Νόμος 2579/98 - Άρθρο 28

Άρθρο 28: Θέματα Νομικού Συμβουλίου του Κράτους


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

1. Η παράγραφος 28 του άρθρου 19 του νόμου 2386/1996 (ΦΕΚ 43/Α/1996) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{28. Οι διατάξεις των άρθρων 1 και 5 του από [ΠΔ] 26-06-1944 προεδρικού διατάγματος Περί κώδικα των νόμων, περί δικών του Δημοσίου (ΦΕΚ 139/Α/1944), όπως τροποποιηθείσες ισχύουν, έχουν εφαρμογή και στις δικαστικές διαφορές του Δημοσίου, που υπάγονται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, με εξαίρεση τις φορολογικές διαφορές, τις υποθέσεις των περιπτώσεων ε' και ζ' της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1406/1983 (ΦΕΚ 182/Α/1983) και τις υποθέσεις της ακυρωτικής διαδικασίας ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και των Διοικητικών Εφετείων. Οι προβλεπόμενες από διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, επιδόσεις προς τον Υπουργό Οικονομικών, ως εκπρόσωπο του Δημοσίου ή των κατά το άρθρο 1 του πιο πάνω κανονιστικού διατάγματος νομικών προσώπων, γίνονται στο κατάστημα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Στις διαφορές του άρθρου 1 του νόμου [Ν] 1406/1983, στις οποίες εφαρμόζονται τα άρθρα 1 και 5 του παραπάνω κανονιστικού διατάγματος, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, όταν εναγόμενο ή καθ' ου η προσφυγή, ή η ανακοπή, ή το ένδικο μέσο ή βοήθημα είναι το Δημόσιο, ή τα πιο πάνω νομικά πρόσωπα, η Γραμματεία του οικείου διοικητικού δικαστηρίου, κοινοποιεί εξήντα (60) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο τη σχετική μ' αυτή πράξη του Προέδρου, μαζί με επικυρωμένο αντίγραφο του οικείου δικογράφου, στο δικηγόρο που το υπογράφει και στη δημόσια υπηρεσία από ενέργεια της οποίας προήλθε η ένδικη διαφορά. Επικυρωμένο αντίγραφο της πράξης αυτής και του δικογράφου, υποχρεούται ο δικηγόρος να κοινοποιήσει στο Δημόσιο ή στο νομικό πρόσωπο, τριάντα (30) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο και να προσκομίσει τις εκθέσεις επίδοσης στη Γραμματεία του Δικαστηρίου, μία τουλάχιστον ημέρα πριν απ' αυτή. Σε περίπτωση παράλειψης της υποχρέωσης αυτής, ή μη προσήκουσας κοινοποίησης και απουσίας του Δημοσίου ή του νομικού προσώπου στη δίκη, η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη και ορίζεται νέα δικάσιμος για να γίνει η κλήτευσή τους σύμφωνα με τα παραπάνω. Αν η κλήτευση αυτή δεν γίνει, το δικαστήριο απορρίπτει το σχετικό δικόγραφο ως απαράδεκτο. Σε περίπτωση που συντρέχει λόγος για νέα ή περαιτέρω συζήτηση της υπόθεσης, επαναλαμβάνεται η ίδια διαδικασία για την κλήτευσή τους. Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, αν το Δημόσιο ή το νομικό πρόσωπο παρίστανται και δεν αντιλέγουν, το δικαστήριο προχωρεί στην εκδίκαση της υπόθεσης, ακόμη και αν δεν έχουν τηρηθεί ως προς αυτά οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου για τις κοινοποιήσεις. Η αρμόδια για την παροχή στοιχείων δημόσια υπηρεσία, υποχρεούται να διαβιβάζει 30 τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο, έκθεση απόψεων μαζί με το σχετικό φάκελο, τόσο στη Γραμματεία του οικείου διοικητικού δικαστηρίου, όσο και στο αρμόδιο για το χειρισμό της υπόθεσης Γραφείο Νομικού Συμβούλου, ή Δικαστικό Γραφείο, ή δικηγόρο του Δημοσίου, επιφυλασσομένων, σε περίπτωση μη αποστολής τους, των συνεπειών των άρθρων 37 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 341/1978 (ΦΕΚ 71/Α/1978) και 20 παράγραφος 2 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 282/1996 (ΦΕΚ 199/Α/1996) αντιστοίχως. Οι ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου ως προς τη διαδικασία κλήτευσης του Δημοσίου και των παραπάνω νομικών προσώπων, δεν ισχύουν για τα δικόγραφα που έχουν κατατεθεί πριν από την έναρξη της ισχύος του, καθώς και για τις αιτήσεις αναιρέσεως, για την κοινοποίηση των οποίων προβλέπει το άρθρο 21 παράγραφοι 4, 5 και 6 του προεδρικού διατάγματος 18/1989 (ΦΕΚ 8/Α/1989). Τα πρακτικά γνωμοδότησης του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους σε υποθέσεις ακυρωτικής διαδικασίας, ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Διοικητικού Εφετείου, εγκρίνονται από τον αρμόδιο κατά περίπτωση υπουργό.}

 

2. Οι προθεσμίες που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 9 παράγραφος 5 νόμου [Ν] 1386/1983 (ΦΕΚ 107/Α/1983, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 48 του νόμου 1882/1990 και του άρθρου 46Α παράγραφος 10 του νόμου 1892/1990, όπως το εν λόγω άρθρο προστέθηκε με το άρθρο 14 του νόμου [Ν] 2000/1991 (ΦΕΚ 206/Α/1991 και στη συνέχεια αντικαταστάθηκε ως προς την παράγραφο 10 με το άρθρο 53 παράγραφος 3 του νόμου 2224/1994 (ΦΕΚ 112/Α/1994), αρχίζουν για το Δημόσιο και το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων από την κοινοποίηση της σχετικής πρόσκλησης του εκκαθαριστή, στον υπουργό Οικονομικών και στον διοικητή του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων αντίστοιχα, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 2 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 69 του νόμου 2676/1999 (ΦΕΚ 28/Α/1999).

 

3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 12 του νόμου [Ν] 2298/1995 (ΦΕΚ 62/Α/1995) αντικαθίσταται ως εξής:

 

{1. Μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την άσκηση αναίρεσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου του Ελεγκτικού Συνεδρίου από μέρους του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, του οποίου η νομική υπηρεσία και η δικαστική εκπροσώπηση διεξάγεται από το Νομικό Συμβουλίου του Κράτους ή από μέλη του, το αναιρεσείον, με επιμέλεια του υπογράφοντος το αναιρετήριο δικαστικού πληρεξουσίου, αποστέλλει στο Νομικό Συμβουλίου του Κράτους αντίγραφο του αναιρετηρίου, των προσβαλλόμενων αποφάσεων, των εισαγωγικών εγγράφων της κύριας δίκης και των παρεμπιπτουσών δικών, καθώς και των προτάσεων των διαδίκων.}

 

4. Οι διατάξεις των άρθρων 11 του κανονιστικού διατάγματος της 26-06/10-07-1944 Περί Κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου και 22 παράγραφος 4 του νόμου [Ν] 1868/1989 (ΦΕΚ 230/Α/1989), έχουν εφαρμογή και επί των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Τα πρόσωπα αυτά απαλλάσσονται, όπως και το Δημόσιο, από την υποχρέωση καταβολής οποιουδήποτε παραβόλου, τέλους, ενσήμου ή εισφοράς για την άσκηση ή την εκδίκαση αγωγών, ενδίκου μέσου ή βοηθήματος, ή για τη διενέργεια οποιασδήποτε δικαστικής ή διαδικαστικής πράξης, ενώπιον όλων των δικαστηρίων ή δικαστικών ή άλλων αρχών.

 

5. Το ανώτατο όριο της δικαστικής δαπάνης σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, όπως αυτό καθορίζεται κάθε φορά με την κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών, που προβλέπεται από το άρθρο 5 παράγραφος 12 του νόμου [Ν] 1738/1987 (ΦΕΚ 200/Α/1987), επιδικάζεται συνολικά υπέρ όλων των διαδίκων που παρίστανται στη δίκη με κοινό δικόγραφο. Το ίδιο ισχύει και για τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.

 

6. Τα τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 18 του νομοθετικού διατάγματος 797/1971 (ΦΕΚ 1/Α/1971), εφαρμόζεται αναλόγως και επί των αιτήσεων αναίρεσης του άρθρου 21 αυτού.

 

7. Στις περιπτώσεις, που υπηρεσίες του Δημοσίου, εφαρμόζοντας τις διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 356/1974 (ΦΕΚ 190/Α/1974), επιμελούνται για την είσπραξη εσόδων άλλων νομικών προσώπων, υπέρ των οποίων εφαρμόζονται οι διατάξεις αυτές, στις σχετικές δίκες που δημιουργούνται, δεν νομιμοποιείται να παρίσταται ως διάδικο το Δημόσιο, αλλά το ενδιαφερόμενο νομικό πρόσωπο.

 

8. Η Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους διακρίνεται σε πλήρη, όταν συγκροτείται, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 282/1996 Οργανισμός Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και σε τακτική, όταν αποτελείται από τον Πρόεδρο και, εναλλάξ κατά συνεδρίαση από τους αντιπροέδρους και τους Νομικούς Συμβούλους, που κατέχουν εκάστοτε περιττό ή άρτιο, κατά τη σειρά της αρχαιότητάς τους αριθμό και η οποία συνεδριάζει νομίμως με την παρουσία δεκαεπτά (17) τουλάχιστον μελών. Τον πρόεδρο, όταν απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνει ο αρχαιότερος από τους αντιπροέδρους, ο οποίος κατέχει αριθμό περιττό ή άρτιο, αντίστοιχα, προς την καλούμενη για τη συγκεκριμένη συνεδρίαση σειρά Νομικών Συμβούλων. Η πλήρης Ολομέλεια γνωμοδοτεί:

 

α) Σε υποθέσεις και ερωτήματα, για τα οποία ζητείται από Υπουργό απ' ευθείας η γνώμη της, ή για τα οποία προηγήθηκε γνωμοδότηση της τακτικής Ολομέλειας με πλειοψηφία μιας ψήφου και

β) Στην περίπτωση του άρθρου 5 παράγραφος 3 περίπτωση δ' του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 282/1996.

 

9. Η διάταξη του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 24 του άρθρου 19 του νόμου 2386/1996 αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής:

 

{Τα πρακτικά ή οι γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που εκδίδονται κατά περίπτωση επί των υποθέσεων των παραπάνω Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου εγκρίνονται ή γίνονται αποδεκτές αντίστοιχα από το όργανο, που εκπροσωπεί το οικείο νομικό πρόσωπο, σύμφωνα με τις διατάξεις που το διέπουν.}

 

10. Η νομική και δικαστική υποστήριξη των υπηρεσιών φορολογικού ελέγχου (Ελεγκτικά Κέντρα) και του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος του Υπουργείου Οικονομικών, που συστήθηκαν με τις διατάξεις των άρθρων 3 παράγραφος 1 και 4 παράγραφος 1 του νόμου [Ν] 2343/1995 ανατίθεται στα κατά τόπους αντίστοιχα Γραφεία του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Οι θέσεις νομικών συμβούλων, που συστήθηκαν με τη διάταξη του άρθρου 5 παράγραφος 12 του εν λόγω νόμου στις πιο πάνω υπηρεσίες μετατρέπονται σε θέσεις παρέδρων και μαζί με τις λοιπές θέσεις παρέδρων που συστήθηκαν με την ίδια διάταξη, μεταφέρονται στο Νομικό Συμβουλίου του Κράτους και κατανέμονται στα Γραφεία αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις, που το διέπουν. Οι θέσεις του διοικητικού προσωπικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους κατηγορίας Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, αυξάνονται κατά τριάντα (30) και κατανέμονται στους κλάδους αυτής με απόφαση του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Οι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου υφιστάμενες κενές οργανικές θέσεις κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης του ίδιου προσωπικού μετατρέπονται σε θέσεις κατηγορίας Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και κατανέμονται στους κλάδους αυτής με όμοια απόφαση.

 

11. Οι αρμοδιότητες των Γραφείων Νομικών Συμβούλων, που προβλέπονται στο άρθρο 17 παράγραφος 2 περίπτωση α', προεδρικό διάταγμα [ΠΔ] 282/1996 και οι όμοιες αρμοδιότητες των ειδικών Νομικών Γραφείων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, μπορεί με απόφαση του προέδρου να μεταφέρονται και να ασκούνται, από τους αρμόδιους, κατά περίπτωση Σχηματισμούς της Κεντρικής Υπηρεσίας. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία μεταφοράς, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

 

12. Με πράξη του προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους εκδίδεται ο Εσωτερικός Κανονισμός Εργασιών αυτού, με τον οποίο ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα οργάνωσης και λειτουργίας των υπηρεσιακών του μονάδων, οι σχετικές διαδικασίες, τα κατ' ιδίαν καθήκοντα του προσωπικού, τα τηρούμενα βιβλία, ευρετήρια και στατιστικά στοιχεία και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

 

13. Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 49 του νόμου [Ν] 2172/1993 (ΦΕΚ 207/Α/1993) προστίθεται εδάφιο που ισχύει από 1ης Ιανουαρίου 1995 και το οποία έχει ως εξής:

 

{Για την εφαρμογή αυτή δεν υπολογίζεται ο χρόνος της στρατιωτικής υπηρεσίας ως κληρωτού ή εφέδρου.}

 

14. Οι διοικητικές πράξεις, που εκδίδονται για τα θέματα του διοικητικού προσωπικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που αναφέρονται στο άρθρο 104 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 282/1996 υπογράφονται από τον πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, εφόσον στις λοιπές διατάξεις του ίδιου διατάγματος δεν προβλέπεται διαφορετική ρύθμιση.

 

15. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού επιτρέπεται η μετάταξη διοικητικών υπαλλήλων του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Η μετάταξη γίνεται ύστερα από δημόσια προκήρυξη, με αίτηση του ενδιαφερομένου και σύμφωνη γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, σε κενές οργανικές θέσεις του διοικητικού προσωπικού, κατηγορίας και κλάδου αντίστοιχου των προσόντων του μετατασσόμενου. Με απόφαση του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που τοιχοκολλείται στο κατάστημα της Κεντρικής Υπηρεσίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και αναρτάται στην ιστοσελίδα του, καθορίζονται ο τρόπος δημοσίευσης, το περιεχόμενο της προκήρυξης, τα ειδικά προσόντα των υποψηφίων και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

 

Η μετάταξη γίνεται ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου και σύμφωνη γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, σε κενές οργανικές θέσεις του διοικητικού του προσωπικού, κατηγορίας και κλάδου αντίστοιχου των προσόντων του μετατασσόμενου, και αν δεν υπάρχουν κενές θέσεις, σε αντίστοιχες θέσεις προσωποπαγείς, οι οποίες συνιστώνται με την πιο πάνω απόφαση.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 15 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 11 του άρθρου 13 του νόμου [Ν] 3790/2009 (ΦΕΚ 143/Α/2009), με την παράγραφο 6)α του άρθρου 24 του νόμου 4002/2011 (ΦΕΚ 180/Α/2011).

 



Copyright © 2017 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.