόψει των πλεονεκτημάτων που προσέφερε. Ενόψει του ανωτέρω περιεχομένου της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, και δεδομένου ότι οι αιτούντες δεν προβάλλουν ότι κατά τη διοικητική διαδικασία είχαν προτείνει άλλη θέση για τη χωροθέτηση της επίμαχης μονάδας ούτε άλλωστε επικαλούνται συγκεκριμένη, προδήλως κατάλληλη εναλλακτική λύση ως προς τη χωροθέτηση της μονάδας (παράβαλε 2059/2007 σκέψη 20, 3430/2006 σκέψη 6, 4654/1998 σκέψη 9), οι λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους προβάλλεται ότι η επιλογή της θέσης για την εγκατάσταση της επίμαχης μονάδας δεν τεκμηριώνεται επαρκώς, ότι δεν εξετάστηκαν εναλλακτικές λύσεις και ότι η συνοπτική αναφορά των κριτηρίων επιλογής της θέσης δεν καλύπτει την έλλειψη αυτή, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.

 

12. Επειδή, με δικόγραφο προσθέτων λόγων προβάλλεται ότι έπρεπε να προηγηθεί της έκδοσης της προσβαλλόμενης υπ' αριθμόν 207/2003 πράξης εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων η έκδοση νομαρχιακής απόφασης, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 της υπ' αριθμόν Ε1Β/221/1965 υπουργική απόφαση και το άρθρο 10 παράγραφος 1 εδάφιο α' της ως άνω κοινής υπουργικής απόφασης 5673/400/1997, για τον καθορισμό χρήσεων του υδάτινου αποδέκτη, εφόσον σύμφωνα με τον όρο 4.7 της πράξης αυτής θα κατασκευασθεί κεντρικός αγωγός παρακάμψεως (by pass) ολόκληρης της εγκαταστάσεως, μέσω του οποίου θα καθίσταται δυνατή η διάθεση επεξεργασμένων, αλλά και ανεπεξέργαστων, λυμάτων στην θάλασσα.

 

13. Επειδή, στο άρθρο 10 της προαναφερόμενης κοινής υπουργικής απόφασης 5673/400/1997 ορίζονται τα εξής:

 

{Μέτρα και όροι για τη διάθεση λυμάτων και ιλύος από σταθμούς επεξεργασίας αστικών λυμάτων. Τα επεξεργασμένα λύματα και η ιλύς που παράγεται κατά την επεξεργασία των λυμάτων υποβάλλονται όταν κρίνεται σκόπιμο κατά προτεραιότητα σε επαναχρησιμοποίηση. Ο τρόπος διάθεσης των λυμάτων και της ιλύος αποσκοπεί στη μείωση στο ελάχιστο των αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον και τη δημόσια υγεία, με τη λήψη των ακόλουθων ειδικότερων κατά περίπτωση μέτρων:

 

1. Διάθεση λυμάτων από σταθμούς επεξεργασίας αστικών λυμάτων. Για την πραγματοποίηση της διάθεσης σε υδάτινο αποδέκτη ή της επαναχρησιμοποίησης των επεξεργασμένων λυμάτων απαιτείται:

 

α) να έχουν προηγουμένως καθορισθεί από τον οικείο Νομάρχη οι χρήσεις του υδάτινου αποδέκτη σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της Υγειονομικής διάταξης Ε1Β/221/1965, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6 της παρούσας απόφασης και

 

β) να διαθέτει ο υπεύθυνος φορέας του σταθμού επεξεργασίας την προβλεπόμενη για την ίδρυση και λειτουργία του έγκριση περιβαλλοντικών όρων κατ' εφαρμογή του άρθρου 4 (παράγραφοι 1 και 2) του νόμου 1650/1986. Η έγκριση αυτή η οποία μεταξύ των άλλων περιλαμβάνει και όρους για την διάθεση των ως άνω λυμάτων χορηγείται με Κοινή Απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Υγείας και Πρόνοιας ως δραστηριότητα Α' κατηγορίας σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στις σχετικές διατάξεις της υπ' αριθμόν 69269/5387/1990 κοινής υπουργικής απόφασης λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6, και εφόσον ως προς την εν λόγω διάθεση πληρούνται οι προϋποθέσεις που κατά περίπτωση προβλέπονται στο άρθρο 7 της παρούσας απόφασης ... Η έγκριση περιβαλλοντικών όρων αποτελεί προϋπόθεση για την χορήγηση της προβλεπόμενης στο επόμενο εδάφιο (γ) άδειας διάθεσης ή επαναξιοποίησης των λυμάτων.

 

γ) Να έχει χορηγηθεί στον υπεύθυνο φορέα του σταθμού επεξεργασίας των λυμάτων άδεια διάθεσης ή επαναχρησιμοποίησης των επεξεργασμένων λυμάτων. Για τη χορήγηση της εν λόγω άδειας απαιτείται η υποβολή αίτησης από τον ως άνω υπεύθυνο φορέα που συνοδεύεται από μελέτη του σχεδιασμού και λειτουργίας του σχετικού σταθμού επεξεργασίας η οποία θα πρέπει να συνάδει με τους περιβαλλοντικούς όρους που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο (β). Η άδεια αυτή εκδίδεται από τον οικείο Νομάρχη μετά από κοινή εισήγηση των αρμόδιων υπηρεσιών περιβάλλοντος και Υγιεινής του Νομού, εφόσον προηγουμένως διενεργήσουν σχετικό έλεγχο ότι η οργάνωση, κατασκευή και λειτουργία της εν λόγω εγκατάστασης συμφωνούν με την υποβληθείσα σχετική μελέτη και ότι τηρούνται οι ως άνω περιβαλλοντικοί όροι.

 

2. ...}

 

Περαιτέρω, στα άρθρα 5 και 6 της ίδιας κοινής υπουργικής απόφασης προβλέπεται η κατάρτιση από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, σε συνεργασία με τα Υπουργεία Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Υγείας και Πρόνοιας και Γεωργίας, καταλόγου ευαίσθητων και λιγότερο ευαίσθητων περιοχών εγκρινομένου με κοινή υπουργική απόφαση, από την κατάταξη δε αυτή εξαρτάται ο βαθμός επεξεργασίας, στην οποία πρέπει να υποβάλλονται τα απορριπτόμενα στις περιοχές αυτές αστικά λύματα. Εξάλλου, στις διατάξεις των άρθρων 3, 4, 5 και 6 της υπ' αριθμόν Ε1Β/221/1965 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Εσωτερικών και Υγιεινής Περί διαθέσεως λυμάτων και βιομηχανικών αποβλήτων (ΦΕΚ 138/Β/1965) ορίζονται τα εξής:

 

{Άρθρο 3: Όροι δια την διάθεση λυμάτων ή βιομηχανικών αποβλήτων εις επιφανειακά ύδατα. Επιτρέπεται η διάθεσις λυμάτων ή βιομηχανικών αποβλήτων εις επιφανειακά ύδατα, εφ' όσον:

 

α/ Τα ύδατα του αποδέκτη διατηρούν άπαντα τα κατωτέρω εν άρθρο 4 καθοριζόμενα χαρακτηριστικά δια την εκάστοτε προβλεπόμενη ανωτέρας τάξεως χρήσιν και μετά την διάθεση των λυμάτων ή των βιομηχανικών αποβλήτων εις αυτά. Εις περίπτωσιν καθ' ας υφίστανται ειδικές διατάξεις, που επιβάλλουν αυστηρότερους ή προσθέτους όρους, θα τηρούνται και οι όροι αυτοί.

 

β/ Πληρούνται οι εν άρθρο 5 καθοριζόμενοι ελάχιστοι όροι.

 

γ/ Πληρούνται οι ειδικοί όροι, που θα καθοριστούν δι' έκαστον αποδέκτη ή τμήμα αυτού, συμφώνως προς το άρθρο 6 της παρούσης.

 

Άρθρο 4: Απαιτούμενα χαρακτηριστικά επιφανειακών υδάτων αναλόγως της χρήσεως αυτών

 

1. Γλυκέα επιφανειακά ύδατα

1.1. Ύδατα δι' ύδρευση και πάσαν ετέρα χρήσιν ...

1.2. Ύδατα δια κολύμβηση και πάσαν ετέρα χρήσιν, πλην υδρεύσεως ...

1.3. Ύδατα δι' αλιεία και πάσαν ετέρα χρήσιν, πλην υδρεύσεως και κολυμβήσεως ...

1.4. Ύδατα δι' άρδευση, ψύξη, μηχανών και πάσαν ετέρα χρήσιν, πλην υδρεύσεως, κολυμβήσεως και αλιείας ...

1.5. Ύδατα δια πάσαν χρήσιν πλην υδρεύσεως, κολυμβήσεως, αλιείας, αρδεύσεως και ψύξεως μηχανών ...

 

2. Θαλάσσια Ύδατα

2.1. Ύδατα δι' αλιεία εδωδίμων οστρακόδερμων και πάσαν ετέρα χρήσιν ...

2.2. Ύδατα δια κολύμβηση και πάσαν ετέρα χρήσιν, πλην αλιείας εδωδίμων οστρακόδερμων ...

2.3. Ύδατα δι' αλιεία και πάσαν ετέρα χρήσιν πλην αλιείας εδωδίμων οστρακόδερμων και κολυμβήσεως ...

2.4. Ύδατα δια πάσαν χρήσιν, πλην αλιείας εδωδίμων οστρακόδερμων, κολυμβήσεως και αλιείας εν γένει ...

 

Άρθρο 5: Ελάχιστοι όροι για την διάθεση λυμάτων ή βιομηχανικών αποβλήτων εις επιφανειακά ύδατα.

 

α/ Τα λύματα ή τα βιομηχανικά απόβλητα αναλόγως της ποσότητος και της ποιότητος αυτών, του αποδέκτη και των τοπικών συνθηκών, θα υφίστανται επεξεργασία και θα διατίθενται κατά τρόπον ώστε να μη καθιστούν τα αποδεχόμενα ταύτα ύδατα ακατάλληλα δια την εκάστοτε προβλεπόμενη ανωτέρας τάξεως χρήσιν.

 

β/ Εν ουδεμία περιπτώσει επιτρέπεται η διάθεσις λυμάτων ή βιομηχανικών αποβλήτων άνευ προηγουμένης επεξεργασίας ισοδυνάμου τουλάχιστον προς απλή καθίζηση μέσης διάρκειας 2 ωρών. Εξαίρεσις του γενικού τούτου κανόνος δύναται να επιτραπεί μόνον προκειμένου περί διαθέσεως εις σημεία απομακρυσμένα κατοικημένων ή συχναζομένων περιοχών καθοριζόμενα συμφώνως προς το άρθρο 6 της παρούσης και εφ' όσον δεν συντρέχουν συνθήκες μεταφοράς των ρύπων ή μολύνσεων δια ρευμάτων.

 

γ/ Οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων θα τοποθετούνται εις βιομηχανικές ζώνες ή εκτός των ορίων του σχεδίου πόλεως και εν ελλείψει τοιούτου του περιγράμματος της κατοικημένης περιοχής και θα λαμβάνονται παραλλήλως πάντα τα απαιτούμενα μέτρα δια την αποφυγήν προκλήσεως κινδύνων ή οχλήσεων, ως εξ αναπτύξεως εντόμων, δυσοσμιών ή αντιαισθητικών καταστάσεων.

 

δ/ ...

 

ε/ Η θέσις και ο τρόπος εκβολής των λυμάτων ή βιομηχανικών αποβλήτων θα εξασφαλίζουν ταχεία και καλήν ανάμιξη αυτών μετά των υδάτων του αποδέκτη. Η αραίωσις των λυμάτων ή βιομηχανικών αποβλήτων εντός των υδάτων του αποδέκτη, μετά εύλογον ανάμιξή των εις την εγγύς της εκβολής περιοχήν, θα είναι τοιαύτη ώστε να μη προκαλούνται σηπτικές ή εν γένει αντιαισθητικές ή οχληρές καταστάσεις. Εν πάση όμως περιπτώσει, προκειμένου περί εκβολής εις λίμνες ή την θάλασσαν, το σημείον εκβολής τοποθετείται εις βάθος μεγαλύτερο του 1 m από της κατωτάτης στάθμης του ύδατος.

 

στ/ Το σημείον εκβολής λυμάτων, ανεξαρτήτως βαθμού καθαρισμού και απολυμάνσεως αυτών, θα απέχει τουλάχιστον, 300 m από των ορίων περιοχών χρησιμοποιουμένων, δι' αλιεία εδωδίμων οστρακόδερμων και 200 m από των ορίων περιοχών χρησιμοποιουμένων δια κολύμβηση. Οι αποστάσεις αυτές ασφαλείας θα αυξάνονται εκάστοτε αναλόγως της ποσότητος και της ποιότητος των λυμάτων, ως και των τοπικών συνθηκών (θαλάσσια ρεύματα κ.λ.π.) εις τρόπον, ώστε να εξασφαλίζονται υπό οιασδήποτε συνθήκες τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά των υδάτων δια τις εν λόγω χρήσεις.

 

ζ/ ...

 

Άρθρο 6: Καθορισμός χρήσεως επιφανειακών υδάτων και ειδικών όρων δια διάθεση λυμάτων ή βιομηχανικών αποβλήτων εις έκαστον αποδέκτη.

 

1. Δι' αποφάσεως του Νομάρχου, εκδιδομένης μετά γνώμη ειδικής προς τούτο Επιτροπής, συνιστώμενης κατά τα εν συνεχεία εις την παράγραφο 5 αναφερόμενα και δημοσιευομένης εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θα ορίζεται δι' έκαστον αποδέκτη ή τμήμα αυτού, εάν είναι επιτρεπτή η διάθεσις λυμάτων ή βιομηχανικών αποβλήτων εις αυτόν και εν καταφατική περιπτώσει θα καθορίζονται:

 

α/ Η προβλεπομένη ανωτέρας τάξεως χρήσις των υδάτων του αποδέκτη.

 

β/ Τα σημεία εκβολής των λυμάτων ή βιομηχανικών αποβλήτων ή εναλλακτικές θέσεις τούτων εξουσιοδοτημένης της αρμοδίας δια την έγκριση της μελέτης υπηρεσίας όπως προβεί εις τον καθορισμό των οριστικών θέσεων αυτών.

 

γ/ Οι τυχόν απαιτούμενοι ειδικοί όροι διαθέσεως των λυμάτων ή βιομηχανικών αποβλήτων ή τα κριτήρια, βάσει των οποίων θα καθορισθούν αυτοί υπό της εγκρίνουσας την μελέτη υπηρεσίας, εξουσιοδοτούμενης προς τούτο. Δια της αποφάσεως ταύτης δύνανται να καθορίζονται επίσης οι υποχρεώσεις των παρόχθιων ή ετέρων ενδιαφερομένων Δήμων, Κοινοτήτων ή αντί αυτών Οργανισμών δια την λήψη των τυχόν απαιτούμενων μέτρων συντηρήσεως του αποδέκτη, συμφώνως προς το άρθρο 13, παράγραφος 3 της υπ' αριθμόν Ε1Β/221/1965 υγειονομικής διατάξεως.

 

2. ...

 

3. ...

 

4. ...

 

5. ...}

 

14. Επειδή, από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων των άρθρων 10 παράγραφος 1 της κοινής υπουργικής απόφασης 5673/400/1997 και 6 παράγραφος 1 της υπουργικής απόφασης Ε1Β/221/1965 συνάγεται ότι ο καθορισμός των χρήσεων του υδάτινου αποδέκτη με απόφαση του αρμόδιου Νομάρχη πρέπει να προηγείται της αδείας διάθεσης λυμάτων σε υδάτινο αποδέκτη από σταθμό επεξεργασίας αστικών λυμάτων (βλέπε ΣτΕ 660/2004, σκέψη 7), η έκδοση, όμως, της νομαρχιακής αποφάσεως αυτής δεν προβλέπεται ως προϋπόθεση για την έκδοση της πράξεως εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων για την κατασκευή και λειτουργία του σταθμού, η οποία, μάλιστα, όπως ρητώς προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 της παραπάνω κοινής υπουργικής απόφασης, πρέπει να προηγείται της άδειας διάθεσης λυμάτων, της οποίας αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση (παράβαλε ΣτΕ 2945/1998 και ΣτΕ Ολομέλεια 2232/1999 σκέψη 7).

 

Εξάλλου, κατά την έννοια του άρθρου 10 παράγραφος 1 της κοινής υπουργικής απόφασης 5673/400/1997, ερμηνευόμενο στο πλαίσιο του άρθρου 24 παράγραφος 1 του Συντάγματος και σε συνδυασμό με τις διατάξεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας (άρθρα 4 και 5 του νόμου 1650/1986, όπως αντικαταστάθηκαν αντιστοίχως με τα άρθρα 2 και 3 του νόμου 3010/2002, άρθρα 3 και 4 της κοινής υπουργικής απόφασης ΗΠ/11014/703/Φ104/2003), απαιτείται να ερευνώνται με την μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων οι επιπτώσεις από την λειτουργία του σχεδιαζόμενου σταθμού επεξεργασίας αστικών λυμάτων στα στοιχεία του περιβάλλοντος, μεταξύ των οποίων και οι υδάτινοι αποδέκτες, στους οποίους θα διοχετεύονται τα λύματα μετά την επεξεργασία από το σταθμό και να επιλέγεται η πλέον κατάλληλη περιοχή για την εγκατάσταση της μονάδας καθώς και η ενδεδειγμένη τεχνική λύση για την επεξεργασία και την τελική διάθεση των λυμάτων αφού ληφθούν υπόψη, όπως προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 10 παράγραφος 1 της κοινής υπουργικής απόφασης 5673/400/1997 και τα άρθρα 5 και 6 της ίδιας κοινής υπουργικής απόφασης, στα οποία ρητώς παραπέμπει η διάταξη αυτή, ο καθορισμός των ευαίσθητων και των λιγότερο ευαίσθητων περιοχών, που τυχόν έχει προηγηθεί, ενόψει δε της μελέτης να επιβάλλονται οι κατάλληλοι, σε σχέση με το ανωτέρω ζήτημα, όροι με την πράξη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Τέλος, ναι μεν για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων δεν απαιτείται να έχει προηγηθεί καθορισμός υδάτινου αποδέκτη, για την εκτέλεση, όμως, του έργου επιβάλλεται να έχουν ολοκληρωθεί αμφότερες οι διαδικασίες αυτές. Στην περίπτωση, συνεπώς, κατά την οποία μετά την έγκριση περιβαλλοντικών όρων καθορισθεί υδάτινος αποδέκτης μη εναρμονιζόμενος με τον τρόπο διάθεσης των λυμάτων που υιοθετήθηκε με την πράξη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, δεν είναι δυνατή η πραγματοποίηση του έργου, εάν δε στην απόφαση καθορισμού αποδέκτη περιληφθούν όροι αντιτιθέμενοι προς τους περιβαλλοντικούς όρους, απαιτείται επανασχεδιασμός της μονάδας και τροποποίηση των περιβαλλοντικών όρων, η οποία, εφόσον συνιστά ουσιώδη μεταβολή, προϋποθέτει την εκ νέου τήρηση της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Ενόψει των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως που αναφέρεται στη σκέψη 12.

 

15. Επειδή, με δικόγραφο των προσθέτων λόγων προβάλλεται ότι στην προσβαλλόμενη έγκριση περιβαλλοντικών όρων, με την οποία προβλέπεται διάθεση επεξεργασμένων λυμάτων στο περιβάλλον με επαναχρησιμοποίηση για την άρδευση της παρακείμενης εκτάσεως έπρεπε να περιληφθούν όροι για την διάθεση αυτή, σύμφωνα με τα άρθρα 12 της οδηγίας 1991/271/ΕΟΚ και 10 παράγραφος 1 εδάφιο β' της υπ' αριθμόν 5673/400/1997 κοινής υπουργικής απόφασης, και ότι δεν αρκεί η παραπομπή απλώς στην μελλοντική εκπόνηση μελέτης αρδεύσεως για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που προκύπτουν από την διάθεση αυτή.

 

16. Επειδή, η οδηγία 1991/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων ορίζει στο άρθρο 1 ότι:

 

{Η παρούσα οδηγία αφορά τη συλλογή, την επεξεργασία και την απόρριψη αστικών λυμάτων και την επεξεργασία και την απόρριψη λυμάτων από ορισμένους βιομηχανικούς τομείς. Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι η προστασία του περιβάλλοντος από τις αρνητικές επιπτώσεις της απόρριψης αυτών των λυμάτων.}

 

Στο άρθρο 12 ορίζεται ότι:

 

{1. Τα επεξεργασμένα λύματα πρέπει να επαναχρησιμοποιούνται, όποτε είναι σκόπιμο. Ο τρόπος διάθεσης των λυμάτων πρέπει να μειώνει στο ελάχιστο τις αρνητικές επιδράσεις στο περιβάλλον.

 

2. Οι αρμόδιες αρχές ή τα κατάλληλα όργανα μεριμνούν ώστε η διάθεση λυμάτων από σταθμούς επεξεργασίας αστικών λυμάτων να υπόκεινται σε προηγούμενους κανόνες ή / και ειδικές άδειες.}

 

Εξάλλου, στην προαναφερόμενη κοινή υπουργική απόφαση 5673/400/1997 ορίζεται στο άρθρο 2 ως διάθεση λυμάτων η απόρριψη αστικών και βιομηχανικών υγρών αποβλήτων και ιλύος στους υδάτινους αποδέκτες. Τέλος, στο άρθρο 1 της υγειονομικής διάταξης Ε1Β/221/1965 ορίζεται ότι ως σύστημα διαθέσεως λυμάτων ή βιομηχανικών αποβλήτων καλείται το σύνολον των εγκαταστάσεων επεξεργασίας και διαθέσεως αυτών εις επιφανειακά ύδατα ή το έδαφος, στα δε άρθρα 7 έως 11 αυτής ρυθμίζονται τα θέματα διάθεσης λυμάτων και βιομηχανικών αποβλήτων στο έδαφος και, ειδικώς, στο άρθρο 8 παράγραφος 1 εδάφιο δ' προβλέπονται οι όροι που πρέπει να πληρούνται για την περίπτωση κατά την οποία τα διατιθέμενα λύματα χρησιμοποιούνται προς άρδευση φυτειών.

 

17. Επειδή, ναι μεν το παρατιθέμενο στη σκέψη 13 άρθρο 10 παράγραφος 1 της κοινής υπουργικής απόφασης 5673/400/1997, στο οποίο ορίζεται ότι η έγκριση περιβαλλοντικών όρων περιλαμβάνει και όρους για την διάθεση των λυμάτων, αναφέρεται ρητώς μόνο σε απόρριψη υγρών αποβλήτων σε υδάτινο αποδέκτη, κατά την έννοια όμως της διάταξης αυτής δεν αποκλείεται η επαναχρησιμοποίηση των επεξεργασμένων λυμάτων, δεδομένου, άλλωστε, ότι η οδηγία 1991/271/ΕΟΚ, σε εναρμόνιση προς την οποία εκδόθηκε η ανωτέρω κοινή υπουργική απόφαση, αναφέρεται γενικώς σε απορρίψεις αστικών λυμάτων χωρίς να προσδιορίζονται κατηγορίες αποδεκτών. Εξάλλου, στην υγειονομική διάταξη Ε1Β/221/1965 σαφώς προβλέπεται επαναχρησιμοποίηση λυμάτων προς άρδευση φυτειών ως περίπτωση διαθέσεως λυμάτων στο έδαφος. Ανεξαρτήτως, όμως, αν επιλεγεί η λύση της διάθεσης των λυμάτων, μετά την επεξεργασία, σε υδάτινο αποδέκτη ή της επαναχρησιμοποίησής τους, στο πλαίσιο περιβαλλοντικής αδειοδότησης μονάδας επεξεργασίας αστικών λυμάτων επιβάλλεται να τίθενται σχετικοί περιβαλλοντικοί όροι, χωρίς πάντως να αποκλείεται η περαιτέρω εξειδίκευσή τους με τεχνικές μελέτες, στο πλαίσιο των υποχρεώσεων και περιορισμών που απορρέουν από τους περιβαλλοντικούς όρους.

 

18. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, στην προσβαλλόμενη υπ' αριθμόν 207/2003 έγκριση περιβαλλοντικών όρων ορίζονται σχετικώς ως περιβαλλοντικοί όροι οι εξής:

 

{5.1 Τα επεξεργασμένα λύματα θα διατίθενται για άρδευση παρακείμενης στο γήπεδο έκτασης.

 

5.2. Ο βαθμός και ο τρόπος επεξεργασίας, καθώς και ο τρόπος άρδευσης και τα είδη των καλλιεργειών, θα καθορισθούν μετά από σχετική μελέτη άρδευσης, η οποία θα εγκριθεί από τις αρμόδιες Υπηρεσίες Περιβάλλοντος, Υγείας και Εγγειοβελτιώσεων της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κυκλάδων.

 

5.3. Αποκλείεται η διάθεση επεξεργασμένων λυμάτων στο έδαφος για την επαναφόρτιση, εμπλουτισμό του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα καθώς και η διάθεση αυτών μέσω γεωτρήσεων εισπίεσης κατ' ευθείαν στον υδροφόρο ορίζοντα.

 

5.4. Για τον έλεγχο των χαρακτηριστικών των επεξεργασμένων λυμάτων να κατασκευασθεί φρεάτιο δειγματοληψίας, πριν από τη διάθεσή τους στον αποδέκτη από όπου να γίνεται συνεχής παρακολούθηση της ποιότητας των επεξεργασμένων λυμάτων με χημικές αναλύσεις. Να γίνεται συστηματική παρακολούθηση των παραμέτρων στον αποδέκτη με την επίβλεψη των αρμοδίων Διευθύνσεων Περιβάλλοντος, Υγείας και Εγγειοβελτιώσεων της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κυκλάδων.}

 

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η προσβαλλόμενη έγκριση περιβαλλοντικών όρων περιέχει τους βασικούς περιβαλλοντικούς όρους για την επαναχρησιμοποίηση των επεξεργασμένων λυμάτων για την άρδευση παρακείμενου γηπέδου, συμφώνως προς το άρθρο 10 παράγραφος 1 της κοινής υπουργικής απόφασης 5673/400/1997, η δε μελέτη υδρεύσεως, της οποίας η εκπόνηση προβλέπεται στον παραπάνω όρο 5.2., δεν αποτελούσε αναγκαία κατά νόμο προϋπόθεση για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην προηγούμενη σκέψη, δεδομένου ότι η μελέτη αυτή αφορά ειδικότερα τεχνικά ζητήματα (ΣτΕ Ολομέλεια 4498/1998 σκέψη 21, Ολομέλεια 258/2004 σκέψη 16, Ολομέλεια 2466/2008 σκέψη 10). Ενόψει των ανωτέρω, ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

 

19. Επειδή, με δικόγραφο προσθέτων λόγων προβάλλεται ότι προ της εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων ήταν αναγκαίο να τηρηθεί η διαδικασία που προβλέπεται στην κοινή υπουργική απόφαση 26857/553/1988 Μέτρα και περιορισμοί για την προστασία των υπογείων νερών από απορρίψεις ορισμένων επικινδύνων ουσιών (ΦΕΚ 196/Β/1988) με τη διενέργεια προκαταρκτικής έρευνας για τις υδρογεωλογικές συνθήκες της περιοχής και την υποβολή μελέτης για τη διυλιστική ικανότητα του εδάφους και του υπεδάφους, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 4 της ως άνω κοινής υπουργικής απόφασης, εφόσον δε από την ως άνω μελέτη προέκυπτε δυνατότητα να πραγματοποιηθεί η απόρριψη, έπρεπε να καθορισθούν με την πράξη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων ο τόπος απόρριψης, οι μέθοδοι διάθεσης ή απόθεσης, οι απαραίτητες προφυλάξεις, η μέγιστη αποδεκτή ποσότητα, οι εγκαταστάσεις που επιτρέπουν τον έλεγχο των αποβλήτων που εκκενώνονται στα υπόγεια νερά και τα μέτρα παρακολούθησης της ποιότητας των υπογείων νερών, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 5 της παραπάνω κοινής υπουργικής απόφασης.

 

20. Επειδή, όπως προκύπτει από την μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου, στο κεφάλαιο 6.7. Υγρά απόβλητα περιέχεται λεπτομερής περιγραφή της μεθόδου επεξεργασίας των λυμάτων προκειμένου να απομακρυνθούν τα ρυπαντικά φορτία και να επιτευχθεί χημική και μικροβιολογική ποιότητα των επεξεργασμένων λυμάτων ώστε να αποτρέπεται κίνδυνος μόλυνσης τόσο των επιφανειακών όσο και των υπογείων υδάτων της περιοχής, στην οποία θα διατίθενται ύδατα προς άρδευση. Για την τήρηση των απαιτήσεων ποιότητας των επεξεργασμένων λυμάτων καθορίζεται πρόγραμμα παρακολούθησης της λειτουργίας και της αποτελεσματικότητας της μεθόδου επεξεργασίας που περιλαμβάνει τη δειγματοληψία σε καθορισμένη συχνότητα και ανάλυση ορισμένων παραμέτρων χημικών ουσιών. Με τα δεδομένα αυτά, η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δεν αναμένεται κίνδυνος μόλυνσης είτε των επιφανειακών είτε των υπογείων υδάτων της περιοχής στην οποία θα διατίθενται προς άρδευση. Ενόψει των ανωτέρω, οι προβαλλόμενοι λόγοι ακυρώσεως ότι δεν προηγήθηκε της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων προκαταρκτική έρευνα για την διάθεση των επεξεργασμένων λυμάτων και ότι με την προσβαλλόμενη πράξη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων δεν καθορίζονται τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 5 της κοινής υπουργικής απόφασης 26857/553/1988, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι, αφενός διότι με την μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου διενεργήθηκε κατ' αρχήν έρευνα για την χημική και μικροβιολογική ποιότητα των επεξεργασμένων λυμάτων και διαπιστώθηκε βάσει των διενεργηθέντων υπολογισμών, ότι δεν υφίσταται κίνδυνος μολύνσεως των υπογείων υδάτων της περιοχής, το συμπέρασμα δε αυτό δεν αμφισβητείται με επαρκή τεκμηρίωση από τους αιτούντες και αφετέρου διότι εφόσον δεν συντρέχει περίπτωση απορρίψεως επικινδύνων ουσιών, δεν έχει εφαρμογή η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 5 παράγραφος 2, την οποία επικαλούνται οι αιτούντες και η οποία αφορά την απόρριψη επικίνδυνων ουσιών.

 

21. Επειδή, με δικόγραφο προσθέτων λόγων προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη υπ' αριθμόν 207/2003 απόφαση περί εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων είναι παράνομη διότι με αυτήν εγκρίνεται, πλην της κατασκευής εγκαταστάσεως επεξεργασίας λυμάτων και έργο διάθεσης των επεξεργασμένων λυμάτων για άρδευση παρακείμενης στην εγκατάσταση εκτάσεως, χωρίς να υπάρχει μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων ως προς τη διάθεση αυτή. Συναφώς προβάλλεται ότι, εάν θεωρηθεί ότι η άρδευση αποτελεί σύνοδο έργο της εγκαταστάσεως επεξεργασίας λυμάτων, η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων είναι ανεπαρκής ως προς το έργο αυτό, διότι δεν έχει το ελάχιστο περιεχόμενο που απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 του νόμου 1650/1986, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 3 του νόμου 3010/2002, αφού δεν περιέχει πληροφορίες για το σχεδιασμό της αρδεύσεως, δεν εξετάζει εναλλακτικές λύσεις ως προς τη μέθοδο της αρδεύσεως, δεν εξετάζει ζητήματα από τα οποία εξαρτάται η λειτουργία της αρδεύσεως, όπως η επίδραση της μορφολογίας του πεδίου αρδεύσεως στην ομαλή άρδευση, η υδατοαπορροφητικότητα του εδάφους, η δυνατότητα αρδεύσεως κατά τη διάρκεια του χειμώνα και τα κατάλληλα φυτά.

 

22. Επειδή, η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, όπως προκύπτει από το περιεχόμενό της, αφορά το επίδικο έργο στο σύνολό του, ήτοι περιλαμβάνει και τη διάθεση των επεξεργασμένων λυμάτων με άρδευση παρακείμενης εκτάσεως. Ειδικότερα, ως προς το ζήτημα αυτό, στο κεφάλαιο 6.2.3. Διάθεση επεξεργασμένων λυμάτων αναφέρεται ότι η επιλεγείσα μέθοδος της επιφανειακής άρδευσης με αυλάκια παρουσιάζει σημαντικά πλεονεκτήματα έναντι των άλλων μεθόδων άρδευσης, όπως είναι η χρήση τεχνητής βροχής και η στάγδην άρδευση, στο κεφάλαιο 6.3.2.2. Φάση λειτουργίας, περιέχεται αναλυτική περιγραφή του έργου της άρδευσης, στην οποία αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα προτεινόμενα καλλιεργούμενα είδη καθώς και τα πετρώματα του υπεδάφους, στο κεφάλαιο 6.7 Υγρά απόβλητα αναφέρονται οι απαιτήσεις ως προς την χημική και μικροβιολογική ποιότητα των επεξεργασμένων λυμάτων και εξετάζεται η πιθανότητα εμφάνισης προβλημάτων ποιότητας στην εκροή των επεξεργασμένων λυμάτων που θα καθιστούσε προβληματική την διάθεσή τους για άρδευση, στο κεφάλαιο 7.2 Αντιμετώπιση περιβαλλοντικών επιπτώσεων παρατίθεται το πρόγραμμα παρακολούθησης της ποιότητας των επεξεργασμένων λυμάτων στο δε παράρτημα της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων επισυνάπτεται δοκιμή διήθησης σε δέκα οπές σε αντιπροσωπευτικές θέσεις του γηπέδου διάθεσης και διαστασιολόγηση του υπεδάφιου πεδίου διάθεσης. Κατά τα λοιπά, η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων παραπέμπει στην μελέτη επεξεργασίας και διάθεσης των λυμάτων του οικισμού Αντιπάρου, η οποία εγκρίθηκε από άποψη εφαρμογής της υγειονομικής νομοθεσίας με την υπ' αριθμόν 11043/2001 πράξη του Τμήματος Υγείας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κυκλάδων. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι με την μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου εξετάστηκαν και οι επιπτώσεις της διάθεσης των επεξεργασμένων λυμάτων για άρδευση με βάση τα στοιχεία και κριτήρια, που αποτελούν το απαιτούμενο ελάχιστο περιεχόμενο κατά το άρθρο 5 παράγραφος 1 του νόμου 1650/1986, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του νόμου 3010/2002, και το άρθρο 4 της κοινής υπουργικής απόφασης ΗΠ/11014/703/Φ104/2003. Συνεπώς, ο περί αντιθέτου λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

 

23. Επειδή, με δικόγραφο των προσθέτων λόγων προβάλλεται ότι παραβιάζεται η αρχή της αειφορίας που κατοχυρώνεται με το άρθρο 174 παράγραφος 2 της Συνθήκης των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και με το άρθρο 24 του Συντάγματος, διότι: α) το αντλιοστάσιο αρδεύσεως δεν είναι εφοδιασμένο με ηλεκτροπαραγωγό ζεύγος, εφεδρική αντλία, σύστημα οπτικού και ηχητικού συναγερμού και αγωγό έκτακτης υπερχείλισης προς τη θάλασσα, αλλά μόνο με εφεδρία αντλιών, με αποτέλεσμα, σε περίπτωση διακοπής του ηλεκτρικού ρεύματος, υφίσταται ο κίνδυνος διαθέσεως ανεπεξέργαστων λυμάτων και βοθρολυμάτων στην θάλασσα, β) για την διαμόρφωση κλινών εδάφους για την δημιουργία λεκανών επεξεργασίας και αρδεύσεως θα απαιτηθούν εκτεταμένοι εκβραχισμοί και προσθήκη χώματος που θα αλλοιώσουν την μορφολογία της ακτής, γ) είναι ανορθόδοξη η διάταξη του έργου, λόγω τοποθέτησης της λίμνης διαύγασης στο υψηλότερο σημείο της εγκατάστασης. Ως προς τα θέματα, στα οποία αναφέρονται οι ανωτέρω α' και β' ισχυρισμοί των αιτούντων, η προσβαλλόμενη υπ' αριθμόν 207/2003 έγκριση περιβαλλοντικών όρων στον μεν όρο 3.2. αναφέρει ότι Στα αντλιοστάσια να υπάρχει εφεδρία αντλιών 100%, στον δε όρο 2.1. αναφέρει:

 

{Ύπαρξη πλήρους προγράμματος κατασκευής του έργου που θα λαμβάνει υπόψη τη λειτουργία της περιοχής και τους οικολογικούς παράγοντες, ώστε να προκαλέσει τις λιγότερες δυνατές βλάβες. Συγκεκριμένα: ... Να γίνουν μόνο οι απαραίτητες χωματουργικές εργασίες, ώστε να αποφευχθούν άσκοπες εκχερσώσεις και αποψιλώσεις ... Να γίνει πρόβλεψη για την αποκατάσταση του τοπίου εκσκαφών της κύριας μονάδας επεξεργασίας και των συνοδών έργων, για τις αποθέσεις των υλικών κ.λ.π. ... Τα προϊόντα εκσκαφών, που θα προκύψουν από την κατασκευή του κυρίως έργου και των συνοδών έργων υποδομής να χρησιμοποιηθούν για την επανεπίχωση αυτών καθώς και για τη διαμόρφωση επιφανειών μέσα στο γήπεδο. Κατά τις επιφανειακές εκσκαφές να γίνει διαχωρισμός και ξεχωριστή αποθήκευση της φυτικής γης προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για τελική επικάλυψη πρανών και άλλων χώρων όπου θα εφαρμοστεί ανάπτυξη πρασίνου. Απαγορεύεται η απόρριψη υλικών κατασκευής και περίσσειας όγκου εκσκαφής στη θάλασσα ή στο έδαφος ή στα επιφανειακά νερά (κοίτες ποταμών, ρεμάτων, χειμάρρων) της περιοχής. Τα πλεονάζοντα προϊόντα εκσκαφών από το κυρίως έργο και τα συνοδά του (αγωγός προσαγωγής ακαθάρτων και διάθεσης επεξεργασμένων, δρόμος προσπέλασης) να απορριφθούν σε κατάλληλους χώρους (π.χ. ανενεργά λατομεία, ΧΥΤΑ), ύστερα από άδεια της Διεύθυνσης Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης.}

 

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι με την προσβαλλόμενη έγκριση περιβαλλοντικών όρων αντιμετωπίστηκαν τα ζητήματα που σχετίζονται με τη διασφάλιση συνεχούς λειτουργίας του αντλιοστασίου και με τις επιπτώσεις από τις προβλεπόμενες μεταβολές στη μορφολογία του εδάφους και της ακτής. Κατά συνέπεια, ο ανωτέρω λόγος ακυρώσεως, κατά το μέρος που αναφέρεται στην πληρότητα της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων ως προς τα ζητήματα αυτά, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος και κατά τα λοιπά απορριπτέος ως απαράδεκτος διότι αφορά τη μη υποκείμενη στον ακυρωτικό δικαστικό έλεγχο τεχνική κρίση της Διοικήσεως.

 

24. Επειδή, με δικόγραφο προσθέτων λόγων προβάλλεται ότι ο όρος 4.7. της προσβαλλόμενης υπ' αριθμόν 207/2003 έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, κατά τον οποίο η χρήση του κεντρικού αγωγού παράκαμψης (by pass αγωγού) πρέπει να περιορίζεται στις απολύτως αναγκαίες ελάχιστες περιπτώσεις, όπως ο όρος αυτός αποσαφηνίσθηκε με την υπ' αριθμόν 9994/2007 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, είναι παράνομος διότι δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, και, συγκεκριμένα, διότι κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ο εν λόγω αγωγός δεν θα χρησιμοποιείται μόνο στις μνημονευόμενες στην τελευταία αυτή απόφαση περιπτώσεις σεισμού ή πυρκαγιάς, υποχωρήσεις γαιών από φυσικά αίτια, αλλά και σε πληθώρα άλλων περιπτώσεων, οι οποίες δεν προβλέπονται στον ως άνω όρο, όπως σε περίπτωση πλημμύρας, διακοπής ηλεκτρικού ρεύματος, συντήρησης της εγκαταστάσεως ή υπερχείλισης. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως μη αναφερόμενος σε πλημμέλεια των προσβαλλόμενων πράξεων, διότι η ενδεχόμενη χρήση του by pass αγωγού κατά την λειτουργία του έργου και σε περιπτώσεις άλλες, μη προβλεπόμενες στην ανωτέρω υπ' αριθμόν 9994/2007 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου θα συνιστά παραβίαση του τεθέντος περιβαλλοντικού όρου με τις εντεύθεν έννομες συνέπειες, αλλά δεν επιδρά στη νομιμότητα αυτού (βλέπε ΣτΕ 4654/1998 σκέψη 8, 744/1997 σκέψη 7).

 

25. Επειδή, προβάλλεται ότι η κατασκευή σταθμού βιολογικού καθαρισμού στην επίμαχη θέση συνιστά επέμβαση και αλλοίωση του παράκτιου τοπίου, αντίθετη με τη συνταγματική προστασία των ακτών καθώς και αλλοίωση του τοπίου και του αισθητικού κάλλους του οικισμού της Αντιπάρου, ο οποίος έχει χαρακτηρισθεί παραδοσιακός, δεδομένου και ότι το αντλιοστάσιο στο δυτικό όριο του Σιφναίικου Γιαλού θα προκαλέσει ρύπανση της παραλίας λόγω υπερχείλισης των λυμάτων σε περίπτωση εμφράξεως ή διακοπής του ηλεκτρικού ρεύματος. Στην προσβαλλόμενη υπ' αριθμόν 207/2003 έγκριση περιβαλλοντικών όρων ορίζονται τα εξής:

 

{2.1. ... Να γίνουν μόνον οι απαραίτητες χωματουργικές εργασίες, ώστε να αποφευχθούν άσκοπες εκχερσώσεις και αποψιλώσεις ... Τα προϊόντα εκσκαφών ... να χρησιμοποιηθούν για την επανεπίχωση αυτών καθώς και για τη διαμόρφωση επιφανειών μέσα στο γήπεδο ...

 

2.2. Η διάταξη και ο σχεδιασμός των επί μέρους μονάδων θα πρέπει να προσαρμοσθούν στην τοπογραφία της περιοχής και να ελαχιστοποιηθούν οι αλλοιώσεις του ανάγλυφου της περιοχής επέμβασης ... Κατά τον σχεδιασμό των κτισμάτων της μονάδας, να ληφθεί υπόψη η αρχιτεκτονική και η αισθητική εικόνα της περιοχής (κατασκευή υπόγειων δεξαμενών και χαμηλών κτιρίων, όσο βέβαια επιτρέπουν οι κανονισμοί λειτουργίας η/μ εξοπλισμού) για να επιτευχθεί η αρμονική ένταξη της εγκατάστασης στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του δομημένου και του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής ...

 

7.1. Το γήπεδο της εγκατάστασης να απομονωθεί οπτικά από τις γύρω εκτάσεις και την ευρύτερη περιοχή με τη δημιουργία περιμετρικά φράκτη περίφραξης και ανεμοφράκτη που θα αποτελείται από δένδρα μη φυλλοβόλα και από ταχυαυξή αναρριχώμενα ενδημικά φυτά.}

 

Περαιτέρω, στην απόφαση αυτή ορίζονται, στους όρους 3.2 και 3.3, τα εξής:

 

{3.2. Στα αντλιοστάσια να υπάρχει εφεδρία αντλιών 100%. Να εξασφαλισθεί η αδιάλειπτη ροή των ανεπεξέργαστων λυμάτων από το κεντρικό αντλιοστάσιο στην εγκατάσταση επεξεργασίας. Να γίνουν οι απαραίτητες προβλέψεις για την αποφυγή πλημμυρίσματος των αντλιοστασίων για την προσαγωγή των ακαθάρτων, κατά την διάρκεια ισχυρών βροχοπτώσεων (πρόβλεψη κατάλληλης διάθεσης υπερχείλισης) και η αποφυγή έκλυσης δυσοσμιών (σωστός σχεδιασμός του αντλιοστασίου με την εφαρμογή συστήματος αερισμού και απόσμησης).

 

3.3. Να εξασφαλιστεί η στεγανότητα των κεντρικών αποχετευτικών αγωγών και των αντλιοστασίων της περιοχής, με χρήση ανθεκτικών υλικών στη διάβρωση. Η ταχύτητα των λυμάτων στον κεντρικό αγωγό αποχέτευσης δεν θα πρέπει να προσεγγίζει την ελάχιστη τιμή αυτοκαθαρισμού του αγωγού, ενώ παράλληλα θα πρέπει να αποφευχθεί η στροβιλώδης ροή ...}

 

Ενόψει των ανωτέρω, προκύπτει ότι με την προσβαλλόμενη έγκριση περιβαλλοντικών όρων ελήφθη μέριμνα για την αποτροπή του κινδύνου ρύπανσης της παραλίας και για την ελαχιστοποίηση των επεμβάσεων στο παράκτιο τοπίο της περιοχής, καθώς και για την προσαρμογή της μονάδας στο υφιστάμενο φυσικό και οικιστικό περιβάλλον χωρίς να προκαλείται οπτική όχληση. Κατά συνέπεια, ο ανωτέρω λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος (παράβαλε ΣτΕ 3430/2006 σκέψη 18, 4654/1998 σκέψη 10).

 

26. Επειδή, προβάλλεται ότι η κατασκευή και λειτουργία του σταθμού βιολογικού καθαρισμού στην επίμαχη θέση θα έχει βλαπτικές συνέπειες στον τύπο οικοτόπου προτεραιότητας Juniperus phoenica και Juniperus oxycedrus, καθώς και του είδους Sarcopoterium spinosum που βρίσκεται διάσπαρτος σε συστάδες στην θέση αυτή. Ο λόγος αυτός, όπως προβάλλεται, πρέπει να απορριφθεί ως αόριστος.

 

27. Επειδή, προβάλλεται ότι η υπ' αριθμόν 9068/2002 πράξη προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης είναι ανεπαρκής διότι δεν περιέχει τα γενικά χαρακτηριστικά του έργου και δεν αναφέρεται στη χρήση των φυσικών πόρων, στη συσσωρευτική δράση με άλλα έργα, στην παραγωγή αποβλήτων, στη ρύπανση και στις οχλήσεις, καθώς και στον κίνδυνο ατυχημάτων ιδίως από τη χρήση ουσιών ή τεχνολογίας, όπως απαιτεί η παράγραφος 6)α του άρθρου 4 του νόμου 1650/1986. Περαιτέρω, υποστηρίζεται ότι στην παραπάνω πράξη έχουν απλώς αντιγραφεί τα κριτήρια που αναφέρονται στην διάταξη της παραγράφου 6)β του άρθρου 4 του νόμου 1650/1986. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης εκδοχής διότι στην ανωτέρω υπ' αριθμόν 9068/2002 πράξη προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης και αξιολόγησης του επίμαχου έργου περιέχονται τα κατά τις προαναφερόμενες διατάξεις απαιτούμενα στοιχεία και, συγκεκριμένα, περιγράφονται τα γενικά τεχνικά χαρακτηριστικά του έργου, το οποίο, κατά τα αναφερόμενα στην πράξη αυτή, συνίσταται σε εγκατάσταση επεξεργασίας λυμάτων σε δημοτική έκταση 28.400 m2, σε απόσταση 750 m από τον οικισμό της Αντιπάρου, για την εξυπηρέτηση 3000 κατοίκων και το οποίο βρίσκεται σε περιοχή, για την οποία ισχύει το από 16-06-1993 προεδρικό διάταγμα Καθορισμός χρήσεων γης και όρων και περιορισμών δόμησης των εκτός σχεδίου και εκτός ορίων οικισμών περιοχών των νήσων Πάρου και Αντιπάρου (νομού Κυκλάδων) (ΦΕΚ 732/Δ/1993), δεν εμπίπτει δε σε περιοχή προτεινόμενη προς ένταξη στο δίκτυο Natura 2000, καθώς και ο τρόπος προσαγωγής των λυμάτων στην εγκατάσταση, η μέθοδος επεξεργασίας, ο τρόπος διάθεσης των επεξεργασμένων λυμάτων και τα τμήματα του αποχετευτικού δικτύου, ως προς δε τη συσσωρευτική δράση με άλλα έργα, την παραγωγή αποβλήτων, τη ρύπανση και τις οχλήσεις, καθώς και τον κίνδυνο ατυχημάτων, αναφέρονται τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα σημεία, στα οποία πρέπει να εστιάσει η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων.

 

28. Επειδή, προβάλλεται ότι η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου παρουσιάζει ελλείψεις διότι δεν έχει επαρκή περιγραφή της γεωγραφικής θέσης του έργου, δεν αναφέρεται στον αμέσως γειτνιάζοντα Σιφναίικο Γιαλό και δεν αξιολογείται το γεγονός ότι ο σταθμός θα κατασκευασθεί σε ύψωμα μικρής χερσονήσου και δεν λαμβάνονται μέτρα για την προστασία των υπογείων υδάτων κάτω από την περιοχή επιφανειακής διάθεσης των επεξεργασμένων λυμάτων και για την αντιμετώπιση της μόλυνσης των υδάτων αυτών.

 

29. Επειδή, ως προς την περιγραφή της γεωγραφικής θέσης του έργου, στην μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορίζεται ότι η εγκατάσταση επεξεργασίας λυμάτων πρόκειται να κατασκευασθεί σε δυο γειτνιάζοντα οικόπεδα, έκτασης 11.300 και 17.100 m2 αντίστοιχα, που βρίσκονται στην θέση Χαρκιά, σε έκταση εντός των διοικητικών ορίων της Κοινότητας Αντιπάρου, οι δε γεωγραφικές συντεταγμένες της περιοχής του έργου είναι: γεωγραφικό μήκος 25ο 04' 15'' και γεωγραφικό πλάτος 37ο 02' 25'', όπως απεικονίζεται στο σχέδιο 1, κλίμακας 1:50.000, που επισυνάπτεται στην μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Και ναι μεν από το σχέδιο αυτό προκύπτει ότι το έργο βρίσκεται σε γειτνίαση με το Σιφναίικο Γιαλό, με την μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, όμως, βεβαιώνεται ότι η περιοχή είναι ακατοίκητη, ότι η παρακείμενη θαλάσσια έκταση είναι απόκρημνη και δεν χρησιμοποιείται για κολύμβηση και ότι τα λύματα θα τυγχάνουν επεξεργασίας σε υψηλό βαθμό, εκτιμάται δε ότι η διάθεσή τους δεν αναμένεται να προκαλέσει οποιοδήποτε κίνδυνο μόλυνσης είτε των επιφανειακών είτε των υπογείων νερών. Με τα δεδομένα αυτά, ο ως άνω προβαλλόμενος λόγος πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

 

30. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω και μη προβαλλομένου ετέρου λόγου ακυρώσεως, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.

 

Δια ταύτα

 

Απορρίπτει την αίτηση.

 

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.

 

Επιβάλλει στους αιτούντες τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου που ανέρχεται σε 460 €.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 10-11-2010 και 24-03-2011 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 30-12-2011.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.