Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 2796/98

ΣτΕ 2796/1998


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 2796/1998

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

ΤΜΗΜΑ Α'

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 14-04-1997 με την εξής σύνθεση: Τ. Κούνδουρος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Α' Τμήματος, Φ. Κατζούρος, Θ. Παπαευαγγέλου, Σύμβουλοι, Γ. Παπαγεωργίου, Δ. Σκαλτσούνης, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ε. Κουμεντέρη Γραμματέας του Α' Τμήματος.

 

Για να δικάσει την από 21-02-1991 αίτηση:

 

του Υπουργού Γεωργίας, ο οποίος παραστάθηκε με την Δήμητρα Κεφάλα, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

 

κατά 1) της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία ΥΨΙΛΟΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Κ., αριθμός 9, 2) της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης (γραφείο μελετών) με την επωνυμία Ο.Μ.Η. ΟΜΙΛΟΣ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΩΝ - ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ ΕΠΕ, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Κ., αριθμός 3, 3) του Π. Β., κατοίκου Αθηνών, οδός Σ., αριθμός 45 και 4) του Δ. Κ., κατοίκου Αθηνών, οδός Σ., αριθμός 45, οι οποίοι παράστηκαν με τον δικηγόρο Βασίλειο Αλαβάνο - Τσαπαζίρα (Αριθμός Μητρώου 6675), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο. Με την αίτηση αυτή ο Υπουργός επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ' αριθμό 3825/1990 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή Σύμβουλου, Φ. Κατζούρου.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον πληρεξούσιο δικηγόρο των αναιρεσιβλήτων, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και,

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά το Νόμο.

 

1. Επειδή δια της υπό κρίσιν ατελώς κατά νόμον και άνευ καταβολής παραβόλου ασκηθείσης την 01-03-1991 αιτήσεως, ο Υπουργός Γεωργίας διώκει τύποις παραδεκτώς την αναίρεση της υπ' αριθμό 3825/1990 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, που επιδόθηκε στον Υπουργό αυτό την 03-01-1991, κατά το μέρος της που έγινε εν μέρει δεκτή προσφυγή των αναιρεσιβλήτων μελετητών, που ανέλαβαν κοινοπρακτικά με σύμβαση που καταρτίστηκε την 29-12-1986 και συμπληρώθηκε με μεταγενέστερη σύμβαση την εκπόνηση μελέτης ενός εργαστηρίου παραγωγής εκπαιδευτικού υλικού, και κρίθηκε ότι ο 2ος Τελικός Λογαριασμός της μελέτης έπρεπε να ανασυνταχθεί ως προς ορισμένα αντικείμενα.

 

2. Επειδή επί αιτήσεων αναιρέσεως κατ' αποφάσεων που εκδόθηκαν επί υποθέσεων που συζητήθηκαν ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων προ της ενάρξεως της ισχύος του άρθρου 19 παράγραφος 28 του νόμου 2386/1986 εξακολουθεί εκπροσωπών το Ελληνικό Δημόσιο στην κατ' αναίρεση δίκη ο Υπουργός που διατέλεσε διάδικος ενώπιον του διοικητικού δικαστηρίου που εξέδωσε την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση. Όθεν νομίμως παραστάθηκε κατά την επί ακροατηρίου συζήτηση της παρούσας υπόθεσης ως εκπροσωπών το Ελληνικό Δημόσιο μόνος ο Υπουργός Γεωργίας, ο οποίος παραστάθηκε και κατά την ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών δίκη.

 

3. Επειδή το άρθρο 82 του προεδρικού διατάγματος 696/1974 περί αμοιβών μηχανικών δια σύνταξιν μελετών κ.λ.π. (ΦΕΚ 301/Α/1974) προβλέπει στη μεν παράγραφο 1 ότι κάθε μία αναφερόμενη επί μέρους μελέτη του άρθρου 80 κτιριακού έργου αναλόγως των απαιτήσεων, του αντικειμένου και της δυσχέρειας αυτού υπάγεται σε μία κατηγορίας κατά τις επόμενες παραγράφους κατηγοριών (...) και στην περί των κατηγοριών των αρχιτεκτονικών μελετών παράγραφο 2 ότι οι κατηγορίες αρχιτεκτονικών μελετών κτιριακών έργων είναι οι ακόλουθες: α)... β)... γ) Κατηγορία ΙΙΙ. Στην κατηγορία αυτή υπάγονται οι αρχιτεκτονικές μελέτες που έχουν ως αντικείμενο κτήρια των οποίων η λειτουργία, η εσωτερική διάταξη, η κατασκευή και οι εγκαταστάσεις παρουσιάζουν αυξημένες απαιτήσεις ως (...) κτήρια γραφείων άνω των τριών (3) ορόφων, (...), διοικητικά κτήρια (...) και εν γένει πάσης φύσεως έργα που δεν εμπίπτουν στις λοιπές κατηγορίας. δ) Κατηγορία IV. Στην κατηγορία αυτή υπάγονται οι αρχιτεκτονικές μελέτες που έχουν ως αντικείμενο κτήρια σύνθετης λειτουργίας με αυξημένες τεχνικές ή καλλιτεχνικές απαιτήσεις ως (...) εργαστήρια ερευνών, δημόσια κτήρια συνθέτου προορισμού και συνολικής επιφανείας άνω των 10.000 m2 (...). Ως δ' από τη διάταξη αυτή συνάγεται, η κατάταξη αρχιτεκτονικής μελέτης σε μια των κατηγοριών τούτων εξαρτάται από τη συνδρομή τους σε κάθε κατηγορία τασσομένων προϋποθέσεων, ειδικά δε στην κατηγορία ΙΙΙ τάσσονται και οι αρχιτεκτονικές μελέτες έργων οι οποίες δεν πληρούν τις προϋποθέσεις των λοιπών κατηγοριών.

 

4. Επειδή δια της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης γίνεται δεκτό ότι αυτοί που άσκησαν την προσφυγή προέβαλαν με την από 13-04-1988 ένσταση, της αιτήσεως θεραπείας και της προσφυγής των ότι το εργαστήριο παραγωγής εκπαιδευτικού υλικού, του οποίου είχαν αναλάβει τη μελέτη, λόγω της σύνθετης λειτουργίας του, των αυξημένων τεχνικών απαιτήσεων και των απαιτουμένων ιδιαζόντων στατικών, υπάγεται στην κατηγορία ΙΙΙ, ότι το κατά του οποίου η προσφυγή Δημόσιον, χωρίς να αμφισβητεί τα ανωτέρω, προβάλλει ότι, κατά την ανάθεση της μελέτης του έργου, αυτό κατατάχθηκε στην κατηγορία ΙΙΙ, η οποία έγινε αποδεκτή από τους ανάδοχους μετά από διερεύνηση, η οποία υπήρξε η αιτία καθυστέρησης της υπογραφής της σύμβασης, και ότι, εν όψει του ότι σε κανένα συμβατικό στοιχείο δεν αναφέρεται η κατηγορία του έργου και ότι από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει η αποδοχή της κατηγορίας του έργου από αυτούς που άσκησαν την προσφυγή, έπρεπε η αρχιτεκτονική και στατική μελέτη του έργου αυτού να καταταγούν στην κατηγορία IV κατά το βάσιμο σχετικό λόγο της προσφυγής. Η αιτιολογία όμως της κρίσης αυτής του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών είναι ελλιπής, διότι στην απόφαση αυτή δεν βεβαιώνεται η συνδρομή των νόμιμων προϋποθέσεων οι οποίες απαιτούνται για την κατάταξη των μελετών αυτών στην κατηγορία IV ή σε οποιαδήποτε άλλη κατηγορία, ούτε δ' άλλωστε ασκεί επιρροή στην κατά νόμο κατάταξη των μελετών η μνεία της κατηγορίας αυτών στα συμβατικά στοιχεία ή η τυχόν αποδοχή από τους μελετητές της κατηγορίας της υπό εκπόνηση μελέτης. Κατ' ακολουθία αυτών η απόφασις αυτή καθίσταται αναιρετέα κατά το μέρος που κρίθηκε με αυτή ότι ο 2ος τελικός λογαριασμός της ανατεθείσας στους αναιρεσίβλητους μελέτης έπρεπε να ανασυνταχθεί με κατάταξη της ανατεθείσας στους αναιρεσίβλητους αρχιτεκτονικής και στατικής μελέτης του περί ου ανωτέρω έργου στην κατηγορία IV.

 

5. Επειδή το άρθρο 11 παράγραφος 5 του νόμου 716/1977 προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι τα επιλεγόμενα γραφεία από τον εργοδότη μεταξύ αυτών που εκδήλωσαν ενδιαφέρον καλούνται να υποβάλουν ειδικές προκαταρκτικές μελέτες, κατόπιν αξιολογήσεων των οποίων ανατίθεται τελικά η μελέτη σε αυτόν που υποβάλλει την αρτιότερη από τεχνικοοικονομικής άποψης λύση, και ότι για τρεις μόνο από αυτούς που υπέβαλαν ειδικές προκαταρκτικές μελέτες, και αξιολογούνται ως αρτιότερες, καταβάλλεται αμοιβή. Εξάλλου, κατά το άρθρο 3 παράγραφος 2 του εκτελεστικού του νόμου τούτου προεδρικού διατάγματος 194/1979, η κατά τ' ανωτέρω καταβληθείσα αμοιβή σε αυτόν που αναλαμβάνει τελικά τη μελέτη για την ειδική προκαταρκτική μελέτη συμψηφίζεται στην αμοιβή για την προκαταρκτική μελέτη του έργου, όπως όμως συνάγεται από τη διάταξη αυτή, χωρεί ο συμψηφισμός αυτός μόνο όταν για την κατηγορία της μελέτης προβλέπεται η εκπόνηση προκαταρκτικής μελέτης μετά την ανάθεση αυτής στον επιλεγέντα μελετητή πέρα της υποβληθείσης ειδικής προκαταρκτικής μελέτης κατά το στάδιο της επιλογής του μελετητή. Από αυτό έπεται ότι δεν χωρεί τέτοιος συμψηφισμός στις κατηγορίας των μελετών ως προς τις οποίες δεν προβλέπεται η εκπόνηση προκαταρκτικής μελέτης μετά την ανάθεση αυτών, όπως είναι η περίπτωσις των κατά το άρθρο 80 του προεδρικού διατάγματος 696/1974 μελετών κτιριακών έργων οι οποίες διακρίνονται σε μελέτες αρχιτεκτονικές, μελέτες φέρουσας κατασκευής, μελέτες εγκαταστάσεων και μελέτες των έργων υποδομής, διαμορφώσεως του οικοπέδου και εν γένει του περιβάλλοντος χώρου, και των οποίων η εκπόνηση, κατά το άρθρο 81 του αυτού προεδρικού διατάγματος, περιλαμβάνει τα στάδια α) της προμελέτης, β) της οριστικής μελέτης και γ) της μελέτης εφαρμογής. Από όπου, εφόσον προκειμένου περί των μελετών κτιριακών έργων δεν προβλέπεται η εκπόνηση προκαταρκτικής μελέτης από το μελετητή που επιλέγεται, ούτε δε, ως βεβαιώνεται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, οι αναιρεσίβλητοι εκπόνησαν τέτοια μελέτη πέρα της ειδικής προκαταρκτικής, κατά ορθή ερμηνεία και εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων έγινε δεκτό με την απόφαση αυτή ότι δεν συνέτρεχε νόμιμος λόγος εφαρμογής της περί συμψηφισμού διατάξεως του άρθρου 3 παράγραφος 3 του προεδρικού διατάγματος 194/1979 και συνεπώς ο περί του αντιθέτου λόγος αναιρέσεως αποβαίνει απορριπτέος ως αβάσιμος.

 

6. Επειδή, μετά την εν μέρει αποδοχή και εν μέρει απόρριψη της υπό κρίσιν αιτήσεως, πρέπει να συμψηφισθεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.

 

Για αυτά

 

Δέχεται εν μέρει την υπό κρίση αίτηση,

 

Αναιρεί εν μέρει την υπ' αριθμό 3825/1990 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών κατά τα αναφερόμενα στο αιτιολογικό,

 

Παραπέμπει την υπόθεση κατά το μέρος που αναιρέθηκε στο ίδιο Διοικητικό Εφετείο, και

 

Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα, στις 17-04-1997 και 21-05-1998 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση την 30-06-1998. Ο Πρόεδρος του Α' Τμήματος Η Γραμματέας του Α' Τμήματος

 

Τ. Κούνδουρος Ε. Κουμεντέρη

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.