Απόφαση Συμβουλίου της Επικρατείας 1492/00

ΣτΕ 1492/2000


Συνδεθείτε στην Υπηρεσία Νομοσκόπιο
Είσοδος στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
   
Χρήστης
Κωδικός
  Υπενθύμιση στοιχείων λογαριασμού
   
 
Νέοι χρήστες
Εάν είστε νέος χρήστης, θα πρέπει να δημιουργήσετε ένα ΔΩΡΕΑΝ λογαριασμό προκειμένου να φύγει το παράθυρο αυτό και να αποκτήσετε πλήρη πρόσβαση στην υπηρεσία Νομοσκόπιο.
Δημιουργία νέου λογαριασμού

 

 

Αριθμός 1492/2000

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας

 

Τμήμα Ε'

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 26-01-2000, με την εξής σύνθεση: Στυλιανός Σαρηβαλάσης, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Σωτήριος Ρίζος, Αγγελική Θεοφιλοπούλου, Σύμβουλοι, Βαρβάρα Καμπίτση, Όλγα Παπαδοπούλου, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Βασίλειος Μαντζουράνης.

 

Δια να δικάσει την από 27-11-1996 αίτηση:

 

της __________, κατοίκου Αθηνών, οδός __________, η οποία δεν παρέστη, αλλά ο δικηγόρος που υπογράφει την αίτηση νομιμοποιήθηκε με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο,

 

κατά των: 1) Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, 2) Υπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και 3) Κοινότητος Θρακομακεδόνων, οι οποίοι δεν παρέστησαν.

 

Με την αίτηση αυτή η αιτούσα ζητεί να ακυρωθεί η υπ' αριθμόν 122/1996 απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου Κοινότητος Θρακομακεδόνων ληφθείσης κατά την συνεδρίαση της 15-10-1996 και κάθε άλλη συναφής πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητού, Συμβούλου Σωτηρίου Ρίζου.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου,

 

Είδε τα σχετικά έγγραφα και

 

σκέφθηκε κατά το νόμο

 

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως κατεβλήθησαν τα νόμιμα τέλη και το παράβολο (αριθμοί γραμματίων 5839987, - 8/1996 και 2919886, 7932830/1996).

 

2. Επειδή, με την ως άνω αίτηση ζητείται η ακύρωση της υπ' αριθμόν 122/1996 αποφάσεως του Κοινοτικού Συμβουλίου της Κοινότητος Θρακομακεδόνων (Αττικής), με την οποία αποφασίσθηκε η τροποποίηση της υφισταμένης υψομετρικής μελέτης για τμήμα της οδού Δημητρίου Πολιορκητού μήκους περίπου 330 m, περιλαμβανόμενο μεταξύ των καθέτων προς αυτήν οδών Κρουσόβου και Ορφέως. Με την επίδικη τροποποίηση, καθ' ο μέρος αφορά το ακίνητο της αιτούσης, προσδιορίσθηκε η στάθμη της οδού σε ύψος ανώτερο της υφισταμένης πραγματικής καταστάσεως κατά 20 έως 30 cm περίπου.

 

3. Επειδή, στην καθ' ης Κοινότητα δεν επήλθε μεταβολή (μετατροπή, συγχώνευση κ.λ.π.) με τον νόμο 2539/1997 για την Συγκρότηση της Πρωτοβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΦΕΚ 244/Α/1997), όπως ρητώς ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 5.2 αυτού. Στην Κοινότητα δε αυτή επιδόθηκε νομίμως η πράξη του Προέδρου του Ε' Τμήματος περί ορισμού εισηγητού και δικασίμου (βλέπε από 13-05-1997 αποδεικτικό επιδόσεως), συνεπώς νομίμως χωρεί η συζήτηση της υποθέσεως και απολειπόμενης της Κοινότητος Θρακομακεδόνων.

 

4. Επειδή, ο καθορισμός της υψομετρικής στάθμης οδού, εφ' όσον γίνεται κατά τρόπο γενικό σε ορισμένη περιοχή ή οδό και ασύνδετα προς την διαδικασία χορηγήσεως συγκεκριμένης οικοδομικής αδείας, συνιστά ρύθμιση του σχεδίου πόλεως. Συνεπώς, οι σχετικές πράξεις, εκδιδόμενες κατ' εφαρμογήν της πολεοδομικής εν γένει νομοθεσίας, υπάγονται στην αρμοδιότητα του Ε' Τμήματος (βλέπε ΣτΕ 6500/1995, παράβαλε ΣτΕ 1692/1999).

 

5. Επειδή, στο άρθρο 24 παράγραφος 2 του Συντάγματος ορίζονται τα εξής:

 

{1. ...

 

2. Η χωροταξική αναδιάρθρωσις της Χώρας, η διαμόρφωσις, η ανάπτυξις, η πολεοδόμηση και η επέκτασις των πόλεων και των οικιστικών περιοχών, τελεί υπό την ρυθμιστική αρμοδιότητα και τον έλεγχο του Κράτους επί τω τέλει της εξυπηρετήσεως της λειτουργικότητας και αναπτύξεως των οικισμών και της εξασφαλίσεως των καλλιτέρων δυνατών όρων διαβιώσεως.}

 

Εξ άλλου στο άρθρο 101 του Συντάγματος ορίζεται ότι:

 

{1. Η διοίκησις του Κράτους οργανώνεται κατά το αποκεντρωτικό σύστημα.

 

3. Τα περιφερειακά κρατικά όργανα έχουν γενική αποφασιστική αρμοδιότητα επί των υποθέσεων της περιφέρειάς των ...}

 

στο δε άρθρο 102 ότι:

 

{1. Η διοίκησις των τοπικών υποθέσεων ανήκει εις τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως, των οποίων την πρώτην βαθμίδα αποτελούν οι δήμοι και οι κοινότητες. Οι λοιπές βαθμίδες ορίζονται δια νόμου.

 

2. ...

 

3. ...

 

5. Το Κράτος ασκεί εποπτεία επί των οργανισμών της τοπικής αυτοδιοικήσεως ...}

 

Από τον συνδυασμό των ανωτέρω συνταγματικών διατάξεων προκύπτουν τα εξής: Το ισχύον Σύνταγμα εκκινεί από την σαφή διάκριση μεταξύ Κράτους και οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως. Το Κράτος έχει κατ' αρχήν γενική αρμοδιότητα διοικήσεως των υποθέσεων της χώρας, σε αυτήν δε περιλαμβάνεται και η εποπτεία επί των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως. Των τελευταίων η αρμοδιότητα αφορά στη διοίκηση των υποθέσεων που έχουν τοπικό χαρακτήρα, ανακύπτουν δηλαδή στα χωρικά τους πλαίσια και συγχρόνως δεν έχουν επιρροή σε ολόκληρη τη χώρα ή στα εθνικά συμφέροντα. Με τις διατάξεις του άρθρου 24 του Συντάγματος ανατίθεται ευθέως στο Κράτος η αρμοδιότητα της χωροταξίας και της πολεοδομίας για όλο τον εθνικό χώρο, προκειμένου να επιτευχθεί κατά τρόπο ενιαίο η ορθολογική ανάπτυξη των οικισμών και η καλλίτερη δυνατή διαβίωση των ανθρώπων. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή ο χωροταξικός και ο πολεοδομικός σχεδιασμός, στον οποίο προδήλως δεν περιλαμβάνεται και η εφαρμογή του σχεδίου (πράξεις αναλογισμού, πράξεις εφαρμογής, έκδοση οικοδομικών αδειών) ανατίθεται ως αποστολή στο Κράτος (βλέπε ΣτΕ 563/1979, 2774/1998 ΠΕ 2/1996, 508/1997), το οποίο, ασκώντας την νομοθετική εξουσία, οφείλει να θεσπίζει εκάστοτε το πλαίσιο των κανόνων δικαίου που ρυθμίζουν τα αντικείμενα αυτά, ασκώντας δε την διοικητική του λειτουργία (κεντρική ή περιφερειακή) υποχρεούται να καταρτίζει τα κατά την επιστήμη της χωροταξίας και πολεοδομίας ενδεικνυόμενα σχέδια (χωροταξικά σχέδια και σχέδια πόλεων). Την αποστολή του αυτή υποχρεούται το Κράτος να εκπληρώνει βάσει ορθολογικών και επιστημονικών κριτηρίων, αποκλείοντας επιρροές εκ μέρους ιδιωτικών συμφερόντων, που είναι ευχερέστερες στα στενά όρια των οργανισμών της τοπικής αυτοδιοικήσεως και χρησιμοποιώντας ενιαίο κριτήριο, που αποκλείει τον κίνδυνο διασπάσεως της ενότητος του σχεδιασμού στο χώρο. Επιφυλάσσεται, κατά τα ήδη κριθέντα (ΣτΕ 5935/1996, 2009/1997, 2775/1998, 3692/1998 και ΠΕ 491/1996, 377/1997 κ.ά.) στην Κεντρική Διοίκηση η αρμοδιότητα καταρτίσεως πολεοδομικών σχεδίων που είναι δυνατόν να θίξουν ευαίσθητα στοιχεία του περιβάλλοντος ή που αφορούν παραδοσιακούς οικισμούς, αρμοδιότητα που πρέπει να ασκείται με Προεδρικά Διατάγματα. Δεν είναι συνεπώς επιτρεπτό στο Κράτος να μεταβιβάζει καθ' οιονδήποτε τρόπο (δηλαδή είτε με τυπικό νόμο είτε με κανονιστικές διοικητικές πράξεις) την άσκηση όλων ή μερικών από τις αρμοδιότητες αυτές στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως οιουδήποτε βαθμού (α' ή β' βαθμίδας, δήμους, κοινότητες, νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις), οι οποίες άλλωστε δεν θα ηδύναντο να χαρακτηρισθούν ως τοπικές υποθέσεις κατά το άρθρο 102 παράγραφος 1Α του Συντάγματος. Διότι από τη φύση τους οι σχεδιασμοί αυτοί, αφορώντες την μορφή των οικισμών και έχοντες ποικίλες επιδράσεις στο φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον έχουν γενικότερη σημασία που δεν περιορίζεται στον χώρο των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης αλλά εκτείνεται σε ολόκληρο τον εθνικό χώρο (ΣτΕ 2317/1999).

 

6. Επειδή, στο άρθρο 20 παράγραφος 1 του από 03-04-1929 προεδρικού διατάγματος περί γενικού οικοδομικού κανονισμού του Κράτους (ΦΕΚ 155/Α/1929) που διατηρήθηκε διαδοχικώς σε ισχύ με τα άρθρα 81 παράγραφος 2 του από 09-08-1955 βασιλικού διατάγματος περί γενικού οικοδομικού κανονισμού του Κράτους (ΦΕΚ 266/Α/1955), 128 παράγραφος 1 του νομοθετικού διατάγματος 8/1973 περί γενικού οικοδομικού κανονισμού (ΦΕΚ 124/Α/1973) και 31 παράγραφος 3 του νόμου 1577/1985 Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός (ΦΕΚ 210/Α/1985) ορίζεται ότι:

 

{η μελέτη του σχεδίου ρυμοτομίας και του συναφούς ειδικού οικοδομικού κανονισμού πρέπει να προβλέπει: ... Την υψομετρική διάταξη των νέων οδών και πλατειών, ήτοι την θέσιν των αξόνων του οδικού δικτύου βάσει του οποίου θα καθορίζεται το κατώφλιον των εισόδων των οικοδομών εν σχέσει προς το φυσικό έδαφος.}

 

Εξάλλου, στο άρθρο 4 του από 17-07-1923 νομοθετικού διατάγματος περί σχεδίων πόλεων, κωμών και συνοικισμών του Κράτους και οικοδομής αυτών (ΦΕΚ 228/Α/1923) προβλέπονται τα εξής:

 

{1. Εφ' όσον στο συγκεκριμένο σχέδιο δεν προβλέπεται υψομετρική θέσις των οδών, πλατειών κ.λ.π. κοινοχρήστων χώρων, ως και των επί της επιφανείας του εδάφους βάσεων των εν γένει οικοδομών, περιτοιχισμάτων, ιδιωτικών πρασιών και κήπων, καθορίζεται αυτή δι' αποφάσεως του επί της συγκοινωνίας Υπουργού λαμβανόμενης μετά σύμφωνον γνώμη του Συμβουλίου των Δημοσίων Έργων. Κατά τον αυτόν τρόπον τροποποιούνται τα ανωτέρω υψομετρικά στοιχεία και μετά τον αρχικό καθορισμό των.

 

2. Η εφαρμογή των εγκεκριμένων σχεδίων επιτρέπεται μόνον μετά τον κατά τα ανωτέρω υψομετρικό καθορισμό ...}

 

Τέλος, στην παράγραφο 3 του άρθρου 10 του προαναφερόμενου νόμου 1577/1985, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παράγραφος 10 του νόμου 2052/1992 (ΦΕΚ 94/Α/1992) ορίζεται ότι:

 

{τα ύψη στην πρόσοψη, για την εφαρμογή της παραγράφου 6)α του άρθρου 9, μετρούνται από κάθε σημείο της ρυμοτομικής γραμμής στη στάθμη του οριστικά διαμορφωμένου πεζοδρομίου, όπως βεβαιώνεται από τον οικείο δήμο ή την κοινότητα ... Αν δεν υπάρχει οριστικά διαμορφωμένο πεζοδρόμιο, η στάθμη αυτή προκύπτει από την εγκεκριμένη υψομετρική μελέτη της οδού. Αν δεν υπάρχει υψομετρική μελέτη ή η υπάρχουσα χρειάζεται τροποποίηση, ο οικείος δήμος ή κοινότητα έχει υποχρέωση να καταρτίσει σχετική μελέτη κατά μήκος ενός τουλάχιστον οικοδομικού τετραγώνου. Σε περίπτωση αδυναμίας του δήμου ή της κοινότητας, η μελέτη συντάσσεται από ιδιώτη μηχανικό και εγκρίνεται από το δήμο ή την κοινότητα.}

 

7. Επειδή, οι παρατεθείσες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις, με τις οποίες ανατίθεται άσκηση αρμοδιότητος (κατάρτιση υψομετρικής μελέτης οδού ή έγκριση τοιαύτης, συνταχθείσας από ιδιώτη) πολεοδομικού σχεδιασμού στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως πρώτου βαθμού, είναι ανίσχυρες ως αντιβαίνουσες στην προπαρατεθείσα διάταξη της παραγράφου 2 άρθρου 24 του Συντάγματος. Συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου Κοινότητος Θρακομακεδόνων Αττικής είναι παράνομη ως εκδοθείσα από αναρμόδιο όργανο και πρέπει να ακυρωθεί.

 

Δια ταύτα

 

Δέχεται την κρινόμενη αίτηση.

 

Ακυρώνει την από 15-10-1996 απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου Θρακομακεδόνων (Αττικής).

 

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου και

 

Επιβάλλει την δικαστική δαπάνη της αιτούσης εκ δραχμών 14.000 στην Κοινότητα Θρακομακεδόνων.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 31-01-2000 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 19-04-2000.

 



Copyright © 2020 TechnoLogismiki. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.