Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 1127/90

ΣτΕ 1127/1990


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 1127/1990

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

(Απόσπασμα)

 

4. Επειδή στο άρθρο 2 του προεδρικού διατάγματος 28/1980 περί εκτελέσεως έργων και προμηθειών Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως (ΦΕΚ 11/Α/1980) ορίζεται ότι:

 

{1. Επιτρέπεται κατόπιν ειδικώς αιτιολογημένης αποφάσεως του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου εγκρινομένης υπό του νομάρχου, η ανάθεσις εκπονήσεως μελετών πάσης φύσεως, σοβαρών ή ειδικών ή δυσχερών ή επειγόντων έργων, πλην των στο άρθρο 9 του παρόντος διαλαμβανομένων τοιούτων, εν αδυναμία συντάξεως τούτων υπό της υπηρεσίας, βεβαιούμενης παρά του προϊσταμένου της τεχνικής υπηρεσίας, εις ιδιώτες μελετητές και ιδιωτικά γραφεία μελετών. Η δαπάνη αμοιβής του μελετητή βαρύνει τον προϋπολογισμό του δήμου ή της κοινότητος. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται εκάστοτε οι ισχύουσες διατάξεις περί αναθέσεως και εκπονήσεως μελετών δημοσίων έργων.}

 

Οι όροι και η διαδικασία αναθέσεως μελετών των δημοσίων έργων σε ιδιώτες μελετητές και ιδιωτικά γραφεία μελετών καθορίζονται με το άρθρο 11 του νόμου 716/1977 (ΦΕΚ 295) και το προεδρικό διάταγμα 194/1979 (ΦΕΚ 53/Α/1979).

 

5. Επειδή οι διοικητικές πράξεις, με τις οποίες, μετά από αξιολόγηση προσφορών, ανατίθεται η εκπόνηση μελέτης σε ιδιώτη κατά τις προδιαληφθείσες διατάξεις, συνιστούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις, ανεξάρτητες από την συμβατική σχέση που γεννάται στη συνέχεια μεταξύ του μελετητή και του κυρίου του έργου. Επομένως, οι πράξεις αυτές παραδεκτώς προσβάλλονται με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, η ακυρωτική αρμοδιότητα του οποίου ως προς τις αποσπαστές αυτές πράξεις δεν θίγεται από την διάταξη του άρθρου 1 παράγραφος 2 στοιχείο ι' του νόμου [Ν] 1406/1983 (ΦΕΚ 182/Α/1983) που μεταφέρει τις διαφορές από διοικητικές συμβάσεις στα τακτικά δικαστήρια και επομένως, σύμφωνα με την προηγούμενη σκέψη, ανήκουν στη γενική ακυρωτική δικαιοδοσία του Συμβουλίου της Επικρατείας. Όπως, για τον ίδιο ακριβώς λόγο, στην ακυρωτική δικαιοδοσία του ίδιου δικαστηρίου ανήκουν και οι διαφορές που γεννώνται μετά από την κατάρτιση της σύμβασης αλλά από προηγούμενες της σύμβασης και αποσπαστές εκτελεστές πράξεις που προσβάλλονται από μη συμβληθέντες τρίτους γιατί, και στην περίπτωση αυτή, για τους τρίτους, που δεν έλαβαν μέρος στη σύμβαση, η διαφορά δεν έχει αιτία τη σύμβαση, αλλά τη μονομερή (εκτελεστή) διοικητική πράξη.

 

6. Επειδή, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στις προηγούμενες σκέψεις, η 183 Συνεδρίαση 23/1988 απόφαση του δημοτικού συμβουλίου Βουλιαγμένης, περί καταρτισμού συμβάσεως μετά των γραφείων που επελέγησαν για την σύνταξη μελέτης δημιουργία υπερτοπικού πόλου αναψυχής στη Βουλιαγμένη, είναι κατ' αρχήν εκτελεστή διοικητική πράξη.

 

Όμως, τελικά, μόνη εκτελεστή παραμένει η 28744/25-10-1988 απόφαση του Νομάρχη Πειραιώς, που ενέκρινε και επομένως ενσωμάτωσε την ανωτέρω απόφαση ου δημοτικού συμβουλίου Βουλιαγμένης (παράβαλε ΣτΕ 1845/1988) και προσβάλλεται παραδεκτώς και με έννομο συμφέρον από το σωματείο Σύλλογος Προστασίας Περιβάλλοντος Βουλιαγμένης, στους καταστατικούς σκοπούς του οποίου περιλαμβάνεται και η ...προστασία του φυσικού περιβάλλοντος στην περιοχή της Βουλιαγμένης Αττικής, από οποιονδήποτε κίνδυνο... καταστροφής του πρασίνου, καθώς και η ...προαγωγή και η προστασία της κοινωνικής ζωής της περιοχής στη σχέση των ανθρώπων με τη φύση από οποιεσδήποτε δραστηριότητες που αποβλέπουν στην εκμετάλλευση και καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος.

 

7. Επειδή στην ανοιγείσα δίκη παρεμβαίνει παραδεκτώς ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού, εφόσον η μελέτη εκπονείται στα πλαίσια της προγραμματικής σύμβασης που έχει υπογράψει με το Δήμο Βουλιαγμένης και διατηρεί το δικαίωμα εγκρίσεως της μελέτης.

 

8. Επειδή στο άρθρο 24 παράγραφος 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι:

 

{Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους. Το Κράτος υποχρεούται να λαμβάνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα προς διαφύλαξη αυτού. Νόμος καθορίζει τα αφορώντα εις την προστασία των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων. Απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού των δημοσίων δασών και των δημοσίων δασικών εκτάσεων, πλην αν προέχει, δια την Εθνική Οικονομία, η αγροτική εκμετάλλευσις τούτων ή άλλη χρήσις εκ δημοσίου συμφέροντος επιβαλλομένη.}

 

Εξάλλου, στο άρθρο 117 παράγραφος 3 του Συντάγματος προβλέπεται ότι:

 

{Δημόσια ή ιδιωτικά δάση ή δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν ή που έχουν καταστραφεί, δεν αποβάλλουν εκ του λόγου τούτου τον ον εκέκτηντο προ της καταστροφής των χαρακτήρα και κηρύσσονται υποχρεωτικώς αναδασωτέες, αποκλειόμενης της διαθέσεως τούτων δι' έτερον προορισμό.}

 

Εις εκτέλεση των συνταγματικών αυτών διατάξεων έχει εκδοθεί ο νόμος 998/1979 περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της χώρας, (ΦΕΚ 89/Α/1979), ο οποίος στο πέμπτο κεφάλαιο (άρθρο 37 - 44) ρυθμίζει την κήρυξη και την άρση της αναδασώσεως και στο έκτο κεφάλαιο (άρθρα 45 - 61), τις επιτρεπόμενες παρεμβάσεις στα δάση και τις δασικές εκτάσεις. Ειδικότερα το άρθρο 38 παράγραφος 1 του νόμου ορίζει ότι:

 

{Κηρύσσονται υποχρεωτικώς ως αναδασωτέα τα δάση και οι δασικές εκτάσεις, ανεξαρτήτως της ειδικότερης κατηγορίας αυτών ή της θέσεως εις ην ευρίσκονται, εφ' όσον ταύτα καταστρέφονται ή αποψιλώνονται συνεπεία πυρκαϊάς ή παρανόμου υλοτομίας αυτών ...}

 

Περαιτέρω το άρθρο 45 του νόμου, προβλέποντας τις γενικές ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις του επιτρεπτού των επεμβάσεων, ορίζει μεταξύ άλλων τα εξής:

 

{1. Εις τα δάση και τις δασικές εκτάσεις περί ων το άρθρο 117 παράγραφος 3 του Συντάγματος ουδεμία επιτρέπεται επέμβασις προβλεπομένη υπό των διατάξεων του παρόντος ή άλλης τινός διατάξεως, εξαιρέσει των αναφερομένων εις την παράγραφο 1 του άρθρου 59 του παρόντος και των όλως απαραιτήτων δια την τεχνητή αναδάσωση και την προστασία της βλαστήσεως.

 

2. Πάσα επέμβασις εις τα δάση και εις δασικές εν γένει εκτάσεις ή εις τμήματα αυτών, ... αποτελεί εξαιρετικό μέτρον και ενεργείται πάντοτε μόνον κατόπιν σχετικής εγκρίσεως ή αδείας του Υπουργού Γεωργίας ή της αρμόδιας δασικής αρχής, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις του παρόντος νόμου...}

 

Τέλος, το άρθρο 52 παράγραφοι 2 και 4 του ίδιου νόμου προβλέπει ότι:

 

{2. Η δημιουργία αθλητικών χώρων και εγκαταστάσεων εντός δασών ή δασικών εκτάσεων επιτρέπεται εφ' όσον αυτές εμπίπτουν εις τις κατηγορίας γ' έως και ε' της παραγράφου 1 του άρθρου 4. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται ...

 

4. Η παραχώρησις τμήματος δημοσίου δάσους ή δασικής εκτάσεως δια την δημιουργία αθλητικών χώρων και εγκαταστάσεων εκτός σχεδίου πόλεως ή οικιστικής περιοχής ενεργείται δι' αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας μετά γνώμη της δασικής υπηρεσίας. Η παραχώρησις αυτή ενεργείται πάντοτε προς την Γενική Γραμματεία Αθλητισμού ή προς εποπτευόμενο υπ' αυτής νομικό πρόσωπον δημοσίου δικαίου ...}

 

9. Επειδή, από τις προαναφερόμενες συνταγματικές διατάξεις προκύπτει ότι τα δάση και οι δασικές εκτάσεις υπάγονται, ως αγαθά της φύσεως και ανεξάρτητα από την ειδικότερη ονομασία τους ή τη θέση τους σε σχέση με οικιστικές περιοχές, σε ιδιαίτερο προστατευτικό καθεστώς για να διατηρηθεί η χρήση κατά τον προορισμό τους και να διαφυλαχθεί η οικολογική ισορροπία. Προκειμένου όμως περί δημοσίων δασών και δασικών εκτάσεων παρέχεται η ευχέρεια στον κοινό νομοθέτη να επιτρέπει επεμβάσεις που μεταβάλλουν ή αλλοιώνουν το δασικό χαρακτήρα για την επίτευξη σκοπού δημοσίου συμφέροντος, που ελέγχεται κατά τούτο από το αρμόδιο δικαστήριο. Τέτοιες επεμβάσεις προβλέπονται στο κεφάλαιο έκτο (άρθρο 45 - 61) του νόμου 998/1979. Εξ ετέρου, στο ίδιο προστατευτικό καθεστώς υπάγονται καταρχήν και οι εκτάσεις που κηρύσσονται αναδασωτέες είτε για την αναδημιουργία προϋπαρχούσης δασικής βλαστήσεως, είτε για τη δάσωση το πρώτον και δη ανεξαρτήτως αν η πράξη κηρύξεως της αναδασώσεως έχει εκδοθεί πριν ή μετά την ισχύ του Συντάγματος (ΣτΕ 2778/1988), ενώ η επέμβαση σε δασική έκταση γενικά ή σε έκταση που έχει κηρυχθεί αναδασωτέα ενεργείται, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις του νόμου 998/1979, με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, ύστερα από γνώμη της δασικής υπηρεσίας.

 

8. Επειδή στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλλου, η ένδικη έκταση που την διαχειρίζεται η Διεύθυνση Δασών της Νομαρχίας Πειραιώς σαν δημόσιο δάσος διακατεχόμενο από τον Οργανισμό Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας και η οποία παραχωρήθηκε στον Δήμο Βουλιαγμένης, όπως αναφέρεται σε προηγούμενη σκέψη, αποτελεί δάσος χαλεπίου Πεύκης και έχει κηρυχθεί αναδασωτέα με την 108424/1934 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας (έγγραφο Δασαρχείου Πειραιώς 402/21-02-1989). Δεδομένου όμως ότι ούτε από την προσβαλλόμενη πράξη, ούτε από άλλη προπαρασκευαστική πράξη ή άλλο στοιχείο του φακέλλου προκύπτει ότι τηρήθηκαν οι παραπάνω διατάξεις του νόμου 998/1979, για την επιχειρούμενη επέμβαση στην ένδικη περιοχή του Δήμου Βουλιαγμένης, η προσβαλλόμενη πράξη είναι μη νόμιμη και για το λόγο αυτό, που προβάλλεται βάσιμα, πρέπει να ακυρωθεί ενώ παρέλκει η έρευνα των λοιπών λόγων ακυρώσεως, ως αλυσιτελής.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.