Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 4808/13

ΣτΕ 4808/2013


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 4808/2013

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Τμήμα Ε

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 26-05-2010, με την εξής σύνθεση: Αγγελική Θεοφιλοπούλου, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος και του αναπληρωτή του Αντιπροέδρου, που είχαν κώλυμα, Ν. Ρόζος, Μ. Γκορτζολίδου, Σύμβουλοι, Μ. Τριπολιτσιώτη, Χρήστος Παπανικολάου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Π. Μερτζανάκη.

 

Για να δικάσει την από 27-01-2008 αίτηση:

 

του Δημητρίου Γεωργίου Ξηρού, κατοίκου Μεσολογγίου, ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Ιωάννη Αντωνιάδη (Αριθμός Μητρώου 21645), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

 

κατά του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με την Ελένη Σβολοπούλου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

 

Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει να ακυρωθεί το υπ' αριθμόν 1267/Φ.461/046/2007 πρωτόκολλο κατεδάφισης, άρσης και απομάκρυνσης κατασκευών σε χώρους αιγιαλού του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας νομού Αιτωλοακαρνανίας.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Παρέδρου Χρήστου Παπανικολάου.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του αιτούντος, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και την αντιπρόσωπο του Υπουργού, η οποίας ζήτησε την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και

 

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

 

1 Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (ειδικά γραμμάτια παραβόλου 1082726, 1082727, 1082728, 1082743/2008).

 

2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, η οποία κατατέθηκε στις 28-01-2008 στο Διοικητικό Εφετείο Πατρών και διαβιβάσθηκε στο Δικαστήριο στις 12-05-2008, ζητείται η ακύρωση του με υπ' αριθμόν πρωτοκόλλου 1267/Φ461/046/2007 πρωτοκόλλου κατεδάφισης, άρσης και απομάκρυνσης αυθαιρέτων κατασκευών σε χώρο του αιγιαλού του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας Νομού Αιτωλοακαρνανίας.

 

3. Επειδή, στο άρθρο 27 του νόμου 2971/2001 Αιγιαλός και παραλία και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ 285/Α/2001) ορίζεται ότι:

 

{... 2. Τα πάσης φύσεως κτίσματα και εν γένει κατασκευάσματα, τα οποία έχουν ανεγερθεί ή θα ανεγερθούν χωρίς άδεια στον αιγιαλό ή την παραλία, μετά τον καθορισμό και τη συντέλεση των απαλλοτριώσεων των άρθρων 7 και 10 κατεδαφίζονται, ανεξάρτητα από το χρόνο ανέγερσής τους ή αν κατοικούνται ή άλλως πως χρησιμοποιούνται. Εξαιρούνται κτίσματα και κατασκευάσματα που τελούν υπό την προστασία του Υπουργείου Πολιτισμού. Προς τούτο ο προϊστάμενος της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας εκδίδει πρωτόκολλο κατεδάφισης, το οποίο κοινοποιεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου [Ν] 2717/1999 Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, σε εκείνον που έχει ανεγείρει αυθαιρέτως, ο οποίος οφείλει εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση να κατεδαφίσει τα κτίσματα και να άρει τα πάσης φύσεως κατασκευάσματα από τον αιγιαλό ή την παραλία.

 

3. Αν δεν καταστεί δυνατή η εξακρίβωση της ταυτότητας αυτού που ανήγειρε το παράνομο κτίσμα ή κατασκευή, η Κτηματική Υπηρεσία δημοσιεύει σχετική πρόσκληση σε μία τοπική εφημερίδα, αν εκδίδεται στην περιοχή της αυθαίρετης κατασκευής, και σε μία ημερήσια εφημερίδα ... της Πρωτεύουσας του Κράτους, προς οποιονδήποτε γνωρίζει εκείνον που έχει ανεγείρει, για να γνωστοποιήσει στην υπηρεσία την ταυτότητά του. Μετά την άπρακτη πάροδο 30 ημερών από την τελευταία δημοσίευση εκδίδεται το πρωτόκολλο κατεδάφισης κατά αγνώστου.

 

4. Αν είναι γνωστή η ταυτότητα αυτού, που ανήγειρε το παράνομο κτίσμα ή κατασκευή, αλλά είναι άγνωστη η διεύθυνση κατοικίας ή διαμονής του ή είναι κάτοικος αλλοδαπής, το παραπάνω πρωτόκολλο κοινοποιείται σε αυτόν ως άγνωστης διαμονής σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 84 του νομοθετικού διατάγματος [Ν] 356/1974 Περί Κώδικα εισπράξεως δημοσίων εσόδων.

 

5. Και στις τρεις περιπτώσεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου το πρωτόκολλο κατεδάφισης τοιχοκολλάται στο υπό κατεδάφιση κτίσμα ή κατασκευή και στο κατάστημα του δήμου ή της κοινότητας, στην περιοχή του οποίου αυτό βρίσκεται. Για την τοιχοκόλληση συντάσσεται έκθεση από το δημόσιο, δημοτικό ή κοινοτικό υπάλληλο που την ενήργησε, η οποία αποστέλλεται στην Κτηματική Υπηρεσία. Η κατεδάφιση γίνεται μετά την παρέλευση δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση του πρωτοκόλλου και την τοιχοκόλλησή του.

 

6. Η κατεδάφιση ενεργείται με ευθύνη του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας και σε περίπτωση αδυναμίας με τεχνική υποστήριξη που διατίθεται από την Τεχνική Υπηρεσία της αρμόδιας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, ύστερα από αίτημα του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας. Η κατεδάφιση γίνεται σύμφωνα με τις πολεοδομικές διατάξεις, κατόπιν πρότασης του προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας. Η δαπάνη κατεδάφισης βαρύνει αυτόν που έχει ανεγείρει αυθαιρέτως και εισπράττεται ως δημόσιο έσοδο κατά τις διατάξεις περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων.

 

7. Τα χωρίς άδεια ή καθ' υπέρβαση της άδειας έργα και εν γένει κατασκευές μέσα στη θάλασσα αίρονται και απομακρύνονται ανεξάρτητα από τον τρόπο χρησιμοποίησής τους. Εξαιρούνται κτίσματα και κατασκευάσματα που τελούν υπό την προστασία του Υπουργείου Πολιτισμού. Προς τούτο η Κτηματική Υπηρεσία, μετά από πρόταση της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής, συντάσσει πρωτόκολλο κατεδάφισης, άρσης και απομάκρυνσης των ανωτέρω έργων ή κατασκευών. Για το πρωτόκολλο αυτό και την εκτέλεσή του εφαρμόζονται ανάλογα οι παράγραφοι 2 έως και 6 του παρόντος άρθρου. Η τοιχοκόλληση του πρωτοκόλλου γίνεται μόνο στο αρμόδιο Λιμεναρχείο. Αν από τα πιο πάνω έργα ή κατασκευές μέσα στη θάλασσα δημιουργείται, κατά την περί τούτου κρίση της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής, κίνδυνος για την ασφαλή διεξαγωγή της ναυσιπλοΐας η προθεσμία της παραγράφου 5 για την εκτέλεση του πρωτοκόλλου περιορίζεται σε 7 ημέρες. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Εμπορικής Ναυτιλίας καθορίζονται ο τρόπος κατεδάφισης και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού. Με την απόφαση αυτή μπορεί να προβλεφθεί η εκτέλεση του πρωτοκόλλου από υπηρεσία του Δημοσίου ή του οικείου φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένα, ως και η ανάθεση της υλοποίησής της σε ιδιωτικό φορέα.

 

8 ...}

 

Εξάλλου, στο άρθρο 12 του ίδιου ως άνω νόμου προβλέπεται ότι:

 

{1. Αν η Επιτροπή του άρθρου 3 διαπιστώσει ότι η ακτή διαβρώνεται από τη θάλασσα, επιτρέπεται η κατασκευή, κατά τις διατάξεις περί δημοσίων έργων, των αναγκαίων τεχνικών έργων στον αιγιαλό, την παραλία ή στη θάλασσα για την αποτροπή της διάβρωσης.

 

2. Αν από τη διάβρωση απειλείται ιδιωτικό κτήμα, μπορεί να επιτραπεί στον κύριό του να κατασκευάσει με δαπάνη του προ της ιδιοκτησίας του, και με την επίβλεψη μηχανικού, που έχει από το νόμο σχετικό δικαίωμα, τα ανωτέρω προστατευτικά έργα βάσει μελέτης που έχει εγκριθεί από τη Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, που θα έχει και τον έλεγχο του έργου.

 

3. Τα έργα των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου ανήκουν στο Δημόσιο, το οποίο μπορεί να τα καταργεί ή να τα μετατρέπει οποτεδήποτε για λόγους δημοσίου συμφέροντος και ασφάλειας ή εθνικής άμυνας χωρίς καμία υποχρέωσή του, για αποζημίωση ή για καταβολή της δαπάνης του ιδιώτη. Τα έργα αυτά εκτελούνται κατόπιν αδείας του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται μετά από σύμφωνη γνώμη του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, του Υπουργείου Θαλάσσιων Υποθέσεων Νήσων και Αλιείας και του Υπουργείου Πολιτισμού και απλή γνώμη της αρμόδιας Επιτροπής Αρχιτεκτονικού Ελέγχου ύστερα από εμπεριστατωμένη ακτομηχανική μελέτη θεωρημένη από τη Διεύθυνση Λιμενικών Έργων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, καθώς και ύστερα από την προβλεπόμενη από το νόμο 1650/1986 (ΦΕΚ 160/Α/1986) μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων...}

 

ενώ στο άρθρο 14 ορίζεται ότι:

 

{1. Η παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης αιγιαλού, παραλίας, συνεχόμενου ή παρακείμενου θαλάσσιου χώρου, ή του πυθμένα, για την εκτέλεση έργων που εξυπηρετούν εμπορικούς, βιομηχανικούς, συγκοινωνιακούς, λιμενικούς ή άλλου είδους σκοπούς, που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις, γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και τη διαδικασία που προβλέπει η επόμενη παράγραφος...}

 

Τέλος, στο άρθρο 8 του προϊσχύσαντος αναγκαστικού νόμου 2344/1940 Περί αιγιαλού και παραλίας (ΦΕΚ 154/Α/1940) οριζόταν ότι:

 

{1. Εις α μέρη λόγω της συστάσεως του εδάφους γίνεται διάβρωσις του αιγιαλού ή της παραλίας υπό της θαλάσσης επιτρέπεται η κατασκευή τεχνικών έργων επί του αιγιαλού ή της παραλίας ή εντός της θαλάσσης προς αποτροπήν της τοιαύτης διαβρώσεως. Τα έργα ταύτα εκτελούνται πάντοτε κατά τις περί κατασκευής δημοσίων έργων διατάξεις.

 

2. Εάν η κατασκευή του έργου γίνεται συνεπεία αιτήσεως ιδιώτη προς κατασφάλιση από διαβρώσεως της ιδιοκτησίας του, η σχετική δαπάνη βαρύνει τον ιδιώτη τούτον, η δε κατασκευή του έργου γίνεται κατόπιν αδείας του υπουργείου Συγκοινωνίας βάσει μελέτης υπό τούτου εγκρινομένης και υπό τον έλεγχο αυτού ...}

 

ενώ στην παράγραφο 1 του άρθρου 12 του νόμου αυτού προβλεπόταν ότι:

 

{Εκτέλεσις επί του αιγιαλού ή της παραλίας έργων εξυπηρετούντων βιομηχανικούς, εμπορικούς ή άλλης φύσεως σκοπούς, περί ων προβλέπουν οι κείμενες διατάξεις, γίνεται πάντοτε κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών...}

 

Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι αυθαίρετα κτίσματα, ανεγειρόμενα εν μέρει ή εν όλω εντός του αιγιαλού ή της παραλίας ή εντός της θάλασσας, κατεδαφίζονται υποχρεωτικώς. Οι διατάξεις αυτές, ειδικές σε σχέση με τις γενικές διατάξεις περί αυθαιρέτων κατασκευών, αποσκοπούν στην άμεση και αποτελεσματική προστασία του αιγιαλού και του θαλασσίου χώρου και επιβάλλουν την αποκατάσταση της μορφής τους, η οποία έχει αλλοιωθεί με την χωρίς άδεια ανέγερση πάσης φύσεως τεχνικού έργου, κτίσματος ή κατασκευάσματος. Η εκτέλεση, εξάλλου, τεχνικών έργων επί του αιγιαλού ή της παραλίας επιτρέπεται μόνον εφόσον τηρηθεί η διαδικασία του άρθρου 12 ή του άρθρου 14 του νόμου 2971/2001, αναλόγως της φύσεως του έργου, και με την προϋπόθεση ότι θα τηρηθούν οι όροι προστασίας της ακτής, που αποτελεί ουσιώδες στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος. Εάν η διαδικασία αυτή δεν τηρηθεί, τα επί του αιγιαλού ή εντός της θάλασσας ανεγερθέντα κτίσματα είναι αυθαίρετα και κατεδαφιστέα. Η χορήγηση δε άδειας εκτέλεσης τεχνικού έργου απαιτείται σε κάθε περίπτωση, ακόμη και όταν πρόκειται για έργα διαμόρφωσης της ακτής προς αποφυγή πρόκλησης κινδύνου ή ατυχήματος. Επομένως, και τα έργα αυτά, εάν κατασκευασθούν χωρίς προηγούμενη άδεια της αρμόδιας αρχής, είναι κατεδαφιστέα (ΣτΕ 1880/2010, 826/2009, 3587/2007, 4591/2005).

 

Εκ τούτων έπεται ότι αποτελεί υποχρέωση της Διοίκησης να επιβάλει την κατεδάφιση αυθαίρετων κτισμάτων ανεγειρόμενων εντός του αιγιαλού ανεξαρτήτως του χρόνου κατασκευής τους και του μονίμου ή μη χαρακτήρα τους. Συνάγεται δε περαιτέρω ότι το πρωτόκολλο κατεδάφισης είναι πράξη πραγματοπαγής και ότι και, συνεπώς, η έκδοσή του δεν προϋποθέτει υπαιτιότητα εκείνων που τα έχουν ανεγείρει (παράβαλε ΣτΕ 1880/2010, 3967/2008, 2048/2000, 571/1999, 374/1999, 3333/1983).

 

4. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι με την προσβαλλόμενη πράξη διατάχθηκε η κατεδάφιση ξύλινου οικίσκου που κατασκευάστηκε αυθαιρέτως στον κοινόχρηστο χώρο αιγιαλού, όπως αυτός είχε καθοριστεί με την υπ' αριθμόν 1096812/1997 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών Καθορισμός των ορίων αιγιαλού και δημιουργία ζώνης παραλίας στη θέση Τουρλίδας - Νησί Τουρλίδας και Δήμου Μεσολογγίου νομού Αιτωλοακαρνανίας (ΦΕΚ 1002/Δ/1997).

 

5. Επειδή, με την αίτηση ακυρώσεως προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε χωρίς προηγουμένως να κληθεί ο αιτών και φερόμενος ως κατασκευαστής του οικίσκου (πελάδα) για ακρόαση. O λόγος αυτός είναι αβάσιμος, διότι δεν ήταν νομικώς αναγκαία η προηγούμενη κλήση του αιτούντος, διότι η προσβαλλόμενη πράξη στηρίζεται σε αντικειμενικά δεδομένα, τα οποία επέβαλαν την έκδοσή της, αδιαφόρως προς την υποκειμενική συμπεριφορά του αιτούντος (ΣτΕ 3967/2008, 2680/2007, 833/2002).

 

6. Επειδή, προβάλλεται, εξάλλου, ότι το προσβαλλόμενο πρωτόκολλο εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 27 του νόμου 2971/2001, διότι ο αιτών κλήθηκε να κατεδαφίσει το κτίσμα εντός 15 αντί 30 ημερών, όπως προβλέπεται στην ανωτέρω διάταξη. Όπως προκύπτει από τις ανωτέρω διατάξεις των παραγράφων 2, 5 και 6 του άρθρου 27 του νόμου 2971/2001, το πρωτόκολλο κατεδάφισης κοινοποιείται, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, σε εκείνον που έχει ανεγείρει αυθαιρέτως, ο οποίος καλείται να κατεδαφίσει τα κτίσματα και να άρει τα πάσης φύσεως κατασκευάσματα από τον αιγιαλό ή την παραλία εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση. Στην περίπτωση που ο αυθαιρέτως ανεγείρας δεν προβεί στην κατεδάφιση - απομάκρυνση εντός της ανωτέρω προθεσμίας, το πρωτόκολλο κατεδάφισης τοιχοκολλάται στο υπό κατεδάφιση κτίσμα ή κατασκευή και στο κατάστημα του δήμου ή της κοινότητας, στην περιοχή του οποίου αυτό βρίσκεται και η κατεδάφιση γίνεται μετά την παρέλευση 15 ημερών από την κοινοποίηση του πρωτοκόλλου και την τοιχοκόλλησή του με ευθύνη του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας και η δαπάνη κατεδάφισης βαρύνει αυτόν που έχει ανεγείρει αυθαιρέτως. Το γεγονός, ωστόσο, ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση ο αιτών κλήθηκε να κατεδαφίσει τις αυθαίρετες κατασκευές εντός 15 ημερών από την κοινοποίηση του πρωτοκόλλου, δεν κλονίζει τη νομιμότητα του προσβαλλόμενου πρωτοκόλλου, διότι αφενός μεν η προβαλλόμενη πλημμέλεια ανάγεται στο στάδιο υλικής εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης, αφετέρου δε, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου (βλέπε το υπ' αριθμόν 2026/Φ.720/1915-1917,1921-1954/2008 έγγραφο απόψεων της Διοίκησης προς το Δικαστήριο και το υπ' αριθμόν 2244/2008 έγγραφο της Διεύθυνσης Ελέγχου και Συντήρησης Έργων της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας), η Κτηματική Υπηρεσία Νομού Αιτωλοακαρνανίας κινήθηκε για την κατεδάφιση του αυθαίρετου οικίσκου, κατ' εφαρμογή της παραγράφου 5 του άρθρου 27 του νόμου 2971/2001, πολύ μετά την παρέλευση των 30 ημερών από την κοινοποίηση του πρωτοκόλλου στον αιτούντα και, επομένως, ουδεμία βλάβη υπέστη αυτός εξαιτίας της συγκεκριμένης πλημμέλειας.

 

7. Επειδή, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ 3356/2008, 3483/2003, 377/2002, 378/2002 κ.α.). ο αιγιαλός δεν δημιουργείται με σχετική πράξη της Πολιτείας, αλλά προκύπτει από φυσικά φαινόμενα, δηλαδή τις μεγαλύτερες αλλά συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων, για τη διαπίστωση δε του πραγματικού αυτού γεγονότος προβλέπεται η ανωτέρω διοικητική διαδικασία. Κατά συνέπεια, εάν δεν έχει καθορισθεί ο αιγιαλός με εκδιδόμενη κατά νόμο διαπιστωτική διοικητική πράξη, η Διοίκηση επιλαμβανόμενη ζητήματος, για το οποίο είναι κρίσιμο στοιχείο ο προσδιορισμός των ορίων του αιγιαλού, οφείλει να προβεί σε παρεμπίπτουσα και αιτιολογημένη, με συγκεκριμένα στοιχεία κρίση για την συνδρομή του πιο πάνω πραγματικού γεγονότος που προσδιορίζει τα όρια του αιγιαλού. Εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, και αναφέρεται στη συνοδευόμενη από τοπογραφικό διάγραμμα έκθεση ελέγχου, στην οποία στηρίζεται η προσβαλλόμενη πράξη, η οριογραμμή του αιγιαλού στην επίδικη περιοχή έχει καθορισθεί με βάση την οριοθέτηση του χειμερίου κύματος κατά τις προϊσχύουσες του ως άνω νόμου 2971/2001 διατάξεις του αναγκαστικού νόμου 2344/1940 με την ανωτέρω υπ' αριθμόν 1096812/1997 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

 

Συνεπώς, εφόσον η οριογραμμή του αιγιαλού καθορίστηκε με διοικητική πράξη κατ' εφαρμογή των ισχυουσών κατά την έκδοσή της διατάξεων, και δεν έχει ανακαθοριστεί, το αρμόδιο για την έκδοση του προσβαλλόμενου πρωτοκόλλου κατεδάφισης όργανο, το οποίο δεν είχε την εξουσία να ελέγξει τη νομιμότητα της ως άνω οριοθέτησης της γραμμής του αιγιαλού, δεν οφείλει να ερευνήσει το πλάτος της ζώνης που καλύπτεται από τη μεγαλύτερη, αλλά συνήθη ανάβαση των κυμάτων και να αιτιολογήσει τη σχετική με το πραγματικό αυτό γεγονός εκτίμησή του. Είναι, ως εκ τούτου, απορριπτέος ως αβάσιμος ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι δεν νοείται ανάβαση κύματος και, συνεπώς, καθορισμός οριογραμμής αιγιαλού εντός λιμνοθάλασσας και ότι η προσβαλλόμενη απόφαση επικαλούμενη μόνον την ανωτέρω υπ' αριθμόν 1096812/1997 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δεν είναι ειδικώς αιτιολογημένη.

 

Από την άποψη δε αυτή είναι αδιάφορος νομικά και ο ισχυρισμός ότι το ανωτέρω κτίσμα ακόμη και εάν θεωρηθεί ότι εμπίπτει εντός ζώνης αιγιαλού δεν ανακόπτει την επικοινωνία με τον αιγιαλό που στην πραγματικότητα είναι δίαυλος προς το λιμάνι του Μεσολογγίου ούτε εμποδίζει την χρήση του αφού πέραν των κτίσματος δεν υπάρχουν περιφράξεις, διότι πάσης φύσεως τεχνικό έργο εκτελούμενο στον αιγιαλό, την παραλία ή μέσα στη θάλασσα χωρίς την κατά νόμο απαιτούμενη άδεια είναι αυθαίρετο και κατεδαφιστέο, ανεξαρτήτως του σκοπού του. Όπως δε βεβαιώνεται στο προσβαλλόμενο πρωτόκολλο και δεν αμφισβητείται από τον αιτούντα, η επίδικη κατασκευή έχει κατασκευασθεί χωρίς την άδεια αρμόδιας αρχής (παράβαλε ΣτΕ 826/2009).

 

8. Επειδή, αβασίμως προβάλλεται εξάλλου ότι ο προς κατεδάφιση ξύλινος οικίσκος αποτελεί κτίσμα υπό την προστασία του Υπουργού Πολιτισμού και επομένως εξαιρείται της κατεδάφισης, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 27 του νόμου 2971/2001, διότι είναι τμήμα του πασσαλόπηκτου παραδοσιακού ψαράδικου οικισμού των πελάδων της πόλης του Μεσολογγίου, ο οποίος χαρακτηρίστηκε ως παραδοσιακός με την 84/1997 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Μεσολογγίου. Και τούτο, διότι, από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει, ούτε εξάλλου, ο αιτών ισχυρίζεται κάτι τέτοιο, ότι υπήρξε πράξη του Υπουργού Πολιτισμού είτε πριν είτε μετά την έναρξη ισχύος του νόμου 3028/2002, με την οποία η εν λόγω κατασκευή υπήχθη σε προστατευτικό καθεστώς ή πράξη, έστω, με την οποία χαρακτηρίστηκε ως παραδοσιακός ο υποτιθέμενος οικισμός.

 

9. Επειδή, ο αιτών προβάλλει, εξάλλου, ότι για την έκδοση των πρωτοκόλλων δεν λήφθηκε υπόψη η υπ' αριθμόν 22306/2006 κοινή υπουργική απόφαση περί χαρακτηρισμού των λιμνοθαλάσσιων, χερσαίων, ποτάμιων περιοχών του νοτίου τμήματος του Νομού Αιτωλοακαρνανίας και του νησιωτικού συμπλέγματος των Βόρειων και Νότιων Εχινάδων του Νομού Κεφαλληνίας ως Εθνικό Πάρκο με την ονομασία Εθνικό Πάρκο Λιμνοθαλασσών Μεσολογγίου Αιτωλικού, κάτω ρου και εκβολών ποταμών Αχελώου και Εύηνου και νήσων Εχινάδων (ΦΕΚ 477/Δ/2006) και η προσπάθεια του αιτούντος και άλλων ιδιοκτητών να υπαχθεί η περιοχή στην περιοχή ΠΠ3 του άρθρου 3 της ανωτέρω απόφασης, (περιοχή Τουρλίδα, τμήμα Ν. Τουρλίδας, το Διόνι, τμήμα του Λούρου, περιοχή Βαμβακούλας Ευηνοχωρίου), στην οποία επιτρέπονται, μεταξύ άλλων η διημέρευση και διανυκτέρευση και η δημιουργία της αναγκαίας υποδομής σε μεμονωμένα διακριτά καταλύματα εμβαδού εκάστου μέχρι 50 m2 και συνολικού ύψους μέχρι 5 m από το πέριξ φυσικό έδαφος, γεγονός που θα έχει ως αποτέλεσμα την εξαίρεση των οικίσκων από την κατεδάφιση. Ο λόγος είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι αφενός μεν διότι η ανωτέρω διάταξη δεν μπορεί να έχει την έννοια ότι επιτρέπει τέτοιου είδους κατασκευές εντός αιγιαλού αφετέρου δε, εν πάση περιπτώσει, ο αιτών δεν προβάλλει ότι έχει επιτύχει την εν λόγω υπαγωγή.

 

10. Επειδή, τέλος, προβάλλεται από τον αιτούντα ότι η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε κατά παράβαση της χρηστής διοίκησης, της αρχής δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και κατά κατάχρηση εξουσίας, διότι κάνει χρήση του συγκεκριμένου χώρου ανενόχλητος από το Ελληνικό Δημόσιο εδώ και 42 χρόνια, το Ελληνικό δε Δημόσιο του είχε εκμισθώσει την πελάδα και τον χώρο της από το 1980 έως το 1990. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι κατά τα ήδη εκτεθέντα, αποτελεί υποχρέωση της Διοίκησης να επιβάλει την κατεδάφιση αυθαίρετων κτισμάτων ανεγειρόμενων εντός του αιγιαλού ανεξαρτήτως του χρόνου κατασκευής τους, η έκδοση δε του πρωτοκόλλου κατεδάφισης, το οποίο είναι πράξη πραγματοπαγής, δεν προϋποθέτει υπαιτιότητα εκείνου που τα έχουν ανεγείρει. Η εκμίσθωση δε στον αιτούντα του χώρου μετά της επ' αυτού πελάδας από το Ελληνικό Δημόσιο για μία δεκαετία δεν υποκαθιστά την άδεια της αρμόδιας αρχής, ο δε αιτών δεν προβάλλει ότι είχε προηγουμένως ληφθεί η προβλεπόμενη στο νόμο ειδική άδεια για την ανέγερση της πελάδας, βάσει των προαναφερθεισών διατάξεων των άρθρων 12 και 14 του νόμου 2971/2001 ή των αντίστοιχων διατάξεων του αναγκαστικού νόμου 2344/1940 (παράβαλε ΣτΕ 826/2009), ούτε, άλλωστε, ο αιτών προβάλλει ότι η επίδικη πελάδα είχε ανεγερθεί από τρίτον ή από υπηρεσίες του Ελληνικού Δημοσίου ή άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (παράβαλε ΣτΕ 3983/2010 επταμελές).

 

11. Επειδή, κατόπιν τούτων η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.

 

Δια ταύτα.

 

Απορρίπτει την αίτηση.

 

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.

 

Επιβάλλει στον αιτούντα τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται στο ποσόν των 460 €.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 29-11-2011.

 

Η Προεδρεύουσα Αντιπρόεδρος

Η Γραμματέας

 

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 30-12-2013.

 

Η Πρόεδρος του Ε' Τμήματος

Η Γραμματέας

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.